Μοτίβο και hangover…

Μοτίβο και hangover…

Μετά την (πρώτη) εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, το 2021, στην Χαριλάου Τρικούπη έκαναν πάρτι για τις δημοσκοπήσεις που ακολούθησαν. Τα ποσοστά εκτοξεύθηκαν στην πρόθεση ψήφου και έφτασαν έως και το 18%, μετά, όμως, ήρθε το πολιτικό hangover της απότομης προσγείωσης.

Το φαινόμενο επαναλήφθηκε -αυτή την φορά από καλύτερη δημοσκοπική βάση- και μετά την δεύτερη εκλογή ηγεσίας, το περασμένο φθινόπωρο. Στις μετρήσεις έως και τον Δεκέμβριο το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν με ποσοστό ακόμα και λίγο πάνω από το 20%. Οι τελευταίες μετρήσεις του 2024, κυρίως, όμως οι πρώτες του 2025 (Opinion Poll για το Action24, και Marc για τον Ant1) το φέρνουν στο 14,2% και 15,4%, αντίστοιχα, και στην εκτίμηση ψήφου λίγο πάνω από το 17%.

Τη δεύτερη φορά, το πάρτι τελείωσε πιό γρήγορα αν και οι συνθήκες θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι πολύ πιό ευνοϊκές για το ΠΑΣΟΚ. Εδραιώθηκε στον χώρο της κεντροαριστεράς με “εσωτερικό” αντίπαλο τον διαλυμένο ΣΥΡΙΖΑ, έγινε αξιωματική αντιπολίτευση λόγω μαζικών αποχωρήσεων από την Κουμουνδούρου, η κυβέρνηση και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης του έδωσε “πόντους”, αφού το κατέστησε βασικό πολιτικό του αντίπαλο. Επίσης, ανέπτυξε έντονη κοινοβουλευτική δραστηριότητα, σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, ισχυρίστηκε ότι έσυρε την κυβέρνηση σε δικές του προτάσεις, και έβαλε στόχο να νικήσει τη Ν.Δ στις επόμενες εκλογές και να γίνει κυβέρνηση.

Το μοτίβο, όμως, παραμένει. Στην “Καταλληλότητα για πρωθυπουργός” ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπερνάει τον “Κανένα” και πιάνει ποσοστό πάνω από 30%, ο Νίκος Ανδρουλάκης, από την άλλη, είναι κολλημένος στο 6%, σε μικρή απόσταση από την Κωνσταντοπούλου, την Λατινοπούλου, τον Κουτσούμπα και άλλους αρχηγούς. Κάτι δεν πάει καλά…

Όσα συνέβησαν το τελευταίο διάστημα σχετικά με την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας ίσως είναι ενδεικτικά. Το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε υποστηρίζοντας πως πρέπει να εκλεγεί κεντροαριστερός πρόεδρος, αναγνώρισε, δε, ότι η πρωτοβουλία ανήκει στον πρωθυπουργό και τα στελέχη του βρέθηκαν στα τηλεοπτικά πάνελ να καλούνται να τοποθετηθούν στην ονοματολογία για Βενιζέλο, Στουρνάρα, Γιαννίτση και άλλα πρόσωπα από τον ευρύτερο χώρο του.

Μετά σπατάλησε χρόνο να εγκαλεί τον πρωθυπουργό γιατί δεν αιτιολογεί ότι δεν θα προτείνει εκ νέου –χωρίς να είναι δεδομένο ότι δεν θα το πράξει– την Κατερίνα Σακελαροπούλου, δίχως, ωστόσο, να ξεκαθαρίζει ότι έχει σκοπό να στηρίξει μία τέτοια επιλογή. Συνέχιζε να ομνύει στην ανάγκη συναίνεσης και ταυτόχρονα να επιμένει ότι δεν θα ψηφίσει οιαδήποτε επιλογή προσώπου που δεν θα προέρχεται από την κεντροαριστερά, ενώ από την άλλη σνομπάρισε τα ανοίγματα του ΣΥΡΙΖΑ για σύγκλιση σε μία υποψηφιότητα με προοδευτικό πρόσημο.

Τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε την “σαρξ εκ της σαρκός του” Λούκα Κατσέλη, της πλέκει το εγκώμιο αλλά δηλώνει ότι εάν τελικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέξει τον Κωνσταντίνο Τασούλα θα προτείνει δικό του υποψήφιο. Όποιος καταλαβαίνει, καταλαβαίνει. Ίσως, βέβαια, κάπως σωθούν τα προσχήματα εάν τελικά ο πρωθυπουργός καταλήξει σε κεντροαριστερή επιλογή.

Όμως, στρατηγικά το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται σε σύγχυση. Στην Χαριλάου Τρικούπη αυτό το αποκαλούν προσήλωση στην θεσμική λειτουργία. Υπάρχει, όμως, και η λογική. Όλοι κατανοούν ότι ο στόχος να κερδίσουν τη Ν.Δ στις επόμενες εκλογές και να έχουν την πρωτοβουλία των κινήσεων για την συγκρότηση προοδευτικής κυβέρνησης είναι σχεδόν απίθανο να επιτευχθεί- εκτός εάν τους επόμενους μήνες εκτοξευθεί στις μετρήσεις από το 17% στο 30%.

Παράλληλα, ο Νίκος Ανδρουλάκης δηλώνει κατηγορηματικά (λογικό) ότι δεν θα συγκυβερνήσει ποτέ με τη Ν.Δ, εάν αναδειχθεί πρώτο κόμμα, απορρίπτει, όμως, μέχρι τώρα ακόμα και την παραμικρή συζήτηση για εκλογική συμμαχία με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά. Δίνει, έτσι, εύκολα λαβές στον κυβερνητικό εκπρόσωπο να επισημάνει τις αμφισημίες.

Παρόλα αυτά, η συγκυρία εξακολουθεί να είναι αρκετά ευνοϊκή για το ΠΑΣΟΚ. Διαθέτει μία νέα ηγετική ομάδα -όπως προέκυψε από την εσωκομματική εκλογή- με Γερουλάνο, Δούκα, Διαμαντοπούλου, Κατρίνη κ.ά που θεωρείται ότι έχει κυβερνητικό προφίλ. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξαναβρίσκει, μεν, τις αναπνοές του ώστε να ξαναμπεί στο παιχνίδι των συσχετισμών, όχι όμως τόσο ώστε να το απειλεί δημοσκοπικά. Η κυβέρνηση αγκομαχά στον έκτο χρόνο της θητείας της, τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα παραμένουν, η ανασφάλεια κυκλώνει τους πολίτες.

Απέναντι, όμως, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη που αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο κάθε κρίση ή ευκαιρία δημιουργεί η διεθνής αναστάτωση, το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να προτάξει το ανταγωνιστικό πρόσωπο που θα τον αμφισβητήσει. Ο ίδιος δε ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρότι άλλα δηλώνει, εμφανίζει δυσανεξία ακόμα και στο να σηκώσει το τηλέφωνο και να συνομιλήσει με όμορους πολιτικούς παίκτες.

“Οι ευκαιρίες για την παράταξη δεν θα είναι άπειρες”, είπε ο Κώστας Σημίτης, τον περασμένο Σεπτέμβριο, στα 50χρονα του ΠΑΣΟΚ. Ήταν η στερνή του παρακαταθήκη. Μάλλον δεν την άκουσαν…

Σχετικά Άρθρα