ΑΝΑΛΥΣΗ: Το “Υπάρχω” της ελληνικής Αριστεράς- Πέντε προκλήσεις για το 2025
Με τον πολιτικό άξονα να κλίνει προς τα δεξιά, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο, η ελληνική Αριστερά καλείται να αποδείξει μέσα στο 2025 ότι υπάρχει, ζει και αναπνέει. Οχι όμως μόνο αυτό. Οι προκλήσεις γι’ αυτήν, σε όλες τις μορφές της, από τη στενά κομμουνιστική μέχρι τις κεντροαριστερές απολήξεις της γίνονται πολύ μεγαλύτερες αν σκεφτεί κανείς ότι διαχρονικά η Αριστερά ήταν το υψηλότερο και το πιο ισχυρό ανάχωμα στην ακροδεξιά. Ως προς αυτό αλλά και πολλές άλλες αποστολές γεννιούνται νέα καθήκοντα και νέες ευθύνες τα οποία όμως “φορτώνονται” σε πολιτικούς οργανισμούς μικρούς χωρίς ισχυρά σημεία αναφοράς στην κοινωνία.
Σε κάθε περίπτωση, ακολουθούν οι πέντε μεγαλύτερες προκλήσεις:
1. Η ανάσχεση του γκρίζου κύματος της ακροδεξιάς. Ετσι το “χρωματίζει” ο δημοσιογράφος Πέτρος Παπακωνσταντίνου στο τελευταίο του βιβλίο “Το γκρίζο κύμα- Η νέα ακροδεξιά και οι συνεργοί της” (εκδόσεις Τόπος) υπό το σκεπτικό όχι ότι η νέα γενιά των ακροδεξιών δεν παρουσιάζεται τόσο “μαύρη” όσο η “μήτρα” της κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου. Και γι’ αυτό η επίχειρηση της ανάσχεσης είναι πολύ πιο δύσκολη. Οπως και να έχει όμως, το κύριο βάρος αυτής της προσπάθειας πέφτει, σε ότι αφορά την εν Ελλάδι κατάσταση, στις πλάτες της Αριστεράς διότι η ελληνική Δεξιά έχει ενσωματώσει τόσο μέρος της ατζέντας όσο και πολιτικού προσωπικού τα τελευταία χρόνια, άρα δεν είναι αξιόπιστη σύμμαχος ως προς αυτό. Η σοσιαλδημοκρατία από την άλλη, ενώ ρητορικά ξορκίζει το φάντασμα της ακροδεξιάς, ως προς την πολιτικό σχέδιο δείχνει να κλείνει το μάτι σ’ αυτό το μέρος του κοινού που “ξεσηκώνεται” με κάθε αναφορά στο μεταναστευτικό. Τη σοσιαλδημοκρατία την ενδιαφέρει ιδιαίτερα η άποψη των “νοκοκυραίων”, οπότε την ακροδεξιά δεν μπορεί να την κοιτάξει στα μάτια και να αντιπαρατεθεί στα ίσια μαζί της. Και η Αριστερά; Το ιστορικό της DNA την φέρνει σαφώς απέναντι. Πολιτικά, πολιτισμικά, ψυχολογικά. Ακόμα όμως και δικές της εκφάνσεις δείχνουν διατεθειμένες να βάλουν νερό στο κρασί τους προκειμένου να διευρύνουν την εκλογική τους πελατεία.
2. Ο κοινός βηματισμός. Αυτή η πρόκληση αφορά οπωσδήποτε και τη σοσιαλδημοκρατία. Αλλά πριν φτάσουμε εκεί, η Αριστερά θα πρέπει να κατανοήσει ότι τα πολλά μικρά σπίτια δεν αθροίζουν υποχρεωτικά ένα μεγάλο αν δεν υπάρχει πραγματικά κοινός πολιτικός τόπος συμπόρευσης. Οι παλιές διαχωριστικές γραμμές που διαμόρφωσε η αντίθεση “Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο” δείχνουν να μην υπάρχουν πια και αν υπάρχουν δεν παράγουν χειροπιαστά πολιτικά αποτελέσματα. Ο σεχταρισμός στον οποίο παροδοσιακά αρέσκεται το ΚΚΕ τα τελευταία 35 χρόνια μετά τη διάλυση του ενιαίου Συνασπισμού εξυπηρετεί μόνο τις πολιτικές σκοπιμότητες του Περισσού ο οποίος απλά διατηρεί ή διευρύνει ελαφρώς τα ποσοστά του. Τα υπόλοιπα όμως κόμματα που αυπροσδιορίζονται ως αριστερά δεν έχουν δραματικές διαφορές ως προς την πολιτική τους στόχευση και στο ποιους ακριβώς θέλουν να εκπροσωπήσουν. Αυτό που τους χωρίζει είναι μάλλον ένας κακώς εννοούμενος πολιτικός εγωισμός, η γνωστή, εδώ και δεκαετίες στην αριστερά, νοοτροπία της προστασίας του “δικού μου μαγαζιού”. Το ξεπέρασμα αυτού του εμποδίου δείχνει να είναι το μεγάλο στοίχημα καθώς όλες οι μέχρι στιγμής μετρήσεις δείχνουν ότι ο κατακερματισμός του χώρου μόνο τη δεξιά βοηθά
