Πολεμικές επανορθώσεις από τη Γερμανία: Τι ισχύει τελικά; Το ολοκαύτωμα της Κανδάνου
Το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων εκ μέρους της Γερμανίας στην Ελλάδα έρχεται πάλι στην επικαιρότητα με αφορμή την επίσκεψη του Γερμανού Προέδρου, Σταϊνμάιερ στη χώρα μας.Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπεγράφησαν μια σειρά συνθηκών προκειμένου να διασφαλιστεί ότι χώρες όπως η Ελλάδα, το Ισραήλ και η Σοβιετική Ένωση θα αποζημιώνονταν για την καταστροφή που υπέστησαν. Αυτοί που έχασαν τον πόλεμο έπρεπε να πληρώσουν τους νικητές.
Η Γερμανία έπρεπε να πληρώσει τα περισσότερα για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως, το αρχικό σύνολο εξακολουθεί να είναι ασαφές –ίσως γιατί οι συμμαχικές χώρες απαίτησαν διαφορετικές μορφές αποζημίωσης στις διάφορες συνεδριάσεις που πραγματοποιήθηκαν ώστε να συζητηθεί η Ευρώπη μετά τον πόλεμο. Πιστεύεται πως αρχικώς οι σύμμαχοι υπέδειξαν ότι η Γερμανία χρωστούσε έως και 320 δισ. δολάρια σε κατατεθειμένα αιτήματα αποζημιώσεων – ποσό που σύντομα κατάλαβαν ότι δεν θα μπορούσε να αποπληρωθεί από τη Γερμανία την περίοδο εκείνη, ιδιαίτερα λόγω και του πρόσθετου χρέους από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε συνέδριο για το Γερμανικό Εξωτερικό Χρέος που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο το 1952, τα μεταπολεμικά χρέη της Γερμανίας απομειώθηκαν στα περίπου 7 δισ. γερμανικά μάρκα (περίπου 3 δισ. δολάρια με τις σημερινές ισοτιμίες) από 16,2 δισ. γερμανικά μάρκα, ενώ τα προπολεμικά χρέη της μειώθηκαν σε 7,3 δισ. γερμανικά μάρκα.
Επιπλέον, η Γερμανία έπρεπε να παραχωρήσει την εξουσία της χώρας και να διαιρεθεί αρχικά σε τέσσερις ζώνες που θα εξουσίαζαν οι σύμμαχοι, οι οποίες θα ήταν αποστρατικοποιημένες και από τις οποίες θα αφαιρούνταν όλος ο οπλισμός.
Στο Συνέδριο του Πότσδαμ -ένα από τα συνέδρια των συμμάχων- αναφέρθηκε πως «η αποπληρωμή των επανορθώσεων θα πρέπει να αφήνει αρκετούς πόρους ώστε να μπορούν οι Γερμανοί να ζήσουν χωρίς εξωτερική βοήθεια».
Στις 14 Ιανουαρίου 1946, στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι, δημιουργήθηκαν δύο μορφές επανορθώσεων για τους συμμάχους, σε μερίδια: η μία αφορούσε όλες τις επανορθώσεις, περιλαμβανομένων και των κεφαλαίων και η δεύτερη τον «βιομηχανικό και άλλο κεφαλαιακό εξοπλισμό». Η Βρετανία, οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Γιουγκοσλαβία ήταν οι μεγαλύτεροι μέτοχοι.
Επιπλέον, η Γερμανία υπέγραψε συμφωνία στις 10 Σεπτεμβρίου 1952, επιβεβαιώνοντας πως η Δυτική Γερμανία θα συμφωνούσε να πληρώσει 3 δισ. γερμανικά μάρκα στο Ισραήλ σε δόσεις και 450 εκατ. γερμανικά μάρκα στο Παγκόσμιο Εβραϊκό Κογκρέσο, ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις εβραϊκές κοινότητες, σε διάστημα 12 ετών.
