Μαξίμου/Ανοιχτά πολιτικά ζητήματα: Προεδρική εκλογή, εκλογικός νόμος και… εσχάτως ανασχηματισμός- Τι δείχνουν οι κυλιόμενες δημοσκοπήσεις
Μπορεί η κεντρική κυβερνητική εντολή να είναι “να κόβεται κάθε συζήτηση προεδρολογίας” και προς αυτήν την κατεύθυνση να βοηθάει και η επιλογή του Κώστα Καραμανλή να ξεκαθαρίσει πως δεν το ενδιαφέρει, όμως η ονοματολογία έχει φουντώσει και όλοι αναμένουν τις αποφάσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη οι οποίες αυτή τη φορά δεν φαίνονται απλή διαδικασία. Η κυβέρνηση επιχειρεί να επικεντρώσει σε ζητήματα καθημερινότητας, ωστόσο στο προσκήνιο παραμένει η αλλαγή του εκλογικού νόμου και εσχάτως… προέκυψε και ανασχηματισμός.
Όσον αφορά το πρόσωπο που θα προταθεί από την κυβέρνηση για Πρόεδρο Δημοκρατίας ο γρίφος είναι σύνθετος και σε αυτή τη χρονική συγκυρία φαίνεται πως όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά ενώ οι τελικές αποφάσεις δεν έχουν ακόμα ληφθεί.
- Η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας απαιτεί στην πρώτη ψηφοφορία 200 ψήφους. Αν δεν συγκεντρωθεί ο αριθμός ακολουθεί δεύτερη ψηφοφορία, ενώ την τρίτη φορά αρκούν 180 ψήφοι. Εφόσον δε συγκεντρωθεί αυτός ο αριθμός ακολουθεί τέταρτη ψηφοφορία, όπου απαιτείται πλειοψηφία 151 βουλευτών. Αν ούτε αυτό καταστεί εφικτό στην πέμπτη ψηφοφορία αρκεί απλά η σχετική πλειοψηφία.
Κυβερνητικοί κύκλοι εκτιμούν πάντως πως το πολιτικό τοπίο επανέρχεται όπως ήταν πριν από τη διαγραφή του Α. Σαμαρά. Επίσης βγαίνοντας από την εξίσωση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας ο Κ. Καραμανλής, η συζήτηση επιστρέφει σε πιο ήρεμα νερά, δηλαδή εκεί που ήταν, πριν από την παρέμβαση του Α. Σαμαρά.
Πάντως ειδικά μετά τη διαγραφή Σαμαρά το ενδεχόμενο μιας υποψηφιότητας που να «μιλά» στη βάση του κόμματος έχει κερδίσει έδαφος. Η επιλογή ενός προσώπου με κεντροδεξιό προφίλ που να συνδέεται με τις ρίζες του κόμματος θα συσπείρωνε τους κυβερνητικούς βουλευτές της Ν.Δ και ενδεχομένως θα μπορούσε να στηριχθεί και από κάποιο δεξιό κόμμα. Ωστόσο μια τέτοια λύση δεν θα έβρισκε υποστηρικτές στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ και επομένως δεν θα εξέπεμπε μήνυμα ευρύτερων συναινέσεων.
Σε αυτήν την περίπτωση δυνατά παίζει το όνομα του Προέδρου της Βουλής Κώστα Τασούλα, καθώς θα συσπείρωνε τους βουλευτές της Ν.Δ. και δεν θα υπήρχαν διαρροές. Το σενάριο για τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Δένδια μάλλον δεν υφίσταται καθώς ο ίδιος δήλωσε πως δεν ενδιαφέρεται για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Το δεύτερο σενάριο είναι ένα πρόσωπο που θα απευθύνεται σε ένα ευρύτερο ακροατήριο και δεν θα «συνδέεται» πολιτικά με τη Ν.Δ. Σε μία τέτοια περίπτωση η κυβέρνηση θα εξέπεμπε μήνυμα πως επιδιώκει ευρύτερες συναινέσεις. Όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος διαρροών από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας. Για παράδειγμα ένα ενδεχόμενο είναι να προταθεί εκ νέου η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ωστόσο σε αυτή την περίπτωση ενδέχεται να υπάρξουν γαλάζιοι βουλευτές που δεν θα υπερψηφίσουν.
