“Business as usual”/ Θετικό κλίμα για “ήρεμα νερά” με αλώβητο τον τουρκικό αναθεωρητισμό

 “Business as usual”/ Θετικό κλίμα για “ήρεμα νερά” με αλώβητο τον τουρκικό αναθεωρητισμό

Το πλαίσιο της συνάντησης του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο είχε προσδιοριστεί πριν ο Κυριάκος Μητσοτάκης εισέλθει στο Ακσαράϊ της Άγκυρας. Οι καθόλου “εθιμοτυπικές” συνεντεύξεις που παραχώρησαν, ο πρώτος στην “Μιλιέτ”, ο δεύτερος στην “Καθημερινή”, αποτέλεσαν το βήμα για να εκδηλωθούν η στρατηγική του ενός και οι “κόκκινες γραμμές” του άλλου.

Οι κοινές δηλώσεις παρήγαγαν μεν στιγμιότυπα, κάποια απ΄ αυτά “θεατρικά” και απευθυνόμενα στα εσωτερικά ακροατήρια, δεν παρήγαγαν όμως κάτι περισσότερο. Ό,τι υπήρχε να ειπωθεί είχε ήδη ειπωθεί.

Ωστόσο, δεν πρέπει να υποτιμά κανείς την τέταρτη αυτή συνάντηση των δύο ηγετών σε ένα χρόνο, από τη στιγμή, δηλαδή, που τέθηκε σε εφαρμογή η λεγόμενη “διπλωματία των σεισμών” και δόθηκε το έναυσμα επιτάχυνσης της αποκατάστασης των ελληνοτουρκικών σχέσεων από τις ΗΠΑ. Οι τελευταίες είναι σαφές πως επιθυμούν να κλείσει το μέτωπο της κρίσης στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, με δύο πολέμους ανοιχτούς στην περιοχή μας (ουκρανικό, Μέση Ανατολή). Αμφότερες οι χώρες είναι κρίσιμοι κρίκοι στην αλυσίδα των αμερικανικών και νατοϊκών συμφερόντων και καθεμία έχει συγκεκριμένο ρόλο στην στρατηγική της Ουάσιγκτον.

Η συνάντηση (και οι επόμενες που όπως προαναγγέλθηκε θα ακολουθήσουν) εδραίωσε αυτό που σε αυτό το γεωπολιτικό μομέντουμ επιθυμούν η Αμερική, οι Βρυξέλλες, και οι Αθήνα και Άγκυρα -αν και για διαφορετικούς λόγους. Η Τουρκία, για να επιδεικνύει στη Δύση της περιορισμένη συμμόρφωσή της προς τις παραινέσεις της επί του θέματος, η Ελλάδα διότι η τακτική των “ήρεμων νερών” είναι πολλαπλά χρησιμότερη από τις εντάσεις στο όριο του θερμού επεισοδίου που ζήσαμε τη διετία 2020-21. Το γεγονός ότι για περισσότερο από ένα χρόνο έχουν σχεδόν μηδενιστεί οι παραβιάσεις, οι αερομαχίες και οι εμπλοκές πάνω από το Αιγαίο είναι αναμφίβολα σημαντικό. Όπως και η προώθηση πτυχών της οικονομικής συνεργασίας αλλά και το ότι και οι δύο χώρες μπορούν να προγραμματίσουν σε πλαίσιο ησυχίας την τουριστική περίοδο. Μέχρι εκεί, όμως.

Οι δε “αψιμαχίες” στις κοινές δηλώσεις για την Ιερά Μονή της Χώρας και τη μουσουλμανική μειονότητα παραπέμπουν στο “business as usual”. Ο Ερντογάν θα αποκαλεί την θρησκευτική μειονότητα …”τουρκική”, παραβιάζοντας λεκτικά τη Συνθήκη της Λωζάνης (κατά ανάλογο τρόπο με τη νέα πρόεδρο της Βόρειας Μακεδονίας που παραβιάζει τη διεθνή συνθήκη της Συμφωνίας των Πρεσπών), ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα τον εγκαλεί ευγενικά υπενθυμίζοντάς του το Διεθνές Δίκαιο και ως προς την μετατροπή της μονής σε τέμενος θα περιορίζεται -εκ των πραγμάτων- σε αυτό που του επιτρέπει – την “επισκεψιμότητα”- η αμηχανία της Unesco και η σιωπή της ΕΕ.

