Χανιά: Στέγη Κακοποιημένων Γυναικών – Ένα μεγάλο σπίτι μακριά από τη βία
Η ιστορία ξεκινάει το 2014… όταν εκείνη την εποχή, αν και ακομη σύμφωνα με τους ειδικούς το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας δεν είχε τόσο σοκαριστικές διαστάσεις, η ανησυχία υπήρχε και οι υπόκωφες κραυγές για βοήθεια από γυναίκες, συντρόφους, μανάδες, έφταναν στα αυτιά και ενεργοποιούσαν τα αντανακλαστικά ανθρώπων στο δήμο Χανίων.
Η Στέγη Κακοποιημένων Γυναικών στα Χανιά, παραμένει έξω από την ορατότητα του συνόλου της κοινωνίας. Οι εργαζόμενοι, λειτουργοί επί της ουσίας της Στέγης και αυτοί ανώνυμοι. Χωρίς κωδωνοκρουσίες μιας και η ασφάλεια τόσο των φιλοξενούμενων γυναικών, των παιδιών που έχουν κάποιες γυναίκες στην αγκαλιά τους αλλά και αυτή καθ΄ αυτή η στέγη, πρέπει να διαφυλαχτούν, να προστατευτούν.
Η Ελένη Ζερβουδάκη αρμόδια αντιδήμαρχος Κοινωνικής Πολιτικής, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ εκφράζει την αγωνία της για το αύριο της κοινωνίας που αποδέχεται, ίσως από αμηχανία, τη γιγάντωση του φαινομένου της κακοποίησης, της βίας μέσα στην οικογένεια. «Το άρτια καταρτισμένο επιστημονικό προσωπικό της Στέγης καθώς και το διοικητικό προσωπικό, είναι σε θέση να διαφυλάξουν τις γυναίκες που αναζητούν την ελευθερία, την αξιοπρέπεια, την αποφυλάκιση από μία κατάσταση τραυματική, κακοποιητική, απάνθρωπη. Αυτό που παρατηρώ είναι αυξητική τάση στα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και στα Χανιά, παρά το ότι εμείς φιλοξενούμε περιστατικά από όλη την Ελλάδα όταν μας ζητηθεί, αφού υπαγόμαστε σε Δίκτυο Συνεργασίας. Επίσης παρατηρούμε μία διαφοροποίηση ως προς την ένταση των φαινομένων, δηλαδή, μεγαλύτερη βία, νέοι τρόποι κακοποίησης και συμπεριφορών».
Η ψυχολόγος του Ξενώνα Φιλοξενίας Γυναικών Ε.Κ (διατηρείται η ανωνυμία των εργαζομένων για λόγους ασφαλείας) μας μίλησε για το προφίλ των γυναικών, το οποίο αφορά σε όλα τα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα. «Γυναίκες χωρίς καμία μόρφωση έως και γυναίκες καθηγήτριες πανεπιστημίου, γυναίκες εργαζόμενες, επιχειρηματίες, αλλά και γυναίκες ιδιαίτερα ευάλωτες που ζουν σε χωριά. Όλες τις ηλικίες, που οι περισσότερες έχουν στην αγκαλιά τους τα παιδιά. Στα Χανιά, μας λείπει το Συμβουλευτικό Κέντρο Βίας, έχουμε μόνο Ξενώνα διότι η πολιτεία αντιλαμβάνεται όχι νομούς αλλά την Κρήτη ως Περιφέρεια.
Στο Ρέθυμνο για παράδειγμα υπάρχει το Συμβουλευτικό Κέντρο. Μόλις λοιπόν μία γυναίκα απευθύνεται σε εμάς, εξετάζουμε το αν βρίσκεται σε κίνδυνο. Για μας όλους, η ασφάλεια της γυναίκας είναι το Α και το Ω οπότε αν βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο άμεσα εισέρχεται στο ξενώνα. Αν δεν βρίσκεται σε κίνδυνο άμεσο, την υποστηρίζουμε στο να λάβει την απόφαση να αποχωρήσει από την κακοποιητική σχέση, πράγμα δύσκολο που πολλές φορές περνούν μήνες μέχρι μία γυναίκα να πάρει τελικά την απόφαση να φύγει».
