Έρευνα-Πυρκαγιές/ 25 χρόνια αποτυχιών- Λάθος μοντέλο πυρόσβεσης και ελλιπής πρόληψη

 Έρευνα-Πυρκαγιές/ 25 χρόνια αποτυχιών- Λάθος μοντέλο πυρόσβεσης και ελλιπής πρόληψη

Η πρόσφατη πυρκαγιά που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα και εισέβαλλε τελικά στον αστικό ιστό της Αθήνας, από τη Νέα Πεντέλη, την Παλαιά Πεντέλη, έως τα Βριλήσσια και το Πάτημα Χαλανδρίου, ανέδειξε πως ο κρατικός μηχανισμός συνεχίζει να ακολουθεί ένα λάθος μοντέλο πυρόσβεσης και αδυνατεί να εκπονήσει πραγματικά σχέδια πρόληψης, παρά τις κατά καιρούς υποσχέσεις και τις φλύαρες επικοινωνιακού τύπου προσπάθειες διαχείρισης εκ των υστέρων.

Τα στοιχεία που παραθέτουμε (πηγή KREPORT) πιστοποιούν ότι επί 25 χρόνια εφαρμόζουμε -μάλλον μόνο εμείς σε ολόκληρη την Ευρώπη- το μοντέλο που ζητά από το Πυροσβεστικό Σώμα, το οποίο είναι εκπαιδευμένο στις αστικές πυρκαγιές, να αντιμετωπίσει την πύρινη λαίλαπα σε δασικές εκτάσεις, παρότι ούτε την γεωμορφολογία, ούτε τις ειδικές συνθήκες (μικροκλίμα φωτιάς) δεν γνωρίζει. Παρά την αύξηση της δαπάνης σε εναέρια μέσα, οι αποτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη και ίσως το μόνο που -κι αυτό καθ΄υπερβολή- εφαρμόζεται είναι το “112”. Αναμφίβολα πρώτος στόχος είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, όμως, οι συνέπειες από τα εκατοντάδες χιλιάδες καμένα στρέμματα δάσους είναι τεράστιες.

Η μεγάλη εικόνα

Μέχρι σήμερα έχουν κριθεί ακατάλληλες 146 κατοικίες και τα κτίρια 31 επιχειρήσεων στη βορειοανατολική Αττική, και το απόγευμα ο πρωθυπουργός, συνοδευόμενος από τέσσερις υπουργούς, θα συναντηθεί στην Πεντέλη με δημάρχους της περιοχής για να συζητηθούν δράσεις αποκατάστασης των πυρόπληκτων περιοχών.
Εν αναμονή των ανακοινώσεων, ας έχουμε κατά νου τη μεγάλη εικόνα: Οι ειδικοί επιστήμονες μιλούν για δομικό πρόβλημα στο μοντέλο της πρόληψης και της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών, το οποίο δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί όσα πυροσβεστικά μέσα κι αν προστεθούν.

Το ελληνικό μοντέλο: Φέτος συμπληρώνονται 25 χρόνια που η Ελλάδα έχει εγκαταλείψει την πρακτική που ακολουθούν όλες οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες και εισηγούνται οι ειδικοί επιστήμονες, ότι δηλαδή η διαχείριση των δασών, η πρόληψη και η κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών, είναι υπόθεση των Δασικών Υπηρεσιών (που γνωρίζουν τα δάση) κι όχι της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας –που εκπαιδεύεται για αστικές πυρκαγιές. Στην Ελλάδα επιλέξαμε να πρωτοτυπήσουμε. Από το 1998 εφαρμόζουμε ένα τελείως διαφορετικό μοντέλο, που κάθε χρόνο δοκιμάζεται και αποτυγχάνει.

Τα αποτελέσματα: Το 1998 η χώρα αντιμετώπιζε τις δασικές πυρκαγιές με 1400 πυροσβεστικά οχήματα, 6.000 πυροσβέστες, 6.000 προσωπικό δασικών υπηρεσιών και ελάχιστα εναέρια πυροσβεστικά μέσα. Σήμερα επιχειρούν 90 εναέρια μέσα, 4.500 πυροσβεστικά οχήματα, 14.500 πυροσβέστες και 3.000 προσωπικό δασικών υπηρεσιών. Το κόστος για την πρόληψη και την δασοπυρόσβεση το 1998 ήταν 30 εκ. ευρώ, σήμερα υπερβαίνει το 1 δισ. ευρώ. Το 1998 κάηκαν 92.901 στρέμματα και φέτος – μέχρι σήμερα – έχουν καεί 285.000 στρέμματα.

