Oι πρώτες ενδείξεις για τον τουρισμό το 2024
Όπως επισημαίνει η Alpha Bank στο τακτικό της report για την οικονομία, οι προοπτικές του ελληνικού τουρισμού για το 2024 παρουσιάζονται ευοίωνες παρά τις πιέσεις στην εξωτερική ζήτηση, εξαιτίας του υψηλού -αν και επιβραδυνόμενου- πληθωρισμού στα ευρωπαϊκά κράτη και τις γεωπολιτικές εντάσεις στην Ουκρανία, τη Μέση Ανατολή και, πρόσφατα, την Ερυθρά Θάλασσα.
Οι προοπτικές αυτές αποτυπώνονται στις αισιόδοξες επιχειρηματικές προσδοκίες του κλάδου, στην ετήσια άνοδο των κρατήσεων αεροπορικών εισιτηρίων, αλλά και στις συμφωνίες που έχουν ήδη συνάψει οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.
Η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τουριστικού κλάδου, ωστόσο, στο μεσοπρόθεσμο, αλλά και στο μακροπρόθεσμο ορίζοντα συνδέεται με την υλοποίηση έργων υποδομών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, την επέκταση της τουριστικής περιόδου, την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, τις πράσινες επενδύσεις, τη βελτίωση της προσβασιμότητας, αλλά και την επανακατάρτιση και αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων του κλάδου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι εισπράξεις ανήλθαν σε Ευρώ 20,5 δισ., σημειώνοντας αύξηση κατά 15,7% σε σχέση με το 2022 (Ευρώ 17,7 δισ.) και κατά 12,5% σε σχέση με το 2019 (Ευρώ 18,2 δισ.), το οποίο αποτελούσε μέχρι πρότινος έτος ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό. Παράλληλα, οι τουριστικές αφίξεις ανήλθαν σε 32,7 εκατ. επισκέπτες, καταγράφοντας ετήσια αύξηση κατά 17,6% σε σύγκριση με τους 27,8 εκατ. τουρίστες που επισκέφτηκαν τη χώρα το 2022 και κατά 4,4% σε σύγκριση με τους 31,3 εκατ. τουρίστες του 2019. Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι τουριστικές εισπράξεις κάλυψαν κατά 63% το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών, έναντι 45% το 2022, το οποίο ήταν συνδυαστικό αποτέλεσμα των αυξημένων ταξιδιωτικών εισπράξεων και της μείωσης του εμπορικού ελλείμματος κατά 18%.
Σημαντική αύξηση κατέγραψαν, το 2023, οι αφίξεις (7,8%) και οι εισπράξεις (9,1%) σε τέσσερις από τις κυριότερες χώρες προέλευσης, ήτοι την Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Γαλλία και τις ΗΠΑ, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 38,5% των συνολικών αφίξεων και το 47% των συνολικών εισπράξεων, αντίστοιχα. Όσον αφορά στις διεθνείς ταξιδιωτικές αφίξεις, οι περισσότερες προήλθαν από την Γερμανία (4,8 εκατ., +9,5%) και ακολούθησε το Ηνωμένο Βασίλειο (4,6 εκατ., +2,4%), ενώ σημαντικός ήταν και ο αριθμός των επισκεπτών από την Γαλλία (1,8 εκατ., +4,2%) και τις ΗΠΑ (1,4 εκατ., +29,2%). Συνολικά οι αφίξεις από τις χώρες της ΕΕ-27 αυξήθηκαν κατά 15,6% το 2023, ενώ από χώρες εκτός της ΕΕ-27 κατά 20,8%. Αντίστοιχα σε όρους εισπράξεων, οι περισσότερες προήλθαν από την Γερμανία (Ευρώ 3,6 δισ., +9,5%), το Ηνωμένο Βασίλειο (3,3 δισ., +5,8%), την Γαλλία (1,4 δισ., +11,6%) και τις ΗΠΑ (1,4 δισ., +14%), με τις εισπράξεις από τις χώρες της ΕΕ-27 να αυξάνονται κατά 11,5% το 2023, ενώ από χώρες εκτός της ΕΕ-27 κατά 18,5%.
