DW/Σκόπια: Τι σημαίνει η πιθανή επιστροφή των εθνικιστών στην εξουσία για τη “Συμφωνία των Πρεσπών”
Τόσο οι τελευταίες δημοσκοπήσεις στη Βόρεια Μακεδονία, όσο και τα αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών που είχε γίνει στις 24 Απριλίου, υποδυκνείουν ότι επίκειται πολιτική αλλαγή, με το εθνικιστικό κόμμα VMRO-DPMNE να εξασφαλίζει την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, η υποψήφια της αντιπολίτευσης Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα-Ντάβκοβα, ομότιμη καθηγήτρια της Νομικής Σχολής και ηλικίας 70 ετών, κατάφερε να εξασφαλίσει διπλάσιο αριθμό ψήφων από τον σημερινό κάτοχο του αξιώματος και υποψήφιο των Σοσιαλδημοκρατών (SDSM) Στέβο Πεντάροφσκι.
Πολλοί ψηφοφόροι ήταν εμφανώς δυσαρεστημένοι με τη στασιμότητα που επικρατεί στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, την αδύναμη οικονομία και την καλπάζουσα διαφθορά και αποφάσισαν να εμπιστευθούν την αντιπολίτευση.
«Νομίζω ότι μία αλλαγή κυβέρνησης είναι πολύ πιθανή» λέει στον ραδιοφωνικό σταθμό DLF ο Ντάνιελ Μπράουν, διευθυντής του γραφείου του πολιτικού ιδρύματος Κόνραντ Αντενάουερ (που πρόσκειται στους Γερμανούς Χριστιανοδημοκράτες) στα Σκόπια. Κατά την άποψή του «αυτό οφείλεται κυρίως στον πτωχό απολογισμό της κυβέρνησης σε πολλούς τομείς. Η διαφθορά και η δυσλειτουργία του κράτους είναι εμφανείς».
Υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν
Οι Σοσιαλδημοκράτες ανέλαβαν την εξουσία το 2017 με υποσχέσεις για προσχώρηση στο ΝΑΤΟ, έναρξη διαπραγματεύσεων για πλήρη ένταξη στηνΕΕ και πάταξη της διαφθοράς. Από αυτές τις τρεις βασικές εξαγγελίες, μόνο μία έχει εκπληρωθεί: Το 2020 η Βόρεια Μακεδονία προσχώρησε στο ΝΑΤΟ μετά από τον συμβιβασμό με την Ελλάδα για την επίσημη ονομασία της χώρας. Όμως αυτός ο δύσκολος συμβιβασμός με τον νότιο γείτονα που προκάλεσε οργισμένες αντιδράσεις των εθνικιστών στη Βόρεια Μακεδονία, δεν ήταν αρκετός για να ανοίξει την πόρτα της ΕΕ.
Τον Νοέμβριο του 2020 η Βουλγαρία προέβαλε βέτο στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων, απαιτώντας από τη Βόρεια Μακεδονία μία σειρά υποχωρήσεων που για πολλούς κατοίκους της χώρας δεν συνάδουν με την εθνική τους ταυτότητα. Μετά από παρέμβαση της Γαλλίας τον Ιούνιο του 2022 η διένεξη έχει διευθετηθεί εν μέρει, με τις βουλγαρικές απαιτήσεις να ενσωματώνονται στο «πλαίσιο διαπραγμάτευσης» ανάμεσα στα Σκόπια και την ΕΕ.
Τώρα η Βόρεια Μακεδονία καλείται να εκπληρώσει μία ακόμη προϋπόθεση για την έναρξη διαπραγματεύσεων, αναγνωρίζοντας στο Σύνταγμά της τη βουλγαρική μειονότητα που αριθμεί 3.000 άτομα. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, δεν έχει συγκεντρωθεί η απαραίτητη κοινοβουλευτική πλειοψηφία των δύο τρίτων προκειμένου να αναθεωρηθεί το Σύνταγμα της χώρας. Η εθνικιστική αντιπολίτευση του VMRO-DPMNE δηλώνει αντίθετη στον νέο συμβιβασμό.