Το “ορόσημο” του 1998

Το συμπέρασμα: Η ανάληψη της ευθύνης της πρόληψης και της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών από την Πυροσβεστική έγινε το 1998, για συγκυριακούς λόγους –κατ’ ουσία, ήταν η “απάντηση” στις απεργιακές κινητοποιήσεις και διεκδικήσεις των δασικών υπαλλήλων. Ακολούθησε (α) η αποδυνάμωση των δασικών υπηρεσιών: Σήμερα διαθέτουν περί τους 900 δασολόγους και δασονόμους μόνο, που στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι σε ηλικία συνταξιοδότησης, ενώ καμία πρόσληψη δεν έχει ολοκληρωθεί τα τελευταία 5 χρόνια. Και (β) η ανακατανομή των πόρων, περίπου κατά 80% στην πυρόσβεση και 20% στην πρόληψη. Έτσι, τα δάση μένουν ανοχύρωτα στην πυρκαγιά.

Δύο κρίσιμα στοιχεία

Τα αντιπυρικά σχέδια: Εκπονούνται σε κλίμακα Περιφέρειας και όχι σε κλίμακα δασαρχείου, ενίοτε από γραφεία χωρίς γνώση και μέσα. Αποτέλεσμα το ελληνικό παράδοξο, δασικές εκτάσεις, καλλιεργήσιμη γη, εκτός σχεδίου δόμηση και οικιστικός ιστός , είτε αλληλοκαλύπτονται είτε συνορεύουν, να μην διαθέτουν ειδικό αντιπυρικό σχέδιο. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις αγνοούν πως θα επιχειρήσουν στις περιοχές αυτές, δημιουργούν ζώνες άμυνας κοντά στους οικισμούς. Όμως, η φωτιά που βγαίνει με ορμή από το δάσος στην οικιστική περιοχή είναι πολύ δύσκολο να συγκρατηθεί.

Ανεκπαίδευτοι – έκτακτοι: Η συγκρότηση της ομάδας των δασοκομάντος δεν απέδωσε τα αναμενόμενα γιατί η εκπαίδευση των 1.160 μελών της γίνεται μόλις μέσα σε 20 μέρες, είναι εντελώς ανεπαρκής. Επίσης, περίπου 1.500 πυροσβέστες παραμένουν σε καθεστώς 5ετούς θητείας, και σύντομα θα επιστρέψουν στα σπίτια τους, αντί – όπως προτείνουν οι αρμόδιοι φορείς – να είναι μόνιμης απασχόλησης το καλοκαίρι στην δασοπυρόσβεση και τον χειμώνα στην πρόληψη.

Πορίσματα στο συρτάρι

Τρία πορίσματα, της διακομματικής επιτροπής της Βουλής το 1993, της Επιτροπής Περιβάλλοντος της Βουλής το 2008 και το πόρισμα Goldammer το 2019 μετά την φωτιά στο Μάτι, συμπίπτουν ότι η διαχείριση των δασών, η πρόληψη και η δασοπυρόσβεση είναι έργο πρωτίστως των δασικών υπηρεσιών. Μάλιστα το πόρισμα του 2008 φέρει την υπογραφή του Κ. Μητσοτάκη, ως προέδρου της αρμόδιας Επιτροπής της Βουλής. Και τα τρία πορίσματα, κατ’ ουσία, έμειναν στο συρτάρι.

EURACTIV: Σχέδιο με επίκεντρο την πρόληψη

Εστιάζοντας μόνο στην πυρόσβεση χωρίς μια ολιστική προσέγγιση με επίκεντρο την πρόληψη, θα είναι δύσκολο για τις χώρες της ΕΕ να αντιμετωπίσουν μελλοντικές πυρκαγιές, δήλωσε στο Euractiv (ρεπορτάζ των Ελίζας Γκρίτση και Σαράντη Μιχαλόπουλου) ειδικός από την Ελλάδα, όπου χιλιάδες εκτάρια δάσους κάηκαν και πάλι μέσα σε λίγες ημέρες.

