Υπόθεση Ασημακοπούλου: Τι πρέπει να αποδείξει για τα mail- Ειδικοί εξηγούν στο libre
Toν ασκό του Αιόλου άνοιξαν οι καταγγελίες Ελλήνων του εξωτερικού για διαρροή των προσωπικών τους ηλεκτρονικών διευθύνσεων στο γραφείο της ευρωβουλεύτριας της Νέας Δημοκρατίας, Άννας-Μισέλ Ασημακοπούλου. Όπως κατήγγειλαν, έλαβαν προπαγανδιστικά διαφημιστικά e-mails ενόψει των ευρωεκλογών, χωρίς να έχουν δώσει συγκατάθεση να υπάρχει η επαφή τους στο γραφείο της ευρωβουλεύτριας. Στην υπόθεση παρέμβαση υπήρξε και από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων, η οποία ξεκίνησε κατεπείγουσα έρευνα, κατόπιν και της υποβολής μεγάλου αριθμού σχετικών καταγγελιών. Ο εμπειρότατος πάνω σε αυτά τα ζητήματα δικηγόρος Κωνσταντίνος Μερσινιάς, μιλά στο libre και λύνει όλα τα ερωτηματικά που προκύπτουν. Τι οφείλει να απαντήσει και να εξηγήσει η ευρωβουλεύτρια; Τι θα συμβεί σε περίπτωση που οι καταγγελίες είναι βάσιμες; Μπορεί το Υπουργείο Εσωτερικών να βρεθεί ”μπλεγμένο”;
Οι απόδημοι κάνουν λόγο για παραβίαση των προσωπικών δεδομένων. Μυστήριο παραμένει το πώς κατέληξαν οι διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των αποδήμων στα χέρια της, με τους παραλήπτες να εκτιμούν ότι τα στοιχεία της δόθηκαν από το ΥΠΕΣ και την ίδια να απαντά ότι «τα μάζεψε μόνη της την τελευταία πενταετία».
Το υπουργείο Εσωτερικών τοποθετήθηκε μέσω του γενικού γραμματέα Εσωτερικών και Οργάνωσης, Θανάση Μπαλέρμα, παίρνοντας αποστάσεις από την Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου. «Το Υπουργείο Εσωτερικών δεν παρέχει διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (email) εκλογέων σε υποψήφιους ή κόμματα, όπως προβλέπει η κείμενη νομοθεσία» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η ανακοίνωση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων: «Προς απάντηση ερωτημάτων που έχουν τεθεί από Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για τη φερόμενη αποστολή ανεπιθύμητης ηλεκτρονικής επικοινωνίας από ευρωβουλευτή σε απόδημους Έλληνες ενόψει των Ευρωεκλογών, η Αρχή ανακοινώνει ότι, κατόπιν και της υποβολής μεγάλου αριθμού σχετικών καταγγελιών, κίνησε άμεσα διαδικασία εξέτασης του θέματος»
Να σημειωθεί επίσης πως, από σήμερα, κανείς δεν μπορεί κανείς να επισκεφτεί την πλατφόρμα apodimoi.gov.gr, γιατί μεγάλοι browsers, Google Chrome, Mozilla Firefox και Microsoft Edge, θεωρούν ότι «η σύνδεση δεν είναι ιδιωτική» και ότι «εισβολείς ενδέχεται να προσπαθήσουν να κλέψουν τις πληροφορίες σας».
Όλα τα ερωτήματα και τους προβληματισμούς γύρω από αυτό το σοβαρό ζήτημα που θίγει σφόδρα τα προσωπικά μας δεδομένα, σχολιάζει, μιλώντας στο libre ο Κωνσταντίνος Μερσινιάς, Δικηγόρος με εμπειρία σε υποθέσεις σχετικά με το Δίκαιο του Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, του Δικαίου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και του Δικαίου Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
- Η κα. Ασημακοπούλου ισχυρίζεται ότι τα συγκεκριμένα email έχουν σταλεί νομίμως. Αυτό που πρέπει εν προκειμένω να εξεταστεί είναι το πώς ήρθαν στην κατοχής της οι διευθύνσεις όλων των αποδήμων.