Αν και παραμένει ασαφές πόσα χρωστούσε αρχικά η Γερμανία και πόσα πρέπει να πληρώσει τώρα -δεδομένων των τόκων επί του αρχικού δανείου και των χωρών που υποστηρίζουν ότι δεν έχουν πάρει αρκετά- ένας συγγραφέας έχει διακινδυνεύσει μια εκτίμηση: σύμφωνα με τον Pablo De Grieff, συγγραφέα του βιβλίου «The Handbook of Reparations», μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 1965 η Γερμανία είχε καταβάλει 4,5 δισ. δολάρια, τα οποία αυξήθηκαν συνολικά σε άνω των 38,6 δισ. δολα. μέχρι το 2000.
Στην Ελλάδα το 80% της εγχώριας βιομηχανίας καταστράφηκε, όπως επίσης και το 28% των υποδομών.
Η πραγματική τραγωδία ωστόσο είναι ότι εκατοντάδες χιλιάδες άμαχοι έχασαν τη ζωή τους, καθώς τα χρόνια της κατοχής πέθαναν 273.000 – 747.000 Έλληνες, ή το 3,7-10,2% του προπολεμικού πληθυσμού.
Επιπλέον, το 1942, η Ελληνική Κεντρική Τράπεζα αναγκάστηκε από το κατοχικό καθεστώς να δανείσει 476 εκατομμύρια Ράιχσμαρκ με επιτόκιο 0% στη ναζιστική Γερμανία.
Μετά τον πόλεμο, η Ελλάδα έλαβε το μερίδιό της από τις αποζημιώσεις που κατέβαλε η Γερμανία στους Συμμάχους.
Αρχικά είχε αποφασιστεί να δοθούν στην Ελλάδα 7,181 δισ. δολάρια. Στο τέλος, πάντως, η Ελλάδα έλαβε αποζημιώσεις με τη μορφή χρημάτων και βιομηχανικών αγαθών αξίας περίπου μόλις 25 εκατομμυρίων δολαρίων.
Το 1960, η Γερμανία υπέγραψε συνθήκη με την ελληνική κυβέρνηση για αποζημίωση των οικογενειών θυμάτων, η οποία ανήλθε σε 115 εκατομμύρια γερμανικά μάρκα.
Οι μεταγενέστερες ελληνικές κυβερνήσεις επιμένουν ότι αυτή ήταν μόνο μια προκαταβολή και ότι πρέπει να γίνουν περαιτέρω πληρωμές.
Τον Απρίλιο του 2015, η Ελλάδα αξιολόγησε τις πολεμικές αποζημιώσεις σε 278,7 δισ. ευρώ, που ισοδυναμούν με 389 δισ. ευρώ το 2022.
Η γερμανική κυβέρνηση απάντησε τότε ότι το ζήτημα επιλύθηκε το 1990, όταν η Δυτική και η Ανατολική Γερμανία υπέγραψαν τη Συνθήκη για τον Τελικό Διακανονισμό με τις πρώην συμμαχικές χώρες των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γαλλίας και της Σοβιετικής Ένωσης.
Ποιος άλλος χρωστάει
Υπάρχουν και άλλες χώρες που έπρεπε να πληρώσουν αποζημιώσεις στο πλαίσιο της Συνθήκης των Παρισίων το 1947 (η οποία ήταν το αποτέλεσμα της Συνδιάσκεψης Ειρήνης των Παρισίων που πραγματοποιήθηκε το 1946).
Η Ιταλία (360 εκατ. δολάρια) ήταν μία από τις βασικές χώρες του Άξονα, με τη Γερμανία και την Ιαπωνία. Στο πλαίσιο της ειρηνευτικής Συνθήκης, έπρεπε να πληρώσει 125 εκατ. δολάρια στη Γιουγκοσλαβία, 105 εκατ. δολάρια στην Ελλάδα, 100 εκατ. δολάρια στη Σοβιετική Ένωση, 25 εκατ. δολάρια στην Αιθιοπία και 5 εκατ. δολάρια στην Αλβανία.
Η Φινλανδία (300 εκατ. δολάρια) είναι η μόνη χώρα από αυτές που απαίτησαν να πληρώσουν αποζημιώσεις από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που πλήρωσε πλήρως τον λογαριασμό της, στέλνοντας 300 εκατ. δολάρια στη Σοβιετική Ένωση το 1952.