Ένα όνομα που έχει ακουστεί εντόνως είναι του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, καθώς θεωρείται πως θα μπορούσε να ψηφιστεί και από άλλα κόμματα (όπως το ΠΑΣΟΚ). Στα σενάρια που έχουν κυκλοφορήσει περιλαμβάνεται το όνομα του πρώην υπηρεσιακού πρωθυπουργού Παναγιώτη Πικραμμένου. Πιθανό θεωρείται πάντως το επόμενο διάστημα να ακουστεί κάποιο πρόσωπο έκπληξη, που να διαθέτει τεχνοκρατικά χαρακτηριστικά.
Οι κυλιόμενες μετρήσεις και ο εκλογικός νόμος
Την ίδια ώρα οι κυλιόμενες μετρήσεις δείχνουν ότι:
- Η Ν.Δ. στην πρόθεση ψήφου έχει μπροστά το 3 (30%-31,5%).
- Δεν προκύπτουν απώλειες λόγω της διαγραφής του τέως πρωθυπουργού.
- Το ΠΑΣΟΚ δείχνει να έχει «πιάσει ταβάνι», χωρίς να έχει δυναμική για περαιτέρω ενίσχυση.
- Δεν συνεχίζεται η ανοδική πορεία που είχαν τα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά της Ν.Δ.
- Από τον τέως ΣΥΡΙΖΑ προκύπτουν άλλα δυο μικρά κόμματα (ο νυν ΣΥΡΙΖΑ και το κόμμα Κασσελάκη), τα οποία έχουν μεταξύ τους διαφορά στα όρια του στατιστικού λάθους και κανένα από τα δύο δεν απειλεί ούτε το ΚΚΕ ούτε την Ελληνική Λύση.
Από την κυβέρνηση δεν θέλουν να ανοίξουν σε αυτή τη χρονική συγκυρία τη συζήτηση για αλλαγές στον εκλογικό νόμο παρά τις κατά καιρούς δηλώσεις (βλέπε Γεωργιάδη). Στο παρασκηνιο πάντως δεν είναι λίγοι με βάση και τα παραπάνω δημοσκοπικά ευρήματα που θα έβλεπαν θετικά το ενδεχόμενο κάποιων αλλαγών στον εκλογικό νόμο όπως να πέσει το όριο που χρειάζεται το πρώτο κόμμα για να πάρει το σύνολο του μπόνους και δεύτερον να αυξηθεί το ποσοστό που απαιτείται για την είσοδο στη Βουλή από το 3% στο 5%.
Στην παρούσα πάντως φαίνεται πώς επανέρχεται επιτακτικά η καθημερινότητα γι’ αυτό και η κυβέρνηση επικεντρώνει εκεί.
Από τις μετρήσεις επιβεβαιώνεται με μεγάλη σαφήνεια ότι το Νο1 πρόβλημα της κοινωνίας είναι η ακρίβεια και η αγοραστική δύναμη των πολιτών, καθώς και η ευαισθησία που έχει η ελληνική κοινωνία για τα εθνικά θέματα, και την ασφάλεια στην καθημερινότητα.
Έτσι με βάση το συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση δεν έχει πολιτικό αντίπαλο ως εναλλακτική λύση με το ΠΑΣΟΚ να είναι ανέτοιμο, τον ΣΥΡΙΖΑ σε διασπάσεις μικρομεσαίων κομμάτων και τα κόμματα στα δεξιά της Ν.Δ. να είναι σε πόλεμο μεταξύ τους, η κυβέρνηση στρέφεται στην ενίσχυση της μεσαίας τάξης (εισοδηματική ενίσχυση και μείωση της φορολογίας) και στην αντιμετώπιση των κρίσιμων προβλημάτων της ακρίβειας, της Υγείας, της ασφάλειας, του μεταναστευτικού και των συγκοινωνιών.
