Καλιφόρνια: Τι προκάλεσε την πύρινη καταστροφή– Ταχύτερες και πιο άγριες οι πυρκαγιές
Οι πυρκαγιές στην Καλιφόρνια δεν είναι κάτι ασυνήθιστο, όμως η πρωτοφανής καταστροφή των τελευταίων ημερών έχει συγκλονίσει τους κατοίκους. Παρά τις επενδύσεις της πολιτείας σε δασοπυρόσβεση, ένας συνδυασμός κλιματικών και διαρθρωτικών προβλημάτων οδήγησε στην τραγωδία. Σε εκτενή ανάλυσή του, το BBC περιγράφει τις αιτίες που οδηγούν σε πυρκαγιές μεγαλύτερης έντασης και ταχύτητας, σαν αυτές που έκαναν στάχτη το Λος Άντζελες.
Ανεπαρκής προετοιμασία
Οι αρχές ζητούν από τους κατοίκους να διατηρούν καθαρές τις αυλές και τα οικόπεδά τους, ώστε να μειώσουν τον κίνδυνο εξάπλωσης της φωτιάς. Ωστόσο, πολλοί αμέλησαν ή αδιαφόρησαν για αυτές τις συστάσεις, ενώ ακόμη και όσοι ακολούθησαν τις οδηγίες, δεν κατάφεραν να σώσουν τις περιουσίες τους.
Στην Καλιφόρνια, οι άνθρωποι που ζουν σε επικίνδυνες περιοχές είναι υποχρεωμένοι να διατηρούν καθαρή μια ζώνη 1,5 μέτρου (5 πόδια) γύρω από τα σπίτια τους.
Στην πράξη, οι κανόνες δεν τηρούνται ομοιόμορφα. Πολλοί ιδιοκτήτες σπιτιών διστάζουν να αφαιρέσουν ξύλινους φράχτες, να ξαναφυτέψουν τους κήπους τους και να κλαδέψουν τα χαμηλότερα κλαδιά στα πεύκα. Αεροφωτογραφίες της γειτονιάς Παλισέιντς που ελήφθησαν πριν από την πυρκαγιά δείχνουν σπίτια περιτριγυρισμένα από πράσινο, ένα συνηθισμένο θέαμα σε πλούσιες περιοχές όπου οι κάτοικοι δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην ιδιωτικότητα.
Εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, εθελοντές στην Αλταντίνα συγκεντρώνονται κάθε άνοιξη για να κόψουν το γρασίδι και να απομακρύνουν τα ζιζάνια γύρω από τη γειτονιά τους. Δεν εκτιμούσαν όλοι οι γείτονες την κίνησή τους – πολλοί δεν έκαναν απολύτως τίποτα.
Δεν λείπουν, όμως, και αυτοί που τα έκαναν όλα σωστά, αλλά το σπίτι τους κάηκε.
Ακατάλληλη δόμηση
Οι περιοχές που επλήγησαν περισσότερο δεν είχαν σχεδιαστεί για να αντέχουν μεγάλες πυρκαγιές. Οικισμοί όπως η Αλταντίνα και το Πασίφικ Παλισέιντς χτίστηκαν σε δασικές περιοχές με στενούς δρόμους, δυσκολεύοντας τόσο τις εκκενώσεις όσο και την πρόσβαση των πυροσβεστών. Επιπλέον, πολλά σπίτια ήταν χτισμένα σε γκρεμούς ή κοιλάδες, καθιστώντας τα ευάλωτα στους ισχυρούς ανέμους Santa Ana, που έσπρωξαν τις φλόγες με ταχύτητα-ρεκόρ.
Οι δύο κοινότητες που κυριολεκτικά ισοπεδώθηκαν από τις πυρκαγιές, η Αλταντίνα και το Πασίφικ Παλισέιντς, χτίστηκαν πριν από δεκαετίες στους πρόποδες βουνών που καίγονται συχνά. Είχαν κατά κύριο λόγο μονοκατοικίες σε στενούς, ελικοειδείς δρόμους, που είναι δύσκολο να εκκενωθούν, αλλά και δύσκολο να τις «υπερασπιστούν» οι πυροσβέστες.
Μερικά από τα πιο επιθυμητά σπίτια στο Παλισέιντς χτίστηκαν ψηλά σε γκρεμούς ή σε βαθιές κοιλάδες που ξεκινούν από τα βουνά και καταλήγουν στον ωκεανό.
