Atlantic/ Το δράμα του Μπάϊντεν να μην γίνει αμερικανική τραγωδία- Πώς το μικρόβιο του Μεσσία έχει προσβάλλει τον πρόεδρο των ΗΠΑ
Το θρίλερ εκείθεν του Ατλαντικού κορυφώνεται. «Τα μέσα ενημέρωσης με σφυροκοπούν, δίνουν έτσι ένα «ελευθέρας» στον Τραμπ, αλλά εγώ δεν πρόκειται να κάνω πίσω, νίκησα τον Τραμπ μία φορά, θα τον νικήσω και δεύτερη», ήταν η έντονη αντίδραση Μπάιντεν χτες, στις εντεινόμενες πιέσεις να παραιτηθεί από τη διεκδίκηση της προεδρίας στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Μία ημέρα νωρίτερα, την Πέμπτη, ο ηγέτης των Δημοκρατικών στη Βουλή, Χακίμ Τζέφρις, του είχε μεταφέρει τις έντονες ανησυχίες των βουλευτών και του έκανε σαφές ότι δεν στηρίζουν την εκ νέου υποψηφιότητά του. Χτες, πάλι, έγινε γνωστό ότι μεγάλοι χρηματοδότες των Δημοκρατικών πάγωσαν χορηγίες άνω των 90 εκατ. δολ. «όσο παραμένει υποψήφιος ο Μπάιντεν».
Ωστόσο, δημοσκοπικά ο Τζο Μπάιντεν δείχνει αξιοπρόσεκτη αντοχή. Σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση που έγινε για λογαριασμό του δικτύου NPR, ο Μπάιντεν να προηγείται του Τραμπ κατά δύο μονάδες, 50% έναντι 48%. Σε ανάλυσή του το Atlantic κάνει λόγο για “το μικρόβιο του Μεσσία που έχει προσβάλλει τον Μπάϊντεν”.
Συνοπτική απόδοση του άρθρου από το KREPORT:
Οι συντηρητές τέχνης χρησιμοποιούν τον όρο φωτοαποδόμηση για να περιγράψουν τη διαδικασία με την οποία ένας πίνακας ξεθωριάζει. Τα χρώματα παραμένουν, απλά γίνονται λιγότερο ζωντανά. Αυτή είναι η ιστορία του Τζο Μπάιντεν.
Οι πρόεδροι χάνουν ή παραιτούνται για έναν από τους παρακάτω λόγους: οικονομική κρίση, στρατιωτική αποτυχία ή κομματική διάσπαση. (Μερικές φορές ένας πρόεδρος κλονίζεται από τους δύο από αυτούς, ακόμη και από τους τρεις, όπως στην περίπτωση του Τζίμι Κάρτερ το 1980.)
Η οικονομία κατά τη διάρκεια της προεδρίας Μπάιντεν, είναι στα καλύτερα επίπεδα από τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν βρίσκονται άμεσα εμπλεκόμενες σε πόλεμο. Και μέχρι το ντιμπέιτ του Ιουνίου, το Δημοκρατικό Κόμμα ήταν ενωμένο. Αλλά οι αστοχίες και τα λάθη στα οποία υπέπεσε ο Αμερικανός Πρόεδρος, έχουν δημιουργήσει το είδος της κομματικής διάσπασης που «κατάπιε» τον Ουίλιαμ Χάουαρντ Ταφτ το 1912 και τον Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο το 1992.
Η προχθεσινή συνέντευξη Τύπου του Μπάιντεν (ΝΑΤΟ), είχε σκοπό να κλείσει το εσωτερικό μέτωπο. Προσπάθησε να καθησυχάσει τους Δημοκρατικούς ότι είχε κάποιο σχέδιο να αλλάξει τα πράγματα, για αυτόν και για εκείνους. Τελικά δεν το έκανε. Περιορίστηκε στο να πει ότι θα μπορούσαν να είναι χειρότερα, στο να χαρακτηρίσει τις δημοσκοπήσεις αναξιόπιστες και στο να επικαλεστεί παραδείγματα άλλων εν ενεργεία προέδρων, οι οποίοι κατάφεραν να αντιστρέψουν το κλίμα.
Μία άλλη στρατηγική θα ήταν η επίκληση στις κοινές κομματικές αξίες, σε όλα εκείνα δηλαδή, για τα οποία οι Δημοκρατικοί, θεωρούν ότι αξίζει να αγωνιστούν.