Καμία έκπληξη, λοιπόν:

(α) Μητσοτάκης και Ερντογάν επιβεβαίωσαν την αμοιβαία βούληση να παραταθεί η περίοδος της ύφεσης και συμφώνησαν να κάνουν άλλες τρεις συναντήσεις εντός του έτους -στη σύνοδο του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο, στη Γ.Σ. του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο και στη νέα διυπουργική, στην Άγκυρα, τον Δεκέμβριο.
(β) Επί της ουσίας, η συνάντηση έμεινε μακριά από τα επίμαχα θέματα της διμερούς ατζέντας και περιορίστηκε στα ήπια της «θετικής ατζέντας».
(γ) Τα σημεία δημόσιας διαφωνίας ήταν αυτά ακριβώς που είχε προβλέψει και για τα οποία είχε προετοιμαστεί η ελληνική διπλωματία: Η Χαμάς και η σύγκρουση στη Γάζα αφενός, η μειονότητα αφετέρου. Η δημόσια αντιπαράθεση και για τα δύο, πάντως, έμεινε εντός ελεγχόμενων ορίων.

Εκείνο το οποίο, ωστόσο, καθίσταται σαφέστερο πλέον είναι ότι αυτές οι συναντήσεις πολύ δύσκολα μπορεί να οδηγήσουν στο φιλόδοξο σχέδιο που είχαν κατά νου ορισμένοι (και στην Αθήνα) για έναν διάδρομο που μπορεί να φτάσει στην υπογραφή συνυποσχετικού για παραπομπή (τίνος;) στη Χάγη. Αυτό, ας το βγάλουμε από το μυαλό μας, όσο κι αν θα το επιθυμούσαν διεθνείς παράγοντες.

Με τον Ερντογάν να καθιστά κατηγορηματικά σαφές ότι επιδιώκει λύση-πακέτο με βάση το Διεθνές Δίκαιο (και όχι απαραίτητα τη Χάγη) με όλες τις τουρκικές διεκδικήσεις στο τραπέζι, αυτή η πιθανότητα σχεδόν εξαφανίζεται. Δεν μπορεί να υπάρξει ελληνική κυβέρνηση που θα αποστεί από την πάγια θέση για τη μία και μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά (οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ).

Σε στρατηγικό επίπεδο, από την άλλη, το ελληνοτουρκικό ταμπλώ ίσως και να επιβαρύνεται. Η ένταξη του επεκτατικού αφηγήματος της “Γαλάζιας Πατρίδας” στην διδακτέα ύλη των σχολείων θα δηλητηριάσει με αναθεωρητισμό και τις επόμενες γενιές στην Τουρκία. Η άρνηση έστω και να συζητηθεί η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, το ίδιο. Η δε προτροπή για διαμοριασμό των κοιτασμάτων στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, σε συνδυασμό με την επιδίωξη για δύο κράτη στην Κύπρο, θολώνει ακόμα περισσότερο το τοπίο.

Κυριάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν παρήγαγαν, λοιπόν, θετικά στιγμιότυπα, ιδιαιτέρως χρήσιμα, πέραν τούτου, όμως, με αγκιστρωμένες στις θέσεις τους τις δύο πλευρές, τίποτε περισσότερο δεν μπορούμε να αναμένουμε. Το επικίνδυνο στοιχείο, ωστόσο, είναι πως μακροπρόθεσμα η Τουρκία προσθέτει κουκίδες στον χάρτη της αναθεωρητικής στρατηγικής της και η Ελλάδα μπορεί να αποβλέπει μόνο στην ενίσχυσή της ως προς τους εξοπλισμούς και στην αξιοποίηση των συμμαχιών της, που, όμως, σε μεγάλο βαθμό είναι εμμέσως και συμμαχίες της Άγκυρας…

Σχετικά Άρθρα