ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη, ή Κασσελάκης χωρίς ΣΥΡΙΖΑ; Ονομασία, συμβολισμοί και ουσία
Το πιό πρόσφατο προηγούμενο είναι αυτό του ΠΑΣΟΚ. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος επιχείρησε να το μετονομάσει σε “Ελιά” και να ενσωματώσει τα χαρακτηριστικά του εγχειρήματος του Ρομάνο Πρόντι (ευλαβής καθολικός και στέλεχος της χριστιανοδημοκρατίας του Αντρεότι που μεταπήδησε στο Κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς και έγινε πρωθυπουργός κερδίζοντας τις εκλογές του 1995), η αείμνητη Φώφη Γεννηματά πειραματίστηκε με την συνδρομή του “Ποταμιού” και ίδρυσε το ΚΙΝΑΛ, για να φθάσει η ώρα του Νίκου Ανδρουλάκη να επιστρέψει στο “αθάνατο” brand name ΠΑΣΟΚ.
Οι “μεταμφιέσεις” επιβλήθηκαν έως ένα βαθμό από την κατακλυσμιαία απαξίωση του κόμματος που υπέγραψε το πρώτο μνημόνιο και είδε τα ποσοστά του να φθάνουν από το 44% του Γιώργου Παπανδρέου (2009) στο όριο του αφανισμού σε αυτές του 2015. Όμως, οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο, το ίδιο και οι συμβολισμοί που αντέχουν στον χρόνο.
Η Νέα Δημοκρατία μπορεί να εκσυγχρόνισε το λογότυπό της και να εξαφάνισε τον πυρσό, ουδέποτε διανοήθηκε σοβαρά, ωστόσο, να αλλάξει την ονομασία της. Αποδεικνύεται, δε, το πιό ανθεκτικό κόμμα εξουσίας μετά την Μεταπολίτευση και μένει ισχυρό και συμπαγές παρά τις μεταλλάξεις από τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό στην λαϊκή δεξιά, την σκληρότερη δεξιά, και τώρα την μεταρρυθμιστική πολυλλεκτικότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη που ισορροπεί επιτυχώς ανάμεσα στις βάρκες του κέντρου και της δεξιάς.
Ο Στέφανος Κασσελάκης θέτει το ερώτημα περί αλλαγής του ονόματος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ στο ηλεκτρονικό προσυνεδριακό δημοψήφισμα του isyriza όχι εν είδει κάποιας εντευκτηριακής ψυχοθεραπείας αλλά επειδή, προφανώς, είναι ο ίδιος που επιθυμεί να εκμαιεύσει αφορμές για να το πράξει. Πιθανώς αντιλαμβάνεται πως αρχηγεύει σε ένα κόμμα-όχημα ή κέλυφος, έναν γραφειοκρατικό μηχανισμό που εξεμέτρησε το ζην και ως τέτοιο δεν δύναται να φιλοξενήσει την φιλοδοξία και δέσμευσή του να νικήσει τον Μητσοτάκη. Και ίσως να έχει εν μέρει δίκιο, με την διαφορά, ωστόσο, ότι δεν είναι η ονομασία που κρατά τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ στην δημοσκοπική και ως φαίνεται εκλογική ζώνη του λυκόφωτος. Είναι η απουσία πολιτικής ταυτότητας, είναι η έλλειψη οράματος και σχεδίου εναλλακτικής διακυβέρνησης, είναι η σχεδόν μηδενική επιρροή του στην τοπική αυτοδιοίκηση, τους επαγγελματικούς φορείς, τα πανεπιστήμια και αλλού- προπατορικές οι ευθύνες. Είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι στο ερώτημα “γιατί ΣΥΡΙΖΑ;” οι ψηφοφόροι κοιτάζονται μεταξύ τους αμήχανα και είτε αποχωρούν απογοητευμένοι, είτε ψηφίζουν συναισθηματικά.
Τελικά, μήπως βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο; Διότι, ακόμα και στην περίπτωση που ανεμπόδιστα υλοποιήσει τον (στρατηγικό) στόχο του να αποκτήσει την πλήρη κυριότητα ενός κόμματος, ακόμα κι αν το ονομάσει “Κασσελάκης”, τα ζητούμενα περί πολιτικής ταυτότητας και σχεδίου διακυβέρνησης παραμένουν.