«Η πρώτη περίπτωση νομιμότητας κατοχής και περαιτέρω επεξεργασίας των ηλεκτρονικών αυτών διευθύνσεων θα συντρέχει εφόσον τα υποκείμενα των δεδομένων αυτών, δηλαδή οι κάτοχοι των ηλεκτρονικών διευθύνσεων, έχουν συναινέσει ρητά στην επεξεργασία των δεδομένων τους. Παραδείγματος χάρη εάν ένας πολίτης είχε παρευρεθεί πρόσφατα σε κάποια εκδήλωση της κας Ασημακοπούλου και είχε υπογράψει έντυπο ότι επιθυμεί να δέχεται ενημερωτικά e-mail από αυτή παρέχοντας παράλληλα και την ηλεκτρονική του διεύθυνση, τότε νομίμως του έχει αποσταλεί το e-mail.
Η δεύτερη περίπτωση νομιμότητας, υπό προϋποθέσεις βέβαια, της αποστολής των e- mail αυτών έγκειται στο υπέρτερο έννομο συμφέρον του εκάστοτε πολιτευτή. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ναι μεν, ο πολίτης δεν έχει δώσει ρητή συγκατάθεση για τη λήψη σχετικών e-mail, αλλά έχει δώσει τα στοιχεία του στα πλαίσια άλλης δραστηριότητας πολιτικής ή μη του εκάστοτε πολιτευτή ή του κόμματος του. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εάν όλοι οι παραλήπτες του e-mail είχαν εγγραφεί σε κάποιο κατάλογο της Νέας Δημοκρατίας, τότε η Βουλευτής θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις βέβαια και εφόσον υπάρχουν ειδικές προβλέψεις για την επεξεργασία δεδομένων στο καταστατικό του κόμματος ή στη διαδικασία συλλογής των στοιχείων, να προβεί στην αποστολή αυτή» εξηγεί ο δικηγόρος.
- Κάνοντας σαφές πως το πρώτο και κύριο ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι το πώς περιήλθαν στην κατοχή της ευρωβουλεύτριας τα στοιχεία των πολιτών, ο κ. Μερσινιάς απαντά ποιος είναι αρμόδιος να διερευνήσει το ζήτημα αυτό, σε δεύτερο χρόνο.
«Αρμόδια αρχή για τη διερεύνηση παραβίασης προσωπικών δεδομένων κατ’ αρχάς είναι η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Ήδη βάσει της ανακοίνωσης που εξέδωσε σήμερα η Αρχή, κατόπιν μαζικών καταγγελιών για το ζήτημα αυτό, αυτή ανέλαβε τη διερεύνησή του. Συνεπώς το επόμενο διάστημα θα καλέσει την κα Ασημακοπούλου να απαντήσει στα ερωτήματα για την υπόθεση και κυρίως για το πώς έλαβε τις ηλεκτρονικές αυτές διευθύνσεις . Όποια απάντηση δώσει, θα πρέπει να την αποδείξει βάσει στοιχείων».
Θυμίζουμε στο σημείο αυτό πως η ίδια έχει υποστηρίξει πως «100 ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές το γραφείο μου απέστειλε newsletter σε Έλληνες του εξωτερικού, με στοιχεία επικοινωνίας που συγκέντρωσα ως Ευρωβουλευτής στη διάρκεια των τελευταίων 5 ετών, ώστε να ζητήσω την άδεια να επικοινωνώ τακτικά μαζί τους».
- Ο κ. Μερσινιάς επισημαίνει πως η ευρωβουλεύτρια θα πρέπει να αποδείξει το πως συνέλεξε τα στοιχεία αυτά και από ποια πηγή και με ποια νόμιμη βάση τα επεξεργάστηκε.
«Από το περιεχόμενο πάντως των ως τώρα καταγγελιών που έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο διάφοροι πολίτες αναφέρουν ότι δεν είχαν καμία προηγούμενη επικοινωνία με την ίδια και συνεπώς φαίνεται ότι τα στοιχεία, έστω αυτών των καταγγελλόντων, δε συλλέχθηκαν κατά τον τρόπο αυτό. Εάν οι καταγγελίες αυτές έχουν υποβληθεί και ενώπιον της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα τότε η κα. Ασημακοπούλου θα πρέπει να αποδείξει με στοιχεία ότι οι συγκεκριμένες καταγγελίες είναι αβάσιμες» λέει χαρακτηριστικά.