Είναι πολύ σημαντικό, όπως μας εξήγησαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τα παιδιά να έχουν όλη την απαραίτητη μέριμνα ώστε να νιώσουν ασφάλεια, να μη ξεφύγουν από τους ρυθμούς και τα σύνοδα της ηλικίας τους όπως σχολείο και άλλα κυρίως όμως να αντιληφθούν πως η μητέρα τους είναι πιο ήρεμη και ασφαλής. «Σε όλη αυτή τη διαδικασία, βοηθούμε τη γυναίκα και τη συνοδεύουμε στο να έρθει σε επαφή με την Αστυνομία, με δικηγόρους από το δικηγορικό σύλλογο που δωρεάν επιλαμβάνονται υποθέσεις, με λογιστές που μας βοηθούν για διάφορα θέματα που πρέπει γραφειοκρατικά να αντιμετωπίσουν και ό,τι άλλο χρειάζεται μία γυναίκα που βιώνει την κακοποίηση για να απελευθερωθεί και να γυρίσει σελίδα στη ζωή της», είπε η ψυχολόγος του Ξενώνα Ε.Κ. η οποία κάλεσε τις γυναίκες να μάθουν τα δικαιώματα τους «…τα οποία διαπιστώνουμε συνεχώς ότι δεν τα γνωρίζουν και αυτό είναι πολύ δύσκολο στο να κάνει τα όποια βήματα είναι αναγκαία για να βρεθεί εκτός κακοποιητικού περιβάλλοντος».
Ο ξενώνας στα Χανιά είναι ένα μεγάλο σπίτι
Ο ξενώνας στα Χανιά είναι ένα μεγάλο σπίτι, με πολλά δωμάτια που μπορεί να φιλοξενήσει με επάρκεια μητέρες με τα παιδιά τους, υγιές περιβάλλον και προστασία, 24ωρη φύλαξη όπως πρέπει, όπως ενδείκνυται… Τα υπόλοιπα είναι περιττά μιας και πάνω από όλα ρόλο παίζει η ανωνυμία και η διαφύλαξη του ξενώνα και των φιλοξενουμένων του. Υπάρχει περίπτωση όπως μας ανέφεραν, μητέρας με πέντε παιδιά που έπρεπε να μπει κάτω από τις φτερούγες του ξενώνα. «Πέρα από την ευρυχωρία, το λέμε μεγάλο σπίτι, διότι εκεί έρχεται μία γυναίκα να ξεκουραστεί, να ηρεμήσει, να νιώσει ασφάλεια, πράγματα που δεν έκανε όσο ήταν στο κακοποιητικό περιβάλλον. Τα παιδιά βρίσκονται στο σπίτι, να ηρεμήσουν να μιλήσουν με τον παιδοψυχολόγο, να γραφτούν σε δραστηριότητες, στο σχολείο, ώστε να έρθει η ζωή τους σε έναν υγιή, φυσιολογικό ρυθμό». Η πλειοψηφία των συντρόφων ή συζύγων ψάχνουν να βρουν πού είναι ο ξενώνας, καλούν το δήμο, ενοχλούν αντιδημάρχους, αλλά ευτυχώς όπως ειπώθηκε, σπάνια έφτασε στην πόρτα κάποιος για να πάρει τη γυναίκα του στο σπίτι του. «Υπάρχει το κόκκινο κουμπί που είναι συνδεδεμένο με την αστυνομία και σε απειροελάχιστο χρόνο, πέρα της φύλαξης που υπάρχει, φτάνουν και οι αστυνομικοί», είπαν η ψυχολόγος και η κα Ζερβουδάκη οι οποίες συγκινημένες δήλωσαν ότι αυτό που τους συγκλονίζει είναι ότι: «Από την πρώτη μέρα που περνάνε στην ασφάλεια της φιλοξενίας παιδιά και κακοποιημένες γυναίκες, ακούμε φράσεις όπως… το παιδί μου κοιμήθηκε μετά από καιρό… νιώθω ήρεμη και σας ευχαριστώ…».
