Μη κρατικά ή τελικά Ιδιωτικά ΑΕΙ; Τρεις καθηγητές “συγκρούονται” στο libre για το επίμαχο Ν/Σ
«Το ποτάμι πίσω δε γυρνά» ετοιμάζονται να φωνάξουν για έκτη συνεχόμενη Πέμπτη στο κέντρο της Αθήνας χιλιάδες φοιτητές, πανεπιστημιακοί, γονείς, απλοί πολίτες. Κι είναι πράγματι ένα ποτάμι που ολοένα και πιο πολύ φουσκώνει. Στο πλευρό τους οι φοιτητές έχουν την ισχυρή πλειοψηφία των εκπαιδευτικών. Στο libre μιλούν κάποιοι εξ αυτών, ενώ από την αντίπερα όχθη φιλοξενούμε την άποψη υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων. Όσον αφορά στην κοινή γνώμη είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία δημοσκόπηση της εταιρείας Interview για λογαριασμό του politic, η ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημίων αποτελεί, το πιο διχαστικό θέμα.
Υπέρ της ίδρυσής τους τάσσεται το 49% ενώ κατά εμφανίζεται το 48%.
Η κυβέρνηση ακολουθεί σκληρή γραμμή απέναντι στις κινητοποιήσεις και ειδικά στις καταλήψεις μιλώντας για μειοψηφίες. Από την άλλη πάντως όλο και περισσότεροι φοιτητές, εκπαιδευτικοί αλλά και καθηγητές συνταγματικού δικαίου εκφράζουν την αντίθεσή τους στο σχέδιο νόμου με τη στήριξη και του νομικού κόσμου.
Την Τρίτη 13/2, η Συσπείρωση Πανεπιστημιακών κατέθεσε 24 λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να ιδρυθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα. Παράλληλα, κείμενο με πάνω από 500 υπογραφές πανεπιστημιακών προειδοποιεί για την αντισυνταγματικότητα του νομοσχεδίου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια ενημερώνοντας τις επιχειρήσεις, οι οποίες φιλοδοξούν να ιδρύσουν πανεπιστημιακές εταιρείες ή παραρτήματα ξένων ιδρυμάτων στην Ελλάδα παρακάμπτοντας τη συνταγματική επιταγή.
- Ακόμα, σημειώνεται πως απόφαση κόλαφος (922/2023) από το Συμβούλιο της Επικρατείας λίγο πριν την ψήφιση του Νομοσχεδίου για Iδιωτικά Πανεπιστήμια είχε κρίνει ότι «η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται στην Ελλάδα αποκλειστικώς από ιδρύματα που αποτελούν N.Π.Δ.Δ., πλήρως αυτοδιοικούμενα. Απαγορεύεται δε απολύτως η σύσταση σχολών ανώτατης εκπαίδευσης από ιδιώτες, ασχέτως του προορισμού ή του χαρακτήρα των σχολών αυτών».
Παράλληλα το φοιτητικό κίνημα εξακολουθεί να αντιδρά με καταλήψεις σε δεκάδες σχολές, να διοργανώνει συλλαλητήρια και δράσεις κατά των Ιδιωτικών Πανεπιστημίων. Στο πλευρό του μεγάλο μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Σε κοινή τους δήλωση, που δημοσιεύτηκε στις 9 Φεβρουαρίου, οκτώ καθηγητές συνταγματικού Δικαίου κρίνουν αντισυνταγματικές τις ρυθμίσεις που σχεδιάζει η κυβέρνηση για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, ανεξαρτήτως, όπως σημειώνουν της πολιτικής τους άποψης για το θέμα. Τονίζουν ότι «στο άρθρο 16 του Συντάγματος προβλέπεται ρητά ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση, ότι οι καθηγητές τους είναι δημόσιοι λειτουργοί και ότι η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται. Κατά τη γνώμη μας η ρητή αυτή απαγόρευση δεν μπορεί να παρακαμφθεί με βάση μία σύμφωνη με το ευρωπαϊκό ενωσιακό δίκαιο ερμηνεία του Συντάγματος. Άλλωστε η Ελλάδα ούτε έχει καταδικασθεί ποτέ από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για παραβίαση του ενωσιακού δικαίου εξαιτίας της απαγόρευσης λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων, ούτε καν έχει παραπεμφθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο Δικαστήριο. Συνεπώς για τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, κερδοσκοπικών ή μη, απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση».
