Η θνησιμότητα στην Αττική… ένα μωσαϊκό κοινωνικών ανισοτήτων

Η θνησιμότητα στην Αττική… ένα μωσαϊκό κοινωνικών ανισοτήτων

Αν ένα πράγμα πρέπει να θεωρείται δεδομένο στη ζωή, αυτό είναι ο θάνατος. Οξύμωρο, ναι, το καταλαβαίνω, αλλά αυτό είναι. Έτσι λειτουργεί. Έρχεσαι γνωρίζοντας ότι κάποια στιγμή θα φύγεις. Αλλά δεν είναι αυτό το πρόβλημα. Το θέμα είναι να έχεις την δυνατότητα να παλέψεις για να ζήσεις, όσο το δυνατόν περισσότερο και όσο το δυνατόν καλύτερα. Ή, μάλλον πιο σωστά, να έχεις ίσες ευκαιρίες και δυνατότητες με όλους τους συμπολίτες σου, ώστε να παλέψεις. Δεν είναι δε και το Candy Crush που έχεις πέντε ευκαιρίες (ζωές) ώστε να περάσεις την πίστα. Όταν έρθει η κούφια ώρα που θα χρειαστεί να παλέψεις, επιβάλλεται να έχεις πρόσβαση στα εργαλεία που χρειάζεσαι, να εφοδιαστείς τα αναγκαία, ανεξαρτήτου καταγωγής και διαμονής.

Δηλαδή τι; Αν είσαι από την Κηφισιά και την Εκάλη έχεις περισσότερες ευκαιρίες απ’ το να ήσουν από Αιγάλεω και Δραπετσώνα; Εεε μάλλον, έτσι φαίνεται. Να ζήσουν οι αστοί στις πλάτες της… πλέμπας. Όπως αποδεικνύεται σε έρευνα του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών, η κατανομή της θνησιμότητας στις διάφορες περιοχές της Αττικής την τελευταία δεκαετία αποκαλύπτει σημαντικές διαφορές που αντανακλούν τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Είναι ξεκάθαρο ότι η ποιότητα και η διάρκεια ζωής διαφοροποιούνται αισθητά ανάλογα με την κοινωνική διαστρωμάτωση.

Παρόλο που οι δαπάνες υγείας των νοικοκυριών στην Ελλάδα μειώθηκαν την περασμένη δεκαετία, αυτή η μείωση δεν προήλθε από κάποια ουσιαστική βελτίωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Αντίθετα, ήταν αποτέλεσμα της γενικότερης συρρίκνωσης των εισοδημάτων των πολιτών λόγω της οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα παραμένει η χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου οι πολίτες καλούνται να πληρώσουν το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών υγείας από την τσέπη τους, σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη χώρα-μέλος. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση όσον αφορά τον αριθμό νοσηλευτών ανά κάτοικο, σύμφωνα πάντα με την ίδια έκθεση.

Εντυπωσιακές (αν όχι ανησυχητικές) είναι οι καταγραφές της μελέτης του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (Ι.Δ.Ε.Μ.). Τα δεδομένα της θνησιμότητας επιβεβαιώνουν τον «κοινωνικό διαχωρισμό» της Αττικής ως προς τη θνησιμότητα. Οι προτυποποιημένοι ειδικότερα δείκτες του 2014, 2019 και 2021, που δεν επηρεάζονται από την διαφοροποιημένη κατανομή του πληθυσμού των Π.Ε της Αττικής ανά ηλικία, δείχνουν έναν σαφή διαχωρισμό, μεταξύ Βορείου και Νοτίου Τομέα Αθηνών, από την μια μεριά, και των λοιπών ενοτήτων που χαρακτηρίζονται από υψηλότερη θνησιμότητα.

Επίσης, με βάση τα στοιχεία του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ), οι πιο μορφωμένοι και πλούσιοι («υψηλές κοινωνικο-επαγγελματικές κατηγορίες») κατοικούν στις βόρειες και νότιες περιοχές της Αθήνας, οι φτωχότεροι (οι «εργατικές τάξεις») διαμένουν κυρίως στη δυτική Αθήνα ενώ το κέντρο της πρωτεύουσας και του Πειραιά είναι μικτοί κοινωνικοί χώροι.

Από την έρευνα επιγραμματικά ξεχωρίζουμε τρία ενδιαφέροντα στοιχεία:

  • Η πιο νεανική περιοχή: Η Δυτική Αττική είναι η νεανικότερη περιοχή, καθώς η διάμεση ηλικία του πληθυσμού της, μόλις υπερβαίνει τα 41 έτη, έναντι 45,5-46 έτη στις άλλες περιοχές.
  • Αύξηση θνησιμότητας: Από το 2019 καταγράφεται σημαντική αύξηση της θνησιμότητας, η μεγαλύτερη σημειώνεται στις δυτικές και κεντρικές περιοχές Αθήνας και Πειραιά.
  • Διακριτές περιοχές: Όλα έχουν την εξήγησή τους. «Οι καλύτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες επικρατούν στη Βόρεια και Νότια Αθήνα ενώ οι χειρότερες στο Δυτικό Τομέα», σημειώνει η έρευνα.