Μείζον ζήτημα η οικονομία
Την αντιπολίτευση υποβοηθούν επίσης η αδυναμία της κυβέρνησης να καταπολεμήσει τη διαφθορά, την οικονομική στασιμότητα και τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος αποδίδεται στην πανδημία του κορωνοϊού και τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα το 2024, η Βόρεια Μακεδονία θα είναι η χώρα με τον χαμηλότερο δείκτη ανάπτυξης στα Δυτικά Βαλκάνια για δεύτερη συνεχή χρονιά αλλά και με το υψηλότερο έλλειμμα στον κρατικό προϋπολογισμό. Για το 2022 και το 2023 το ποσοστό πληθωρισμού ήταν ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Χρίστγιαν Μικόσκι υπόσχεται στους ψηφοφόρους ότι «θα τους επιστρέψει τη Μακεδονία» τους. Τόσο ο ίδιος, όσο και η υποψήφια πρόεδρος Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα-Ντάβκοβα, αρνούνται να χρησιμοποιήσουν τον επιθετικό προσδιορισμό «Βόρεια» στο όνομα της χώρας και υπόσχονται ότι έτσι θα συνεχίσουν εφόσον κερδίσουν τις εκλογές. Μία τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να αναζωπυρώσει τη διένεξη με την Ελλάδα, η οποία έχει επανειλημμένα αντιδράσει σε περιπτώσεις που κρατικοί αξιωματούχοι δεν συμμορφώνονται με τον συμβιβασμό που είχε επιτευχθεί το 2018.
Για τον συμβιβασμό με τη Βουλγαρία στο θέμα της μειονότητας, ο Μικόσκι δεν λέει πολλά στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Επισημαίνει ότι το ζήτημα πρέπει να «αναλυθεί» μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Και ενώ στην προεκλογική καμπάνια δεν κυριαρχούν οι σχέσεις με την Ελλάδα ή τη Βουλγαρία, η απόφαση του Μικόσκι να έρθει σε απευθείας αντιπαράθεση με το μεγαλύτερο αλβανικό κόμμα της χώρας, το DUI, αναβιώνει φόβους για νέους εθνικούς διχασμούς. Το συγκεκριμένο κόμμα εκπροσωπεί πάνω από το 25% του συνολικού πληθυσμού της Βόρειας Μακεδονίας. Μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους Σοσιαλδημοκράτες, το 2017, πολλοί Αλβανοί είχαν αναρριχηθεί σε ανώτατα αξιώματα, ακόμη και στην πρωθυπουργία. Εθνικιστικοί κύκλοι διαμαρτύρονται και κάνουν λόγο για «αλβανοποίηση του κράτους».
Το ευρωπαϊκό «χαρτί»
Παρά την οδυνηρή ήττα στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών οι κυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες παραμένουν πιστοί στο προεκλογικό τους σύνθημα: «Δεν εγκαταλείπουμε το ευρωπαϊκό μας μέλλον». Ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το μήνυμά τους δεν αγγίζει τους ψηφοφόρους που έχουν κουραστεί από τους συνεχείς συμβιβασμούς με τις γειτονικές χώρες στο όνομα μίας αβέβαιης ένταξης στην ΕΕ.
Όπως λέει στην DW ο πολιτικός αναλυτής Αλεκσάνταρ Κρζαλόφσκι, σε αυτόν τον προεκλογικό αγώνα «η κυβέρνηση έχει ποντάρει μόνο σε ένα χαρτί, αγνοώντας όλα τα υπόλοιπα σημαντικά θέματα και ιδιαίτερα την καταπολέμηση της διαθοράς, την οποία οι πολίτες θεωρούν μείζον ζήτημα». Ο πρώην πρωθυπουργός και ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών Ντίμιταρ Κοβατσέφσκι, μιλώντας σε προεκλογικές συγκεντρώσεις έχει ζητήσει συγνώμη για τα λάθη των τελευταίων ετών. Παράλληλα όμως στέλνει στους ψηφοφόρους το μήνυμα ότι αυτές οι εκλογές θα κρίνουν «αν θα προχωρήσουμε στην ΕΕ, αν θα γίνουμε μία προοδευτική κοινωνία ή αν θα επιστρέψουμε στο παρελθόν της απομόνωσης και των εθνοτικών συγκρούσεων».