Για να ηρεμήσουν οι γυναίκες, χρειάζονται περισσότερο χρόνο από τα παιδιά τους, διότι έρχονται αντιμέτωπες με διαδικαστικά θέματα στα οποία δυστυχώς όπως τονίστηκε, η γραφειοκρατία τις ωθεί στο να καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια. Χαρτιά, και διάφορα που δυσκολεύουν την ψυχική αποθεραπεία των κακοποιημένων γυναικών. «Σκεφτείτε ότι μπορεί να χρειάζεται να πιστοποιητικό ή μία φορολογική ενημερότητα, χαρτιά για το παιδί και το σχολείο. Ο νόμος πρέπει να αλλάξει ώστε να βοηθιούνται αυτές οι περιπτώσεις, διότι μέχρι σήμερα σε πολλά ζητήματα χρειάζεται η συναίνεση ή η επικουρία του κακοποιητικού συντρόφου, συζύγου», μας είπαν οι αρμόδιοι του Ξενώνα εξηγώντας μας ότι, μπορεί και πάνω από εννέα μήνες να πάρει ο χρόνος για να ηρεμήσει μία κακοποιημένη γυναίκα, να πιστέψει στον εαυτό της, να βγει έξω από τον ξενώνα, να μην επιστρέψει στην κακοποιητική σχέση αλλά και να αντιληφθεί το πως δεν θα πρέπει να μπει σε μία νέα κακοποιητική σχέση. Η κα Ζερβουδάκη μας υπερτόνισε ότι ο νόμος που αφορά στη συνεπιμέλεια των παιδιών έχει δημιουργήσει πολύ μεγάλα προβλήματα στο να μπορέσει η γυναίκα, μητέρα και τα παιδιά να προχωρήσουν προς μία περίοδο, μία συνθήκη που θα τους απαλλάξει από την κακοποίηση, τη βία, τους σοβαρούς κινδύνους ακόμα και για τη ζωή τους «…οπότε ο νομοθέτης πρέπει να επιληφθεί και να θεραπεύσει τις διατάξεις που τραυματίζουν ακόμα περισσότερο όλη αυτή τη διαδρομή προς τη σωτηρία».
Ο κοινωνιολόγος του Ξενώνα Γ.Μ που προσφέρει στην υποδοχή των γυναικών και την εργασιακή συμβουλευτική, είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως «θέλει πολύ προσπάθεια για να διορθωθεί όλη αυτή η κατάσταση που δίνει αυξητικά στοιχεία στην κακοποίηση και τη βία προς τις γυναίκες και τα παιδιά. Στα Χανιά γίνεται πολύ καλή δουλειά όπως και στο σύνολο της χώρας, σύμφωνα με όσα παρακολουθώ. Αυτό όμως, που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι τα τραύματα στους συνανθρώπους μας αυτούς παραμένουν για πολύ μεγάλο διάστημα. Οφείλουμε να δώσουμε βάρος στα παιδιά ώστε να τους αποδείξουμε ότι όλα μπορούν να διορθωθούν σε σχέση με τη ζωή τους». Η ψυχολόγος του ξενώνα επ΄ αυτού είπε πως «το τραύμα δεν φεύγει, η κακοποίηση είναι ένα τέρας με πολλά πρόσωπα. Η γυναίκα μαθαίνει μέσα από τις συνεδρίες που κάνουμε ότι υπάρχει και ζωή χωρίς βία και προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ένα κλίμα για να δουν έναν άλλον τρόπο επικοινωνίας πέρα από τη βία που έχουν μάθει και συνηθίσει. Τα μηνύματα είναι αισιόδοξα, όπως διαπιστώνουμε από την επικοινωνία που διατηρούμε για πολύ καιρό με τις γυναίκες που φεύγουν από τον ξενώνα όταν έρθει η σωστή στιγμή. Βλέπουμε γυναίκες που έχουν φύγει εδώ και χρόνια από τον ξενώνα, που έχουν το σπίτι τους, την εργασία τους, κοινωνικές επαφές, μία νέα σχέση όχι κακοποιητική, με τα παιδιά τους να έχουν ανθίσει».