Η Ελλάδα έχει μακρά ιστορία με τις πυρκαγιές. Η αφύπνιση έγινε το 2018, όταν μια πυρκαγιά στην περιοχή της Αττικής σκότωσε 100 ανθρώπους. Έκτοτε, ο αριθμός των νεκρών δεν έφτασε ποτέ σε αυτό το επίπεδο, αλλά ο αντίκτυπος δεν έχει μειωθεί: Το 2023 σημειώθηκε η μεγαλύτερη δασική πυρκαγιά στην ιστορία της ΕΕ στη βόρεια Ελλάδα, η οποία έκαψε 770 τετραγωνικά χιλιόμετρα, περίπου όσο η πόλη της Νέας Υόρκης.

Σχεδόν κάθε καλοκαίρι, οι Έλληνες πολιτικοί τσακώνονται για τη διαχείριση των πυρκαγιών, αλλά σε επίπεδο πολιτικής, υπάρχει ακόμη πρόοδος που πρέπει να επιτευχθεί, ανέφερε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή της φέτος.

Αυτό το καλοκαίρι έγιναν κάποιες απτές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα αντιμετωπίζει τις πυρκαγιές. Ελικόπτερα επιτηρούσαν περιοχές υψηλού κινδύνου, πάνω από μισό εκατομμύριο άνθρωποι καθάρισαν εκτάσεις που τους ανήκαν από βιομάζα που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καύσιμη ύλη και 25 μη επανδρωμένα αεροσκάφη αναπτύχθηκαν για την επιτήρηση της Αττικής για πυρκαγιές.

Επιπλέον, τον Μάρτιο, η κυβέρνηση αγόρασε επτά ακόμη πυροσβεστικά αεροπλάνα έναντι 361 εκατ. ευρώ – τα οποία συχνά δεν μπορούν να πετάξουν πάνω από τις πυρκαγιές λόγω των ισχυρών ανέμων και των καπνών.

Η Ελλάδα ξεκίνησε επίσης ένα πρόγραμμα πρόληψης πυρκαγιών ύψους 415 εκατ. ευρώ με την ονομασία «AntiNero», το οποίο περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, τον καθαρισμό πευκοδάσους από τις βελόνες στο έδαφος και τη βελτίωση των δασικών δρόμων που είναι ζωτικής σημασίας για την πρόσβαση στις πληγείσες περιοχές κατά τη διάρκεια μιας κρίσης.

Αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν εμπόδισε την πυρκαγιά της περασμένης εβδομάδας να καταστρέψει 20 χλμ και να φτάσει στα προάστια της Αθήνας. Ένας άνθρωπος έχασε τη ζωή του, πάνω από 100 σπίτια καταστράφηκαν και εκτιμάται ότι κάηκαν 10.000 εκτάρια δάσους.

Οι κλιματολογικές συνθήκες ήταν ιδιαίτερα άσχημες. Η Ελλάδα βίωσε ζέστη-ρεκόρ τον Ιούνιο και τον Ιούλιο και οι ισχυροί βόρειοι άνεμοι έσπρωξαν τη φωτιά προς την Αθήνα.

Σύμφωνα με τις εκθέσεις του Copernicus και του Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφοριών για τις Δασικές Πυρκαγιές, η περιοχή της Αττικής έχει χάσει το 37% της δασικής της έκτασης τα τελευταία οκτώ χρόνια.

Φέτος το καλοκαίρι, οι πυρκαγιές στην Ελλάδα έχουν μέχρι στιγμής εντοπιστεί έγκαιρα, ωστόσο αυτό δεν ήταν αρκετό. Τα γεγονότα έδειξαν ότι από τη στιγμή που η φωτιά ξεκίνησε, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να τεθεί υπό έλεγχο.

Για τον Ηλία Τζιρίτη, υπεύθυνο επιχειρήσεων δασικών πυρκαγιών του WWF Ελλάς, αυτό οφείλεται στην έλλειψη ενός εθνικού σχεδίου διαχείρισης και πρόληψης δασικών πυρκαγιών.

Ανάγκη για ένα εθνικό σχέδιο διαχείρισης δασικών πυρκαγιών

Ο κ. Τζιρίτης δήλωσε ότι στην Ευρώπη, γενικά, υπάρχει ανάγκη να δοθεί έμφαση στη διαχείριση του τοπίου για την αντιμετώπιση μελλοντικών δασικών πυρκαγιών.