Μιλήσαμε με έναν εκ των καθηγητών/ριών που υπογράφει τη δήλωση, τον Ακρίτα Καϊδατζή, Αναπλ. Καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου, ΑΠΘ.
«Το νομοσχέδιο Πιερρακάκη δεν είναι μόνον επί της αρχής αντισυνταγματικό, πάσχει και από περισσότερες επί μέρους αντισυνταγματικότητες. Επί της αρχής, το άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος ορίζει απερίφραστα πως η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Τα νομικά πρόσωπα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (ν.π.π.ε.) που ιδρύει το νομοσχέδιο είναι ωστόσο, κατά παράβαση της συνταγματικής επιταγής, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.
Περαιτέρω, δύο είναι οι σημαντικότερες αντισυνταγματικότητες από τις επί μέρους ρυθμίσεις του νομοσχεδίου. Πρώτον, οι παρ. 1, 5 και 6 του άρθρου 16 κατοχυρώνουν την ακαδημαϊκή ελευθερία στα πανεπιστήμια, με βασική εγγύηση την πλήρη αυτοδιοίκησή τους και πρόσθετη εγγύηση την ιδιότητα των καθηγητών τους ως δημόσιων λειτουργών. Η αόριστη διακήρυξη της ακαδημαϊκής ελευθερίας των ν.π.π.ε. στο νομοσχέδιο δεν είναι παρά κούφιο ευχολόγιο, καθώς δεν συνοδεύεται από καμία απολύτως εγγύηση για τη διασφάλισή της. Τα ν.π.π.ε. δεν θα έχουν καμία αυτοδιοίκηση. Θα διοικούνται κατά τη βούληση των ιδιοκτητών τους και με όποια όργανα αυτοί ευδοκήσουν να ιδρύσουν. Περαιτέρω, και κυρίως, οι διδάσκοντες στα ν.π.π.ε. δεν θα έχουν καμία ακαδημαϊκή ελευθερία. Ως μισθωτοί, θα είναι έρμαια στο διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη τους. Ο οποίος θα μπορεί να τους υποδεικνύει τί και πώς να διδάσκουν, τί και πώς να ερευνούν, ποιους και πόσους φοιτητές να περνούν στις εξετάσεις. Και, φυσικά, να τους απολύει ανά πάσα στιγμή αν δεν συμμορφώνονται.
Δεύτερον, το άρθρο 16 κατοχυρώνει το κοινωνικό δικαίωμα της ισότιμης πρόσβασης στην εκπαίδευσης. Στην ανώτατη εκπαίδευση που παρέχεται από δημόσια πανεπιστήμια, η ισοτιμία διασφαλίζεται με την εφαρμογή ενιαίων κανόνων πρόσβασης για όλους, μέσω των πανελλαδικών εξετάσεων. Το νομοσχέδιο, αντιθέτως, δημιουργεί ένα σύστημα δύο ταχυτήτων. Ενώ η εισαγωγή στα δημόσια πανεπιστήμια θα εξακολουθεί να γίνεται μέσω των πανελλαδικών, στα ψευδώνυμα ν.π.π.ε. θα εισάγονται όσοι έχουν τη δυνατότητα να καταβάλλουν δίδακτρα. Η εξάρτηση της εισαγωγής τους από μιαν ελάχιστη, στα όρια του γελοίου, βαθμολογία στις πανελλαδικές, που δεν ισχύει καν για όλους, προφανώς και δεν διασώζει την κατάφωρη ανισότητα πρόσβασης.