Ωστόσο τα σπίτια αυτά ήταν είναι τέλεια ευθυγραμμισμένα με την κατεύθυνση των ανέμων Santa Ana, που σαρώνουν τη νότια Καλιφόρνια με ανέμους 80-100 χιλιομέτρων την ώρα και ριπές που φτάνουν τα 160 χιλιόμετρα την ώρα. Την ώρα της φωτιάς τα σπίτια ήταν εύκολα θύματα των μετώπων που «έτρεχαν» με απίστευτες ταχύτητες.
Αν και η κομητεία λαμβάνει πλέον υπόψη τις πυρκαγιές κατά την εξέταση των πολεοδομικών σχεδίων, σχεδόν το 90% των κατοικιών χτίστηκε πριν από το 1990, προτού τεθούν σε ισχύ οι νέες και πιο αυστηρές απαιτήσεις .
Χρόνια υποχρηματοδότηση
Η κλιματική αλλαγή έχει επιδεινώσει την ένταση των πυρκαγιών, όμως και η διαχείριση των δασών έχει συμβάλει στην κλιμάκωση του προβλήματος. Για δεκαετίες, η στρατηγική ήταν η πλήρης κατάσβεση κάθε φωτιάς, με αποτέλεσμα να συσσωρευτεί τεράστια ποσότητα καύσιμης ύλης. Παρόλο που πλέον εφαρμόζονται τεχνικές ελεγχόμενης καύσης, οι διαθέσιμοι πόροι παραμένουν ανεπαρκείς.
Για πάνω από έναν αιώνα οι ομοσπονδιακές πολιτικές απαιτούσαν την κατάσβεση όλων των πυρκαγιών, όσο μικρές κι αν ήταν, γεγονός που συνέβαλε στη συσσώρευση νεκρής βλάστησης. Σε ομοσπονδιακό και πολιτειακό επίπεδο η προσέγγιση έχει αλλάξει καθώς επιστρατεύουν την αραίωση και τις ελεγχόμενες πυρκαγιές για την απομάκρυνση της καύσιμης ύλης.
Αυτή όμως είναι δαπανηρή εργασία και σε ομοσπονδιακό επίπεδο υποχρηματοδοτημένη.
Έλλειψη νερού
Το σύστημα ύδρευσης του Λος Άντζελες ποτέ δεν σχεδιάστηκε για την καταπολέμηση των πυρκαγιών και αυτό φάνηκε όταν ξέσπασαν πολλαπλές πυρκαγιές και δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει.
Αντίθετα, προοριζόταν για την παροχή νερού σε σπίτια και επιχειρήσεις και για να βοηθήσει τους πυροσβέστες να αντιμετωπίσουν πυρκαγιά σε μια μεγάλη κατασκευή ή πολλά σπίτια και όχι πολλές γειτονιές ταυτόχρονα.
Καθώς τα σπίτια καίγονταν, το νερό συνέχισε να ρέει μέσα από τους σωλήνες τους ακόμη και όταν αυτοί έσπαγαν ή έλιωναν: το σύστημα «αιμορραγούσε».
Ακόμη, περισσότερο, κάτοικοι και Αρχές στο Παλισέιντς εξέφρασαν την οργή τους όταν έμαθαν ότι μια μεγάλη δεξαμενή που τροφοδοτούσε με νερό τους τοπικούς κρουνούς είχε τεθεί εκτός λειτουργίας.
Η φωτιά θεριεύει με τους ανέμους
«Η πυρκαγιά ξεκίνησε, εξαπλώθηκε ταχύτατα, και στη συνέχεια οι άνεμοι την έσπρωξαν ακόμα πιο δυνατά», εξηγεί η Ellie Graeden, συνδιευθύνουσα σύμβουλος της RedZone Analytics. «Αυτό είναι το χειρότερο δυνατό σενάριο».
Τι προκάλεσε την καταστροφή;
Οι αιτίες της πυρκαγιάς παραμένουν ασαφείς. Μπορεί να ήταν φυσικά φαινόμενα, όπως ένας κεραυνός ή πεσμένα καλώδια, αλλά δεν αποκλείεται και ο ανθρώπινος παράγοντας, ακόμα και εμπρησμός. Καθώς όμως οι αρχές του Λος Άντζελες αρχίζουν να συνθέτουν τα κομμάτια για να βρουν τι ήταν αυτό που προκάλεσε αρχικά τις πυρκαγιές, η ταχύτητα με την οποία οι πρώτες φλόγες μετατράπηκαν σε μανιασμένες, ραγδαία εξαπλούμενες πυρκαγιές είναι σύμπτωμα για κάτι που συμβαίνει πολύ ευρύτερα, σύμφωνα με το BBC.