Όλα αυτά εφόσον με την επιστροφή του Αντώνη Σαμαρά από τις ΗΠΑ δεν υπάρξει αναζωπύρωση των εντάσεων ή νέες κινήσεις του πρώην πρωθυπουργού.
Το σενάριο ανασχηματισμού
Σε αυτο το κλίμα το τελευταίο διάστημα έχουν αναζωπυρωθεί και τα σενάρια για ανασχηματισμό και οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων από τον πρωθυπουργό καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν στασιμότητα στα ποσοστά της Νέας Δημοκρατίας θεωρείται πιθανό να επιχειρηθεί ένα… restart.
Σε περίπτωση που κλειδώσει ο ανασχηματισμός δεν αναμένονται πάντως σαρωτικές αλλαγές σε επίπεδο υπουργών και για μια ακόμα φορά τα βλέμματα θα στραφούν πρωτίστως στους υφυπουργούς. Μετά πάντως και την διαγραφή Σαμαρά θα έχει ενδιαφέρον σε ποιο βαθμό θα αξιοποιηθούν βουλευτές που θεωρείται πως είναι κοντά στο πρώην πρωθυπουργό αλλά και αν θα επιλεγούν κυρίως βουλευτές που μιλάνε σε ένα παραδοσιακό ακροατήριο του κόμματος.
Και μένει να φανεί αν ο ανασχηματισμός θα πάει μετά την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, ώστε μέχρι τότε να έχουν κλείσει όλα τα ανοιχτά θέματα.
Τα ελληνοτουρκικά
Ένα άλλο ζήτημα που ειναι ψηλά στο πολιτικό ενδιαφέρον αλλά και των πολιτών είναι οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Στην κυβέρνηση θεωρούν ότι υπάρχει προσπάθεια ακραίων κύκλων να δημιουργηθεί, με αφορμή τον ελληνοτουρκικό διάλογο, κλίμα μειοδοσίας.
Στις 11 Δεκεμβρίου ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτης θα ενημερώσει κατ’ ιδίαν όλους τους πολιτικούς αρχηγούς, συνεχίζοντας την ενημέρωση που έχει κάνει ήδη στην Επιτροπή Αμυνας και Εξωτερικών της Βουλής.
Η κυβέρνηση καθιστά σε κάθε ευκαιρία σαφές ότι δεν διαπραγματεύεται τίποτα άλλο με την Τουρκία, πέραν της οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο. Απορίπτει επίσης τα περί «μυστικής διπλωματίας» και «διπλωματίας της πίσω πόρτας» εικασίες που όπως αναφέρει συνιστούν ένα αφελές, αλλά επικίνδυνο πολιτικό αφήγημα, το οποίο αποσκοπεί μόνο στην ψηφοθηρία και την πολιτική κερδοσκοπία των ακραίων δεξιών κομμάτων.
Κυβερνητικές πηγές, σχολιάζοντας τις πρόσφατες αναθεωρητικές δηλώσεις του Τούρκου ΥΠΕΞ Χ. Φιντάν, οι οποίες απαντήθηκαν άμεσα από την ελληνική πλευρά, επεσήμαναν τα αντίστοιχα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Τ. Ερντογάν στην Τουρκία, δεχόμενος έντονη κριτική από εθνικιστικούς κύκλους της γείτονος για ενδοτισμό απέναντι στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πρόσφατες εμπρηστικές δηλώσεις του Χ. Φιντάν (για «τουρκική μειονότητα στη Θράκη», «ομοεθνείς μας στα Δωδεκάνησα», ζητήματα κυριαρχίας κ.λπ.) έγιναν αμέσως μετά την κριτική που υπέστη στη Βουλή της χώρας του.