Επιπλέον, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) , η μέση πληρότητα των ξενοδοχείων ήταν στην πλειονότητα των μηνών πέρυσι υψηλότερη από τα αντίστοιχα ποσοστά του 2022, φθάνοντας τον Αύγουστο το 89%, ενώ ο τζίρος των ξενοδοχείων ήταν αυξημένος κατά 23% και η απασχόληση ενισχύθηκε κατά 12,6%, σε σύγκριση με το 2022.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί η αυξανόμενη συμβολή της οικονομίας διαμοιρασμού στα θετικά αποτελέσματα του τουρισμού τόσο το 2023, όσο και τα προηγούμενα χρόνια. Στις διανυκτερεύσεις ξένων υπηκόων στα καταλύματα που διατίθενται σε διαδικτυακές πλατφόρμες μέσω της οικονομίας διαμοιρασμού , παρατηρείται έντονα αυξητική τάση από το 2018, με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας (2020-2021). Στο πρώτο εννεάμηνο του 2023, μάλιστα, οι διανυκτερεύσεις στα εν λόγω καταλύματα υπερέβησαν το σύνολο των διανυκτερεύσεων του 2022, αλλά και του 2019. Αν και το εποχικό πρότυπο του ελληνικού τουρισμού, παρατηρείται και σε αυτήν την περίπτωση, με το μεγαλύτερο αριθμό διανυκτερεύσεων να πραγματοποιείται την περίοδο Μαΐου-Σεπτεμβρίου, αξίζει να σημειωθεί ότι η ετήσια αύξηση που καταγράφηκε το πρώτο τρίμηνο πέρυσι ήταν εντονότερη (27%) σε σύγκριση με τις αντίστοιχες αυξήσεις του δεύτερου και του τρίτου τριμήνου (5% και 17% αντίστοιχα).
Προσδοκίες και οι πρώτες ενδείξεις για τον τουρισμό κατά το τρέχον έτος
Ιδιαίτερα θετικές είναι οι επιχειρηματικές προσδοκίες στους κλάδους που σχετίζονται με τον τουρισμό, όπως προκύπτει από τη μηνιαία έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συγκεκριμένα, στο Γράφημα 3 απεικονίζονται οι επιχειρηματικές προσδοκίες στα ξενοδοχεία, στις υπηρεσίες εστίασης και στα ταξιδιωτικά πρακτορεία, γραφεία οργανωμένων ταξιδιών κ.λπ., ενώ έχουν υπολογιστεί σε κινητούς μέσους όρους 3 μηνών προκειμένου να εξομαλυνθούν οι έντονες διακυμάνσεις που παρουσιάζουν.
Οι επιχειρηματικές προσδοκίες στους εν λόγω τρείς κλάδους βρέθηκαν σε θετικό έδαφος τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, έχοντας ανοδική τάση από τα μέσα περίπου του 2020 και μετά. Αξίζει να αναφερθεί ότι η άνοδος των προσδοκιών στις υπηρεσίες εστίασης είναι έντονη από το καλοκαίρι του 2023 και αποδίδεται τόσο στις ιδιαίτερα θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων και τη ζήτηση, όσο και στις προσδοκίες για τη ζήτηση κατά το επόμενο τρίμηνο.
Δεδομένου ότι οι ανωτέρω αποτελούν πρόδρομους δείκτες, η αισιοδοξία των επιχειρηματιών των συγκεκριμένων κλάδων συνεπάγεται ότι αναμένουν άνοδο της δραστηριότητας στο άμεσο χρονικό διάστημα.
Επιπρόσθετα, το 47% του συνόλου των ξενοδοχείων έχει υπογράψει συμβόλαια για το 2024, ποσοστό παραπλήσιο με το αντίστοιχο του 2023, με το 30% να αφορά συμβόλαια τα οποία δεσμεύουν το 52% των δωματίων τους (έρευνα ΙΤΕΠ). Παράλληλα, τον Ιανουάριο, οι διεθνείς τουριστικές αφίξεις στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών και στα περιφερειακά αεροδρόμια της χώρας ήταν κατά 12,8% και 10,3% περισσότερες από τις αντίστοιχες περυσινές, ενώ οι κρατήσεις αεροπορικών θέσεων από τις κύριες αγορές ήταν αυξημένες στο τέλος Ιανουαρίου κατά 8% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα .
Αντιμετώπιση των προκλήσεων και ενίσχυση της ανθεκτικότητας του τουριστικού κλάδου
Σύμφωνα με μελέτη της Διανέοσις οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τουρισμό στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι θα είναι πολύπλευρες. Η αναμενόμενη άνοδος των θερμοκρασιών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, με αποτέλεσμα τη συχνότερη εμφάνιση κυμάτων καύσωνα, μπορεί να οδηγήσει αφενός σε υποβάθμιση της ποιότητας του τουριστικού προϊόντος της χώρας κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, αφετέρου όμως μπορεί να οδηγήσει σε επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου.
Επιπλέον, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αναμένεται να είναι ποικίλες και ανάλογες των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της κάθε τουριστικής περιοχής (π.χ. ανάλογα με το επίπεδο τουριστικής ανάπτυξης). Αξίζει να σημειωθεί επιπρόσθετα ότι η κατανομή των τουριστικών ροών στις περιφέρειες της χώρας δεν είναι ομοιόμορφη, με κάποιες εξ αυτών να παρουσιάζουν εντονότερη συσσώρευση τουριστικών ροών από άλλες. Συγκεκριμένα, ήδη από το 2022, ο «Δείκτης Τουριστικής Πυκνότητας» (Tourism Density Index-TDI) εμφανίζεται πολύ υψηλός, πρωτίστως στις Περιφέρειες Ιονίων Νήσων, Νοτίου Αιγαίου και Αττικής και, δευτερευόντως, στην Κρήτη και την Κεντρική Μακεδονία.
Σημαντικός παράγοντας που αναμένεται να συμβάλει, μεταξύ άλλων, στην επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και την κατανομή των τουριστικών ροών σε περισσότερες περιφέρειες της χώρας, είναι η υλοποίηση νέων έργων υποδομών και η ενίσχυση των υφιστάμενων. Σύμφωνα με μελέτη της PWC , έχουν προγραμματιστεί 23 έργα (είτε σε εξέλιξη είτε επερχόμενα) σε τουριστικές υποδομές, συνολικού υπολειπόμενου προϋπολογισμού ύψους Ευρώ 3,7 δισ., με εμβληματικότερο όλων την ανάπλαση στο Ελληνικό αλλά και τις επενδύσεις στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, στο αεροδρόμιο Καστελλίου στο Ηράκλειο, σε λοιπά περιφερειακά αεροδρόμια, σε μαρίνες και λιμένες. Η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης αναμένεται να δώσει σημαντική ώθηση στην υλοποίηση των έργων τουριστικών υποδομών. Επιπρόσθετα, κάθε χρόνο επενδύονται σημαντικά κεφάλαια από τους ξενοδόχους για επισκευές, ανακαίνιση και συντήρηση των μονάδων τους. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι το 2023 επενδύθηκαν περίπου Ευρώ 761 εκατ., ενώ το 2022 Ευρώ 621 εκατ. και το 2021 Ευρώ 830 εκατ.
Τέλος, μία σημαντική πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει ο τουριστικός κλάδος, προκειμένου να μην υποβαθμιστεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, είναι οι ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού που καταγράφονται στα ελληνικά ξενοδοχεία. Μολονότι το 2023 καταγράφηκε αύξηση της απασχόλησης, οι ελλείψεις υπερέβησαν τις 53,2 χιλιάδες, οι οποίες αντιστοιχούν στο 20% των θέσεων εργασίας που προβλέπονται από το οργανόγραμμα των ξενοδοχείων . Εντούτοις το ποσοστό ελλείψεων παρουσιάζεται μειωμένο σε σχέση με το 2022 τόσο στο σύνολο της χώρας (23%) όσο και σε όλες τις περιφέρειες. Οι ελλείψεις αφορούν τόσο σε εξειδικευμένο, όσο και σε μη εξειδικευμένο προσωπικό.