Χανιά:Η αντίδραση της οικογένειας του 22χρονου στην καρατόμηση της Αστυνομικής Διεύθυνσης-Μαρτυρία σοκ για τον 45χρονο

Χανιά:Η αντίδραση της οικογένειας του 22χρονου στην καρατόμηση της Αστυνομικής Διεύθυνσης-Μαρτυρία σοκ για τον 45χρονο

Αιχμηρός εμφανίστηκε σε δηλώσεις του στο Creta24, ο Χρήστος Μαρκογιαννάκης, δικηγόρος της οικογένειας του 22χρονου Παναγιώτη Καρατζή, ο οποίος έχασε τη ζωή του τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου στο τροχαίο δυστύχημα που σημειώθηκε στα Χανιά. Σοκ προκαλεί η μαρτυρία ενός πολίτη από τα Χανιά, ο οποίος υποστηρίζει ότι είχε ειδοποιήσει την Αστυνομία για την ύπαρξη ενός επικίνδυνου οδηγού πριν το τροχαίο.

Ο δικηγόρος της οικογένειας εξέφρασε την πρώτη αντίδραση της οικογένειας για το «ξήλωμα» της Αστυνομικής Διεύθυνσης Χανίων με εντολή Μητσοτάκη:

«Αυτά τα οποία έχει υπόψιν του και λαμβάνει υπόψιν του ένας πρωθυπουργός και ένας πολιτικός γενικότερα, δεν είναι τα ίδια με τα κριτήρια με τα οποία λαμβάνει υπόψιν του και εκτιμά ο δικηγόρος ο οποίος χειρίζεται μια υπόθεση. Τον δικηγόρο τον ενδιαφέρει η δικογραφία και αυτά τα οποία προκύπτουν από τη δικογραφία.

Ο πρωθυπουργός εκτιμά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, την οργή του κόσμου και όλα αυτά τα οποία ο κ. Μητσοτάκης προφανώς και έλαβε υπόψιν του και πήρε την συγκεκριμένη απόφαση», δήλωσε ο κ. Μαρκογιαννάκης και συμπλήρωσε: «Η ευθύνη στην ποινική διαδικασία είναι συγκεκριμένη και ατομική, στην πολιτική δράση ασφαλώς μπορεί να είναι και συλλογική όπως εν προκειμένω».

«Η οικογένεια, η οποία δείχνει μια μεγαλοψυχία απίστευτη, εκείνο το οποίο την ενδιαφέρει είναι εκείνοι οι οποίοι έχουν ευθύνη για τον θάνατο του παιδιού τους να τιμωρηθούν, ο καθένας ανάλογα με το μέρος της ευθύνης το οποίο φέρει. Εδώ υπάρχουν συγκεκριμένοι άνθρωποι που, μέχρι τώρα, ασφαλώς ευθύνονται», δήλωσε.

«Ο 45χρονος έπρεπε να έχει συλληφθεί»

Ο κ. Μαρκογιαννάκης άφησε αιχμές για τον χειρισμό της υπόθεσης από την εισαγγελέα, καθώς όπως τόνισε θα έπρεπε να έχει ασκήσει δίωξη σε βάρος των αστυνομικών που δεν συνέλαβαν, όπως προβλέπεται, τον 45χρονο οδηγό που βρισκόταν υπό την επήρεια αλκοόλ.

«Όταν ο εισαγγελέας ο οποίος θα πάρει μπροστά του την δικογραφία, βλέπει ξεκάθαρες ευθύνες, σε αυτή την περίπτωση ασκεί αμέσως την ποινική δίωξη. Εδώ η εισαγγελέας δεν άσκησε ποινική δίωξη, αλλά διέταξε την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης γιατί θέλει να ερευνήσει τι έχει συμβεί και δεν έχει εφαρμοστεί η αυτόφωρη διαδικασία, την ώρα που διαπιστώθηκε ότι ο οδηγός που είναι κυρίως υπεύθυνος για τον θάνατο του παιδιού είχε διαπράξει δύο πλημμελήματα. Το ένα ήταν οδήγηση σε κατάσταση μέθης με υψηλό ποσοστό αλκοόλ στο αίμα και το άλλο είναι η οδήγηση χωρίς άδεια οδήγησης. Με αυτά τα δύο αδικήματα έπρεπε να έχει συλληφθεί», δήλωσε ο δικηγόρος της οικογένειας του 22χρονου Παναγιώτη.

