Έξι άρθρα για τον Κώστα Σημίτη/ Το έργο και το πρόσωπο…

Έξι άρθρα για τον Κώστα Σημίτη/ Το έργο και το πρόσωπο…

Είναι ο θάνατος του Κώστα Σημίτη, το τέλος μιας εποχής; Είναι η πολιτική σχολή του εκσυγχρονισμού ένα αποτύπωμα που φθάνει στις μέρες μας; Ποιές υπήρξαν οι μεγάλες στιγμές της πολιτικής διαδρομής του και ποιές ήταν εκείνες που αποτέλεσαν αρνητικές εκδοχές της; Έξι πρόσωπα που συνεργάστηκαν στενά με τον εκλιπόντα πρώην πρωθυπουργό περιγράφουν στο KREPORT την ιστορική διάσταση του έργου που αφήνει. Τάσος Γιαννίτσης, Άννα Διαμαντοπούλου, Στράτος Φαναράς, Νίκος Χριστοδουλάκης, Χρήστος Ροζάκης και Μιχάλης Χρυσοχοϊδης, με άρθρα τους αναφέρονται στην εποχή και τον πολιτικό.

Τάσος Γιαννίτσης: Έβαλε την Ελλάδα πάνω από αυτόν και την πήγε ψηλότερα

Η αναφορά στον Κωνσταντίνο Σημίτη δεν έχει την έννοια της αποτίμησης του έργου του. Είμαστε πολύ χαμηλά για να αποτιμήσουμε το μέγεθος και την τεράστια συμβολή στην εξέλιξη της χώρας του πρώην πρωθυπουργού, στην ουσία, να αποτιμήσουμε μια ζωή ολόκληρη συνυφασμένη με το μετεμφυλιακό κλίμα της δεκαετίας του 1960 στο οποίο μεγάλωσε ο Κωνσταντίνος Σημίτης, το πώς εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ, τι μάχες έδωσε μέσα στον πολιτικό του χώρο, τι επικρίσεις, επιτυχίες, αλλά και απογοητεύσεις έζησε στα διάφορα σημεία της ζωής του.

Η ανάληψη της διακυβέρνησης και της προεδρίας του ΠΑΣΟΚ από τον Κ. Σημίτη, το 1996, έφερε ένα νέο άνεμο σε μια κοινωνία, που αρεσκόταν ή είχε συνηθίσει να παλινδρομεί κάθε τόσο μεταξύ ελλειμμάτων και πολιτικών σταθεροποίησης, μεταξύ αναπτυξιακής φιλολογίας και λατινοαμερικάνικης πραγματικότητας, μεταξύ ευρωπαϊκού μεγαλοϊδεατισμού και ανατολίτικης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής: Ρουσφέτια, παροχές, δικαιολογίες, άγνοια, αδυναμία κατανόησης στοιχειωδών κανόνων που καθορίζουν την πορεία μιας σύγχρονης κοινωνίας, μίσος-κακία-μικρότητες.

Ο Σημίτης άλλαξε τους όρους του παιχνιδιού. Κατανόησε, όπως άλλωστε και ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν τάχθηκε υπέρ της ένταξης στην ΟΝΕ, ότι η Ελλάδα εντός ΟΝΕ θα είχε την ευκαιρία επιλογής: Προς το καλύτερο ή το χειρότερο. Εκτός ΟΝΕ η επιλογή θα ήταν μονόδρομος: Προς το χειρότερο. Κατανόησε, επίσης, από πολύ νωρίς, ότι η θέση της χώρας στη διαδικασία εξέλιξης της Ευρώπης θα καθοριζόταν από την ικανότητά του να συλλάβει «το σφυγμό της ιστορίας» και να πείσει το κόμμα του να τον ακολουθήσει. Τα πέτυχε.

Ο Σημίτης ακολούθησε μια συνολική πολιτική -οικονομική-κοινωνική-εξωτερική-θεσμική-, που μέσα σε λίγα χρόνια έδωσε πρωτόγνωρα αποτελέσματα. Ο Σημίτης κατανόησε ότι επιτυχία σε ένα μεγάλο πεδίο απαιτεί επιτυχία σε πολλά. Ότι ήταν αναγκαία μια ισορροπία μεταξύ οικονομικής, κοινωνικής και άλλων μορφών πολιτικής, όπου η επιτυχία της μιας θα στήριζε την επιτυχία της άλλης, και όλες μαζί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα.

Για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση, η μακροοικονομική σταθεροποίηση συμβάδισε με ισχυρές αναπτυξιακές επιδόσεις. Επιτυχία της οικονομικής πολιτικής έκανε εφικτά σημαντικά μέτρα κοινωνικής πολιτικής (ΕΚΑΣ, Ταμείο Αγροτών, αυξήσεις συντάξεων, επιδόματα κοινωνικής στήριξης) και, επίσης, μισθολογικές αυξήσεις, που βελτίωσαν τις συνθήκες ζωής εκατοντάδων χιλιάδων εργαζόμενων. Η επιτυχία στο εσωτερικό μέτωπο έδινε αξιοπιστία και προετοίμαζε την επιτυχία στις εξωτερικές σχέσεις με την Ε.Ε., τις ΗΠΑ, τα Βαλκάνια κ.α.

Χωρίς την αξιοπιστία που κέρδισε την πρώτη τετραετία στα εσωτερικά θέματα, δεν θα έφτανε ποτέ να οικοδομήσει την αξιοπιστία της χώρας και μια προσωπική αξιοπιστία απέναντι σε κορυφαίους ηγέτες της Ε.Ε., να τους πείσει να ασχοληθούν με τα θέματα μιας χώρας που μέχρι τότε ταλαντευόταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, ώστε να επιτύχει τα σημαντικά πακέτα χρηματοδότησης, την ένταξη στην ΟΝΕ, την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε. χωρίς τη λύση του Κυπριακού και να αναγνωρίσουν τη συμβολή του στην αντιμετώπιση μερικών από τα πιο δύσκολα θέματα της Ε.Ε. (πόλεμος στο Ιράκ). Το οικονομικό υπόβαθρο που οικοδόμησε και οι επιδόσεις που πέτυχε, αποτέλεσαν σημαντικό μοχλό και για τις σχέσεις με τα Βαλκάνια και την Τουρκία, ανεξάρτητα από την τροπή που πήραν μετά το 2004.