Η επίκληση του ενωσιακού δικαίου, που δήθεν εγγυάται το δικαίωμα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, είναι κι αυτή ψευδώνυμη και παραπειστική. Πουθενά, καμία διάταξη του ενωσιακού δικαίου δεν ορίζει οτιδήποτε για τον τρόπο οργάνωσης της ανώτατης πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στα κράτη μέλη. Το ενωσιακό δίκαιο εγγυάται την ελευθερία εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών σε επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες τριτοβάθμιας (προσέξτε την ορολογική διαφορά) εκπαίδευσης. Και αυτή έχει διασφαλιστεί προ πολλού με την αναγνώριση του δικαιώματος πανεπιστημίων άλλων κρατών να παρέχουν υπηρεσίες επαγγελματικής εκπαίδευσης μέσω των συμφωνιών που συνάπτουν με τα κολλέγια».
Η Αιμιλία Βήλου είναι Υποψήφια Διδακτόρισσα Πολιτικής Επιστήμης, Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Μιλά στο libre κι εξηγεί γιατί λέει ναι στο δημόσιο πανεπιστήμιο. «Γιατί επιμένουμε να στηρίζουμε το Δημόσιο Πανεπιστήμιο; Γιατί αντιτίθεται η ακαδημαϊκή κοινότητα, σχεδόν στο σύνολο της, στην παράκαμψη του άρθρου 16 και την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων; Παραδόξως όχι γιατί είμαστε όλες ενάντια στην αυτορρύθμιση της αγοράς, διαφωνούμε γιατί υπερασπιζόμαστε το περιεχόμενο των σπουδών, των πτυχίων, της έρευνας και τελικά της παραγωγής γνώσης που απολαμβάνει το κοινωνικό σύνολο. Το Δημόσιο Πανεπιστήμιο προσφέρει προγράμματα σπουδών που στοχεύουν στη συγκρότηση σφαιρικής επιστημονικής σκέψης, άρα και γνώσης, στο οικείο πεδίο, δίνοντας με αυτό τον τρόπο ουσιαστικό περιεχόμενο στον τίτλο σπουδών που μπορούν να έχουν αντανάκλαση και σε επαγγελματικά δικαιώματα. Το Δημόσιο Πανεπιστήμιο είναι χώρος έρευνας και εξέλιξης της επιστήμης και αυτό αντανακλάται στα αμφιθέατρα και κυρίως σε μεταπτυχιακό και διδακτορικό επίπεδο. Στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο η ακαδημαϊκή ελευθερία είναι δεδομένη, όπως και η ελευθερία του λόγου, για όλη την ακαδημαϊκή κοινότητα και αυτό αποτυπώνεται στη διδασκαλία, στους φοιτητές/τριες, στην έρευνα.
Σε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο, που λειτουργεί με όρους αγοραίους, τα μαθήματα αναγκαστικά θα περιοριστούν στα απολύτως απαραίτητα, καταρτίζοντας τους φοιτητές και τις φοιτήτριες αλλά χωρίς τη σφαιρικότητα της πληρέστερης γνώσης του πεδίου. Αυτοί/ες οι μισομορφωμένοι/ες αλλά ενδεχομένως επαρκώς καταρτισμένοι/ες πολίτες και πολίτιδες θα απαιτήσουν και θα λάβουν επαγγελματικά δικαιώματα, έχοντας όμως ελλείψεις σε έκκεντρες μεν βασικές δε γνώσεις της επιστήμης τους, πράγμα που τους καθιστά επικίνδυνους/ες τόσο για το πεδίο τους όσο και για την κοινωνία. Σε κανένα ιδιωτικό ίδρυμα δε θα προτεραιοποιηθεί η έρευνα, εκτός αν συνδέεται με την αγορά. Και φυσικά δε χρειάζεται να εξηγηθεί γιατί ο ιδιωτικός τομέας και η ελευθερία είναι έννοιες ασυμβίβαστες. Ο έλεγχος στο περιεχόμενο των σπουδών, στον τρόπο διδασκαλίας, στην ποιότητα της εξέτασης και της βαθμολόγησης θεωρείται δεδομένος και μετά βεβαιότητας δε θα θέτει στο κέντρο τον άνθρωπο αλλά τα κέρδη. Η επιστήμη είναι όπλο της κοινωνίας και δεν πρέπει να βρίσκεται σε χέρια ιδιωτών, πολλώ δε μάλλον η επέκταση και μεταλαμπάδευση της γνώσης. Και κλείνοντας κάπως οσκαρικά, το πρόγραμμα Μανχάταν αποδεικνύει πως το σημαντικότερο μάθημα για έναν φυσικό είναι η Ηθική και τα μαθήματα φιλοσοφίας δεν χωρούν στο curriculumενός φορέα που λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια».
