Φτωχή η ανταπόκριση γιατρών στο κάλεσμα Γεωργιάδη: 6 ιδιώτες και 2 ογδοντάχρονοι
Στο ουσιαστικά απεγνωσμένο κάλεσμα του υπουργού Υγείας, Άδωνι Γεωργιάδη, προς τους ιδιώτες γιατρούς να αναλάβουν την κάλυψη των εφημεριών σε πολλά περιφερειακά νοσοκομεία της χώρας, όπου οι ελλείψεις είναι οριακές για τη λειτουργία τους, η μέχρι τώρα ανταπόκριση των γιατρών αποδείχτηκε πολύ φτωχή.
Ρούλα Σκουρογιάννη
Ειδικότερα, μόλις 6 ιδιώτες γιατροί σε όλη τη χώρα απάντησαν θετικά στο κάλεσμα υπουργείου και ΥΠεαρχών και αποδέχτηκαν να κάνουν τις 2 εφημερίες τον μήνα (ο υπουργός έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να είναι και 3), με αμοιβή 250 ευρώ για κάθε εφημερία.
Μεταξύ των αιτιών της ελάχιστης αυτής ανταπόκρισης, προφανώς είναι και οι ευθύνες που καλούνται να αναλάβουν οι ιδιώτες γιατροί σε αποδεκατισμένα από προσωπικό (ιατρικό και νοσηλευτικό) νοσοκομεία, όπου αυτονόητα ο φόρτος εργασίας θα είναι δυσανάλογος εκείνου που ένας γιατρός επωμίζεται στη συνήθη εφημερία ενός νοσοκομείου με ελάχιστα κενά (νοσοκομείο χωρίς κενά, μάλλον, δεν υπάρχει στη χώρα εδώ και πολλά χρόνια). Και δεν είναι μόνον ο φόρτος και η κούραση αλλά και ο βαθμός επικινδυνότητας που καλούνται να αναλάβουν οι γιατροί που θα ανταποκριθούν και ο μηδενικός χρόνος ενημέρωσης και προσαρμογής στο περιβάλλον και τις επιτακτικές ανάγκες (και λόγω θέρους και αύξησης της τουριστικής κίνησης). Επίσης, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως κάποιοι από τους ιδιώτες που δεν ανταποκρίθηκαν ίσως είναι σε ηλικία λίγο πριν τη συνταξιοδότησή τους και δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις συνθήκες νοσοκομείου (που δεν τις γνωρίζουν κιόλας) και μάλιστα για διαχείριση επειγόντων περιστατικών που προσέρχονται σε μία εφημερία.
Σε όλη αυτή τη διαγραφόμενη απροθυμία των ιδιωτών γιατρών, το υπουργείο λειτούργησε, τις τελευταίες εβδομάδες, με τον «παιδαγωγικό»(;) κανόνα «μία στο καρφί και μία στο πέταλο», με επικλήσεις του υπουργού στο φιλότιμο των γιατρών, λαϊκισμούς (όπως καταγγέλλουν οι γιατροί) και παραινέσεις του τύπου «δεν θέλουμε να σας ξεβολέψουμε αλλά σκεφτείτε τους συνανθρώπους μας» ή «όλη η φασαρία γίνεται για δύο εφημερίες τον μήνα», αλλά και επαπειλούμενες τιμωρίες για ενεργοποίηση της διακοπής της συνταγογράφησης στους ιδιώτες γιατρούς που δεν θα ανταποκριθούν στο κάλεσμα ακόμα και επίταξη των γιατρών! Την τελευταία «λύση» την εξαπέλυσε και τη «μάζεψε» άμεσα ο υπουργός, αλλά ωστόσο, ό,τι λέγεται σημαίνει πως υπάρχει ως σκέψη και αυτό αρκεί ή μήπως όχι;
Έτσι, ενώ το υπουργείο αναζητούσε τουλάχιστον 39 παθολόγους για να καλύψει κρίσιμα κενά σε 14 «βαριά» υποστελεχωμένα περιφερειακά νοσοκομεία της χώρας (σε νησιά: Κως, Σαντορίνη, Σητεία, Ιεράπετρα, στην Πελοπόννησο: Πύργος, Σπάρτη, και σε αρκετές περιοχές της Β. Ελλάδας: Έδεσσα, Γιαννιτσά, Γρεβενά, Σέρρες, Δράμα, Ξάνθη, Κιλκίς και Διδυμότειχο), το αποτέλεσμα ήταν μόνον 6 γιατροί να απαντήσουν θετικά.