Ωστόσο, υπάρχει και μια πρόσθετη, γενικότερη, διαπίστωση: Τόσο η περίοδος Σημίτη, όσο και όλη η περίοδος των πενήντα ετών της μεταπολίτευσης, κινήθηκαν ως εάν παράλληλα υπήρχε μια συνεχής, αφανής δύναμη, που καθώς η χώρα εξελισσόταν, τραβούσε τις εκσυγχρονιστικές ή άλλες αναγκαίες αλλαγές -κάθε κόμματος- προς τα πίσω. Η δύναμη αυτή εκκολαπτόταν μέσα στα κόμματα αλλά και σε τμήματα της κοινωνίας. Είναι μια δύναμη που υπονομεύει ό,τι γίνεται και κρατάει κολλημένη την κοινωνία σε ψευδαισθήσεις.

Έτσι, η πραγματικότητα άλλαζε, αλλά όχι όσο απαιτούσαν οι εξελίξεις, ή ακόμα, μετά από κάποιο διάστημα, επέστρεφε συχνά σε αρχικές μορφές, και πολλά προβληματικά χαρακτηριστικά παρέμεναν, παραλλάσσονταν ή και ισχυροποιούνταν. Αδύναμη μετασχηματιστική διάσταση της πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα ότι καταστάσεις όπως η διαφθορά, οι αδυναμίες στο κράτος δικαίου και στη δικαιοσύνη, η φοροδιαφυγή, η παραοικονομία, η λειτουργία του δημόσιου τομέα και ο τρόπος διακυβέρνησης, η εκπαίδευση, η άγνοια και τα άκρως προβληματικά χαρακτηριστικά σε πολλά άλλα πεδία να παραμένουν διαχρονικά άθικτα.

Η Ελλάδα πρέπει να αισθάνεται τυχερή που πρόσωπα όπως ο Κ. Σημίτης βρέθηκαν στην κορυφή της διακυβέρνησης σε μια τόσο κρίσιμη φάση. Ο Σημίτης έκανε έργο ζωής να πάει την Ελλάδα ψηλότερα -και την πήγε. Με τις αντιδράσεις, τον πόλεμο, τα χαμερπή που συνόδεψαν συχνά τη διαδρομή του θα ήταν το πιο εύκολο γι’ αυτόν να επιλέξει κάτι που θα ήταν απαλλαγμένο από όλα αυτά. Δεν το έκανε, ανέλαβε το κόστος και κέρδισε η χώρα. Για το λόγο αυτό και γιατί έβαλε τη χώρα του πάνω από τον εαυτό του ήταν και μεγάλος πολιτικός -statesman.

Μετά που ο Κ. Σημίτης παρέδωσε την εξουσία, η Ελλάδα είχε την 14η θέση στην Ευρώπη των 27 χωρών. Είχε αποκτήσει θέση follower, μιας χώρας δηλαδή που μπορούσε να ακολουθεί με επιτυχία τους εταίρους της στην Ε.Ε. Σταδιακά, η Ελλάδα έχει βρεθεί στην 26η θέση και έχει μετατοπιστεί σε θέση «χώρας καθυστέρησης» (laggard).

Η απώλεια του Κ. Σημίτη σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής. Θέτει, έτσι, το ερώτημα τι κάνουμε στα χρόνια που έρχονται, τα οποία συνδέονται με δύσκολες πιέσεις και αβεβαιότητες. Σε τέτοιες στιγμές, ίσως το παράδειγμα ανθρώπων που έγραψαν ιστορία μπορεί να είναι χρήσιμο.

Άννα Διαμαντοπούλου: Ο ηγέτης του Εκσυγχρονισμού

Έφυγε από κοντά μας ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες πολιτικούς από την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους.

Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε μια πολυσχιδής προσωπικότητα:

Ήταν ο επαναστάτης με αιτία που πολέμησε την χούντα.
Ήταν ο συνιδρυτής και δεύτερος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου, του μεγαλύτερου κινήματος – κόμματος που γνώρισε η Ελληνική Δημοκρατία.
Ήταν ο συνεπής και διορατικός Σοσιαλδημοκράτης που έπιανε τα μηνύματα των καιρών, που ανίχνευε και προετοίμαζε το μέλλον κατανοώντας πως η στασιμότητα γεράζει τις ιδεολογίες.
Ήταν ο «αιρετικός» με άποψη και με πειθαρχημένη διαφωνία στις πολιτικές του κόμματος του επιλέγοντας πολλές φορές την πολιτική μοναξιά από τον συμβιβασμό.
Ήταν ο διανοούμενος που πρώτα με το μολύβι και το χαρτί και μετά με την οργανωμένη και μεθοδική δράση του δημιούργησε το πάντα αναζητούμενο και μηδέποτε κυρίαρχο μέχρι τότε εκσυγχρονιστικό κίνημα.
Ήταν ο Ευρωπαϊστής με βαθειά γνώση και όραμα και κυρίως πίστη για το μέλλον μιας Ευρώπης δημοκρατικής και κοινωνικής. Μιας Ευρώπης που προτεραιότητα έχουν η ειρήνη και η ευημερία των λαών της.