Η τέλεια καταιγίδα για μια πύρινη κόλαση
Ένας καταστροφικός συνδυασμός περιβαλλοντικών συνθηκών επέτρεψε στην πυρκαγιά να εξαπλωθεί ανεξέλεγκτα. Η ξηρασία των προηγούμενων μηνών, οι ισχυρές βροχοπτώσεις που ευνόησαν την ανάπτυξη βλάστησης και οι άνεμοι Santa Ana, με ριπές έως 160 χλμ./ώρα, δημιούργησαν τις ιδανικές συνθήκες για την ταχύτατη εξάπλωση της φωτιάς.
Στην αρχή, οι άνεμοι της Santa Ana, όπως είναι γνωστοί -ισχυροί και θυελλώδεις άνεμοι που πνέουν από την ενδοχώρα προς την ακτή- έφθασαν ταχύτητες 80 μιλίων/ώρα (129 χλμ/ώρα), ενισχύοντας την κόλαση.
Καταστροφικά, οι ισχυροί άνεμοι εμπόδισαν ορισμένα πυροσβεστικά ελικόπτερα και αεροπλάνα να απογειωθούν στον ουρανό προκειμένου να ρίξουν νερό στις φλεγόμενες περιοχές.
«Χωρίς αυτή την αεροπορική υποστήριξη, είναι πολύ δύσκολο να αποτρέψουμε απώλειες σε συγκεκριμένα σημεία», λέει η κ. Graeden.
Οι συνθήκες αυτές έρχονται με φόντο την κλιματική αλλαγή, η οποία όχι μόνο αυξάνει τον κίνδυνο πυρκαγιών σε όλο τον κόσμο, αλλά και τις καθιστά ιδιαίτερα εκρηκτικές. Αυτό συμβαίνει όταν σχετικά μικρές πυρκαγιές «εκρήγνυνται» γρήγορα, τόσο ξαφνικά και με τέτοια σφοδρότητα που καθίσταται δύσκολο να ελεγχθούν.
Στην Καλιφόρνια, ο κίνδυνος τέτοιων πυρκαγιών εξαιρετικά ταχείας ανάπτυξης έχει αυξηθεί κατά περίπου 25% λόγω της κλιματικής αλλαγής που προκαλείται από τον άνθρωπο, σύμφωνα με ορισμένα μοντέλα.
Η άνοδος των θερμοκρασιών και οι παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας αφαιρούν από τη βλάστηση και το νεκρό φυτικό υλικό την υγρασία τους, πράγμα που σημαίνει ότι όταν μια πυρκαγιά ξεκινήσει, δεν μπορεί να σταματήσει.
Ο Ματ Τζόουνς, επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας, ο οποίος μελετά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις πυρκαγιές, σημειώνει ότι, το 2022 και το 2023, το Λος Άντζελες δέχθηκε εξαιρετικές ποσότητες βροχής. Περίπου 133 εκατοστά βροχόπτωσης έπεσαν στο κέντρο του Λος Άντζελες κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, που ήταν σχεδόν ρεκόρ.
Αυτή η υπερβολική βροχή βοήθησε τα φυτά στην περιοχή να αναπτυχθούν, αλλά στη συνέχεια, το 2024, ο καιρός άλλαξε. Το περασμένο έτος ήταν εξαιρετικά ξηρό σε αντίθεση με τα δύο προηγούμενα έτη. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα υπάρχει ένας μεγάλος όγκος ξεραμένης βλάστησης διάσπαρτος στη νότια Καλιφόρνια.
«Έχουμε μείνει με μια πραγματικά εκρηκτική κατάσταση», λέει ο κ. Τζόουνς.
Όταν οι πυρκαγιές «φτιάχνουν τον δικό τους καιρό»
Σε συνθήκες ακραίας θερμότητας, οι ίδιες οι πυρκαγιές μπορούν να δημιουργήσουν τοπικούς ανέμους και σύννεφα καταιγίδας, τα οποία παράγουν κεραυνούς—πυροδοτώντας ακόμα περισσότερες φωτιές.
Η καταστροφή στο Λος Άντζελες αποτελεί μια ακόμη προειδοποίηση για τον αυξανόμενο κίνδυνο ακραίων πυρκαγιών, που πλέον δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά, αλλά μέρος μιας νέας κλιματικής πραγματικότητας.