Κώστας Σημίτης, in memoriam
Το βιολογικό τέλος των πολιτικών είναι η στιγμή που συναντιέται η Ιστορία με την μνήμη των ζωντανών. Η πρώτη, αν και αργεί, διαθέτει συνήθως την καθαρή ματιά να διακρίνει τα σημαντικά, όσα, δηλαδή, αποκτούν διαχρονικότητα, οι δεύτεροι -όσοι, τουλάχιστον, δεν είναι ψύχραιμοι- κινούνται συχνά μεταξύ της συναισθηματικής φόρτισης, ακόμα και της υπερβολής, ή της τυφλής απόρριψης. Εάν το ένα δικαιολογείται, εν μέρει, το δεύτερο εκκινεί τις περισσότερες φορές από κακότητα, φανατισμό, διαστρέβλωση, και εμμονή σε στερεότυπα.
Αποτιμώντας, ή όχι, το έργο του Κώστα Σημίτη, ορισμένοι έσπευσαν να το παραδώσουν στον “ιστορικό του μέλλοντος”. Όχι επειδή αυτό δεν θα συμβεί -η Ιστορία έχει την ιδιότητα να μπορεί να ξεχωρίσει τα θετικά από τα αρνητικά και να κάνει δίκαιο απολογισμό-, αλλά διότι προσπαθούν να αποφύγουν αποδώσουν σε αυτό τις πραγματικές (ιστορικές) διαστάσεις τους. Κάποιοι, δε, επειδή γνωρίζουν το δικό τους μικρό εύρος, την πολιτική τους ασημαντότητα, και διότι ίσως ζηλεύουν την υστεροφημία του εκλιπόντος.
Η ιστορία μας έχει διδάξει ότι τίποτε δεν είναι απολύτως διαυγές στην πορεία του χρόνου, και κάθε αποτίμηση του πολιτικού αποτυπώματος που αφήνει κάποιος είναι η διαδικασία κατά την οποία ξεχωρίζουν τα σημαντικά από τα λιγότερο σημαντικά, τα ανθεκτικά στον χρόνο από τα στιγμιαία, αυτά που εκσφενδονίζονται στο μέλλον από εκείνα που γκριζάρουν περιόδους στο παρελθόν. Κανένας πολιτικός ηγέτης δεν απέρχεται από τον μάταιο τούτο κόσμο μόνο με δάφνες, ακόμα και τα αγάλματα στις πλατείες αποτελούν μνημεία αναγνώρισης που, όμως, περιέχουν και σκαλίσματα από τα οποία αναδύεται η φθορά.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, για παράδειγμα, πριν τη Χούντα δεν ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μετά απ΄ αυτή. Ο Ανδρέας του ’81, που έβγαλε από τη (μεταδικτακτορική) σκιά ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας, δεν ήταν ο Παπανδρέου που ανέχτηκε τον αυριανισμό και στιγματίστηκε από το σκάνδαλο Κοσκωτά. Αν διατρέξουμε προς τα πίσω την πολιτική ιστορία της χώρας εύκολα θα διαπιστώσουμε πως οι μορφές αποκτούν συχνά την εκδοχή των νικητών.
Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε ένας μεγάλος πολιτικός. Όχι επειδή η δική του παρουσία στην οκταετή διακυβέρνηση της χώρας, όσα έπραξε πριν και μετά απ΄ αυτή, ήταν άμεμπτα, αλλά διότι στο τέλος της ημέρας έβαλε την υπογραφή του σε μερικά πάρα πολύ σημαντικά γεγονότα που καθόρισαν και συνεχίζουν να καθορίζουν την ίδια την υπόσταση της χώρας στο ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι. Αυτό δεν μπορεί να του το στερήσει κανείς. Όπως και κανείς δεν μπορεί να διαγράψει σφάλματα και γκρίζες στιγμές.