Η εφεδρεία των ογδοντάχρονων
Εντύπωση έκαναν 2 διαφορετικές περιπτώσεις ογδοντάχρονων συνταξιούχων γιατρών που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, συζητήθηκε, τις προηγούμενες ημέρες, η συνδρομή τους στο ΕΣΥ!
Στην πρώτη περίπτωση, ένας 80χρονος συνταξιούχος γιατρός ήταν ο μόνος που προσφέρθηκε οικειοθελώς να εργαστεί στη ΜΕΘ του Νοσοκομείου Δράμας! Το ΔΣ του Σωματείου Εργαζομένων εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την πιθανότητα να εργαστεί στη ΜΕΘ του νοσοκομείου Δράμας ο 80χρονος συνταξιούχος γιατρός μετά την πρόσκληση της Διοίκησης του νοσοκομείου, να εργαστεί με δελτίο παροχής υπηρεσιών για την κάλυψη των κενών 24ωρης εφημέρευσης στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας.
«Η είδηση και μόνο έχει προκαλέσει έντονο προβληματισμό και δυσαρέσκεια στους εργαζόμενους. Ο Διευθυντής της ΜΕΘ αντέδρασε εκφράζοντας την πρόθεση του να παραιτηθεί αν προχωρήσει η διαδικασία πρόσληψης του υπερήλικα γιατρού. Στην πολύπαθη ΜΕΘ της Δράμας που εδώ και πολύ καιρό λειτουργεί με δύο μόνιμους γιατρούς, μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα» δήλωσε το Σωματείο εργαζομένων και διευκρίνισε:
«Κανείς δεν αμφισβητεί τις ιατρικές ικανότητες, τις γνώσεις, την εμπειρία ή την καλή διάθεση του συγκεκριμένου γιατρού να βοηθήσει σε μια δύσκολη κατάσταση. Όταν, όμως, οι υπάλληλοι με τη συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας τους απολύονται αυτοδίκαια και συνταξιοδοτούνται, εύλογα γεννιέται το ερώτημα αν στα 80 τους μπορούν να επανέρχονται για να αναλάβουν εκ νέου καθήκοντα σε μια υπηρεσία υποστελεχωμένη με υπερεφημέρευση και εξοντωτικές συνθήκες εργασίας. Θεωρούμε ότι τέτοιου είδους λύσεις που αναζητά η κυβέρνηση για την κάλυψη των κενών στα δημόσια νοσοκομεία δεν θα συμβάλλουν στην εξασφάλιση της βιωσιμότητας του ΕΣΥ αλλά ενδέχεται να έχουν αντίθετα αποτελέσματα. Αναφερόμαστε στην τροπολογία με την οποία άνοιξε ο δρόμος για αθρόες προσλήψεις με μπλοκάκι στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας, χωρίς ηλικιακούς περιορισμούς αλλά και στο κάλεσμα που απηύθυνε ο υπουργός υγείας μέσω τηλεοπτικής εκπομπής σε συνταξιούχους τραυματιοφορείς προκειμένου να επιστρέψουν με μπλοκάκι στα νοσοκομεία». Μάλιστα, όπως ανέφερε ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ –σύμφωνα με όσα του μετέφεραν οι εργαζόμενοι στο Νοσοκομείο Δράμας– επισκέφτηκε ο 80χρονος γιατρός τη ΜΕΘ και φυσικά είδε αλλαγμένο όλον τον εξοπλισμό της Μονάδας. Λογικό είναι ότι θα χρειασθεί και εκπαίδευση (αν τελικά του ανατεθεί ιατρικό έργο)…