Ο Κώστας Σημίτης ανήκε σε εκείνους τους μεγάλους ηγέτες που προίκισαν την Ελλάδα με πολιτικές μεγάλων οριζόντων και με επιτεύγματα μεγάλων στόχων. Οι επιλογές του, η επιμονή του, η μεθοδικότητα του (που αποτυπώθηκε με το περίφημο μπλοκάκι) καθόρισαν και σφράγισαν την πορεία της χώρας μετά την μεταπολίτευση και διαμόρφωσαν το σημερινό ελληνικό κράτος με την συμμετοχή της χώρας στην ΟΝΕ, με τα μεγάλα έργα που έδωσαν νέες δυνατότητες στη χώρα, με μια μελετημένη κοινωνική πολιτική, με το ΕΚΑΣ και την Βοήθεια στο Σπίτι, αλλά και την ιστορικής σημασίας Εθνική Επιτυχία Εισόδου της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο πολιτικός που πέτυχε εμβληματικούς εθνικούς στόχους, όπως το να βάλει την Ελλάδα στον βασικό πυρήνα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και να εντάξει την Κύπρο στην ΕΕ, κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, αλλά και τις επιθυμίες ευρωπαίων ηγετών της εποχής, διέπονταν σταθερά από το φρόνημα του πατριωτισμού που απέρριπτε τις μεγάλες λέξεις και τις «τζάμπα μαγκιές».

Έγραφε ο Κώστας Σημίτης σε ένα από τα βιβλία του:

«Ο εθνικιστικός λαϊκισμός αγνοεί εσκεμμένα τα γεωπολιτικά δεδομένα, την αλληλεξάρτηση στον σημερινό κόσμο, παραβλέπει ότι η απήχηση και η ισχύς μιας χώρας καθορίζονται από την οικονομική της δυναμική, την συνεισφορά της στην παγκόσμια συνεργασία και την δημιουργική παρουσία της στις διεθνείς σχέσεις. Πολιτική δεν ασκείται ως αντίδραση! Απαιτεί προοπτικές , μακροπρόθεσμες επιδιώξεις που βοηθούν την χώρα να επηρεάζει τις εξελίξεις. Η ηχηρή διαμαρτυρία είναι χωρίς αποτέλεσμα , όταν εξαρτάσαι μονίμως από δάνεια, από εξαιρέσεις στις γενικές ρυθμίσεις μιας συνεργασίας, από την κατανόηση και την ανοχή εκείνων με τους οποίους συνεργάζεσαι. H αντιμετώπιση των εθνικών ζητημάτων απορρέει και είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τον μείζονα άξονα του Εκσυγχρονισμού της Κοινωνίας. Η πατρίδα είναι όραμα για το μέλλον και όχι μεμψιμοιρία για το παρόν».

Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η προτεραιότητα του Κ. Σημίτη αφορούσε πρώτα από όλα τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας.

Ο ΟΠΕΚ είναι Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας. Οι μεγάλες πολιτικές ιδέες, οι εθνικοί στόχοι πρέπει να προκύψουν ή να γίνουν τμήμα της σκέψης και των «θέλω» των πολιτών. Όλα τα επιτεύγματα όπως και ο ίδιος αναφέρει δεν είναι φυσικά ατομικά. Όλα οφείλονται στην δύναμη ενός ρεύματος που διαπέρασε την κοινωνία σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Το ρεύμα του Εκσυγχρονισμού (που ή είναι κοινωνικός ή δεν έχει αποτέλεσμα) παρουσιάζεται κατά περιόδους από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα. Το ρεύμα αυτό στήριζε (εκφραζόμενο άλλοτε από μικρές και άλλοτε από μεγάλες ομάδες πολιτών) αυτούς τους ηγέτες με αυτές τις απόψεις και τις πολιτικές ως η αντίρροπη δύναμη στον επικρατούντα επί δεκαετίες λαϊκισμό, την αδράνεια, τον ιδιοτελή εθνικισμό, τον πελατειασμό, την κομματοκρατία, και εν τέλει την στασιμότητα και την παρακμή.

Ο ηγέτης και αυτό το κοινωνικοπολιτικό ρεύμα, επικράτησαν μέσα από τις βαθιά πολιτικές διαδικασίες και την σύγκρουση δύο ρευμάτων στο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ το 1996. Το συνέδριο και οι εξελίξεις που ακολούθησαν δείχνει και στα σημερινά κόμματα πόσο ουσιαστικό για το μέλλον της χώρας είναι η σημασία των πολιτικών προτάσεων, των νέων ιδεών, οι πραγματικές συγκρούσεις και συνθέσεις, η αποδοχή και η συνεργασία με τον άλλον, και όχι απλά οι προσωπικές φιλοδοξίες και ομαδοποιήσεις γύρω από αρχηγούς.

Η νίκη του εκσυγχρονιστικού ρεύματος το 1996 όρισε μια νέα πορεία της χώρας, ανέδειξε και δημιούργησε γενιές στελεχών που άφησαν έργο και αποτύπωμα, σε όλους τους τομείς μέχρι σήμερα. Το εκσυγχρονιστικό κίνημα έδωσε πολιτικό περιεχόμενο στον όρο του εκσυγχρονισμού. Απάντησε στο ειδικό πρόβλημα της χώρας που είχε να κάνει με την υστέρηση, τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα, και τις ελλείψεις στη λειτουργία του κράτους και την πελατειακή πολιτική.

Οι στόχοι του εκσυγχρονισμού προσαρμόζονται σε κάθε περίοδο. Σήμερα είναι η νέα μορφή ανισοτήτων, ο ψηφιακός μετασχηματισμός , η ανθεκτικότητα των κοινωνιών και της οικονομίας απέναντι στην κλιματική αλλαγή, το δημογραφικό ζήτημα. Η πολιτική όμως του εκσυγχρονισμού δεν είναι απλά οι τεχνικές βελτιώσεις, δεν είναι οι κρατικές παροχές, δεν είναι απλά οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις εκ των άνω, προϋποθέτει επιμονή στις αρχές και στις αξίες που αφορούν στην ανάπτυξη και την συμμετοχή της κοινωνίας με δικαιοσύνη. Ο εκσυγχρονισμός δεν μπορεί να συνυπάρχει με εμμονή στο παρελθόν με αντιλήψεις που δεν ανταποκρίνονται στα σημερινά προβλήματα.

