Η δημοκρατία μπροστά στην πρόκληση της ανθεκτικότητας- Ο κίνδυνος της ακροδεξιάς
Η πανεπιστημιακός Βασιλική Γεωργιάδου προσπαθεί να φωτίσει το 2025- τι μπορούμε να περιμένουμε και τι πρέπει να φοβόμαστε. Και εστιάζει στην άνοδο της ακροδεξιάς παγκοσμίως, στην Ευρώπη έτι περαιτέρω, με όλες τις εκδοχές της, με ένα άρθρο της στο KREPORT. Γράφει:
Το 2024 φθάνει στο τέλος του επιβεβαιώνοντας την αίσθηση ότι περνάμε μια περίοδο παρατεταμένων πολυκρίσεων. Αυτή χαρακτηρίζεται από το στοιχείο της διάρκειας καταστάσεων βαθιάς αβεβαιότητας, μεταξύ των οποίων η κλιματική αλλαγή και οι διαρκείς φυσικές καταστροφές που τη συνοδεύουν, οι ανακατατάξεις στο πεδίο της παραγωγής και της αγοράς ενέργειας, καθώς και οι παρατεταμένες γεωπολιτικές εντάσεις αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα της νέας πραγματικότητας της εποχής μας. Το όλο σκηνικό συμπληρώνεται από την πρωτόγνωρη εμπειρία του COVID-19, η οποία μπορεί μεν να έφθασε στο τέλος της, πρόσθεσε ωστόσο ως μια σοβαρή παράμετρο εκείνη των πανδημικών κρίσεων στην εμπειρία των πολυκρίσεων που διανύουμε. Χαρακτηριστικό των πολυκρίσεων είναι τόσο η παρατεταμένη διάρκεια και η αλληλεπίδραση και αλληλοτροφοδότησή τους δημιουργώντας τη συνθήκη μιας μακρόσυρτης αβεβαιότητας και αστάθειας.
Αν κάτι στην αρχή μετρίαζε αυτή την αίσθηση ήταν το γεγονός ότι μέσα σε αυτό το παζλ της αστάθειας εξακολουθούσαν να υπάρχουν κάποιες σταθερές σε επίπεδο παγκόσμιας πολιτικής και διακυβέρνησης: Οι ΗΠΑ διεκδικούσαν ακόμη έναν ηγεμονικό ρόλο στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, ενώ ο Γάλλο-Γερμανικός άξονας αποτελούσε την κινητήρια δύναμη και μοχλό ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ωστόσο, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, καθώς και η πολιτική αστάθεια σε Γαλλία και Γερμανία, σηματοδοτούν την απαρχή μιας νέας περιόδου, χαρακτηριστικό της οποίας είναι ο κλονισμός της παγκόσμιας τάξης και η υποχώρηση της ΕΕ ως πυλώνα σταθερότητας στην Ευρώπη.
Το πρόβλημα μπορεί να είναι βαθύτερο από ό,τι δείχνει, καθώς στην παγκόσμια πολιτική σκηνή υπάρχει κενό ηγεσίας, με την άνοδο της ακροδεξιάς να αποσταθεροποιεί τον παγκόσμιο χάρτη.
Η αίσθηση -ενδεχομένως ακόμη και η βεβαιότητα σε κάποια πολιτικά περιβάλλοντα- ότι η παρατηρούμενη άνοδος της ακροδεξιάς θα ήταν παροδική, έχει πλήρως διαψευστεί, με την ακροδεξιά στις διαφορετικές ιδεολογικές αποτυπώσεις της -ως δεξιός λαϊκισμός, δεξιός εξτρεμισμός ή νέος αυταρχισμός-να εδραιώνεται στην παγκόσμια σκηνή.
