“Απεργία” στα Airbnb τον Αύγουστο… – Οι διατάξεις στο νομοσχέδιο που έχουν προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων
Στην τελική ευθεία βρίσκεται η ψήφιση στη Βουλή του νέου νομοσχεδίου που επιβάλλει νέους περιορισμούς, αλλά και φόρους στα Airbnb. Οι αντιδράσεις είναι μεγάλες σε βαθμό οι ιδιοκτήτες να προσανατολίζονται στην απόφαση να κλείσουν τα ημερολόγια των ακινήτων τους, τον Αύγουστο ώστε να μην είναι ανοιχτά για κρατήσεις, ως ένδειξη αντίδρασης στις διατάξεις του νέου νομοσχεδίου.
Οι ρυθμίσεις, που προβλέπουν και την επιβολή προστίμου 5.000 ευρώ σε περίπτωση παράβασης, βρίσκουν σφόδρα αντίθετο τον κόσμο των βραχυχρόνιων μισθώσεων, τις μεγάλες εταιρείες διαχείρισης αλλά και τους ιδιοκτήτες των ακινήτων, που προειδοποιούν για δικαστικές προσφυγές, αλλά και… απεργίες εν μέσω της θερινής σεζόν.
Οι προδιαγραφές που ορίστηκαν είναι τα ακίνητα Airbnb να αποτελούν χώρους κύριας χρήσης κατοικίας και να διαθέτουν φυσικό φωτισμό, αερισμό και κλιματισμό, να διαθέτουν ασφάλιση έναντι αστικής ευθύνης για ζημιές ή ατυχήματα που μπορεί να προκληθούν, να διαθέτουν υπεύθυνη δήλωση ηλεκτρολόγου εγκαταστάτη, πυροσβεστήρες και ανιχνευτές καπνού, ρελέ διακοπής, πιστοποιητικό μυοκτονίας και απεντόμωσης και φαρμακείο με είδη πρώτων βοηθειών.
- Συγκεκριμένα, το σχόλιο του Πανελληνίου Συλλόγου Διαχειριστών Ακινήτων (ΠΑ.ΣΥ.Δ.Α.) επικεντρώνεται στο ότι η δραστηριότητα αυτή έφτασε σήμερα να φέρνει στην Ελλάδα το 60% των επισκεπτών της, καθώς και στην «παραβίαση του οικογενειακού ασύλου», που συνιστά, κατά τον Σύλλογο η είσοδος στο ακίνητο, που θα πρέπει να γίνεται «με εισαγγελικό ένταλμα».
Αυτό είναι και το σημείο που θα εστιάσουν τα μέλη του για να κινηθούν δικαστικά με σκοπό να κηρυχθεί αντισυνταγματικός ο νόμος, ενώ διαμηνύουν ότι θα περιμένουν την τελική διαμόρφωση του νομοσχεδίου για να ετοιμάσουν μια συλλογική αγωγή μέσα από τον Σύλλογο για να τον ακυρώσουν στην πράξη.
Η πρώτη κίνηση που προαναγγέλλουν είναι μια μεγάλης κλίμακας καμπάνια ενημέρωσης σε όλα τα ΜΜΕ (Ελλάδας και εξωτερικού) και στα διαθέσιμα κανάλια κοινωνικής δικτύωσης.
- Το νομοσχέδιο, προβλέπει αυστηρές προδιαγραφές για τα ακίνητα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για βραχυχρόνια μίσθωση.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται η απαίτηση να διαθέτουν φυσικό φωτισμό, αερισμό, ασφάλιση αστικής ευθύνης, πιστοποιήσεις για την ηλεκτρολογική ασφάλεια και πυροσβεστικές υποδομές. Επιπλέον, οι χώροι πρέπει να έχουν υποβληθεί σε υγειονομικές διαδικασίες, όπως πιστοποιημένη μυοκτονία και απεντόμωση, και να διαθέτουν βασικό εξοπλισμό πρώτων βοηθειών.
Παράλλληλα, αυξάνεται το τέλος επιτηδεύματος από 10 ευρώ ανά βραδιά σε 15 κάτι που σημαίνει ότι η τιμή μιας βίλας για μία εβδομάδα αυξάνεται για πάνω από 100 ευρώ με ό,τι σημαίνει αυτό για την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού.
Ποια κόβονται
Ακίνητα που δεν διαθέτουν χρήση κύριας κατοικίας, όπως αποθήκες, υπόγεια και πρώην βιοτεχνικά ή βιομηχανικά κτίρια, βγαίνουν εκτός πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης σύμφωνα με το νομοσχέδιο του υπουργείου Τουρισμού που κατατέθηκε χθες στη Βουλή.
Οι συγκεκριμένοι χώροι, που έχουν ανακαινιστεί με στόχο τη φιλοξενία τουριστών και επισκεπτών, αποκλείονται από την αγορά λόγω της απαίτησης να είναι χαρακτηρισμένοι ως κύριας χρήσης κατοικίες ή να έχουν τακτοποιηθεί πριν τις 28 Ιουλίου 2011, σύμφωνα με τις προβλέψεις του νόμου 4495/2017.
Ειδικότερα η ρύθμιση «κόβει» από τις πλατφόρμες:
- Ιδιοκτήτες παλιών αποθηκευτικών χώρων ή υπογείων που έχουν ανακαινιστεί για να μετατραπούν σε κατοικήσιμα ακίνητα.
- Ακίνητα που δεν έχουν χαρακτηριστεί ως κύριας χρήσης κατοικίας ή δεν έχουν τακτοποιηθεί πριν τις 28 Ιουλίου 2011, όπως απαιτεί ο νόμος.
- Χώρους σε πρώην βιοτεχνικές ή επαγγελματικές περιοχές, οι οποίοι ανακαινίστηκαν και επαναχρησιμοποιούνται ως τουριστικά καταλύματα, ακόμα και αν πληρούν όλες τις υπόλοιπες ποιοτικές προδιαγραφές.
Οι παραπάνω κατηγορίες ιδιοκτητών βρίσκονται ξαφνικά εκτός της αγοράς βραχυχρόνιας μίσθωσης, με τα ακίνητά τους να καθίστανται άχρηστα για την τουριστική δραστηριότητα στην οποία είχαν επενδύσει. Η ρύθμιση, δηλαδή, επηρεάζει άμεσα τους ιδιοκτήτες ακινήτων που έχουν επενδύσει σημαντικά ποσά για την αναβάθμιση αυτών των χώρων, δημιουργώντας ανησυχίες για τη βιωσιμότητα των επενδύσεών τους.