Όπως συμβαίνει με όλους τους Ηγέτες είχε δύσκολες στιγμές, ανεκπλήρωτους στόχους, συμβιβασμούς, συνάντησε αξεπέραστα εμπόδια, και έκανε και ο ίδιος λάθη επιλογών.

Για όλα αυτά έγραψε ο ίδιος αναλυτικά. Στις εκατοντάδες σελίδες των βιβλίων του αναλύει πολιτικές , εξιστορεί γεγονότα, παρουσιάζει αποτελέσματα, επισημαίνει αδυναμίες και προτείνει κατευθύνσεις για το μέλλον. Το συγγραφικό του έργο θα αποτελέσει σημαντική πηγή για τους ιστορικούς αλλά και τους πολιτικούς του σήμερα, αλλά και του μέλλοντος.

Δίπλα του ακοίμητο και αόρατο φρουρό είχε πάντοτε την Δάφνη Σημίτη. Η σημασία των συντρόφων στις θυελλώδεις περιπέτειες της πολιτικής, είναι εξαιρετικά σημαντική.

Ας τιμήσουμε σήμερα την μνήμη του υπενθυμίζοντας προς κάθε κατεύθυνση ότι η μάχη για τον Εκσυγχρονισμό της Ελλάδας δεν τελειώνει ποτέ… για μεγάλα διαστήματα ξαποσταίνει… και μένει κάθε φορά να τραβήξει προς την δόξα ξανά.

Χρήστος Ροζάκης: Η εξωτερική πολιτική του Κωνσταντίνου Σημίτη

Είμαι συγκλονισμένος από τον αιφνίδιο θάνατο, που μου αναγγέλθηκε βίαια σήμερα το πρωί, Κυριακή. Ήταν για εμένα ένας πολύ καλός φίλος, και συνεργάτης για 40, περίπου, χρόνια. Κι είναι τιμή μου, εν είδει νεκρολογίας, να γράψω αυτό το σημείωμα στη μνήμη του.

Ο Κωνσταντίνος Σημίτης υπήρξε μια πολυσχιδής προσωπικότητα, από αυτές που αφήνουν τα ίχνη τους με ό,τι καταπιαστούν. Δεν θα αναφερθώ στην ακαδημαϊκή δράση του, ούτε στην αντιστασιακή του δραστηριότητα στη διάρκεια της επτάχρονης δικτατορίας. Δεν θα αναφερθώ ούτε στην πολιτική του στα χρόνια της οκτάχρονης διακυβέρνησης της χώρας από αυτόν. Άλλοι , πιο αρμόδιοι από εμένα ας αναλύσουν , χωρίς να τον θεοποιούν ,αυτά τα πεπραγμένα. Δεν μπορώ, πάντως, να μην αναφέρω ότι σε μια εποχή άγριου λαϊκισμού, υπήρξε μια εξαίρεση μετριοπάθειας και λογικής, ένας πραγματικός εκσυγχρονιστής, που δυστυχώς το κόμμα που ηγείτο, δεν ήταν έτοιμο ούτε να αναγνωρίσει, ούτε να επαινέσει το έργο του. Με αυτή την ανείπωτη πικρία θα έφυγε από αυτόν τον κόσμο.

Πάντως στην εξωτερική του πολιτική άφησε έργο αξεπέραστο: Και πρώτα θα πρέπει να υποδείξουμε τις τεράστιες προσπάθειες που κατέβαλε, κι αυτός κι η κυβέρνηση του, προκειμένου να ανταποκριθεί η χώρα στην ένταξή της στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ). Έργο τιτάνιο, που είχε ξεκινήσει λίγο πριν από την ανάληψη της διακυβέρνησης από αυτόν, αλλά εντατικοποιήθηκε και έγινε συστηματικό από τον χρόνο της κυβερνητικής αλλαγής. Ήταν ένα έργο, όχι απλά δημοσιονομικής πειθαρχίας, αλλά ένα έργο αλλαγής νοοτροπίας , αλλαγή του τρόπου σκέπτεσθαι και πράττειν των Ελλήνων, που στέφθηκε από επιτυχία. Με αποτέλεσμα να ενταχθεί η Ελλάδα στην ΟΝΕ, και να καθιερώσει το ευρώ , ως νόμισμα της. Έτσι, ο Κ. Σημίτης ολοκλήρωσε το έργο του Κ. Καραμανλή, που πρώτος μας είχε εντάξει στην τότε ΕΟΚ.

Αυτό που δεν έτυχε του ίδιου ενθουσιασμού, αν και ήταν ριζικά προοδευτικό, υπήρξε η απόφαση του Ελσίνκι. Γι΄ αυτό δούλεψε συστηματικά με τους συνεργάτες του ένα χρόνο πριν το 1999, συμπαρασύροντας ολόκληρο το υπουργείο Εξωτερικών στη δραστηριότητα αυτήν.

