Ο υποψήφιος βουλευτής του Γαλλικού “Λαϊκού Μετώπου” κ. Ολάντ και το αίτημα περί συμπόρευσης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ

Ο υποψήφιος βουλευτής του Γαλλικού “Λαϊκού Μετώπου” κ. Ολάντ και το αίτημα περί συμπόρευσης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ

Ο Φρανσουά Ολάντ, πρώην πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας, βρίσκεται (για δεύτερη φορά σε δύο εβδομάδες) στην Αθήνα, προσκεκλημένος στο διήμερο (Δευτέρα και Τρίτη) συνέδριο του Ινστιτούτου Τσίπρα και του Ιδρύματος Ζάεφ. Ο Γάλλος πολιτικός που, για τους γνωρίζοντες, διαδραμάτισε “σωτήριο” ρόλο στην κρισιμότερη, ίσως, φάση της ελληνικής κρίσης, το καλοκαίρι του 2015, και βοήθησε τα μάλλα έναντι της σκληρής πολιτικής του Grexit του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, διατηρεί στενές σχέσεις έκτοτε με τον Αλέξη Τσίπρα.

Ο κ. Ολάντ θα βρεθεί στην Αθήνα και υπό τη νέα, πλέον, ιδιότητά του: αυτή του υποψηφίου βουλευτή του νεοσυσταθέντος “Λαϊκού Μετώπου”.

Οι προοδευτικές δυνάμεις της Γαλλίας έφτασαν την περασμένη Παρασκευή σε οριστική συμφωνία για την κάθοδο με κοινό πρόγραμμα στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, με το όνομα «Λαϊκό Μέτωπο».
Με τις ανακοινώσεις τους επισημοποιήθηκε αυτό που είχε ανακοινωθεί την επόμενη ημέρα των ευρωεκλογών ως μια πρώτη πολιτική αντίδραση στην τρομακτική άνοδο της ακροδεξιάς της Μαρίν Λεπέν.

Σοσιαλιστές, Πράσινοι, Κομμουνιστικό Κόμμα και Ανυπότακτη Γαλλία (Μελανσόν) αναφέρουν στην ανακοίνωση ότι συμφωνήθηκε μια λίστα με κοινούς υποψήφιους, αλλά και ένα πολιτικό πρόγραμμα για τις πρώτες εκατό ημέρες στην κυβέρνηση.

«Η άνοδος της Εθνική Συσπείρωσης στην εξουσία δεν είναι, πλέον, κάτι δεδομένο» αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Το γεγονός ότι ένας πρώην πρόεδρος Δημοκρατίας αποφασίζει να κατέλθει ως απλός υποψήφιος βουλευτής έχει αναμφίβολα συμβολικό χαρακτήρα και αναδεικνύει την κρισιμότητα της εκλογικής ανάμετρησης έναντι της επελαύνουσας Λεπέν και του καταρρέοντος Εμανουέλ Μακρόν. Το μήνυμα του Ολάντ προς τους Γάλλους είναι σαφές: “στον β’ γύρο των βουλευτικών εκλογών ψηφίστε τον υποψήφιο που είναι αντίπαλος της “Εθνικής Συσπείρωσης””. Δηλαδή, είτε είναι κομμουνιστής, είτε σοσιαλιστής, είτε του Μελανσόν.

Δεν χωρά αμφιβολία ότι το διακύβευμα να μην νικήσει η Λεπέν στις γαλλικές εθνικές εκλογές είναι απείρως σημαντικότερο για την Γαλλία και την Ευρώπη από οποιαδήποτε αναλογία με τους πολιτικούς συσχετισμούς στην Ελλάδα μετά τις ευρωεκλογές. Όμως, κι εδώ, δεν πρέπει να υποτιμάται ο κίνδυνος που απορρέει από το ακλόνητο “η φύση απεχθάνεται το κενό”.