Παράλληλα τοποθετήθηκε και για όσα υποστήριξαν οι αστυνομικοί, μέσω του δικηγόρου τους ότι δηλαδή ακολουθούσαν «εντολές ανωτέρων». «Αν υπήρχαν εντολές άνωθεν ή δεν υπήρχαν δεν μπορώ να το ξέρω και δεν μπορώ να εκφέρω και άποψη, αλλά θα πρέπει να σας πω ότι ο αστυνομικός έχει την μοίρα του στρατιώτη ο οποίος υπακούει στις διαταγές, είναι υποχρεωμένος να υπακούσει. Αν είχε δηλαδή εντολή από ανώτερο αξιωματικό ή από εισαγγελέα ο οποίος προΐσταται της προανάκρισης ήταν υποχρεωμένος να υπακούσει, διότι δεν είχαμε να κάνουμε με καμία τρομερή εγκληματική πράξη που δεν υπακούει σε αυτή την περίπτωση. Αλλά ήταν μια πρακτική, η οποία ήθελε κάποιος να εφαρμόζεται συγκεκριμένες μέρες της εβδομάδος».

Ευθύνες και για τον συνοδηγό του 45χρονου

Ο Κ. Μαρκογιαννάκης τόνισε πως υπάρχουν ευθύνες και για τον συνοδηγό του 45χρονου στον οποίο παραδόθηκαν τα κλειδιά από τους αστυνομικούς και από τον οποίο προφανώς τα ανέκτησε. «Πολύ φοβάμαι ότι η αιτιώδης συνάφεια, που λέμε εμείς οι νομικοί, υφίσταται τη συγκεκριμένη περίπτωση», ανέφερε χαρακτηριστικά.

“Πήρα τηλέφωνο το 100 για να γλιτώσω έναν άνθρωπο και τελικά δεν γλίτωσε”

Η μαρτυρία ενός οδηγού στο zarpanews.gr, που δημοσιεύτηκε σήμερα, Τρίτη (14/1), φαίνεται ότι δίνει νέες διαστάσεις στην τραγωδία.

Πήρα τηλέφωνο για να γλιτώσω έναν άνθρωπο και τελικά ένας άνθρωπος δεν γλίτωσε” σημείωσε, μεταξύ άλλων, εξιστορώντας τα γεγονότα εκείνης της μοιραίας βραδιάς:

“Οδηγώ στον κυκλικό κόμβο των Δικαστηρίων και ξαφνικά με περνάει από δεξία,. Ως τότε δεν είχα αντιληφθεί αν ήταν πίσω μου, δεν τον έχω αντιληφθεί, το είδα να με προσπερνάει από δεξιά και να μου κλείνει τον δρόμο. Όταν κατάλαβα ότι δεν χωράμε και οι δύο, τότε σταματάω το αυτοκίνητο για να μην προκληθεί ατύχημα. Τότε σταματάει και αυτός, κατεβαίνει από το αυτοκίνητο, έρχεται προς την μεριά του αυτοκίνητου και αρχίζει να φωνάζει.

Εγώ χωρίς να ανοίξω το τζάμι, αρχίζω να ρωτάω τι έγινε – τι έγινε, δεν μου απαντάει. Βλέπω έναν άνθρωπο να φωνάζει μαινόμενος, να ωρύεται. Εγώ δεν μπορώ να ακούσω γιατί είχα κλειστά τα τζάμια και έχω και δυνατά τη μουσική. Έχω πάθει σοκ. Αυτός συνεχίζει να βρίζει και να φωνάζει. Κάποια στιγμή κατευθύνεται προς το αυτοκίνητό του αλλά επιστρέφει και έρχεται ξανά στη μεριά μου.

