Ελλάδα και Ουγγαρία στον “πάτο” της εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ σύμφωνα με έρευνα του Reuters

 Ελλάδα και Ουγγαρία στον “πάτο” της εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ σύμφωνα με έρευνα του Reuters

Μια πρόσφατη έρευνα του Reuters Institute for the Study of Journalism αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα και η Ουγγαρία βρίσκονται στον πάτο της κατάταξης της εμπιστοσύνης του κοινού στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η έρευνα, που καλύπτει χώρες από όλο τον κόσμο, καταδεικνύει μια ανησυχητική πτώση της εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ σε πολλές χώρες, με την Ελλάδα και την Ουγγαρία να σημειώνουν τα χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης.

Η Ελλάδα συγκέντρωσε τη χαμηλότερη βαθμολογία εμπιστοσύνης των ΜΜΕ (23%) στην ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Reuters, μαζί με την Ουγγαρία.

Η γενική εμπιστοσύνη στις ειδήσεις (40%) παρέμεινε σταθερή τον τελευταίο χρόνο, αλλά εξακολουθεί να είναι τέσσερις βαθμούς χαμηλότερα συνολικά από ό,τι ήταν πριν την πανδημία του κορωνοϊού, όπως υπογραμμίζει η έκθεση του ινστιτούτου του Reuters για τη μελέτη της δημοσιογραφίας, που συνδέεται με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Η Φινλανδία παραμένει η χώρα με τα υψηλότερα επίπεδα συνολικής εμπιστοσύνης (69%), ενώ η Ελλάδα (23%) και η Ουγγαρία (23%) έχουν τα χαμηλότερα επίπεδα εν μέσω ανησυχιών για την επιρροή των πολιτικών και επιχειρηματικών παραγόντων στη λειτουργία των media, όπως σχολιάζει η έρευνα.

Για την ώρα δεν υπάρχουν στοιχεία που να εξηγούν πώς η τεχνητή νοημοσύνη ενδεχομένως επηρεάζει την εμπιστοσύνη στη λειτουργία των ΜΜΕ.

Μείωση ενδιαφέροντος για πολιτική και αποφυγή ειδήσεων

Οι εκλογές έχουν αυξήσει το ενδιαφέρον για τις ειδήσεις σε λίγες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών (+3), αλλά η συνολική τάση παραμένει πτωτική. Το ενδιαφέρον για τις ειδήσεις στην Αργεντινή, για παράδειγμα, μειώθηκε από 77% το 2017 σε 45% σήμερα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το ενδιαφέρον για τις ειδήσεις έχει σχεδόν μειωθεί στο μισό από το 2015. Και στις δύο χώρες η αλλαγή αντικατοπτρίζεται από παρόμοια μείωση του ενδιαφέροντος για την πολιτική.

Ταυτόχρονα, διαπιστώνεται αύξηση της επιλεκτικής αποφυγής ειδήσεων. Περίπου τέσσερις στους δέκα (39%) λένε τώρα ότι μερικές φορές ή συχνά αποφεύγουν τις ειδήσεις – 3 ποσοστιαίες μονάδες πάνω σε σχέση με τον μέσο όρο του περασμένου έτους – με πιο σημαντικές αυξήσεις να καταγράφονται στη Βραζιλία, την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Φινλανδία. Τα σχόλια των χρηστών υποδηλώνουν ότι οι δυσεπίλυτες συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή μπορεί να είχαν κάποιο αντίκτυπο σε αυτή την κατεύθυνση. Διαπιστώνεται επίσης ότι το ποσοστό των ανθρώπων που λένε ότι αισθάνονται “υπερφορτωμένοι” από τον όγκο των ειδήσεων αυτές τις μέρες έχει αυξηθεί σημαντικά (+11 ποσοστιαίες μονάδες) από το 2019, όταν είχε τεθεί και τότε το ίδιο ερώτημα.

Το podcasting ειδήσεων παραμένει ένα φωτεινό σημείο για τους εκδότες, προσελκύοντας νεότερο, καλά εκπαιδευμένο κοινό, ωστόσο παραμένει σε ανάπτυξη. Πολλά pod πλέον γίνονται και βίντεο για να αυξηθεί ο διαμοιρασμός τους.

Το πρόβλημα της Ελλάδας

Όπως αναφέρει στην έκθεση ο καθηγητής του Ελεύθερου Πανεπιστημίου Βρυξελλών, Αντώνης Καλογερόπουλος, η ελληνική αγορά ΜΜΕ χαρακτηρίζεται από τον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης των media σε λίγους επιχειρηματίες, από τον κατακερματισμό των ψηφιακών μέσων, την υψηλή χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και την εν γένει χαμηλή εμπιστοσύνη λόγω της πολιτικής πόλωσης και των ανησυχιών του κοινού για την αθέμιτη επιρροή στα ΜΜΕ από πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες.