Διότι, το ζητούμενο δεν είναι να μην κερδίσει τις επόμενες εκλογές -όποτε γίνουν- η Ν.Δ, αυτό είναι ο δεδομένος θεμιτός πολιτικός στόχος για κάθε κόμμα της αντιπολίτευσης. Κρισιμότερο, όμως, είναι η αδυναμία των βασικών κομμάτων της αντιπολίτευσης, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, να συμφωνήσουν σε συμπόρευση, να ανοίξει διάπλατα τον δρόμο για την ακόμα μεγαλύτερη άνοδο των κομμάτων δεξιά της Ν.Δ και την συγκρότηση ενός πόλου που θα συγκεντρώνει περισσότερο από το περίπου 20% που έλαβε στις ευρωεκλογές και αν και κατακερματισμένος θα μπορεί να ισχυρίζεται ότι αποτελεί την πραγματική αξιωματική αντιπολίτευση. Ο δε κατακερματισμός δεν πρέπει να θεωρείται νομοτελειακός…

Comfort zone και ναρκισσισμοί

Ο Γάλλος πρόεδρος, λοιπόν, βγαίνει από την “comfort zone” του ύπατου αξιώματος που υπηρέτησε, και διακινδυνεύει ακόμα και να ηττηθεί από τον υποψήφιο της Λεπέν στην εκλογική περιφέρεια στην οποία θα εκτεθεί. Το κάνει για να στείλει το σήμα της συμπόρευσης και της κρισιμότητας της συγκυρίας.

Καθ’ ημάς, τώρα, οι αυτοαποκαλούμενες προοδευτικές δυνάμεις παραμένουν (;) ακόμα στο νεφέλωμα του πολιτικού ναρκισισμού, των εγωϊσμών και της εκπροσώπησης της αυθεντικής έκφρασης έναντι της Ν.Δ. Όσο αυτό συνεχίζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να αισθάνεται άνετα στην “τοποθεσία Μαξίμου”.

Η δημοσκόπηση της Opinion Poll για το libre εξήγαγε μερικά σημαντικά συμπεράσματα που προκαλούν ρωγμές σ’ αυτή την αυταρέσκεια του μικρομεγαλισμού στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.

Η βούληση των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ είναι καταιγιστική. Κατά μέσο όρο το 75% όσων ψήφισαν τα δύο κόμματα στις ευρωεκλογές επιθυμούν την συγκρότηση πόλου για εκλογική συμπόρευση, προκρίνουν, μάλιστα, και πρόσωπα για την ηγεσία ενός τέτοιου σχήματος

Αναρωτιέται κανείς: όταν ένας Γάλλος πρώην πρόεδρος Δημοκρατίας κατέρχεται ως απλός υποψήφιος βουλευτής θέτοντας σε κίνδυνο την υστεροφημία του, μπορούν να κάνουν ότι δεν αντιλαμβάνονται τη συγκυρία οι πολυπράγμονες του εγχώριου “προοδευτικού τόξου” -όπως λένε; Μπορούν να συνεχίσουν να επαίρονται δήθεν ότι “εγώ έριξα τον Μητσοτάκη από το 41% στο 28%”, να κάνουν ότι δεν βλέπουν την θηριώδη αποχή των πολιτών, να υπερασπίζονται την αναιμική αυτονομία τους και να καλούν οι μεν τους δε να προσχωρήσουν στο “μεγαλύτερο”, το “ιστορικότερο” κόμμα, το κόκκινο, το πράσινο, το… μενεξεδί;

Δυστυχώς, η απάντηση είναι “ναι, μπορούν”. Οι ηγεσίες εδώ και καιρό τροφοδοτούν την εσωστρέφεια, ενισχύουν την τοξικότητα των “πρατωριανών” ένθεν κακείθεν, αναδεύουν τις όντως δηλητηριώδεις σχέσεις του παρελθόντος ( ευθύνες υπάρχουν και στις δύο πλευρές), θέτουν ανυπέρβλητα προαπαιτούμενα, επιζητούν την κυριαρχία ο ένας επί του άλλου και πάει λέγοντας.

Όμως, οι ίδιοι οι ψηφοφόροι στέλνουν το δικό τους μήνυμα και απαιτούν την υπέρβαση όλων αυτών, τον παραμερισμό των “αντ’ αυτών” και την επικράτηση της κοινής λογικής. Όχι, επαναλαμβάνω, επειδή πρέπει να νικηθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε καν επειδή είναι γραμμένο στην πέτρα ότι μία τέτοια συμπόρευση θα οδηγήσει -εφόσον το αποφασίσουν οι πολίτες- σε μία δεδομένα καλύτερη διακυβέρνηση. Αλλά επειδή: α. πρέπει να αποκατασταθεί ο πολιτικός ανορθολογισμός του ενός κυρίαρχου κόμματος εξουσίας, β. να αποκτήσει ισορροπία το πολιτικό σύστημα με έναν πόλο αντιπολιτευτικό ή κυβερνητικό, γ. να περιοριστούν ή και να αποκλειστούν οι πιθανότητες περαιτέρω ανόδου της υπερδεξιάς και ακροδεξιάς, δ. να αισθάνεται πίεση και να βελτιώνει τις επιδόσεις της η σημερινή κυβέρνηση.