- Υπάρχει έντονη φημολογία ότι τα e-mail αυτά δεν θα μπορούσαν να ληφθούν από πουθενά αλλού πέρα από τη βάση δεδομένων του Υπουργείου Εσωτερικών.
«Εάν τυχόν αποδειχθούν βάσιμοι αυτοί οι ισχυρισμοί, τότε προφανώς δεν μιλάμε για μία νόμιμη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, καθότι το Υπουργείο δεν έχει δικαίωμα να ‘’μοιράζει’’ τα e-mail των πολιτών σε οποιονδήποτε τρίτο. Στην περίπτωση αυτή πέραν της κας. Ασημακοπούλου, θα είναι εκτιθέμενο και το ίδιο του ΥΠΕΣ και οι ιθύνοντες αυτού» εξηγεί ο δικηγόρος.
Σε περίπτωση λοιπόν που οι καταγγελίες των πολιτών αποδειχθούν βάσιμες, «η ευρωβουλεύτρια αντιμετωπίζει διοικητική (χρηματική) κύρωση από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Το ανώτατο όριο της επιβληθείσας διοικητικής ποινής που μπορεί να επιβάλει η αρχή είναι 20.000.000 ευρώ. Όμως σε φυσικά πρόσωπα ή ιδιωτικές εταιρείες ακόμα και για μεγάλες παραβάσεις, κατά κανόνα, τα πρόστιμα ανέρχονται μέχρι και τις 150.000 ευρώ. Στο παρελθόν σε αντίστοιχες περιπτώσεις παράνομης πολιτικής επικοινωνίας, με πολύ μικρότερη βέβαια έκταση ως προς το πλήθος των αποδεκτών, τα ποσά που επιβάλλονταν ως διοικητικές κυρώσεις ήταν αρκετά μικρά και πολλές φορές δεν ξεπερνούσαν τις 10.000 ευρώ» λέει ο δικηγόρος, συμπληρώνοντας ωστόσο πως «η υπόθεση αυτή έχει αρκετές παραμέτρους που θα πρέπει να εξεταστούν και σε περίπτωση που κριθεί ότι η αποστολή ήταν παράνομη είναι πολύ πιθανό να δούμε και μία μεγαλύτερη διοικητική κύρωση. Περαιτέρω αυτεπαγγέλτως ο αρμόδιος εισαγγελέας ή/και κατόπιν μηνύσεως κάποιου θιγόμενου ή μη πολίτη μπορεί να αιτηθεί τη διερεύνηση της τελέσεως του αδικήματος της παραβίασης των προσωπικών δεδομένων και εάν κριθεί ότι συντρέχουν βάσιμες υποψίες τέλεσης του εν λόγω αδικήματος να ασκήσει ποινική δίωξη, υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις που συντρέχουν βέβαια για τους βουλευτές. Οι πολίτες που έλαβαν το e-mail αυτό μπορούν να καταθέσουν και σχετική αγωγή λόγω της παραβίασης των προσωπικών τους δεδομένων αξιώνοντας χρηματική ικανοποίηση».
Είμαστε λοιπόν εν αναμονή της απόφασης της Αρχής. Μια απόφαση που ίσως αργήσει, καθώς όπως σημειώνει ο κ. Μερσινιάς, «παρότι η ΑΠΔΠΧ στελεχώνεται από άτομα με υψηλή νομική κατάρτιση και εξειδίκευση στο ζήτημα των προσωπικών δεδομένων, δυστυχώς είναι υποστελεχωμένη παρά το φόρτο εργασίας της. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι διαδικασίες να καθυστερούν και οι αποφάσεις να εκδίδονται ακόμα και 2-3 έτη μετά τις καταγγελίες. Όμως η έκταση της φερόμενης βλάβης εν προκειμένω ίσως να επιταχύνει τις διαδικασίες».