Όταν “στερεύει” ο Μόρνος η Αττική στενάζει- “Αν δεν βρέξει θα μετακομίσουμε”
Σύμφωνα με μετεωρολογικές μετρήσεις και στατιστικά στοιχεία του Αστεροσκοπείου Αθηνών στο οποίο υπάρχουν καταγραφές των ετήσιων βροχοπτώσεων μια μέτρια μονοετή ξηρασία έχουμε κάθε 5 χρόνια ενώ μια ισχυρή μονοετή ξηρασία κάθε 10 χρόνια και μια ισχυρή διετή ξηρασία κάθε 25 χρόνια. Από το 1860, η Ελλάδα έχει ζήσει τουλάχιστον 15 πολύ ισχυρές ανομβρίες και ξηρασίες κι άλλες τόσες μικρότερης έντασης.
Η χειρότερη από όλες είναι του 1898, ενώ ακολουθούν οι ξηρασίες του 1891 και του 1876… Ανομβρες, ξηρές, καταστροφικές χρονιές, μεταξύ Οκτωβρίου και Ιανουαρίου, ζούμε συχνά στη χώρα μας, συνήθως έπειτα από βροχερές χρονιές και καταστροφικές πλημμύρες.
Ο παρακάτω πίνακας από το Med lab δείχνει τα στατιστικά στοιχεία με τις κακές χρονιές από το 1950 έως το 2022. Σε γενικές γραμμές ο πιο πάνω κανόνας ισχύει αν και διαπιστώνουμε ότι από το 2000 όπου παρουσιάζεται διετής ξηρασία και ανομβρία το φαινόμενο επαναλαμβάνεται το 2007 και 2008 ενώ έκτοτε σχεδόν κάθε τέσσερα χρόνια έχουμε μια μονοετή κρίση με την τελευταία το 2016, δηλ. έχουμε 8 χρόνια να ζήσουμε το φαινόμενο αν και όλοι προσθέτουν στην ένταση της κρίσης και την κλιματική αλλαγή. Οπότε τι;
Διανύοντας λοιπόν μια νέα δύσκολη περίοδο στην παρούσα δεν χρειάζονται κάποια περιοριστικά μέτρα που θα αγγίζουν τον πολίτη του λεκανοπεδίου, όμως η λειψυδρία μετά απο πολλά χρόνια έχει επιστρέψει και όπως αναφέρουν οι επιστημονικές εκτιμήσεις αφορά και την Αττική, ή καλύτερα πρωτίστως την Αττική. Η εικόνα που καταγράφεται προκαλέι προβληματισμό για το μέλλον. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της τεχνητής λίμνης του Μόρνου, η οποία συμβάλλει στην τροφοδότηση της πρωτεύουσας και περιοχών της Αττικής.
Σύμφωνα με το meteo, τους τελευταίους μήνες παρατηρείται μείωση της έκτασης της τεχνητής λίμνης του Μόρνου, λόγω της απουσίας βροχών, των υψηλών θερμοκρασιών αλλά και ως αποτέλεσμα του πολύ ήπιου χειμώνα με τις περιορισμένες χιονοπτώσεις στα ορεινά.
Πιο συγκεκριμένα, λαμβάνοντας υπόψη τα δορυφορικά δεδομένα που επεξεργάστηκε η μονάδα METEO του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, από τον ευρωπαϊκό δορυφόρο Sentinel-2, στις 16 Αυγούστου 2022 (2 χρόνια πριν) η συνολική έκταση της επιφάνειας της λίμνης ήταν ~16.8 km², ενώ στις 21 Αυγούστου 2023 (1 χρόνο πριν) υπολογίστηκε στα ~15.3 km². Φέτος, στις 20 Αυγούστου 2024 η έκταση της λίμνης υπολογίστηκε προσεγγιστικά στα ~12.0 km². Τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο η έκταση της λίμνης είναι κατά 15-20% συρρικνωμένη σε σχέση με τη μέση τιμή από το 2010.
Η έκταση της τεχνητής λίμνης του Μόρνου για τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο υπολογίζεται ως μια από τις μικρότερες από το 2010 που υπάρχουν δορυφορικές παρατηρήσεις πολύ υψηλής ανάλυσης.