REUTERSINSTITUTE

Η έρευνα σχολιάζει πως η πολιτική πόλωση εντάθηκε λόγω των εθνικών και περιφερειακών εκλογών και το πώς αυτές αποτυπώθηκαν στα media, έπαιξε ρόλο στην εικόνα που σχημάτισαν για αυτά το κοινό τους. Σχολιάζεται πως η αντιπολίτευση στηλίτευσε την κυβέρνηση για το Κράτος Δικαίου και την ευρωκαταδίκη της χώρας μας στο ευρωκοινοβούλιο, την ώρα που η κυβέρνηση επικαλείται έρευνα του Economist που αναβάθμισε την Ελλάδα από “ελαττωματική” σε “πλήρη” Δημοκρατία για πρώτη φορά μετά το 2008.

Σχολιάζεται αρνητικά ακόμη το πώς διορίστηκε το νέο ΔΣ του ΕΣΡ εν μέσω πολιτικών αντιπαραθέσεων αλλά και η γενικότερη ανεξαρτησία των Αρχών. Ακόμη, οι ελληνικές εταιρείες ΜΜΕ αργούν στο να προχωρήσουν στη διαδικτυακή συνδρομή σε σύγκριση με άλλες αγορές, λόγω του φόβου ότι θα απωλέσουν μέρος του ακροατηρίου τους. Κάποιες διστακτικές κινήσεις έγιναν το περασμένο έτος όπως τονίζεται, με κάποιο premium περιεχόμενο “ερευνητικής” δημοσιογραφίας.

Θετική αναφορά γίνεται στη δημιουργία του ERTNEWS αλλά και του Ertflix το οποίο παραμένει δωρεάν. Σημειώνεται ακόμη πως οι κρατικές επιδοτήσεις προς τα ΜΜΕ έχουν περιοριστεί, ενώ αναφορά γίνεται και στην ενδυνάμωση του ομίλου της Alter Ego Media, η οποία αγόρασε και τα δικαιώματα της Ελευθεροτυπίας.

Το Reuters σημειώνει πως το Facebook στην Ελλάδα χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο για “αλίευση” ειδήσεων από το 44% των Ελλήνων, ποσοστό πολύ μικρότερο σε σχέση με το 68% του 2016. Παράλληλα το Instagram και το TikTok αυξάνουν την χρήση τους ως προς την ενημέρωση σε ποσοστά της τάξης του 20% και 14% αντιστοίχως, κυρίως ανάμεσα στα πιο νεαρά κοινά. Παράλληλα, οι Έλληνες εκδότες προσπαθούν να προσελκύσουν μεγάλο κοινό μέσα από αυτές τις πλατφόρμες που ακόμη “κυριαρχούνται” από social media influencers και μικρομεσαία εμπορικά brands.

Ως προς τη χρήση των Social Media, στην Ελλάδα το Facebook παραμένει στην πρώτη θέση με 64% και το YouTube στη δεύτερη με 62%.

REUTERSINSTITUTE

Ακόμη, οι Έλληνες ενημερώνονται όπως δηλώνουν κατά 81% online (με τα social media να περιλαμβάνονται εδώ), το 49% δηλώνει πως ενημερώνεται από την τηλεόραση και μόλις το 13% από έντυπα Μέσα.

Πάντως ο βαθμός εμπιστοσύνης των Ελλήνων στα ΜΜΕ ήταν φέτος βελτιωμένος κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με πέρσι.

Μια νέα τάση στην ειδησεογραφία

Η ετήσια έκθεση για την ψηφιακή αναζήτηση της είδησης στηρίζεται σε διαδικτυακές δημοσκοπήσεις που διενεργήθηκαν από την εταιρία YouGov σε 95.000 ανθρώπους σε 47 χώρες. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως σύμφωνα με τα ευρήματα, τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων σε παγκόσμιο επίπεδο παρακολουθούν τουλάχιστον ένα σύντομο (διάρκειας μερικών λεπτών) βίντεο για ένα ειδησεογραφικό θέμα κάθε εβδομάδα, κάτι που αποτυπώνει μια γενικότερη τάση.

Σχεδόν τα τρία τέταρτα (72%) αυτής της κατανάλωσης βίντεο πραγματοποιείται στις πλατφόρμες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, έναντι μόνο 22% για τους ιστοτόπους τους.

Τα παραδοσιακά ΜΜΕ είναι γενικώς κυρίαρχα σε Facebook και το X (πρώην Twitter), ωστόσο το πιο νέο κοινό έχει στραφεί σε TikTok, Instagram, Snapchat και YouTube, με την αναζήτηση της είδησης και της ανάλυσής της να γίνεται μέσα από δημιουργούς περιεχομένου και influencers και όχι από τις “κλασικές” πλατφόρμες ενημέρωσης. Ειδική μνεία γίνεται δε για την περίπτωση του Γάλλου Hugo Décrypte που απασχολεί 25 άτομα στο δικό του brand.

Σχετικά Άρθρα