Κάποια στιγμή αντιλαμβάνομαι ότι ανοίγει η πίσω πόρτα της Πόρσε, αλλά όχι τελείως, κουφωτά όπως λέμε, σαν να θέλει κάποιος να είναι έτοιμος να επέμβει αν χρειαστεί. Εγώ παραμένω σε σοκ. Τον βλέπω κι έρχεται προς το μέρος μου και δίνει μια μπουνιά στο τζάμι μου, το οποίο το είχα κλειστό. Ευτυχώς δεν τραυματίστηκα και δεν έχουμε άλλα θέματα τώρα.

Δεν έχω καμία αντίδραση. Προσπαθώ να βγάλω το κινητό από το μπουφάν μου, αλλά εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα ότι αυτό μπορεί να τον εξαγρίωνε, γι’ αυτό προσπαθώ να είναι ψύχραιμος, να μείνω μέσα στο αυτοκίνητο και να μην κάνω κάτι το οποίο να μπορούσε να τον κάνει να θυμώσει ακόμα περισσότερο και να μου επιτεθεί.

Έτσι όπως είναι οι θέσεις των αυτοκινήτων μας δεν μπορώ να φύγω. Καταλαβαίνω ότι δεν έχω τρόπο να τον αποφύγω. Περιμένω απλά να βαρεθεί και να φύγει”.

Συνεχίζοντας την διήγηση των γεγονότων, αναφέρει

“Φτάνω στο σπίτι μου και το πρώτο πράγμα που σκέφτομαι είναι να πάρω την αστυνομία. Παίρνω, διστάζω αλλά μετά στο δευτερόλεπτο το ξανασκέφτομαι και λέω πρέπει να πάρω για να γλιτώσει κάποιος άλλος. Μη γίνει κανείς τσαμπουκάς, μη βγούνε μαχαίρια, μη βγούνε όπλα.

Παίρνω λοιπόν την αστυνομία, τους περιγράφω το συμβάν, τους δίνω το όχημα και την πινακίδα. Τους λέω δεν είναι νηφάλιος, κάντε κάτι, βρείτε τον, μπας και γλιτώσουμε κανένα φουκαρά. Με το σκεπτικό όχι ότι θα πάει να σκοτώσει κανέναν αλλά με το σκεπτικό ότι θα γινόταν κάτι αντίστοιχο με το δικό μου. Μου λέει ο αστυνομικός αν θέλω να καταγγελία/ μήνυση να πάω στο τμήμα. Εγώ δεν το θεώρησα σκόπιμο να κάνω κάτι τέτοιο. Απλά τηλεφώνησα με το σκεπτικό ότι είναι Παρασκευή βράδυ, ο κόσμος βγαίνει, θα μπορούσαν να είναι δυο πιωμένοι και να γίνει αιματηρό περιστατικό.

Μου λένε εντάξει, θα τον ψάξουμε.

Την άλλη μέρα όταν είδα το τροχαίο και συνειδητοποίησα ότι είναι αυτός, έπαθα σοκ. Δεν ήξερα τι έκαναν, αν τον βρήκαν αν τον είχαν σταματήσει. Ακόμα δεν έχω συνέλθει. Αλλά εκείνη τη μέρα, το Σάββατο, ήταν όπως ήμουν εκείνη τη στιγμή μέσα στο αυτοκίνητο. Ήμουν στο κενό, ήμουν μουδιασμένος. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να είμαι εγώ, θα μπορούσε απλά να μπει ανάποδα στα διαστήρια και να με σκοτώσει. Σκέφτηκα πολλά”.

Σχετικά Άρθρα