Σε κάθε περίπτωση, τα τελευταία δύο χρόνια, η έλλειψη βροχών έχει περιορίσει σημαντικά τα υδατικά αποθέματα. Αν δεν υπάρξουν βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις τον χειμώνα, τότε η πράγματα θα είναι διαφορετικά…
«Η Αττική ακόμα κι αν προκύψουν τα πλέον ακραία (ρεαλιστικά) σενάρια, με τον συνδυασμό άμεσων και μεσοπρόθεσμων έργων, θα αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μείωσης των βροχοπτώσεων, με τη βοήθεια -αν παραστεί ανάγκη- και της φθηνής ενέργειας, μέσω ανανεώσιμων πηγών, που διασφαλίζει η ταχύτατη, πράσινη, ενεργειακή μετάβαση την οποία υλοποιούμε».
Το παραπάνω σημειώνει σε δήλωσή του, μεταξύ άλλων, υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, σχετικά με τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας και γνωστοποιεί ότι ήδη, το υπουργείο ασχολείται εντατικά με το φαινόμενο και θα έχει τα αποτελέσματα των σχετικών μελετών μέχρι το τέλος του έτους.
Σε ανακοίνωση τονίζεται ότι «το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας θα συνεχίσει να συμβάλλει στην εφαρμογή εναλλακτικών λύσεων για την απρόσκοπτη πρόσβαση όλων σε νερό εξαιρετικής ποιότητας, με γνώμονα το χαμηλότερο, δυνατό, οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος».
Τα μέτρα
Σήμερα, η Αττική τροφοδοτείται από τους ταμιευτήρες Ευήνου, Μόρνου, Μαραθώνα και Υλίκης με περισσότερα από 400 εκατ. κυβικά μέτρα νερού τον χρόνο. Μάλιστα, το υδροδοτικό σύστημα, παρότι είναι σχεδιασμένο ώστε τα αποθέματα των ταμιευτήρων να μη μειώνονται, τα τελευταία δύο χρόνια λόγω της ανομβρίας, περιορίστηκαν από 1.158.127 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/8/2022 σε 703.339 εκατ. κυβικά μέτρα στις 26/08/2024, δηλαδή κατά μέσο όρο περίπου 225 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος.
Η ΕΥΔΑΠ έχει ήδη ενεργοποιήσει συμπληρωματικές πηγές υδροδότησης με την επαναλειτουργία 17 γεωτρήσεων κατά κύριο λόγο στην περιοχή Μαυροσουβάλα και θα ενεργοποιήσει γεωτρήσεις και στον μέσο ρου του Βοιωτικού Κηφισού, ενώ επίσης νερό πλέον αντλείται και από την Υλίκη, που μέχρι τώρα ήταν εφεδρικός ταμιευτήρας. Αυτές οι ενέργειες θα συνεισφέρουν περίπου 75 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος.
Ταυτόχρονα ΥΠΕΝ και ΕΥΔΑΠ, εδώ και καιρό έχουν καταρτίσει έναν οδικό χάρτη και θα επιλέξουν τις καλύτερες λύσεις, που είναι ρεαλιστικό να υλοποιηθούν, εντός της τετραετίας για τη διασφάλιση των αποθεμάτων νερού, δεδομένου ότι αν συνεχιστεί η ανομβρία των περασμένων ετών, θα έχουμε έλλειμμα 150 εκατ. κυβικά μέτρα το έτος και ένα απόθεμα που μπορεί να διαρκέσει περίπου 4 χρόνια.
Στις λύσεις αυτές περιλαμβάνονται:
- η μείωση των απωλειών στα δίκτυα ύδρευσης,
- η μερική εκτροπή νερού από ποταμούς που καταλήγουν στη λίμνη των Κρεμαστών,
- η ένταξη νέων ταμιευτήρων,
- η χρήση ανακυκλωμένου νερού για άρδευση και βιομηχανικές χρήσεις,
- ο εμπλουτισμός του υπόγειου υδροφορέα με ανακυκλωμένο νερό,
- η βέλτιστη διαχείριση ομβρίων υδάτων και
- η αφαλάτωση, με χρήση πράσινων, ενεργειακών πόρων.
Επίσης η ΕΥΔΑΠ εφαρμόζει ένα 10ετές επενδυτικό πρόγραμμα 2023 -2032, ύψους 2,1 δισ. ευρώ, για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υδάτινων πόρων, ενώ το υπουργείο δεσμεύεται ότι σε πλήρη συνεργασία με όλες τις εταιρίες ύδρευσης της χώρας θα ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Στην κατεύθυνση αυτή το υπουργείο ζητά τη λελογισμένη χρήση των υδάτινων αποθεμάτων.