3. Η ανάκτηση της πολιτικής ηγεμονίας στην κοινωνία: Εδώ μιλάμε για τρομερή δύσκολη αποστολή η οποία φυσικά δεν μπορεί να ολοκληρωθεί μέσα σε 365 ημέρες. Οι ιδέες της Αριστεράς, που άλλοτε κινητοποίησαν μεγάλες μάζες και έφεραν μεγάλες αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, θα έλεγε κανείς ότι δεν έχουν επικαιροποιηθεί και ότι δεν συμβαδίζουν με τα προτάγματα αλλά ακόμα και την ορολογία της εποχής. Εδώ χρειάζεται πολλή δουλειά. Και με τους παλιούς, “κλασικούς” αριστερούς τρόπους (ισχυρή παρουσία στους τόπους εργασίας, στα συνδικάτα και στα κινήματα, προσέγγιση των πολιτών πόρτα-πόρτα με φυσική παρουσία) αλλά και με τα νέα ψηφιακά εργαλεία (social media κατά βάση, αλλά και podcast, vidcast κτλ). Η παρουσία της Αριστεράς στα δίκτυα είναι κατά βάση μικρή, η τεχνοφοβία χαρακτηρίζει πολλά μέρη του χώρου, θα έλεγε κανείς και ολόκληρους πολιτικούς οργανισμούς. Εται η Αριστερά κινδυνεύει να αποξενωθεί απ΄τη νεολαία, να εμφανίζεται ως ο “καλός θείος” που θέλει να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τα νέα παιδιά αλλά ουσιαστικά δεν μπορεί να συζητήσει μαζί τους. Η επιστροφή για την κατάκτηση της ηγεμονίας περνάει υποχρεωτικά από τον ψηφιακό δρόμο και την ανανέωση της γλώσσας με την οποία η Αριστερά επιχειρεί να μιλήσει στις καρδιές και τα μυαλά των ανθρώπων. Οι ιδέες της δεν πάλιωσαν, αντιθέτως μοιάζουν πιο επίκαιρες από ποτέ. Ο τρόπος απεύθυνσης όμως έχει χαρακτηριστικά άλλων εποχών που πια δεν δουλεύουν, τουλάχιστον όσο μέχρι και τη δεκαετία του 80. Από τότε έχουν περάσει όμως 40 χρόνια.
4. Η επιβολή της δικής της ατζέντας: Το ζήτημα έχει να κάνει και με τις επιδόσεις της Αριστεράς στην επικοινωνία, ζήτημα το οποίο προσεγγίσαμε προηγούμενως. Είναι γεγονός ότι την ατζέντα σήμερα, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά πανευρωπαϊκά, τη βάζει η δεξιά και κυρίως η ακροδεξιά η πρόσβαση των οποίων στα κατεστημένα ΜΜΕ είναι απείρως ευκολότερη. Ομως η άποψη ότι “αυτά θέλει να ακούει ο κόσμος” και ότι “αυτό που ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα είναι το μεταναστευτικό και η ασφάλεια” είναι μόνο η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή, όπως κατάγραφεται και στα σχετικά ερωτήματα των δημοσκοπήσεων, θέλουν τους πολίτες της χώρας να ανησυχούν σφόδρα για την ακρίβεια, την κατάσταση του ΕΣΥ και τη στεγαστική κρίση. Ακόμα όμως και σ’ αυτά τα ζητήματα προβάλλονται περισσότερο οι απόψεις και οι προσεγγίσεις της δεξιάς, συνήθως “εύκολες” και επιπόλαιες. Πρόκειται για έναν επικοινωνιακό πόλεμο ο οποίος όμως αξίζει να δοθεί έστω και αν τα δύο στρατόπεδα δεν έχουν στη διάθεσή τους τα ίδια όπλα. Η Αριστερά, για να ξεπεράσει το επικοινωνιακό χάντικαπ, καλείται να πείσει για την ορθότητα των επιχειρημάτων της, ακόμα και με όρους τηλεοπτικούς. Εχει να κάνει όμως και με τις πρωτοβουλίες. Αλλοτε η Αριστέρα κινητοποιούσε κόσμο, διοργάνωνε εκδηλώσεις- σημείο αναφοράς, έβαζε αυτή τα θέματα στην ημερήσια διάταξη. Σε εποχές ιδιώτευσης αυτό δεν είναι εύκολο αλλά η Αριστερά, σε τελική ανάλυση, δεν είναι για τα εύκολα.
5. Η ανάδειξη νέων, φρέσκων προσώπων. Ζήτημα-κλειδί για την ανάκτηση της πολιτικής ηγεμονίας. Ποιοι θα μιλήσουν στον κόσμο; Το πολιτικό προσωπικό της Αριστεράς μοιάζει πολλές φορές γερασμένο, αν μιλήσει κανείς με στενά βιολογικούς όρους και νούμερα. Ακόμα όμως και αν ξεπεράσουμε αυτό το κομμάτι, που δεν είναι ηλικιακός ρατσισμός αλλά η σκληρή πραγματικότητα, είναι σαφές ότι πολλά πρόσωπα έχουν κουράσει, η παρουσία τους στο δημόσιο χώρο είναι συνεχής και η…αυτοπεποίθησή τους μάλλον μεγαλύτερη του φυσιολογικού. Νέοι στα αριστερά κόμματα υπάρχουν. Οι προσπάθειές τους όμως είτε συντρίβονται στις μυλόπετρες του διαγωνισμού της κομματικής επετηρίδας στον οποίο κυριαρχούν οι γεροντότεροι, είτε πνίγεται στον αρχηγισμό ο οποίος χαρακτηρίζει πολλά από τα αριστερά σχήματα (πέραν του αρχηγού το χάος). Εκ των πραγμάτων λοιπόν, η προσπάθεια ανάδειξης νέων προσώπων μοιάζει να υπονομεύεται εκ των έσω. Τα κομματικά στεγανά όμως πρέπει να σπάσουν σε όλους τους αριστερούς σχηματισμούς για να έρθουν στο προσκήνιο νέοι (όχι κατ’ ανάγκη ως προς την ηλικία) άνθρωποι που φέρουν το δικό τους ιδεολογικό και αξιακό “οπλοστάσιο”.