Και ήταν δύσκολο το εγχείρημα να μεταπείσεις την τότε ΕΟΚ, στις ελληνικές απαιτήσεις. Πρώτον, στην απαίτηση να ενταχθεί η Κύπρος, μια διαιρεμένη χώρα από την εισβολή και κατοχή της Τουρκίας στο βόρειο τμήμα του νησιού. Ήταν μια απαίτηση που ερχόταν σε αντίθεση με τη λογική της ΕΟΚ, η οποία δεν ήθελε με κανέναν τρόπο να δεχτεί τη Δημοκρατία της Κύπρου, ως πλήρες μέλος της, χωρίς την προηγούμενη επίλυση του Κυπριακού. Και τούτο ήταν εύλογο, καθώς ο Οργανισμός θα κληρονομούσε την πολιτική αστάθεια στο νησί, και, συνεπώς, θα επιβαρυνόταν με μια διαφορά που δεν θα ήθελε να αναλάβει. Δεύτερον, στην «κοινοτικοποίηση» των Ελληνοτουρκικών. Δηλαδή, στην ανάληψη της ευθύνης της Τουρκίας, προκειμένου να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις ένταξης της στην ΕΟΚ, να επιλύσει όλα τα προβλήματα που είχε με τις γειτονικές χώρες, με διάλογο και, σε περίπτωση αδιεξόδου, με παραπομπή των διαφορών στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης. Και λέω «κοινοτικοποίηση» , γιατί η ίδια η ΕΟΚ καθίστατο ελεγκτικός παράγοντας της προόδου της επίλυσης των διαφορών, με την ανάληψη παρακολούθησης των εξελίξεων στην επίλυση, και εξάρτηση της Τουρκικής υποψηφιότητας από αυτήν. Πρώτη κρίσιμη ημερομηνία ήταν ο Δεκέμβριος του 2004, όπου η Ελλάδα θα έπρεπε να αναφέρει στην ΕΟΚ την πρόοδο στην επίλυση των προβλημάτων με τη γειτονική χώρα. Κάτι που ήταν προϋπόθεση για τη συνέχιση της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας. Και οι δυο αυτοί όροι έγιναν δεκτοί από τις χώρες της ΕΟΚ, σε μια περίοδο που τόσο αυτή, όσο και η Τουρκία ήταν πλησίστιοι για την ένταξη, κάτι που η Ελλάδα εκμεταλλεύθηκε στο έπακρον, μαζί με την απειλή ότι θα προβάλει αρνησικυρία για την ένταξη 10 χωρών στους κόλπους του Οργανισμού.

Την απόφαση του Ελσίνκι του Δεκεμβρίου 1999, ακολούθησε μια προσέγγιση των δυο χωρών, με την έναρξη διερευνητικών επαφών, που είχαν ως στόχο την προλείανση του εδάφους, πριν από την έναρξη επίσημων διαπραγματεύσεων για την επίλυση της διαφοράς για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Κορυφαίο θέμα των διερευνητικών υπήρξε το ζήτημα της διεύρυνσης της αιγιαλίτιδας ζώνης της Ελλάδας (και της Τουρκίας, όπου αυτό θα ήταν δυνατό). Και τα αποτελέσματα των διερευνητικών ήταν θετικά, αν αναγνωρίσουμε ότι σε κάποια φάση τους η Τουρκία είχε δεχτεί τα 12ν.μ. για τις ηπειρωτικές ακτές της χώρας μας, με την προϋπόθεση, όμως, τα νησιά μας να διατηρήσουν το τρέχον καθεστώς των 6 ν.μ. της αιγιαλίτιδας ζώνης. Δυστυχώς, οι πρόωρες εκλογές δεν επέτρεψαν την ολοκλήρωση του Ελσίνκι, και το έργο παρέμεινε ημιτελές. Τουλάχιστον, με την Κύπρο να είναι πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στράτος Φαναράς: Έφυγες λοιπόν Πρόεδρε…

Το νιώθαμε πως κάτι έχεις βάλει πάλι στο μυαλό σου, τελευταία δεν ήθελες πολλά πολλά…δε βλέπει πολλούς Στράτο…μου είχε πει η Ρίτα σε μια από τις τελευταίες μας συναντήσεις…

εξαιρέσεις κάνει…

Λένε πως θα γράψει η Ιστορία για σένα, ποιες ήταν οι μεγάλες σου στιγμές και ποιες οι αδυναμίες σου και ναι, έτσι θα γίνει σίγουρα, ήδη έχει πιάσει δουλειά. Εδώ και χρόνια. Από τότε που συνομιλούσες μαζί της, που την συνδιαμόρφωνες, από τα νιάτα σου.

Λένε επίσης ότι την Ιστορία τη γράφουν κάθε φορά οι νικητές κι αλλοίμονο μην τύχει και σε θεωρήσουν εχθρό τους, όσο πιο ψηλά έφτασες τόσα περισσότερα θα επιδιώξουν να σου φορτώσουν, είτε από άποψη, είτε από ανεντιμότητα.

Λένε ακόμα από χθες, πως με το θάνατό σου, τελειώνει μια εποχή. Ότι έφυγε ο τελευταίος των μεγάλων πολιτικών ηγετών.

Ειδικά σ’ αυτό το τρίτο δε θα συμφωνήσω. Οι εποχές τελειώνουν με το θάνατο των ιδεών κι όχι των ανθρώπων.

Σε όλους εμάς που είχαμε το προνόμιο να ζήσουμε στην εποχή σου, να «συνομιλήσουμε» μαζί σου, πέφτει ο κλήρος και η ευθύνη να κρίνουμε αμερόληπτα και δίκαια τη διαδρομή σου. Και σε όσους μοιραστήκαμε αξίες, ιδέες και προσδοκίες με σένα, πέφτει ο κλήρος να μην υποστείλουμε τις σημαίες, όπως εξάλλου δεν τις υπέστειλες ποτέ κι εσύ.

Πέφτει ο κλήρος να αναδείξουμε την πολιτική στρατηγική σου σκέψη που οδήγησε την Ελλάδα στη ζώνη του Ευρώ, που έβαλε την Κύπρο στην ευρωπαϊκή οικογένεια και πάνω απ΄ όλα έκανε σημαία μας τη θεσμική και κοινωνική σύγκλιση της χώρας μας με την προηγμένη Δύση. Πολιτική στρατηγική που σήμερα μοιράζονται ηγέτες από όλο το ιδεολογικό και πολιτικό φάσμα, υιοθετώντας τις έννοιες της σύγκλισης με την Ευρώπη αλλά και την αέναη εκσυγχρονιστική προσπάθεια για να παίρνει υπόσταση η επιδίωξη της συνοχής, της συμπερίληψης και της διεύρυνσης των δημοκρατικών κατακτήσεων.