Με βάση τα δεδομένα της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat, το Ινστιτούτο ανέλυσε τις διαφορές στη θνησιμότητα στις διάφορες περιοχές της Αττικής, εστιάζοντας σε τρεις χρονικές περιόδους: το 2014, το 2019 και το 2021. Χωρίζοντας την Αττική σε πέντε γεωγραφικές ενότητες – τον Βόρειο, τον Νότιο, τον Δυτικό, τον Κεντρικό Τομέα και τον Τομέα Πειραιά και νήσων – προχώρησε σε μια λεπτομερή χαρτογράφηση της κατάστασης που διαμορφώθηκε την τελευταία δεκαετία.

Από την ανάλυση των δεδομένων προκύπτει το πρώτο σημαντικό συμπέρασμα, το οποίο είναι ότι, κατά την τελευταία δεκαετία, η θνησιμότητα παρουσιάζει μια συνεχώς αυξανόμενη τάση. Οι δείκτες του 2021 καταγράφουν σαφή άνοδο σε σχέση με το 2019, ενώ και σε σύγκριση με το 2014 είναι επίσης σημαντικά υψηλότεροι. Ιδιαίτερα, η αύξηση που παρατηρείται από το 2019 έως το 2021 είναι αξιοσημείωτη, κάτι που αποδίδεται κυρίως στις δραματικές επιπτώσεις της πανδημίας του Covid-19, η οποία αύξησε τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές σε παγκόσμιο επίπεδο και επηρέασε σημαντικά τα ποσοστά θνησιμότητας σε πολλές χώρες.

Περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων για την Αττική, με τον διαχωρισμό της σε επιμέρους περιοχές, φανερώνει τις σημαντικές διαφορές που υπάρχουν στη θνησιμότητα μεταξύ αυτών των περιοχών. Αυτές οι διαφορές φαίνεται να συνδέονται άμεσα με κοινωνικά και ταξικά κριτήρια, όπως οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και άλλοι παράγοντες που καθορίζουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Συνεπώς, οι διαφοροποιήσεις αυτές αναδεικνύουν τις κοινωνικές ανισότητες που υπάρχουν στο σύστημα υγείας, καθώς και τη δυσκολία κάποιων κοινωνικών ομάδων να αποκτήσουν ισότιμη πρόσβαση σε υπηρεσίες πρόληψης και θεραπείας.

Στον Προτυποποιημένο Δείκτη Θνησιμότητας, ο Βόρειος Τομέας Αθηνών έχει καταγράψει 8,7 θανάτους ανά 100 κατοίκους το 2014, 9,3 θανάτους το 2019 και 12,3 θανάτους το 2021. Ο Νότιος Τομέας, τα αντίστοιχα χρόνια, κατέγραψε 9,1 θανάτους ανά 100 κατοίκους, 10,6 και 11,8.

Αυτές οι καταγραφές αφορούν τις δύο πιο εύπορες περιοχές της Αττικής. Ωστόσο, η εικόνα διαφοροποιείται σημαντικά όταν στραφούμε προς την άλλη πλευρά της περιφέρειας, σε περιοχές όπου κατοικούν, σύμφωνα με τα δεδομένα της απογραφής, οι πολίτες των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τη Δυτική Αθήνα, το Κέντρο της πόλης και τον Πειραιά. Σε αυτές τις περιοχές, οι συνθήκες ζωής είναι διαφορετικές και η θνησιμότητα παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις, κάτι που αποκαλύπτει τις έντονες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες που υφίστανται στην Αττική.

Πίνακας 1- Αδροί (Α.Δ.Θ.) και Προτυποποιημένοι (Π.Δ.) δείκτες θνησιμότητας στις Π.Ε. της Αττικής, 2014-2021

Στον Δυτικό Τομέα λοιπόν, ο Προτυποποιημένος Δείκτης Θνησιμότητας κατέγραψε 10.4 θανάτους ανά 100 κατοίκους το 2014, 11.5 θανάτους το 2019 και 13.9 θανάτους το 2021. Αναλογικά δηλαδή, σχεδόν 2 θανάτους ανά 100 κατοίκους περισσότερους από τα Βόρεια και τα Νότια της Αττικής.

Αντίστοιχα, στον Κεντρικό Τομέα καταγράφηκαν το 2014 10.3 θάνατοι ανά 100 κατοίκους, 12.4 θάνατοι το 2019 και 14.1 θάνατοι το 2021. Τέλος, Πειραιάς και νήσοι κατέγραψαν 11.1 θανάτους το 2014, 12.9 το 2019 και 14.9 το 2021, πλησιάζοντας αύξηση 3 θανάτων ανά 100 κατοίκους συγκριτικά με τον Βόρειο και τον Νότιο Τομέα της Αττικής.

Σχετικά Άρθρα