Αυτός δεν είναι ο τρόπος ή η γλώσσα του Μπάιντεν, αλλά ενδεχομένως να ήταν το μόνο εναλλακτικό σχέδιο για να αλλάξει το κλίμα στο κόμμα του. Δεν έκανε ούτε αυτό.
Εκείνο που έμεινε ήταν μια σιωπηρή μομφή, ο εγωισμός ενός πολιτικού σε μια κούρσα κορυφής. Δεν υπήρχε πολύ «εσείς», ούτε πολύ «εμείς» σε αυτή τη συνέντευξη Τύπου. Αντίθετα, υπήρχαν πολλά «εγώ»: πράγματα που ήθελα να κάνω, πράγματα που θα απογοητευτώ, αν δεν τα τελειώσω.
Το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του Μπάιντεν, είναι η μακρά και συνεπής διαδρομή του στην πολιτική.
Και ο ίδιος ο πολιτικός, πρέπει να έχει το ανάστημα να μετρηθεί με τις δυνάμεις του, να αντιληφθεί πότε έρχεται η στιγμή της αποχώρησης.
Οι τοίχοι του Κογκρέσου, είναι γεμάτοι από πορτρέτα ανθρώπων, που έχουν ξεχαστεί σχεδόν από όλους. Μόνο οι καθηγητές στα πανεπιστήμια μπορεί να τους φέρνουν ως παράδειγμα λήθης: «Κάποτε νόμιζαν ότι ήταν μεγάλο θέμα και τώρα έχουν φύγει. Νομίζεις ότι είσαι μεγάλη υπόθεση, αλλά θα φύγεις κι εσύ κάποια μέρα».
Ένα μάθημα αυτογνωσίας και ταπεινότητας. Μία προειδοποίηση σε όσους πάσχουν από το σύνδρομο του μεσσιανισμού.
Και φαίνεται ότι το μικρόβιο του μεσσία, έχει προσβάλλει τον Μπάιντεν.
Ο Μπάιντεν υπήρξε ένας εξαιρετικά επιτυχημένος πρόεδρος, υλοποιώντας την πιο σημαντική φιλελεύθερη νομοθεσία από οποιονδήποτε άλλο πρόεδρο, μετά τον Λίντον Τζόνσον. Οργάνωσε την άμυνα της Ουκρανίας ενάντια στη ρωσική εισβολή, επέκτεινε το ΝΑΤΟ και αντιμετώπισε τους κλυδωνισμούς στο κόμμα του, για να σταθεί στο πλευρό του Ισραήλ.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του, η εγκληματικότητα μειώθηκε, οι γάμοι αυξήθηκαν. Οι θάνατοι από ναρκωτικά επίσης μειώνονται, ο αριθμός των γεννήσεων αυξάνεται. Δεν ήταν όλα αυτά προσωπική του δουλειά, αλλά συνέβησαν στη δική του προεδρία.
Η μεγάλη απογοήτευση του Μπάιντεν, ήταν το γεγονός ότι εξελέγη πρόεδρος σε μεγάλη ηλικία.
Το επιδίωξε το 1988 και ξανά το 2008. Το ήθελε το 2016. Αν είχε κερδίσει την υποψηφιότητα των Δημοκρατικών εκείνη τη χρονιά, η χώρα μπορεί να είχε γλιτώσει από την προεδρία Τραμπ και ο Μπάιντεν ίσως να ολοκλήρωνε τώρα τη δεύτερη θητεία του. Στη συνέντευξη Τύπου, θύμιζε έναν αθλητή που διαθέτει την τεχνική για να βάλει τις βολές, αλλά δεν έχει πια τη δύναμη για να το κάνει.
Εάν ο Μπάιντεν μείνει στην κούρσα και ηττηθεί από τον Τραμπ, το έθνος στο οποίο πίστευε, δεν θα επιβιώσει. Θα γεννηθεί μια διαφορετική Αμερική, το συλλογικό αίσθημα ασφάλειας θα χαθεί.
Αλλά όπως η δύναμη του εξασθενεί με το πέρασμα του χρόνου, έτσι και η διαύγεια της αντίληψής του φαίνεται να ξεθωριάζει.
Θυμάται ποιος ήταν και δεν βλέπει ποιος είναι. Αλλά ο χρόνος δεν δείχνει έλεος. Παίρνει και ποτέ δεν δίνει πίσω.