Χρυσάνθη Σαρδέλη στο libre: Είναι επιστημονικά λάθος να εμβολιάζονται υγιή άτομα μόνο για λόγους δημοσίου συμφέροντος
Μπαίνοντας στο φθινόπωρο, πλησιάζουμε στην περίοδο έναρξης του αντιγριπικού εμβολιασμού, που σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού θα συνδυαστεί με τον εμβολιασμό κατά της Covid. Η διαδικασία αυτή, συχνά, επιφέρει σύγχυση στους πολίτες σχετικά με το ποια άτομα ή ομάδες πληθυσμού πρέπει να εμβολιάζονται κάθε χρόνο έναντι της γρίπης και κυρίως έναντι της Covid-19, αλλά και από ποιον (μόνο από τον ιατρό τους μετά από κλινική εξέταση ή και από τον φαρμακοποιό). Γιατί κάθε χρονιά, αποδεικνύεται πονοκέφαλος η εμβολιαστική περίοδος για τον πολίτη, το σύστημα Υγείας και τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ταυτόχρονα, η πρόσφατη ανατίμηση πολλών παλαιών και πολύ φθηνών φαρμάκων προκάλεσε αντιδράσεις στους πολίτες, οι οποίοι υποφέρουν από τις διαρκείς ανατιμήσεις των αγαθών εδώ και δύο σχεδόν χρόνια, χωρίς να βλέπουν σημάδια ουσιαστικής βελτίωσης και ήταν επόμενο να δυσαρεστηθούν όταν και το προσιτό σε αυτούς καθημερινό φάρμακο γίνεται τώρα πολύ ακριβότερο.
Για τη νέα εμβολιαστική περίοδο κατά της γρίπης και της Covid-19 και την επιδιωκόμενη (;) συγκράτηση της φαρμακευτικής δαπάνης, μίλησε στο libre, η Δρ. Χρυσάνθη Σαρδέλη, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Κλινικός Φαρμακολόγος, με εξειδίκευση στην Αναπαραγωγική Τοξικολογία, Αναπλ. Καθηγήτρια Φαρμακολογίας-Κλινικής Φαρμακολογίας ΑΠΘ.
Περίπου 30 εκατ. ευρώ η επιβάρυνση για τον Έλληνα ασφαλισμένο από την ανατίμηση των φθηνών φαρμάκων
«Η αύξηση των τιμών πολλών φαρμάκων ευρείας κυκλοφορίας, που ανακοινώθηκε πριν από λίγες ημέρες, επιφέρει δυστυχώς άμεση οικονομική επιβάρυνση στους Έλληνες ασφαλισμένους (υπολογίζεται σε περίπου 30 εκατ. ευρώ). Η αναπροσαρμογή αυτή ήταν απαραίτητη για τη συνέχιση της διάθεσης πολλών παλαιότερων -στην πλειοψηφία τους πολύ φθηνών- φαρμάκων, τα οποία χωρίς την αναπροσαρμογή της τιμής τους δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν να διατίθενται στην αγορά, γιατί η εισαγωγή/παραγωγή και διάθεσή τους από τις φαρμακευτικές εταιρίες ήταν πλέον ασύμφορη.
Αλλά και η επακόλουθη εξαφάνισή τους από την αγορά θα σήμαινε -καθώς τα περισσότερα παραμένουν χρήσιμα και απαραίτητα- την κατά πολύ ακριβότερη εισαγωγή τους μέσω άλλων οδών (μέσω της ΙΦΕΤ ΜΑΕ) ή την αντικατάστασή τους από άλλα νεότερα και συνήθως πολύ ακριβότερα σκευάσματα και τελικά την ακόμη μεγαλύτερη οικονομική επιβάρυνση του σχετικού κρατικού προϋπολογισμού αλλά και των ασφαλισμένων».
Απαραίτητος ο σωστός σχεδιασμός για τον αντιγριπικό και αντί-Covid-19 εμβολιασμό
«Πλησιάζει η στιγμή έναρξης της διάθεσης των νέων αντιγριπικών εμβολίων από τα φαρμακεία της χώρας, ενώ ταυτόχρονα πληθαίνουν και οι φωνές που παρακινούν τους πολίτες να εμβολιαστούν με αναμνηστική δόση κατά της Covid-19. Είναι ώρα για έγκαιρο, κατάλληλο σχεδιασμό και ενημέρωση του κοινού για τον αντιγριπικό και αντί-Covid-19 εμβολιασμό, έτσι ώστε να επιτευχθεί το βέλτιστο κάλυψης του πληθυσμού αλλά και να γίνει εξορθολογισμός της σχετικής δαπάνης και της επακόλουθης εργασιακής επιβάρυνσης του ήδη υπέρμετρα ταλαιπωρημένου υγειονομικού προσωπικού της χώρας».