Σ’ αυτό το σημείωμα που είχε την καλοσύνη να μου ζητήσει το KReport, σκέφτηκα για μια στιγμή να εξιστορήσω στιγμές που έζησα μαζί σου, μα αυτές οι ώρες είναι οι δικές σου και κάθε υποψία αυτό-αναφορικότητας μοιάζει άκομψη και δεν θα το κάνω. Ίσως να υπάρξουν ευκαιρίες στο μέλλον γι’ αυτό. Όμως, αυτές τις στιγμές, στη σκέψη μου έρχεται η ανθρώπινη πλευρά σου, ο χαρακτήρας σου, όσο μπόρεσα κι όσο μου επέτρεψες να τον γνωρίσω.

Τι ήταν τελικά ο Κώστας Σημίτης; Ποιες πλευρές της προσωπικότητας του ξεχώρισα;

Η εργατικότητα του ήταν παροιμιώδης, όλοι to ξέρουν αυτό. Αναπόσπαστη με αυτήν ήταν η επιμέλεια του, τίποτα δεν άφηνε να ξεχαστεί, όλοι έχουν ακούσει για το περίφημο μπλοκάκι του.

Η θεωρητική του συγκρότηση επίσης – ήταν συνομιλητής διανοούμενων παγκόσμιας εμβέλειας.

Αποχαιρετώντας τον, όμως, θα μιλήσω για δυο χαρακτηριστικά του σχετικά άγνωστα.

Ο Κώστας Σημίτης ήταν ένας άνθρωπος με εσωτερική πληρότητα γι’ αυτό και χαιρόταν με τη χαρά του άλλου. Νοιαζόταν για τις δυσκολίες, βοηθούσε όταν μπορούσε. Γι’ αυτό και όταν καθόταν στα μεγάλα τραπέζια των ηγετών του κόσμου, οι συνομιλητές του ξέρανε ότι έχουν να κάνουν με ένα «μετέχοντα». Με έναν που δεν κρυβόταν στα αμπάρια όταν το παγκόσμιο καράβι έβαζε νερά, αλλά ήταν παρών, εκεί, στο κατάστρωμα με όλες τις δυνάμεις του.

Δεύτερο και σημαντικότερο για μένα (και ο νοών νοείτω): ήταν φιλαλήθης κι αυτό του κόστιζε πολύ και πολιτικά και προσωπικά. Στις δύσκολες στιγμές του, ένιωθε το βάρος της ευθύνης του, δυο και τρεις φορές μεγαλύτερο από αυτό που του χρέωναν ακόμα και οι αντίπαλοι του.

Ελάχιστοι το ένιωσαν. Πολλοί το αξιοποίησαν.

Μ’ αυτές τις λίγες σκέψεις σε αποχαιρετώ Πρόεδρε.

Κι αν είχαμε άλλη μια ζωή και οι δρόμοι μας διασταυρώνονταν ξανά και πάλι ναι θα απαντούσα στο προσκλητήριο σου.

Εξάλλου, παραμένει τόσο επίκαιρο…

Νίκος Χριστοδουλάκης: Μια άγνωστη σύγκρουση και το τίμημα που είχε

Είναι απολύτως βέβαιο ότι το επόμενο διάστημα θα γεμίσει ο τόπος από εγκωμιαστικά σχόλια για τον Κώστα Σημίτη, με τα οποία θα εξυμνούνται πολλά από τα πεπραγμένα της οκταετούς πρωθυπουργίας του – από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και την είσοδο της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως τις μεταρρυθμίσεις των Ανεξάρτητων Αρχών, τις προσεκτικές αποκρατικοποιήσεις και την επίπονη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Φυσικά δεν θα λείψουν ούτε οι επικρίσεις για τις παθογένειες που εμφανίστηκαν επί θητείας του – από την ξέφρενη άνοδο και πτώση του Χρηματιστηρίου παρά τις διαρκείς προειδοποιήσεις που ο ίδιος έκανε έως την σύγκρουση για το Ασφαλιστικό όταν ξεσηκώθηκαν εναντίον του οι θιγόμενες συντεχνίες. Και από τον χειρισμό της κρίσης στα Ίμια που ο ίδιος είχε διατάξει να ανακαταληφθούν μετά την τουρκική απόβαση έως την τοξικότητα των εξοπλιστικών σκανδάλων που προκλήθηκαν από επίορκους εντεταλμένους της διακυβέρνησης του.

Όλα αυτά τα ζητήματα θα έχουμε την ευκαιρία να τα αναλύσουμε και να δούμε το πραγματικό τους βάρος στην διάρκεια της πρωθυπουργίας Σημίτη. Μιας θυελλώδους οκταετίας, το αποτύπωμα της οποίας μπορεί κανείς να αποτιμήσει εύκολα συγκρίνοντας από πού παρέλαβε την Ελλάδα το 1996 και πού την παρέδωσε το 2004. Από την κληρονομιά δημοσιονομικής αναξιοπιστίας του 1990-93, την ατέρμονη δυστοκία των μεταρρυθμίσεων, και την προβληματική διακυβέρνηση λόγω της ύστερης ασθένειας του Α. Παπανδρέου, παρέδωσε μια χώρα με ισχυρή ανάπτυξη, με ισχυρό ευρωπαϊκό νόμισμα και ευοίωνες προοπτικές για την επίλυση του Κυπριακού και την διευθέτηση των διαφορών με την Τουρκία.

Σήμερα όμως δεν θα σταθώ σε αυτά. Θα ήθελα να αναδείξω ορισμένα λιγότερο γνωστά επεισόδια της διαδρομή του, τα οποία αποκαλύπτουν τις βαθύτερες αξίες που είχε ο Σημίτης και εξηγούν επίσης και την διαδρομή του στην συνέχεια.