Τι αναφέρουν οι επιστήμονες
«Αν τον φετινό χειμώνα δεν έχουμε σημαντικές βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις, τότε οι κάτοικοι της Αττικής θα πρέπει να μετακομίσουν. Θα βρεθούμε σε πραγματικό αδιέξοδο» αναφέρει ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Πολιτικής του ΕΜΠ, Κίμων Χατζημπίρος στα ΝΕΑ.
Η Ελισσάβετ Φελώνη, δρ Υδρολογίας, διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής επισημαίνει: «Η κατάσταση είναι οριακή. Τον Σεπτέμβριο του 2022 ο ταμιευτήρας του Μόρνου είχε υδατικό απόθεμα 1,15 δισ. κ.μ., τον Σεπτέμβριο του 2023 περίπου 940 εκατ. κ.μ. και ενώ υπολογίζαμε ότι τον φετινό Σεπτέμβριο θα έχουμε περίπου 850 εκατ. κ.μ., πέσαμε κάτω από το ψυχολογικό όριο των 700 εκατ. κ.μ. Αν συνεχίσουμε με ξηρό υδρολογικό έτος, δεν υπάρχει περίπτωση το σύστημα να καταφέρει να αντιμετωπίσει τη ζήτηση, θα βρεθούμε σε μια πραγματικά πρωτοφανή κατάσταση».
«Επείγει ένας εναλλακτικός σχεδιασμός, έχουμε ήδη αργήσει, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι τα σενάρια κάνουν λόγο για περαιτέρω μείωση των βροχοπτώσεων στην περιοχή μας κατά 20%-30% τα επόμενα χρόνια. Μια λύση είναι ο εμπλουτισμός των υπόγειων υδροφορέων, άλλη το να διοχετεύσουμε ανακυκλωμένο νερό για άρδευση, μια άλλη, αλλά κοστοβόρα, λύση είναι η αφαλάτωση και πιο χρονοβόρο είναι το να στραφούμε σε μια νέα λεκάνη απορροής.
«Ακόμα και χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα μπορεί μια πόλη να ζήσει – χωρίς νερό δεν γίνεται» λέει ο Κίμων Χατζημπίρος. «Στην Αττική εκτρέψαμε τέσσερα ποτάμια για την υδροδότησή της. Ολα αυτά φαίνονταν υπεραρκετά, όμως δεν είχαμε προβλέψει την κλιματική αλλαγή. Θα πρέπει να στοχεύσουμε στον πυρήνα του προβλήματος και να το αντιμετωπίσουμε ενιαία σε όλες του τις εκφάνσεις. Για τη λειψυδρία θα πρέπει να γνωστοποιήσουμε το μέγεθος του κινδύνου στους πολίτες – με ανησυχεί η επανάπαυση που διαπιστώνω -, να λάβουμε μέτρα εξοικονόμησης νερού, με κατασταλτικά μέτρα για τη σπατάλη, και ενδεχομένως θα πρέπει να αυξηθεί προσωρινά το κόστος του νερού, ώστε να γίνει αντιληπτό το πρόβλημα σε όλους» συμπληρώνει.
Ο μετεωρολόγος και διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κώστας Λαγουβάρδος, αναφέρει στον Ελεύθερο Τύπο πάντως πως αν και η λειψυδρία έχει οδηγήσει σε μείωση των αποθεμάτων η σημερινή εικόνα δεν είναι επικίνδυνη. «Πράγματι η στάθμη στον Μόρνο έχει πέσει αρκετά, αναμενόμενο λόγω των λίγων χιονιών και περιορισμένων βροχοπτώσεων, πρέπει όμως να είμαστε ψύχραιμοι να δούμε πώς θα πάει φέτος, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει φόβος για τα αποθεματικά της Αττικής».
Σε πρωτοφανή κατάσταση ξηρασίας βρίσκονται λίμνες και σε άλλες περιοχές της χώρας. Η τεχνητή λίμνη του Πηνειού στην Ηλεία εμφανίζεται σε δορυφορικές αποτυπώσεις του Climatebook μικρότερη κατά 40% σε σχέση με πέρυσι, αντιμέτωπες με ακραία ξηρασία είναι επίσης η λίμνη Αμβρακία στην Αιτωλοακαρνανία, από την οποία αντλούν νερό οι κτηνοτρόφοι, και η λίμνη Δοϊράνη στο Κιλκίς, ενώ η πληρότητα στον ταμιευτήρα του φράγματος Αποσελέμη στην Κρήτη φτάνει μόλις το 25%…