Στη δεύτερη περίπτωση, στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου, ανάμεσα στους γιατρούς που κλήθηκαν να καλύψουν εφημερίες στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ), βρέθηκε και ένας άνδρας άνω των 80 ετών, παθολόγος του Ρεθύμνου, ο οποίος αρνήθηκε να δεχθεί την πρόσκληση, σύμφωνα με τοπικά Μέσα Ενημέρωσης της Κρήτης. Αυτή η κίνηση του Νοσοκομείου, επίσης, προβλημάτισε την ιατρική κοινότητα, καθώς θέτει ένα σοβαρό και επικίνδυνο προηγούμενο. Υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες σχετικά με το κατά πόσον ένας άνθρωπος προχωρημένης ηλικίας θα μπορούσε να ανταποκριθεί στον όγκο των ασθενών και στο φόρτο εργασίας (και στη σοβαρότητα των περιστατικών) σε ένα τόσο νευραλγικό τμήμα όπως το ΤΕΠ. Εδώ καταρρέουν στη διάρκεια της εφημερίας νεότεροι γιατροί που είναι μάχιμοι, θα αντεπεξέλθουν άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας με την ταχύτητα και την ενέργεια που απαιτείται;
Η προσφορά του ΠΙΣ
Η πυροσβεστικού χαρακτήρα κίνηση του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, την περασμένη εβδομάδα, που παρά την αντίθεση του με τις ενέργειες της πολιτικής ηγεσίας στο θέμα της κάλυψης των κενών στα νοσοκομεία, ανακοίνωσε πως θα χορηγήσει από το ταμείο του επίδομα 1.000 ευρώ σε κάθε γιατρό που θα συνδράμει το ΕΣΥ, (και επιπλέον δωρεάν συνδρομή για τρία πανελλήνια συνέδρια σε κάθε γιατρό που θα εργαστεί για το ΕΣΥ), προκάλεσε χαρά και ανακούφιση στον υπουργό Υγείας, που έσπευσε να καλωσορίσει την απόφαση, μη σχολιάζοντας τις αιχμές που άφηνε ο ΠΙΣ στην ανακοίνωσή του. Ήταν μία κίνηση για να ξεπεραστεί η κρίση τη στιγμή που το αδιέξοδο φαινόταν αξεπέραστο αλλά και μία κίνηση που θεσμικά πρέπει να γίνει από το υπουργείο για να προσελκύσει τους υγειονομικούς. Αν επικουρικά επιθυμεί ο ΠΙΣ ή κάθε σύλλογος να συνδράμει είναι ευπρόσδεκτο, αλλά όχι το κίνητρο του ΠΙΣ να είναι πρακτικά ισχυρότερο από του υπουργείου.
Οι χρόνιες ελλείψεις και η χρόνια αδιαφορία
Τα κενά υγειονομικού προσωπικού στο ΕΣΥ δεν είναι καινούριο δεδομένο, ούτε ευθύνη αποκλειστικά της τωρινής κυβέρνησης. Όμως, καινούριο δεδομένο δεν είναι και η χρόνια αδιαφορία ή απρονοησία κάθε κυβέρνησης για την πλήρωσή τους. Δεν βγαίνουν τυχαία άγονες οι βραδείας εξέλιξης προκηρύξεις του ΑΣΕΠ, καθώς δεν δίνουν κίνητρα (οικονομικά και επαγγελματικά) στους γιατρούς να προσέλθουν στις περιοχές που υπάρχουν κενά. Το σχετικά καινούργιο είναι η μαζική έξοδος από το ΕΣΥ των υγειονομικών μας, γεγονός για το οποίο χτυπούσαν καμπανάκι τουλάχιστον εδώ και πέντε χρόνια οι εκπρόσωποι των εργαζόμενων στα δημόσια νοσοκομεία και η κυβέρνηση κώφευε… Αν ήταν μόνο τα κενά των συνταξιοδοτήσεων, οι υπεύθυνοι πίστευαν ότι θα «μπάλωναν» τα κενά. Αλλά αποχωρούν μαζικά νεότεροι και έμπειροι γιατροί και νοσηλευτές, οι οποίοι κατευθύνονται στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και στο εξωτερικό, όπως στην Κύπρο, όπου τα κίνητρα είναι αξιόλογα. Αν ήταν ανάλογα τα κίνητρα στο ΕΣΥ, απλώς δεν θα έφευγαν… Τόσο απλά! Ούτε παρακάλια ούτε απειλές δεν χρειάζονται. Επαγγελματίες είναι οι υγειονομικοί, που βιοπορίζονται από τη δουλειά τους και εάν δεν μπορούν να βιοποριστούν πλέον (με αντικειμενικά κριτήρια) θα φύγουν. Η κυβέρνηση ξέρει τι πρέπει να κάνει. Απλώς, τώρα είναι η ώρα να το κάνει!