Η δημοσκόπηση κατέστησε σαφές πως ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ, ούτε το ΠΑΣΟΚ, μπορεί καθένα μόνο του να αποτελέσει αντίπαλο δέος στη Ν.Δ. Όποιος, υπό τις παρούσες συνθήκες, πιστεύει το αντίθετο δεν είναι αφελής, είναι επικίνδυνος.

Ο χρόνος, τέλος, είναι πολύτιμος. Πρωτίστως στο ΠΑΣΟΚ πρέπει να τρέξουν οι διαδικασίες που θα συμφωνηθούν ώστε το συντομότερο δυνατό να υπάρχει συνομιλητής στην κορυφή και να απελευθερωθούν τα ανώτερα και μεσαία στελέχη να μπορούν να επικοινωνήσουν διατρέχοντας τα κομματικά σύνορα. Αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, για να πάψουν οι συζητήσεις να γίνονται σε παρακάμερες αλλά στο φως, κι έτσι να “εκπαιδευτούν” στην ανάγκη της συνέργειας όλοι εκείνοι που στήνουν σοσιαλμιντιακά ικριώματα και δικάζουν οτιδήποτε νομίζουν πως εκφεύγει από τις επιθυμίες του αρχηγού.

Και κάτι για το τέλος. Η δημοσκόπηση αναδεικνύει και μία επιπλέον πιθανότητα που καλά θα κάνουν να την λάβουν υπόψη τους οι αρχηγοί και οι “αυλές”.

Επικεφαλής μιας συμπόρευσης είναι μάλλον δίκαιο να είναι ο αρχηγός του μεγαλύτερου κόμματος. Είθισται και είναι λογικό. Όμως, όταν η διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων είναι 85.000 ψήφοι (593.000 ο ΣΥΡΙΖΑ, 508.000 το ΠΑΣΟΚ) και δύο ποσοστιαίες μονάδες με το μαύρο σύννεφο της αποχής να καταπλακώνει τα πάντα, κι αυτό που προέχει είναι η συγκρότηση σχήματος και πρότασης εναλλακτικής διακυβέρνησης, ακόμα κι αυτό πρέπει να επαναξιολογείται. Κι αυτό πρέπει να το αποφασίσουν οι ψηφοφόροι της βάσης των δύο ή περισσοτέρων κομμάτων που θα συνεργαστούν, μέσα από διαδικασίες απευθείας εκλογής που ήδη συζητώνται. Κανένας όρος δεν πρέπει να ακυρώνει την προσπάθεια και προς τιμήν του ο Στέφανος Κασσελάκης το άφησε να εννοηθεί- είναι μάλλον βέβαιο πως θα το πράξει και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ που θα βγει από την εσωτερική διαδικασία.

Επ΄ αυτού, έχει ενδιαφέρον το παρακάτω εύρημα:

Τρεις στους δέκα ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ απαντούν στο ερώτημα “ποιός να ηγηθεί” …τρίτο πρόσωπο. Μεταξύ των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ το τρίτο πρόσωπο λαμβάνει 65%. Αυτό αφενός δίνει το δικαίωμα σε οποιονδήποτε πέραν των κ. Κασσελάκη και Ανδρουλάκη -ή όποιος εκλεγεί επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ- να διεκδικήσει την ηγεσία ενός νέου σχήματος συμπόρευσης και να είναι υποψήφιος πρωθυπουργός, αφετέρου δίνει και το δικαίωμα στους πολίτες να επιλέξουν ένα άλλο πρόσωπο που θα εκτιμήσουν ότι έχει ενοποιητικά χαρακτηριστικά και καλύτερο προφίλ “πρωθυπουργίσιμου”. Κι εδώ δεν χωρούν εγωϊσμοί, όπως θα μπορούσε να διδάξει ο Φρανσουά Ολάντ και το γαλλικό υπόδειγμα του “Λαϊκού Μετώπου” (σε πολιτικές συμφώνησαν, λιγότερο σε πρόσωπα”…

Κατά τα λοιπά, η έρευνα της Opinion Poll δείχνει τον δρόμο:

Σχετικά Άρθρα