Τα στελέχη του Κέντρου του Ξενώνα δεν έρχονται σε καμία επαφή με τον κακοποιητικό σύντροφο. Για την ακριβή βάση των καταγγελλομένων όπως μας επισημάνθηκε από τα στελέχη του, από μία γυναίκα που απευθύνεται για βοήθεια και δεν είναι ψευδή τα στοιχεία που δίνει ως προς την κακοποίηση, μάθαμε ότι όλα είναι: «…αποτέλεσμα των συνεντεύξεων, των δεδομένων που έχουμε από άλλες υπηρεσίες και φορείς που έχουμε συνεργασία αλλά και από την εμπειρία μας στα τόσα χρόνια… Γι΄ αυτό, είναι σημαντικό οι υπηρεσίες να συνεργάζονται διότι υπάρχουν περιπτώσεις γυναικών που λειτουργούν ως κακοποιημένες για να εκδικηθούν κάποιον άνδρα».
Ο κοινωνιολόγος Γ.Μ τόνισε πως η πολιτεία πρέπει να αναπτύξει ταχύτητα, να επενδύσει σε δράσεις και επιστημονικό προσωπικό, να εμπιστευτεί την αυτοδιοίκηση και τις τοπικές κοινωνίες μα πάνω από όλα, για όλες αυτές τις περιπτώσεις που αφορούν σε κακοποίηση να καταλάβει πως «…λύνοντας απλά πρακτικά θέματα μπορεί να βοηθηθεί μία γυναίκα να σηκώσει τη ζωή της στα δύο πόδια και να προχωρήσει μπροστά». Για όλα όσα ακούγονται, για το αν μία γυναίκα ίσως να φταίει για την κακοποίηση που δέχεται, η απάντηση τόσο από την Ελένη Ζερβουδάκη όσο και από τους επιστήμονες του Κέντρου του Ξενώνα ήταν: «Αυτές οι απόψεις είναι καφενειακού τύπου, δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα που είναι μία. Βία, κακοποίηση κάθε μορφής δεν επιτρέπεται από κανέναν προς κανέναν άνθρωπο. Για να πάψει η κακοποίηση πρέπει να επενδύσουμε και πάλι στην ισορροπημένη οικογένεια. Στην οικογένεια που κουβεντιάζουν μεταξύ τους τα μέλη, τρώνε μαζί, λειτουργούν από κοινού. Το Α και το Ω είναι η οικογένεια που ο ένας σέβεται τον άλλον. Όπως επίσης να μιλάμε πολύ με τα παιδιά και να τους εξηγούμε τι είναι η υγιής σχέση».
Αυτό το οποίο μπορέσαμε να αντλήσουμε με δυσφορία από την κουβέντα μας, είναι ότι όλοι συμφωνούν πως τελικά είμαστε μία κοινωνία όχι και τόσο υποστηρικτική. Διότι υπάρχει όπως μας αναφέρθηκε, η δυστοκία να χτυπήσει το θύμα το κουδούνι, την πόρτα, το τηλέφωνο και να πει, έχω πρόβλημα βοήθησε με. Είμαστε μία κοινωνία που ακούμε τον γείτονα να δέρνει το παιδί του και είμαστε αμέτοχοι, που βλέπουμε μία γυναίκα να κακοποιείται και μένουμε αμέτοχοι. «Αυτή είναι η απάντηση στο γιατί υπάρχει η αύξηση της βίας και η ανάγκη δομών φιλοξενίας. Το αισιόδοξο όμως από την άλλη πλευρά, είναι ότι μέσα από όλον αυτόν τον κουρνιαχτό που έχει σηκωθεί το τελευταίο διάστημα με την έμφυλη βία, την ενδοοικογενειακή και της αύξησης των περιστατικών, οι γυναίκες οδηγούνται ολοένα και περισσότερο στο να ρωτήσουν, να μάθουν, να ενεργοποιηθούν».