Ρεπορτάζ libre: Γιατί πληρώνουμε 10% παραπάνω για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι-Τα χειρότερα έρχονται τον Ιανουάριο
Η αναζήτηση ήταν εύκολη στο αρχείο του Libre. Για τις ανάγκες του ρεπορτάζ που ήδη διαβάζετε, ψάξαμε να βρούμε σε ποια περίπου επίπεδα κυμάνθηκαν οι τιμές στο περσινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι και διαπιστώσαμε ότι συνολικά αυξήθηκαν κατά 11,4% σε σχέση με το 2022. Η αύξηση για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι του 2024 είναι περίπου η ίδια.
Διψήφια καθώς έφτασε και πάλι το 10% σε σχέση με τις τιμές που πληρώσαμε πέρυσι. Και αναρωτιέται κανείς βασικά δύο πράγματα:
- Πρώτον που θα φτάσουν οι τιμές αν μέσα σ’ ένα χρόνο αυξάνονται 10% σε σχέση με αυτές του προηγούμενου έτους και δεύτερον αν τα όποια εισοδήματα των πολιτών αυξήθηκαν επίσης 10% κατά το έτος που φεύγει.
Η δεύτερη ερώτηση, αν μιλάμε για μισθωτούς του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα, έχει σίγουρη απάντηση και αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη πέρα από ένα ξερό, σαφέστατο, ξεκάθαρο όχι.
Γιατί όμως ακρίβυνε και το εφετινό εορταστικό τραπέζι μας; Πολύ απλά γιατί όλα τα απαραίτητα είδη που καταναλώνουμε κατά τις εορτές πήραν την ανιούσα. Το αρνί στοιχίζει πλέον 14 ευρώ ενώ πέρυσι είχε 13 ευρώ το κιλό (πάντα κατά μέσο όρο, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο ΙΝΚΑ). Τα παϊδάκια επίσης 14 ευρώ το κιλό από 13, το λουκάνικο 10 ευρώ από 9.
Οι μπύρες ακρίβυναν κατά 10 λεπτά, τα αναψυκτικά το ίδιο, τα 750 ml του εμφιαλωμένου κρασιού στοιχίζουν εφέτος 16 ευρώ. Οι κουραμπιέδες, άκρως απαραίτητο έδεσμα για τα Χριστούγεννα έφτασαν στα 17 ευρώ το κιλό από 16, οι τομάτες στα 2,90 από 2,50 πέρυσι, το κασέρι τυρί ακρίβυνε κατά 10 λεπτά. Σταθερές έμειναν οι τιμές της φέτας και της πατάτας (να και ένα σχετικά ανακουφιστικό νέο).
Στο ήδη αυξημένο κόστος δεν έχει υπολογιστεί η τιμή του λαδιού προϊόν που δεν μπορεί να λείπει από κανένα ελληνικό σπίτι και το οποίο πέρυσι ήταν πανάκριβο λόγω εξαιρετικά περιορισμένης παραγωγής. Δεν έχει υπολογιστεί ούτε η τιμή των αυγών ενώ στα υπόψη του ο καθένας θα πρέπει να συμπεριλάβει και το κόστος της ενέργειας που θα καταναλωθεί για την παρασκευή των γευμάτων.
Ερχονται νέες αυξήσεις τον Ιανουάριο
Η πιο δυσάρεστη είδηση όμως από το μέτωπο της ακρίβειας δεν έρχεται από το ύψος του κόστους του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού σε σχέση με πέρυσι. Εχει να κάνει με την πληροφορία, που είδε την Δευτέρα το φως της δημοσιότητας, ότι μεμονωμένες εταιρίες παρέδωσαν ήδη στο Υπουργείο Ανάπτυξης νέο πίνακα τιμών για τα προϊόντα τους ο οποίος θα ισχύσει από τον Ιανουάριο και φέρει σημαντικές αυξήσεις από 9 έως 23 ευρώ σε είδη πρώτης ανάγκης.
- Παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι οι περαιτέρω αυξήσεις τιμών δεν θα περιοριστούν στα είδη των εν λόγω εταιριών αλλά θα επεκταθούν άνετα στα φρούτα και τα λαχανικά καθώς και σε άλλα προϊόντα. Παρατηρείται δε το φαινόμενο (όχι για πρώτη φορά είναι η πραγματικότητα) ότι παρά την πτώση των τιμών στις οποίες πωλούν οι παραγωγοί, η τιμή στο ράφι να παραμένει αμετάβλητη ή και να αυξάνεται ακόμα.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα σε φρούτα εποχής: Ο παραγωγός του μανταρινιού πουλάει τη σοδειά του στα 25 λεπτά το κιλό (αντί 50 λεπτών το προηγούμενο διάστημα) αλλά η τιμή παραμένει σταθερή (περίπου στο 1,50 ευρώ το κιλό). Το ίδιο συμβαίνει και στη διανομή του πορτοκαλιού του οποίου η παραγωγή βρίσκεται στο ζενίθ αυτήν την εποχή. Από τον παραγωγό φεύγει στα 20 λεπτά το κιλό (πλέον), η τιμή του όμως στο ράφι παραμένει σταθερή (και υψηλή).
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι όποιοι μεσάζοντες αυξάνουν θεαματικά το κέρδος τους, ενώ την ίδια ώρα οι παραγωγοί περιορίζονται σε αμοιβές μάλλον μικρές που πολλές φορές ίσα που καλύπτουν το κόστος της παραγωγής τους. Πρόκειται για φαινόμενο εκφυλισμού της παραγωγής στην ελληνική αγορά που φυσικά δεν είναι τωρινό αλλά δεν έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά από καμία κυβέρνηση τα πολλά τελευταία χρόνια.
Είναι μάλλον περιττό να τονιστεί ότι τα νέα φαινόμενα ακρίβειας, όπως περιγράφηκαν παρά πάνω, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά από το Καλάθι του Νοικοκυριού και το Καλάθι των Χριστουγέννων που έχει ήδη ξεκινήσει και περιλαμβάνει πολύ συγκεκριμένα προϊόντα (αρνί, κατσίκι, γαλοπούλα, καθώς και τσουρέκι, βασιλόπιτα και σοκολάτα). Δεν περιορίζεται κανείς μόνο σ’ αυτά άλλωστε, ούτε και είναι αρκετά έτσι ώστε να “νιώσει” την προσφορά στην τσέπη του.
Ετσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα είναι προφανώς σίγουρο ότι οι πολίτες όταν θα ρωτούνται από τους δημοσκόπους μέσα στο 2025 ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, θα απαντούν μ’ ένα στόμα και μία φωνή η ακρίβεια. Οπως έπρατταν δηλαδή και μέσα στο 2024 αλλά και το 2023, δείγμα ότι οι όποιες προσπάθειες αντιμετώπισης του φαινομένου έπεσαν στο κενό.