Ένα τέτοιο θέμα είναι η στάση που τήρησε στην διάρκεια της εισβολής των ΗΠΑ στο Ιράκ το πρώτο εξάμηνο του 2003. Την περίοδο εκείνη ο Σημίτης προεδρεύει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και δέχεται ασφυκτικές πιέσεις από ΗΠΑ, Βρετανία και άλλες χώρες, να ταχθεί η ΕΕ στο πλευρό των ατλαντικών εισβολέων. Είναι η εποχή που ο Μπλερ ωρύεται για τα Όπλα Μαζικής Καταστροφής που δήθεν βρέθηκαν στο Ιράκ και ο Μπους προσπαθεί να πανικοβάλει την κοινή γνώμη της Δύσης με ό,τι ανοησία του κατέβει. Ο Μπαρόζο είναι τότε πρωθυπουργός της Πορτογαλίας και τους φιλοξενεί στις Αζόρες για να καταστρώσουν το σχέδιο δράσης εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντιδρούν η Γαλλία με τον Σιράκ και η Γερμανία με τον Καγκελάριο Σρέντερ, και ο προεδρεύων Σημίτης βρίσκει την ευκαιρία να συμπήξει μία κοινή αντιπολεμική στάση που αντιστέκεται στον άξονα των εισβολέων. Είναι τα «Τρία Σίγμα» αυτά που διασώζουν την αξιοπρέπεια της ΕΕ, όταν τελικά αποδεικνύεται πως κανένα όπλο μαζικής καταστροφής δεν έκρυβε ο Σαντάμ και όλα ήταν δόλιες προφάσεις για να καταλάβουν το Ιράκ και τα πετρέλαια της Μοσούλης.

Οι συνέπειες πάντως για όσους αναμείχθηκαν με την μία ή την άλλη πλευρά δεν ήταν αμελητέες. Ο μεν Μπαρόζο προσελήφθη την επόμενη χρονιά ως Πρόεδρος της Κομισιόν, παρά το γεγονός ότι στην χώρα του είχε κατηγορηθεί για μεγάλη δημοσιονομική αταξία. Εταιρείες προσκείμενες στον Μπους και τον τότε αντιπρόεδρο Ντικ Τσένι εξασφάλισαν μεγάλα ντήλ στην ανοικοδόμηση του Ιράκ, ενώ ο Μπλερ ορίστηκε μέλος του Κουαρτέτου για την Μέση Ανατολή.

Όσοι αντιτάχθηκαν στην εισβολή δεν είχαν καμμιά ανάλογη εύνοια της τύχης, αν και συχνά με δική τους υπαιτιότητα. Ο Σιράκ για παράδειγμα, καταδικάστηκε για υπεξαίρεση κρατικών κονδυλίων, ενώ ο Σρέντερ έδωσε ο ίδιος αφορμές στην κατοπινή κριτική με τη δουλική στάση του έναντι του Πούτιν. Κανείς πάντως δεν βρέθηκε πρόθυμος να τους βραβεύσει που διέσωσαν την ΕΕ από τον εξευτελισμό.

Και ο Σημίτης τι απέγινε; Αν ξαναδεί κανείς τα γεγονότα εκείνης της περιόδου, θα θυμηθεί εύκολα ότι ο Σημίτης δέχεται ένα κύμα αμφισβήτησης και εξώθησης σε παραίτηση από την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο πριν ολοκληρωθεί η δεύτερη θητεία του αλλά ακόμα και πριν λήξει η ελληνική Προεδρία τον Ιούνιο του 2003. Την ίδια μέρα που ο εμβληματικός Γάλλος Πρόεδρος Ζισκάρ Ντ’ Εστέν παραδίδει στον Έλληνα Πρωθυπουργό το Σχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος στην Χαλκιδική, ο εγχώριος τύπος αναδεικνύει ως κυρίαρχα τα εσωκομματικά μέτωπα που είχαν εκδηλωθεί.

Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή. Ο Σημίτης παραιτείται σε ένα εξάμηνο, το ΠΑΣΟΚ χάνει με μεγάλη διαφορά τις εκλογές και αρχίζει μια συστηματική αποστασιοποίηση της νέας ηγετικής ομάδας από την περίοδο του εκσυγχρονισμού. Ο ρόλος του στην αποτροπή της ευρωπαϊκής εμπλοκής αποσιωπάται πλήρως. Ο ίδιος φυσικά παραμένει μάχιμος, προασπίζοντας τα πεπραγμένα της θητείας του και αποκρούοντας την εκστρατεία αποδόμησης της πολιτικής του στην οποία έχει επιδοθεί η νέα κυβέρνηση της ΝΔ. Βρίσκει όμως όλο και λιγότερους συμμάχους, έως ότου με μία αστεία πρόφαση η τότε ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τον θέτει εκτός κόμματος το 2008 και εκτός ψηφοδελτίων την επόμενη χρονιά.

Ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης (8 χρόνια και 2 μήνες) δεν βρίσκεται καν στο Κοινοβούλιο όταν ξεσπά η μεγάλη χρηματο-πιστωτική κρίση του 2010. Φυσικά ούτε κουβέντα για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, το οποίο θα ενίσχυε αφάνταστα με τις διεθνείς γνωριμίες που είχε συνάψει μέχρι τότε. Με την εμπειρία και το κύρος που είχε αποκομίσει στην Ευρώπη με την αποτροπή της εμπλοκής της σε έναν ανήθικο πόλεμο, ο Σημίτης θα μπορούσε να είχε υποδείξει μια πιο αποτελεσματική διαχείριση της ελληνικής κρίσης αποτρέποντας ορισμένα μοιραία σφάλματα των Σχεδίων Διάσωσης, ενδεχομένως διορθώνοντας και ορισμένες απλοϊκές προσεγγίσεις της εγχώριας πολιτικής.

