Κόσοβο- Συμβούλιο της Ευρώπης/ Γιατί τα σερβικά ΜΜΕ επικροτούν την στάση του Τσίπρα- Η σύνδεση με το Κυπριακό
Ο Σέρβος πρωθυπουργός κατήγγειλλε δημοσίως και δη με βαριά υπονοούμενα την Ντόρα Μπακογιάννη σχετικά με την στάση της στο Συμβούλιο της Ευρώπης για το Κόσσοβο, ωστόσο τα σερβικά ΜΜΕ επικροτούν τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε το θέμα ο Αλέξης Τσίπρας. Το θέμα του Κοσόβου, ωστόσο, είναι ένα λεπτό ζήτημα που εμμέσως αφορά και το Κυπριακό, καθώς η Ελλάδα είναι μία από τις 5 ευρωπαϊκές χώρες (μεταξύ των οποίων και η Κύπρος) που δεν αναγνωρίζουν το κράτος επειδή η Αθήνα θεωρεί ότι μπορεί να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου και για την μελλοντική αναγνώριση του ψευδοκράτους.
Σύμφωνα και με την ιστοσελίδα του Υπουργείου Εξωτερικών, η Ελλάδα, είναι «ένα εκ των πέντε Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν αναγνωρίζουν τη μονομερή ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσόβου (17.02.2008)». Εκτός από την Ελλάδα τα κράτη – μέλη που δεν αναγνωρίζουν το Κόσοβο είναι η Κύπρος, η Σλοβακία, η Ρουμανία και η Ισπανία.
Επισήμως η Αθήνα «υποστηρίζει την διαδικασία διαλόγου μεταξύ Βελιγραδίου και Πρίστινας, που διεξάγεται με την διευκόλυνση της ΕΕ, με βάση την πάγια ελληνική πολιτική για ευρωπαϊκή και ευρωατλαντική ολοκλήρωση των Δυτικών Βαλκανίων. Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, κατέστη δυνατή η σύναψη της Συμφωνίας των Βρυξελλών της 19ης Απριλίου 2013 και, πλέον προσφάτως, της «Συμφωνίας για την πορεία ομαλοποίησης των σχέσεων μεταξύ Κοσόβου και Σερβίας» (Βρυξέλλες, 27.2.23), καθώς και του εφαρμοστικού Παραρτήματός της (Αχρίδα, 18.3.23), των οποίων η εφαρμογή θα δώσει σημαντική ώθηση στην ευρωπαϊκή πορεία, τόσο της Σερβίας όσο και του Κοσόβου».
Η τοποθέτηση του Αλέξη Τσίπρα στη συζήτηση αλλά και η επιλογή του να ψηφίσει «παρών» και όχι να καταψηφίσει, στην ψηφοφορία που αφορούσε την έκθεση της για την ένταξη του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Πολιτικών Υποθέσεων της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, εκτιμήθηκε από τα σερβικά ΜΜΕ ως μία στάση αρνητική απέναντι στην ένταξη του Κοσσυφοπεδίου.
Προ ημερών, σε διάγγελμά του από το Παλάτι της Σερβίας, ο Βούτσιτς είπε, αναφερόμενος στην στάση της κ. Μπακογιάννη ότι γνωρίζει ποιος το έκανε. Όπως είπε:
«Ξαφνικά μετάνιωσε που ήταν πολύ σταθερή και δυνατή. Μετά θυμήθηκε ότι το ZSO δεν είναι σημαντικό. Και μετά θυμήθηκε ότι ούτε η απαλλοτρίωση ήταν σημαντική. Ξέρω πολύ καλά ποιος έδωσε την εντολή να εγκαταλείψετε τις αρχές σας και να συμπεριφέρεστε έτσι. Ντροπή σας», είπε ο Βούτσιτς αναφερόμενος στην Ντόρα Μπακογιάννη.
Η Ένωση Σερβικών Δήμων είναι το σχέδιο για μια αυτοδιοικούμενη ένωση δήμων, με πλειοψηφικό σερβικό πληθυσμό στο Κοσσυφοπέδιο. Η πρόταση της ένωσης προήλθε από τη Συμφωνία των Βρυξελλών του 2013 που υπέγραψαν οι κυβερνήσεις του Κοσόβου και της Σερβίας.
Ο Βούτσιτς ανέφερε ότι δυτικοί νομικοί εμπειρογνώμονες είπαν ότι το ZSO δεν είναι μόνο ένα εσωτερικό ζήτημα, αλλά μια διεθνής νομική υποχρέωση της Πρίστινα.
Τα σερβικά ΜΜΕ
Το glassrpske.com στο ρεπορτάζ του ανέφερε ότι «ο Τσίπρας καταψήφισε την εισδοχή του λεγόμενου Κοσσυφοπεδίου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, ζητά τον σχηματισμό της Ένωσης Σερβικών Δήμων».
Την ίδια στιγμή στο blic.rs υποστηρίζει ότι «ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στην πολιτική επιτροπή της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, Αλέξης Τσίπρας, δεν υποστήριξε την έκθεση για την εισδοχή του αυτοανακηρυχθέντος Κοσσυφοπεδίου στο Συμβούλιο της Ευρώπης».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Τσίπρας κατά τη συζήτηση καλωσόρισε μεν την έκθεση Μπακογιάννη, σημειώνοντας ωστόσο ότι η αναγνώριση από την Πρίστινα της νόμιμης ιδιοκτησίας του Μοναστηρίου Decani στη Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αρκεί ως μοναδική προϋπόθεση (κατά την εισήγηση της έκθεσης), αλλά απαιτούνται επιπλέον ενέργειες από το Κόσοβο, Κυρίως όσον αφορά την καθιέρωση της Ένωσης Σερβικών Δήμων και τον νόμο για την απαλλοτρίωση μειονοτικών ιδιοκτησιών, για την ένταξη του στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Σφοδρότατη ήταν η επίθεση του Σέρβου προέδρου Αλεξάνταρ Βούτσιτς εναντίον της Ντόρας Μπακογιάννη, για την έκθεση της. Στην επίθεση Βούτσιτς πάντως δεν υπήρξε κάποια αντίδραση επισήμως από την Αθήνα.
Η συζήτηση στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Ευρώπης αναμένεται τον Απρίλιο.