«Η επιστημονική κοινότητα συμφωνεί ότι οι πυρκαγιές είναι θέμα διαχείρισης του τοπίου. Έχουμε ένα μεσογειακό μωσαϊκό- πώς θα το διατηρήσουμε; Έχουμε μείωση της κτηνοτροφίας και της γεωργίας σε μια περιοχή, πρέπει να τη βοηθήσουμε να μειώσει την καύσιμη ύλη», είπε.

Σύμφωνα με τον εμπειρογνώμονα, θα πρέπει να εφαρμοστεί μια ολιστική προσέγγιση από κάτω προς τα πάνω με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων, από τους αγρότες έως την τοπική κοινότητα. Ανέφερε διάφορα παραδείγματα σε όλο το μπλοκ όπου ο συντονισμός οδήγησε σε αποτελέσματα.

Αναφερόμενος στην κτηνοτροφία, είπε ότι η εξαφάνισή της από μια περιοχή σημαίνει ότι μετά από λίγα χρόνια θα έχουμε μεγαλύτερη ένταση πυρκαγιών. «Στην Ισπανία, εξηγεί, υπάρχουν προγράμματα που χρησιμοποιούν κτηνοτρόφους που μπαίνουν σε ελεγχόμενες περιοχές για να μειώσουν την καύσιμη ύλη, βόσκουν εκεί για να διαχειριστούν τη βλάστηση», είπε.

Στην Ελλάδα, οι πυρκαγιές από βόσκηση είναι συχνό φαινόμενο παρά τα πρόσφατα κυβερνητικά μέτρα που αυστηροποιούν τα πρόστιμα όταν πρόκειται για εμπρησμό από αμέλεια.

«Στο νησί της Άνδρου, το 90% των πυρκαγιών είναι πυρκαγιές βόσκησης […] Οι Έλληνες θα πρέπει να διερευνήσουν την περίπτωση της Κορσικής, καθώς τέθηκε σε εφαρμογή ένα σχέδιο βόσκησης με χρήση φωτιάς, καίγοντας συνολικά αλλά με ελεγχόμενο τρόπο».

Ο εμπειρογνώμονας επέμεινε ότι ο διαθέσιμος προϋπολογισμός για τη διαχείριση των πυρκαγιών πρέπει να ανακατευθυνθεί στην πρόληψη, όπως έκανε η Πορτογαλία το 2017, όταν αποφασίστηκε ένα εθνικό σχέδιο δασικών πυρκαγιών και αυξήθηκε η χρηματοδότηση για την πρόληψη στο 40%.

Ο κ. Τζιρίτης εξήγησε ότι η Ελλάδα δεν είχε ποτέ ένα τέτοιο σχέδιο ή μια ανάλυση των αιτιών ή των παραγόντων που προκαλούν τις πυρκαγιές. Προειδοποίησε επίσης ότι αν οι αρχές δεν δράσουν, πολλά μέρη σε όλη τη χώρα -που έχουν καεί περισσότερες από δύο φορές- θα ερημώσουν.

«Ορισμένα οικοσυστήματα δεν θα ανακάμψουν ποτέ και θα υπάρξουν συνέπειες για την ποιότητα του νερού και του αέρα, καθώς και για τον τουρισμό», κατέληξε.

Σύμφωνα με εκπρόσωπο της ΕΕ, η στήριξη της Ελλάδας στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και στη διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προτεραιότητες των προγραμμάτων της Πολιτικής Συνοχής 2021-2027, με προϋπολογισμό περίπου 1,56 δισ. ευρώ.

«Από το ποσό αυτό, 421 εκατ. ευρώ προορίζονται ειδικά για μέτρα που υποστηρίζουν την ετοιμότητα, την πρόληψη και την καταπολέμηση των πυρκαγιών», δήλωσε ο εκπρόσωπος.

Επιπλέον, τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο ελληνικό σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRP) και συμβάλλουν άμεσα στην πρόληψη κατά των πυρκαγιών και την αντιμετώπιση αυτών, ανέρχονται σε πάνω από 800 εκατ. ευρώ.

Ωστόσο, δεν έχει γίνει ακόμη σαφές πόσα χρήματα έχουν μέχρι στιγμής απορροφηθεί και υλοποιηθεί σε έργα.

Σχετικά Άρθρα