Η άγνωστη πρόταση Γεραπετρίτη στον Φιντάν: Διαχωρισμός υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ από την “ολιστική προσέγγιση”
Ο ελληνοτουρκικός διάλογος στο ανώτατο επίπεδο των υπουργών Εξωτερικών με εντολή των ηγετών των δύο χωρών που βρίσκεται σε εξέλιξη, μπορεί να μην καταδύθηκε στα “βαθιά νερά” κατά την δίωρη συνάντηση εργασίας του Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν επιβεβαίωσε, όμως, την πρόθεση των δύο πλευρών να συνεχιστεί η πολιτική των “ήρεμων νερών” στο Αιγαίο, αν και με ενεργές τις γνωστές τουρκικές αιτιάσεις τις οποίες η Άγκυρα υπενθυμίζει συχνά πυκνά.
Θα ήταν, ωστόσο, λανθασμένη μία προσέγγιση περί στασιμότητας αυτού του διαλόγου, πολύ περισσότερο περί αποτυχίας, όπως έσπευσαν να αναφέρουν κάποιοι εγχώριοι αναλυτές. Είναι αλήθεια πως ένας τέτοιος διάλογος, που αγγίζει στερεότυπα δεκαετιών και επηρεάζεται από τους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς και, πλέον, τις νέες διεθνείς ανακατατάξεις που θα προκαλέσει η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, δεν θα μπορούσε να αποφέρει σύντομα ορατά αποτελέσματα. Ωστόσο, συγκλίνουσες πληροφορίες αναφέρουν ότι οι διαβουλεύσεις Γεραπετρίτη- Φιντάν έχουν τώρα ένα νέο στοιχείο που ενδεχομένως να αποτελέσει τον καμβά εξελίξεων.
Βασική πτυχή αυτής της σκιαγραφούμενης νέας κατάστασης είναι, ως φαίνεται, η πρόταση Γεραπετρίτη προς τον Φιντάν να αποσυνδεθεί η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ από τις υπόλοιπες «διαφορές» που επικαλείται η Τουρκία. Ουσιαστικά πρόκειται για μία πρόταση διαλόγου σε δύο παράλληλα επίπεδα: το πρώτο και βασικό εντός της πάγιας εθνικής θέσης που συνιστά και “κόκκινη” γραμμή (αξεπέραστη για οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση), ήτοι στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου της Θάλασσας, το δεύτερο στο πεδίο μιας διμερούς προσέγγισης, όπου η Τουρκία θα βάλει στο τραπέζι τα ζητήματα που στρατηγικά επικαλείται, και η ελληνική πλευρά το casus belli και άλλα θέματα.
Είναι προφανές πως εάν το πρώτο είναι δύσκολο, καθώς έχει ως προϋπόθεση την αποδοχή από την Τουρκία της δικαιοδοσίας του διεθνούς δικαστηρίου μαζί με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου (τους οποίους δεν έχει υπογράψει, αν και σε μεγάλο βαθμό την δεσμεύουν), το δεύτερο είναι ακόμα δυσκολότερο και επί της ουσίας αλλά και για σειρά πολιτικούς λόγους στο εσωτερικό των δύο χωρών, ίσως περισσότερο καθ΄ ημάς, εάν λάβει κανείς υπόψη του την ενίσχυση των κομμάτων στα δεξιά της Ν.Δ και, φυσικά, τις ισχυρές αντιστάσεις της δεξιάς πτέρυγας του κυβερνώντος κόμματος και τις παρεμβάσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών.
Όμως, το γεγονός ότι ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών έβαλε στο τραπέζι την πρόταση περί διαχωρισμού του διαλόγου, σε μία φάση όπου συζητείται μόνο η οριοθέτηση ΑΟΖ και χάραξη υφαλοκρηπίδας, και σε μία δεύτερη (που μπορεί να “τρέχουν” παράλληλα) όπου συζητώνται όλες οι διαφορές, στο πλαίσιο, προφανώς, της “ολιστικής προσέγγισης” που περιέγραψε ο Χακάν Φιντάν, συνιστά εξέλιξη και μένει να διαπιστωθεί εάν η τουρκική πλευρά την αποδεχτεί στην επόμενη συνάντηση των δύο υπουργών Εξωτερικών και σε άλλες συναντήσεις εργασίας πριν την συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν στις αρχές του 2025.
Ο καλά πληροφορημένος καθηγητής, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών (επί κυβέρνησης του Κώστα Σημίτη), αλλά και συνομιλητής, παλαιότερα, του πρωθυπουργού, Χρήστος Ροζάκης, επικαλείται παρόμοιες πληροφορίες (σε άρθρο του στο KREPORT).
Επισημαίνει χαρακτηριστικά:
Σε γενικές γραμμές η συνάντηση των δυο υπουργών δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αποτυχία.
Πρώτον, γιατί κάθε συνάντηση με τους Τούρκους αποτελεί μια επιβεβαίωση της επανέναρξης των επαφών και, συνεπώς, της καλής επικοινωνίας των δυο χωρών ανάμεσα τους.
Δεύτερον, η συνάντηση διεξήχθη σε καλό κλίμα, πράγμα που κατά κάποιο τρόπο παγιώνει την ειρηνική περίοδο που έχει εγκατασταθεί στο Αιγαίο.
Τρίτον, αν ευσταθεί η πληροφόρηση μου για την πρόταση του Έλληνα Υπουργού των Εξωτερικών για την αποκόλληση της διαφοράς για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ από τις υπόλοιπες «διαφορές» που επικαλείται η Τουρκία, τότε η επιφύλαξη του Τούρκου ομολόγου του, μπορεί να μεταβληθεί σε αποδοχή της στο μέλλον. Κάτι που θα διευκολύνει τα μέγιστα την προσέγγιση των δυο κρατών για μια μονιμότερη ειρήνευση στην περιοχή, και την πραγματική αποκατάσταση της εμπιστοσύνης ανάμεσα στους δυο λαούς.
Ο κ. Ροζάκης περιγράφει, μάλιστα, τη στάση των δύο πλευρών ως προς αυτή τη νέα πρόταση Γεραπετρίτη.
” Οι δυο πλευρές εμμένουν σταθερά στις θέσεις τους, η Ελλάδα για τη μοναδική διαφορά, η Τουρκία για μια «ολιστική προσέγγιση», δηλ. για μια συμπερίληψη στις διαπραγματεύσεις και άλλων θεμάτων, όπως το θέμα του εύρους της αιγιαλίτιδας, ή το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης σε συνδυασμό με το νεότευκτο τουρκικό επιχείρημα ότι αυτή συνδέεται με την κυριαρχία, ή το θέμα της μειονότητας, κλπ. Μάλιστα ο κ. Φιντάν ισχυρίστηκε ότι οι διεκδικήσεις ή οι αιτιάσεις αυτές αποτελούν στοιχεία συνδεδεμένα με τη διαφορά για την υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και δεν είναι δυνατόν να αποκοπούν. Στην πρόταση της ελληνικής πλευράς που, από πληροφορίες μου έγινε από το κ. Γεραπετρίτη, να εξεταστεί χωριστά το θέμα της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ από τις άλλες διαφορές, ο κ. Φιντάν επιφυλάχθηκε να απαντήσει. Κι όμως αυτό θα μπορούσε να λύσει τον γόρδιο δεσμό του αδιεξόδου των διαπραγματεύσεων.