Πρόκειται πια για ένα πλανητικό φαινόμενο που παρά τις γεωγραφικές διαφοροποιήσεις του (η άκρα δεξιά στη δυτική Ευρώπη είναι διαφορετική από εκείνη στην ανατολική Ευρώπη και η ευρωπαϊκή ακροδεξιά είναι διαφορετική από το ισοδύναμό της στη Λατινική Αμερική, βλ. σχ. de Jonge κ.ά. 2024**), η ακροδεξιά σήμερα μπορεί να θεωρηθεί ως μέρος ενός ευρύτερου παγκόσμιου ρεύματος. Αυτό ενισχύθηκε την περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και της κρίσης χρέους στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, ενώ και η πανδημία του COVID-19 που εκτόξευσε τη συνωμοσιολογία και επέτεινε τη διαίρεση μεταξύ των «ελίτ και του λαού» δημιούργησε περαιτέρω πρόσφορο έδαφος για την παγκόσμια άνοδο της ακροδεξιάς.
Αυτό που συνειδητοποιούμε καθώς εκπνέει το 2024, λίγο πριν ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάβει τα ηνία στο Λευκό Οίκο, με τη Γαλλία να κάνει μόλις τα πρώτα ασταθή βήματα μιας νέας κυβέρνησης και τη Γερμανία να δοκιμάζεται τόσο από το έλλειμμα διακυβέρνησης όσο και από τα εμφανή προβλήματα εσωτερικής ασφάλειας που αναδείχθηκαν περίτρανα με την πρόσφατη επίθεση στο Μαγδεβούργο, είναι ότι αυτό το πλανητικό νέο-αυταρχικό περιβάλλον απλώνει τα δίχτυα του στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια πολιτική αρένα.
Υπάρχει μια κάποια προοπτική που δεν θα σηματοδοτεί την υποχώρηση της δημοκρατίας απέναντι στις ακραίες δυνάμεις που πολιορκούν τις αξίες, τις διαδικασίες και τις πρακτικές της; Παρά την έξαρση των προκλήσεων, υπάρχουν τρόποι και ευκαιρίες για τη θωράκιση της δημοκρατίας;
Η διάβρωση της δημοκρατίας γίνεται από τα πάνω και σε αυτό η «διεθνής» των λαϊκιστών ηγετών έχει μια σημαντική συμβολή. Ωστόσο, η υποχώρηση της δημοκρατίας λαμβάνει χώρα και από τα κάτω· η παρατεταμένη έκφραση δυσπιστίας στους θεσμούς της δημοκρατίας, τα αισθήματα πικρίας (grievances) των πολιτών που μετουσιώνονται σε πολιτικό κυνισμό και συναισθηματική αποστασιοποίηση ή και αποκοπή από το πολιτικό σύστημα, ενδεχομένως να είναι διεργασίες αναστρέψιμες εάν οι δημοκρατίες σήμερα επενδύσουν παρατεταμένα στην κοινωνική συνοχή. Αν κάτι παρατηρείται συστηματικά είναι ότι πέρα από τις όποιες συγκυριακότητες που διαμορφώνουν επικαιρικά την πολιτική ατζέντα, οι οικονομικές ανισότητες και οι κοινωνικές ευαλωτότητες είναι εκείνες που τροφοδοτούν σε βάθος τη ριζοσπαστικοποίηση συμβάλλοντας στην υποχώρηση των δημοκρατικών αξιών.
Οι προοπτικές της δημοκρατίας συνδέονται άρρηκτα με την αποτελεσματικότητά της. Προσεγγίζοντας πλέον το τέλος του πρώτου τετάρτου του 21ου αιώνα, η δημοκρατία έχει μπροστά της αυτή την πρόκληση: Αντί να μιμηθεί όσους την υπονομεύουν για να επιβιώσει πρόσκαιρα κινούμενη προς ανελεύθερες κατευθύνσεις, να χαράξει μια πορεία με στιβαρή πολιτική που θα απευθύνεται στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών για να αποκτήσει ανθεκτικότητα και προοπτική.
(*) Η Βασιλική Γεωργιάδου είναι καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Διευθύντρια και Προέδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ)
(**) de Jonge, L., Georgiadou, V., Halikiopoulou, D., Rovira Kaltwasser, C., & Tanscheit, T. (2024), Is the far right a global phenomenon? Comparing Europe and Latin America. A scholarly exchange. Nations and Nationalism, https://doi.org/10.1111/nana.13074