Κάνουν λάθος όσοι τον υποτιμούν και τους το αποδεικνύει καθημερινά. Είναι γοητευτικά αν-οργάνωτος, ζει με τις εκπλήξεις και για τις εκπλήξεις, οικοδομεί το προφίλ του απρόβλεπτου, του ικανού για το μεγαλεπήβολο και το ασήμαντο, αλλά και του ομήρου σε επικοινωνιακές δοξασίες. Κι αυτό τον καθιστά ενίοτε δύσκολα αντιμετωπίσιμο από ένα κομματικό ιερατείο που έχει μάθει να λειτουργεί με ακλόνητες παραδοχές που κατά το παρελθόν οδήγησαν σε ομαδική ύπνωση και τάσεις αυτοκαταστροφής.
Όσο περνάει ο καιρός δείχνει πως επιθυμεί να κλείσει στην αποθήκη με τα “τρόπαια” όλες τις σημαίες ευκαιρίας που ύψωσε. Από τον Αλέξη Τσίπρα μέχρι τον Παύλο Πολάκη, όπως και πολλούς από εκείνη την αρχική ομάδα βουλευτών και στελεχών που έκλεισαν εγκαίρως εισιτήριο στην πτήση Μαϊάμι-Κουμουνδούρου. Λένε κάποιοι πως έχει και χρόνο και χρήμα να διαθέσει και ότι ο στόχος του είναι να κρατήσει μόνο το κέλυφος και να το γεμίσει με δικούς του ανθρώπους και ισχυρές δόσεις απρόβλεπτης πολιτικής επικοινωνίας. Οι μύστες του είδους, ωστόσο, επιμένουν πως πολιτική και επικοινωνία είναι έννοιες αλληλένδετες και η δεύτερη χωρίς την πρώτη είναι αδειανό πουκάμισο ή μπλουζάκι Ralph Lauren.
Η απάντηση έρχεται από τους -λιγότερους πιά- φανατικούς οπαδούς του, οι οποίοι υποστηρίζουν πως έχει διαβάσει καλά ότι το πολιτικό σύστημα πνέει τα λοίσθια, ότι κανόνας είναι πιά η απουσία κανόνων, και ότι λιγότερο νοιάζεται ο κόσμος για την πολιτική παρά για την καλλιεργία της υποψίας κάποιου που μπορεί να ανατρέψει τα πράγματα. Προς ποιά κατεύθυνση, θα το δούμε στην πορεία.
Ο Στέφανος Κασσελάκης εξελίσσεται στον ΣΥΡΙΖΑ μετά τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε κάτι προσωποπαγές και αναπάντεχο που μπορεί να μετατρέψει τον 7ο όροφο της Κουμουνδούρου (αν προοπτικά δεν αλλάξει και “στρατηγείο”) σε loft εικονικής πολιτικής πραγματικότητας. Ίσως η ανάγνωσή του για τις τάσεις διεθνώς και στην Ελλάδα να είναι η σωστή και όσοι ακόμα πιστεύουν στην πολιτική και τις διαχωριστικές γραμμές να τρομάζουν με την “ιδεολογία του αδιαμεσολάβητου” που από μέσο μετατρέπεται σε δόγμα.
Το συνέδριο, οι ευρωεκλογές και το διάστημα που θα ακολουθήσει θα δείξουν εάν θα μείνει μόνος του χωρίς κόμμα (π.χ η μετριοπαθής Όλγα Γεροβασίλη επισημαίνει τον κίνδυνο ντεφάκτο διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ), ή μόνος του με έναν καινούριο μικρό αλλά συμπαγή “στρατό”. Ο ΣΥΡΙΖΑ πάντως έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει και όσοι νόμιζαν πως κρατούσαν δεύτερα και τρίτα κλειδιά θα βρουν αλλαγμένες τις κλειδαριές. Μένει, φυσικά, ένα ερώτημα να απαντηθεί άμεσα και ένα δεύτερο προσεχώς: πώς θα αντιδράσει (με την ομιλία του) ο Αλέξης Τσίπρας στο συνέδριο – η ευγενική αποστασιοποίηση εύκολα μετατρέπεται σε απάθεια– και τι θα πράξουν όσοι του έδωσαν -ως όφειλαν- πολιτικό χρόνο εάν τον Ιούνιο ξεμυτίσει ο διάβολος από τις εκλογικές …λεπτομέρειες.