Όμως, υπάρχει και η άλλη πλευρά, που υποστηρίζεςι την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα. Στο libre ξεδιπλώνει την άποψή του υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων – αλλά με ταυτόχρονή διοικητική και οικονομική αυτονομία των δημόσιων ΑΕΙ- ο Λουκάς Βλάχος, Καθηγητής Φυσικής, 30 χρόνια στο ΑΠΘ.
Καταφέραμε και πάλι να χωριστούμε στη συζήτηση για το μέλλον της Ανώτατης Εκπαίδευσης στη χώρα και το ρόλο που θα παίξει η εμφάνιση των ιδιωτικών ΑΕΙ σε τρεις ομάδες. Στη πρώτη (Α) συγκεντρωθήκαν εκείνοι που πιστεύουν ότι τα ιδιωτικά ΑΕΙ θα καταστρέψουν, το όμορφο οικοδόμημα που έχουμε σήμερα στα δημόσια ΑΕΙ και θα τα οδηγήσει σε διάλυση. Η δεύτερη (Β) είναι πολύχρωμη σε απόψεις αλλά σιωπηρή γιατί δεν θέλει να εκτεθεί δημόσια στους «δύσκολους καιρούς» που περνάμε και τέλος η τρίτη ομάδα (Γ) που πιστεύει ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια πρέπει να ιδρυθούν χωρίς καμία συζήτηση και καθυστέρηση. Είναι λένε αναγκαία και θα διορθώσουν μια παγκόσμια πρωτοτυπία που στιγματίζει τη χώρα μας. Πιστεύουν ακόμα ότι μπορεί και να βοηθήσουν τα δημόσια πανεπιστήμια να ανακάμψουν μόνο με τη παρουσία τους.
Η δική μου άποψη διαφέρει από τις απόψεις που ανέφερα. Οι παγκόσμιες πρωτοτυπίες στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο έχουν προηγηθεί της πρωτοτυπίας της μη ίδρυσης ιδιωτικών ΑΕΙ. Αναφέρομαι στην ανυπαρξία διοικητικής και οικονομικής αυτονομίας και λογοδοσία, στην απουσία καλά οργανωμένης και σύγχρονης πανεπιστημιακής αστυνομίας και κυρίως στο ότι η αυτονομία των ΑΕΙ δεν περιλαμβάνει και την οικονομική αυτονομία τους. Αυτές τις τρεις παγκόσμιες πρωτοτυπίες υποσχέθηκε προεκλογικά η σημερινή κυβέρνηση ότι θα διορθώσει, αλλά μέχρι σήμερα τη μοναδική παγκόσμια πρωτοτυπία που επιθυμεί να συζητήσει είναι αυτή της ίδρυσης των ιδιωτικών ΑΕΙ. Στο μεταξύ οι ακέφαλοι της κατηγόριας Α μέσα στα δημόσια ΑΕΙ αποδεικνύουν κάθε μέρα ότι δεν είναι ικανοί να στηρίξουν το κύρος των δημοσίων ΑΕΙ και με παράλογες κινήσεις τα υποβαθμίζουν περισσότερο για να στηρίξουν μερικά από τα επιχειρήματα των Γ (πάντα τα άκρα είχαν μια ενδιαφέρουσα ανατροφοδότηση σε επιχειρήματα).
