Γιατί ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ πρόωρες εκλογές;

 Γιατί ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ πρόωρες εκλογές;

Ας αρχίσουμε από τα αυτονόητα. Στις ευρωεκλογές δεν εκλέγουμε κυβέρνηση, επιλέγουμε υποψηφίους κομμάτων ως εκπροσώπους μας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αναμφίβολα εξάγονται πολιτικά συμπεράσματα για τους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς και υπό την έννοια αυτή η ευρωκάλπη στέλνει μήνυμα-πρόκριμα για τις εθνικές εκλογές που ακολουθούν, όποτε αυτές διεξαχθούν. Πάντως, κανένα κόμμα που κυβερνά δεν υποχρεούται να προκηρύξει (πρόωρες) εθνικές εκλογές εφόσον το εκλογικό αποτέλεσμα είναι δυσμενές γι’ αυτό.

Το μήνυμα-πρόκριμα καθίσταται, όντως, πολύ σημαντικό εφόσον η εθνική εκλογική αναμέτρηση τοποθετείται εκ των συνταγματικών προβλέψεων σε χρόνο κοντινό στις (προηγηθείσες) ευρωεκλογές. Έχει συμβεί, άλλωστε, μία κυβέρνηση να αναγκαστεί να επισπεύσει την διεξαγωγή εθνικών εκλογών για να περιορίσει την φθορά που θα έχει καταγραφεί στην ευρωκάλπη. Πρόσφατο παράδειγμα, η απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να επισπεύσει κατά μερικούς μήνες τις εθνικές εκλογές (Ιούλιος 2019) λόγω της βαριάς ήττας που είχε υποστεί στην αναμέτρηση των ευρωεκλογών (Μάϊος 2019).

Μέχρι εκεί, όμως. Αποτελεί ως εκ τούτων πολιτική πρωτοτυπία να προαναγγέλλεται αίτημα προκήρυξης πρόωρων εθνικών εκλογών πριν καλά καλά εκφραστεί το εκλογικό σώμα στις ευρωεκλογές. Έτι δε περαιτέρω όταν η προηγούμενη εθνική αναμέτρηση απέχει μόλις 10 μήνες και όταν η κυβέρνηση έχει πολιτικό διάδρομο τριετίας μέχρι την συνταγματική λήξη της θητείας της.

Ο Στέφανος Κασσελάκης ζήτησε (άρθρο στην “Καθημερινή”) πρόωρες εκλογές εξήντα μέρες πριν τις ευρωεκλογές. Μπορεί να γίνει κατανοητό ως επίδειξη πολιτικής αυτοπεποίθησης και για λόγους συσπείρωσης της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ. Ο Γιώργος Τσίπρας προσπάθησε -όχι μόνο αυτός αφού αυτή είναι η “ερμηνεία” που προβάλλεται από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης- να εξειδικεύσει το αίτημα, λέγοντας πως “ζητάμε εκλογές γιατί ο συσχετισμός στη Βουλή δεν ανταποκρίνεται, πλέον, με τον συσχετισμό στην κοινωνία”.

Πόθεν προκύπτει κάτι τέτοιο; Μα, από τις δημοσκοπήσεις, θα απαντήσουν, προφανώς, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Εδώ είναι σαφές πως ως συσχετισμός στην κοινωνία θεωρείται το αποτύπωμα (της στιγμής) στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, άλλος τρόπος δεν έχει εφευρεθεί για να προσεγγίσει κανείς με κάποια αξιοπιστία αυτόν τον συσχετισμό. Ειρήσθω εν παρόδω, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ασκηθεί πλειστάκις κατά το παρελθόν στην αμφισβήτηση των μετρήσεων και ως εκ τούτου έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι τώρα τις επικαλείται.

Ακόμα κι έτσι, όμως, ποιός συσχετισμός έχει μεταβληθεί (στις δημοσκοπήσεις); Η απάντηση που θα μπορούσε να δωθεί είναι πως στις μετρήσεις η Ν.Δ καταγράφει στην εκτίμηση ψήφου ποσοστό κοντά στο 33%, στην δε πρόθεση ψήφου λίγο κάτω από το 30%. Εάν η σύγκριση γίνει με το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών, πριν δέκα μήνες, όντως το κυβερνών κόμμα φαίνεται να σημειώνει απώλεια από 8 έως 11 μονάδες (ανάλογα με την βάση της σύγκρισης). Εάν η σύγκριση γίνει -όπως κάνει η κυβέρνηση- με τις ευρωεκλογές του 2019 (33,4%), η απώλεια είναι ελάχιστη.

Σε κάθε περίπτωση, εφόσον η καταγραφόμενη δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων για την κυβέρνηση επιβεβαιωθεί στην ευρωκάλπη με τρόπο που να δείχνει καθίζηση, τότε το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ αποκτά μία κάποια λογική. Όμως, για να αποκτήσει νόημα πρέπει να συνοδευτεί με σημαντική αύξηση του ποσοστού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έτσι ώστε να δημιουργείται τάση ανατροπής και ρεύμα διεκδίκησης της διακυβέρνησης. Κάτι τέτοιο, ακόμα, δεν φαίνεται.

Σχετικά Άρθρα