Εκ των υστέρων βεβαίως, όλοι αναγνωρίζουν, εκθειάζουν και επαινούν το πολιτικό know-how του εκλιπόντος πρωθυπουργού. Αν και όταν η χώρα το χρειάστηκε περισσότερο παρά ποτέ, μεθοδικά φρόντισαν να το εξουδετερώσουν.

Μιχάλης Χρυσοχοΐδης: Τί μας διδάσκει το πολιτικό του παράδειγμα

Αποχαιρετώ μαζί με όλους τους Έλληνες τον Κώστα Σημίτη, τον πρωθυπουργό της Ελλάδας που η θητεία του αποτέλεσε έναν από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην πρόσφατη εθνική μας διαδρομή.

Ο Κώστας Σημίτης με την πολιτική και προσωπική του στάση διατύπωσε ένα ξεχωριστό παράδειγμα πολιτικού που έθετε εθνικούς στόχους και τους πετύχαινε. Με απαράμιλλο πείσμα, με σχεδόν εμμονική προσήλωση στις αξίες και αρχές, που αποτέλεσαν τους πυλώνες της πολιτικής του, ανέδειξε ως σημαία τον εκσυγχρονισμό της χώρας, την ενδυνάμωση της ισχύος της και την πλήρη ενσωμάτωση της στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ευρώ, Κύπρος, μεγάλα έργα έβαλαν την Ελλάδα στον 21οαιώνα. Απολύτως δίκαια, τοποθετείται στους ιστορικούς ηγέτες της χώρας.

Η σχέση μου με τον Κώστα Σημίτη είναι βιωματική. Σφυρηλατήθηκε μέσα από την άσκηση της πολιτικής. Τροφοδοτήθηκε με τη διαρκή εφαρμογή του πολιτικού του παραδείγματος και έτσι ασπάστηκα ένα τρόπο δουλειάς που τον χαρακτηρίζουν η αφοσίωση, η προσήλωση, η ανυποχώρητη στάση απέναντι στην επίτευξη του στόχου.

Μαζί του διδάχθηκα την πολιτική. Λίγα χρόνια πριν την ένταξη στην ΟΝΕ και το Ευρώ ο υπουργός Κώστας Σημίτης συνέταξε σημαντικά νομοθετήματα που αφορούσαν τη ρύθμιση του ανταγωνισμού, την απελευθέρωση των αγορών, την προστασία του καταναλωτή και πολλά άλλα θεσμικά μέτρα που αποτέλεσαν την βάση λειτουργίας της αγοράς και της οικονομίας. Και ταυτόχρονα κάθε βδομάδα με «εξέταζε» κατά πόσο απέδιδε ο αγώνας για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού που αποτελούσε εθνικό στόχο και προαπαιτούμενο για την ένταξη μας στην ΟΝΕ. Νεαρός πολιτικός θώπευα τότε τους εκπροσώπους των εργαζόμενων και των φορέων της αγοράς που πίεζαν για τα αιτήματα τους. Μα αυτός με επανέφερε διαρκώς στην τάξη επιμένοντας οτι η επίτευξη του στόχου θα ωφελήσει πρώτα αυτούς .

Πράγματι, δικαιώθηκε όταν η χώρα το έτος 2000 είχε εκπληρώσει τα προαπαιτούμενα για την είσοδο της στην ιστορικότερη ίσως φάση της ευρωπαϊκής της ολοκλήρωσης.

Το πολιτικό του παράδειγμα ακολούθησα και όταν ξαφνικά με ένα τηλεφώνημά του τοποθετήθηκα στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης καλώντας με στη συνέχεια να εργαστώ για την εξάρθρωση της 17Ν. Ήταν μια συγκλονιστική δοκιμασία για μένα όταν λίγες εβδομάδες μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου, και ενώ επιχειρούσα να κατανοήσω στην ουσία τους τα θέματα του υπουργείου, με ύφος απόλυτα σοβαρό και σχεδόν αυστηρό μου ζήτησε να ασχοληθώ με την τρομοκρατία.

Σε κάθε μας συνάντηση με το ίδιο ύφος του ανθρώπου και πρωθυπουργού που είχε απόλυτη αίσθηση της ευθύνης του, απέρριπτε, με τρόπο κάθετο, τις διάφορες θεωρίες που επιχειρούσα κι εγώ να επαναλάβω για την προέλευση και δράση των μελών της 17Ν. Έτσι, πολύ γρήγορα συνειδητοποίησα οτι με τον Σημίτη τα λόγια δεν περνούσαν, ότι όφειλα να εργαστώ με σχέδιο, με εμβάθυνση της έρευνας και τελικά να ακολουθήσω ένα μοντέλο πολιτικής που δεν ήταν άλλο απο τη δική του μεθοδικότητα, σκληρή και επίμονη δουλειά. Έτσι φτάσαμε στο τόσο ποθούμενο αποτέλεσμα μετά από 27 ολόκληρα χρόνια αδυναμίας του ελληνικού κράτους.

Ο Κώστας Σημίτης είναι μεγάλο μέρος της ζωής μου. Αποτελεί την πολιτική μου συνείδηση που την καλλιέργησα, την μπόλιασα με το παράδειγμα του. Αποτελεί ωστόσο και κομμάτι της ψυχής μου, των συναισθημάτων μου, γιατί ήταν συγκλονιστική η παρουσία του στη διαδρομή μου, που τελικά εξελίχθηκε σε αμοιβαία αγάπη και εμπιστοσύνη. Οι παρακαταθήκες του είναι εδώ παρούσες, ζωντανές και αποτελούν τις βασικές συνιστώσες της πορείας του έθνους. Δέσμευση μας, ως τιμή στη μνήμη του, ο διαρκής αγώνας για μια ισχυρή Ελλάδα, με σύγχρονη δημοκρατική διακυβέρνηση και κοινωνική δικαιοσύνη.

Σχετικά Άρθρα