Ελάχιστοι πολιτικοί είχαν τη δυνατότητα να αντιληφθούν τα προτάγματα των καιρών, να διαμορφώσουν όραμα και το προωθήσουν με στρατηγική σκέψη. Ο εκσυγχρονισμός θα είναι πάντοτε μία πολιτική σχολή (με τα υπέρ και τα κατά της) ταυτισμένη με τον Κώστα Σημίτη. Ήταν κάτι που σε συγκεκριμένη περίοδο χρειαζόταν η χώρα για να κάνει το μικρό της άλμα στο μέλλον και, πράγματι, με πιό σύγχρονη ματιά, εξακολουθεί να διεκδικεί την εφαρμογή της στο σήμερα και στο αύριο.
Από τον Κώστα Σημίτη, κάποιοι κρατούν μόνο τα σημαντικά και θετικά, κάποιοι επισημαίνουν μόνο τα αρνητικά, όμως, να το ξαναπούμε, ποιός μεγάλος πολιτικός κατεγράφη ως σπουδαίος επειδή μόνο σημαντικά επέτυχε; Κάθε σημαντική πολιτική μορφή είναι και τα μεν, είναι και τα δε. Εκείνα, όμως, που γράφουν πράγματι την ιστορία είναι αυτά που αφήνουν εθνικό αποτύπωμα.
Και η περίοδος Σημίτη έχει αρκετά απ΄ αυτά. Από την υπαγωγή στο ευρώ και την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, μέχρι τα μεγάλα έργα που άλλαξαν την εικόνα της Αθήνας και την διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Αναμφίβολα, η διαφθορά ήταν μία σκοτεινή σελίδα στην περίοδο της διακυβέρνησής του. Και θα μπορούσε, ως προς αυτό, να είχε κάνει την αυτοκριτική του. Όμως, η διαφθορά δεν ανακαλύφθηκε στα χρόνια του, υπήρξε πριν απ΄ αυτόν (γιατί, άραγε, υποτιμάται ως προς τις περιόδους των προκατόχων του;), και, δυστυχώς, συνεχίστηκε και μετά απ΄ αυτόν. Ακόμα και εθνικές ήττες, όπως τα Ίμια που του καταλογίζουν, σημειώθηκαν πολλές στη σύγχρονη ιστορία μας και ως κίνδυνος καραδοκεί και τώρα.
Ποιός είναι, όμως, ο απολογισμός; Ως προς αυτό, θα σταχυολογούσα όχι τις φορτισμένες -ενίοτε και από σκοπιμότητα- αποτιμήσεις όσων συμπορεύθηκαν μαζί του και θεωρούνται πολιτικά του τέκνα, αλλά αυτές του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα– δύο διαμετρικά αντίθετων πολιτικών καταγωγών.
Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε τον Κώστα Σημίτη “καταλύτη της δημόσιας ζωής, που έθεσε με τόλμη στο επίκεντρό της την μεγάλη προσπάθεια του εκσυγχρονισμού της χώρας.” Υποστήριξε μάλιστα ότι ο εκσυγχρονισμός είναι η πολιτική παρακαταθήκη του Κώστα Σημίτη που “διατρέχει και σήμερα, ως κοινή διεκδίκηση, τα ζητούμενα της πατρίδας”.
Ο δε πρώην πρωθυπουργός τόνισε: “Δικαιούται σεβασμού ως πολιτικός αντίπαλος, αλλά και την αναγνώριση ότι ως ηγέτης έλαβε κρίσιμες αποφάσεις που καθόρισαν τη πορεία της σύγχρονης Ελλάδας. Συνέδεσε το όνομά του με το δικό του όραμα για τον εκσυγχρονισμό που καθόρισε τόσο την οικονομική εξέλιξη της χώρας όσο και τη φυσιογνωμία του πολιτικού της συστήματος. Ιδίως δε με την απόφασή του για την είσοδο στην ευρωζώνη, που είχε σημαντικά οφέλη αλλά και σοβαρότατες οικονομικές συνέπειες, μετέπειτα. Σημαντική, επίσης, παρακαταθήκη στην εξωτερική μας πολιτική, αφήνει με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, καθώς και την έναρξη της ευρωπαικής προοπτικής των Δυτικών Βαλκανίων με την ατζέντα της Θεσσαλονίκης.”
In memoriam…