Γιατί είναι σημαντική η εν λόγω συζήτηση;
«Γιατί πολύ απλά δεν αποτελεί ορθή, ούτε φιλολαϊκή, φιλάνθρωπη, οικονομικά βιώσιμη ή επιστημονικά σοβαρή, πρόταση το “να προμηθευτεί η χώρα από όλα τα εμβόλια για όλους”, ούτε πρέπει να δεσμευτεί ιατρικό/νοσηλευτικό προσωπικό για τα ανωτέρω ενώ δεν χρειάζεται. Δέον είναι να σημειωθεί, πως δεν αποτελεί λύση για την εργασιακή επιβάρυνση του ιατρικού/νοσηλευτικού προσωπικού της χώρας μία αμιγώς ιατρική πράξη, όπως είναι η χορήγηση (δηλαδή η διάθεση και έγχυση) εμβολίων, να γίνεται στα φαρμακεία χωρίς την εμπλοκή ιατρών και την προηγούμενη ιατρική εξέταση των προς εμβολιασμό πολιτών και τη συνταγογράφηση των εμβολίων.
Δεδομένων, λοιπόν, των υφισταμένων επιστημονικών δεδομένων αποτελεσματικότητας και ασφάλειας των υπό συζήτηση εμβολίων αλλά και των παθοφυσιολογικών χαρακτηριστικών των εν λόγω παθήσεων, κυρίως όμως του γεγονότος πως η ηλικία αποτελεί τον μοναδικό, σημαντικότερο προγνωστικό παράγοντα κινδύνου για σοβαρή νόσηση από γρίπη ή Covid-19, προτείνονται τα παρακάτω:
· Ο εμβολιασμός με αναμνηστική δόση κατά της γρίπης και της Covid-19 συνιστάται για όλα τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών.
· Άτομα νεότερα των 65 ετών συνιστάται να εμβολιάζονται με αναμνηστική δόση κατά της γρίπης και της Covid-19 εφόσον πάσχουν από χρόνιο νόσημα ή εμφανίζουν ειδικές καταστάσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο βαριάς νόσησης (ενδεικτικά: καρκίνο, νοσήματα του καρδιαγγειακού, ανοσοκαταστολή/ανoσοανεπάρκειες, χρόνιες παθήσεις του αναπνευστικού, όπως χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και άσθμα, κύηση).
· Ο εμβολιασμός πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου.
· Μία αναμνηστική δόση είναι επαρκής για όλες τις κατηγορίες ατόμων.
· Ο εμβολιασμός για τις δύο παθήσεις μπορεί να γίνεται την ίδια μέρα, επιλέγοντας διαφορετική θέση έγχυσης.
· Τα άτομα ηλικίας 70 ετών και άνω πρέπει να εμβολιάζονται με τις εκδοχές των εγκεκριμένων αντιγριπικών εμβολίων που περιέχουν ειδικά ανοσοενισχυτικά, κάτι που δεν είναι απαραίτητο για νεότερα άτομα ασχέτως γενικής κατάστασης της υγείας τους.
· Τα εμβόλια κατά της Covid-19 που διατίθενται στους πολίτες πρέπει να είναι επικαιροποιημένα και να μην χρησιμοποιηθούν παλιότερες εκδοχές τους.
· Δεν είναι απαραίτητος ο καθολικός εμβολιασμός των υγιών παιδιών ηλικίας 2-6 (αλλού 10) ετών κατά της γρίπης, πρακτική που εφαρμόστηκε τα τελευταία λίγα χρόνια σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες με σκοπό την πρόληψη της νόσου της γρίπης σε οικογένειες με παιδιά, την προστασία των ευάλωτων μελών των οικογενειών και τη μείωση της μετάδοσης της γρίπης στην κοινότητα.
Αυτό διότι η εμπειρία έδειξε πως, είτε λόγω κακής ενημέρωσης, είτε λόγω κακών πρακτικών από πλευράς πολιτείας ή/και υγειονομικών, δεν επετεύχθη ο στόχος εμβολιασμού επαρκούς αριθμού παιδιών, ώστε να διασφαλίζεται η επιδιωκόμενη μείωση της εξάπλωσης της λοίμωξης στην κοινότητα».
Είναι ώρα η εθνική στρατηγική εμβολιασμών να μπει σε νέα βάση
«Είναι επιστημονικά λάθος και ταυτόχρονα ανήθικο να χορηγούνται εμβόλια σε υγιή άτομα για λόγους δημοσίου συμφέροντος, όταν αυτή η πρακτική είναι αποδεδειγμένα αναποτελεσματική και κυρίως είναι επιβαρυντική για τον πεπερασμένο κρατικό προϋπολογισμό για την υγεία και τον ήδη πολύ περιορισμένο χρόνο των γιατρών/νοσηλευτών της χώρας.
Είναι ώρα η εθνική στρατηγική εμβολιασμών να μπει σε νέα βάση, τεκμηριωμένη επιστημονικά και οικονομοτεχνικά και οι σχετικές παρεμβάσεις να αφορούν το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού. Επιπλέον, όμως, είναι απαραίτητο οι όποιες παρεμβάσεις να γίνονται εγκαίρως, με διαφάνεια και πλήρη, κατανοητή ενημέρωση τόσο των επαγγελματιών υγείας όσο και του γενικού πληθυσμού, ώστε να αποφεύγονται παρανοήσεις και αχρείαστη κοινωνική αναταραχή και εργασιακή επιβάρυνση σε ένα χειμαζόμενο σύστημα υγείας».