Η Ουγγαρία (300 εκατ. δολάρια), στο πλαίσιο της ειρηνευτικής Συνθήκης, απαιτήθηκε να πληρώσει 200 εκατ. δολάρια στη Σοβιετική Ένωση και 100 εκατ. δολάρια στην Τσεχοσλοβακία και τη Γιουγκοσλαβία.
Η Ρουμανία (300 εκατ. δολάρια), στο πλαίσιο της ειρηνευτικής συνθήκης, έπρεπε να πληρώσει 300 εκατ. δολάρια στη Σοβιετική Ένωση, για ζημιές που προκάλεσε με τις «στρατιωτικές επιχειρήσεις» της. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, το ποσό θα καταβαλλόταν «σε διάστημα οκτώ ετών από τις 12 Σεπτεμβρίου 1944, υπό τη μορφή εμπορευμάτων».
Η Βουλγαρία (70 εκατ. δολάρια) κλήθηκε να καταβάλει 45 εκατ. δολάρια στην Ελλάδα και 25 εκατ. δολάρια στη Γιουγκοσλαβία. Το πλήρες ποσό των 70 εκατ. δολαρίων, σύμφωνα με τη Συνθήκη, θα καταβαλλόταν «σε είδος από τα προϊόντα των κατασκευαστικών και μεταλλευτικών βιομηχανιών και από αγροτικά προϊόντα σε διάστημα οκτώ ετών».
Το ολοκαύτωμα στην Κάνδανο
Το καλοκαίρι του 1941 διαδραματίστηκαν τραγικές στιγμές στην Κρήτη, όταν χύθηκε το πρώτο αίμα αμάχων στο όνομα των γερμανικών αντιποίνων. Κοντομαρί, Κακόπετρος, Κάνδανος ήταν τα πρώτα χωριά που αιματοκύλισαν οι Γερμανοί. Η Κάνδανος είναι ένα μεγάλο χωριό στον δρόμο προς τον νότο του νομού Χανίων….
Εκεί ήθελαν να φτάσουν οι Γερμανοί για να εξοντώσουν τις συμμαχικές δυνάμεις που αναζητούσαν διέξοδο προς τη Μέση Ανατολή. Οι κάτοικοι της Κανδάνου πήραν τη γενναία απόφαση να αντισταθούν με ό,τι μέσα διέθεταν και να εμποδίσουν τους Γερμανούς να περάσουν από το χωριό. Στην πρώτη μάχη στα Φλώρια σκοτώθηκαν συνολικά 17 αλεξιπτωτιστές, ανάμεσά τους και ο επικεφαλής του αποσπάσματος, ανθυπολοχαγός Χέλερ…
Η πιο σκληρή μάχη δόθηκε για 24 ώρες στο Καντανιώτικο φαράγγι. Εκεί σκοτώθηκαν 25 ακόμα. Οι κάτοικοι πολεμούσαν με τα λάφυρα των προηγούμενων αναμετρήσεων. Όταν όμως είδαν ότι οι Γερμανοί επέστρεφαν ενισχυμένοι έλαβαν την εντολή να αποσυρθούν προσωρινά στα βουνά. Οι Γερμανοί κατόρθωσαν να διασχίσουν το φαράγγι και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό, που ήταν το λιμάνι της Παλαιόχωρας….
Λίγες μέρες αργότερα επέστρεψαν στην έρημη Κάνδανο. Εκτέλεσαν επί τόπου 6 ηλικιωμένους και στις 3 Ιουνίου, άρχισαν τη συστηματική καταστροφή….
Η Κάνδανος κατέχει μια δραματική πρωτιά στην ιστορία, καθώς είναι το μέρος όπου για πρώτη φορά ελήφθη απόφαση για εκθεμελίωση ολόκληρου οικισμού .
Για να σφραγίσουν το έγκλημά τους, οι κατακτητές τοποθέτησαν τις περίφημες πινακίδες οι οποίες σώζονται μέχρι σήμερα για να μας θυμίζουν ότι από αυτόν τον τόπο πέρασαν οι Ναζί….