Θα αναφερθώ στις τρεις παγκόσμιες πρωτοτυπίες που εδώ και δεκαετίες σπρώχνουν στη διάλυση τα δημόσια ΑΕΙ.
(1) Η διοίκηση από τα κάτω με εκλεγμένους από τους καθηγητές ΑΕΙ (προέδρους, κοσμήτορες και πρυτάνεις) είναι μια παγκόσμια πρωτοτυπία που στέλνει τα δημόσια ΑΕΙ σε ακυβερνησία και περίεργες ερμηνείας της συνταγματικής τους «αυτονομίας». Οι πρυτάνεις λειτουργούν σαν πολιτικά πρόσωπα σκεπτόμενοί περισσότερο την ευρωβουλή και λιγότερό τα ΑΕΙ που εκλέγονται να «διοικήσουν». Αν προσέξατε τα μόνα αιτήματα που συζητούν με τη κυβέρνηση είναι περισσότερα χρήματα και περισσότερες θέσεις τίποτα άλλο.
(2) Η ασφάλεια και φύλαξη της τεράστιας κρατικής επένδυσής του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ κάθε χρόνο στα δημόσια ΑΕΙ είναι στα χέρια ομάδων που καταλαμβάνουν παράνομα δημόσιους χώρους, καταστρέφουν δημόσια περιούσια και προπηλακίζουν καθηγητές που διαφωνούν μαζί τους ενώ έχουν την άνεση να κατεβάζουν του γενικούς διακόπτες ανενόχλητοι, τρομοκρατώντας το προσωπικό και τους φοιτητές.
(3) Τέλος η οικονομική αυτονομία των ΑΕΙ είναι μια ακόμα παγκόσμια πρωτοτυπία. Θα έτρεπε στα δημόσια ΑΕΙ να διαχειρίζονται και τους μισθούς των καθηγητών και διοικητικών υπαλλήλων και να μοιράζουν με τις κρατικές υποτροφίες σε όσους φοιτητές το αξίζουν αλλά και να ζητούν μειωμένα δίδακτρα (αφαιρώντας την οικονομική ενίσχυση του κράτους και της κρατήσεις των ερευνητικών κονδυλιών) στους μη υπότροφους, ώστε και τα δημοσιά ιδρύματα να μπουν στο χωρίς προκαταλήψεις στη μοιρασιά της πίττας με τα ιδιωτικά ΑΕΙ, όπως έκαναν πρόσφατα μερικές δημόσιες ιατρικές σχολές.
Πιστεύω μέσα σε να ανανεωμένο δημόσιο Πανεπιστήμιο, στα πλαίσια που το οραματίστηκε η κ. Διαμαντοπούλου η παρουσία ιδιωτικών ΑΕΙ με το τρόπο που τα προτείνει η κυβέρνηση δεν θα αποτελούσε θέμα τόσο μεγάλης συζήτησης και σπάζει και ένα ταμπού. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός υποσχέθηκαν να σπάσουν όλες τις παγκόσμιες πρωτοτυπίες των δημοσίων ΑΕΙ και μαζί με αυτές να επιτρέψουν την ελεγχόμενή παρουσία των ιδιωτικών ΑΕΙ στην Ελλάδα. Σε όλο το κόσμο η δημιουργία των ιδιωτικών ΑΕΙ είναι ελεύθερη αλλά τα μάτια όλων είναι στραμμένα στην οικονομική και διοικητική αυτόνομα των δημόσιων ΑΕΙ. Να μη σπάσουμε μόνο ένα ταμπού λοιπόν μόνο κ. Πρωθυπουργέ, να τα σπάσουμε όλα και να μην κρατήσουμε τα δημοσιά ΑΕΙ αλυσοδεμένα στο κριτικισμό και να απελευθερώσουμε μονό τα ιδιωτικά ΑΕΙ».