Μέση Ανατολή: Ο περιορισμένος πόλεμος που έγινε περιφερειακός και επικίνδυνος- Από την Γάζα στο Ιράν
Αμερικανικά και βρετανικά μαχητικά αεροσκάφη και πύραυλοί Tomahawk έπληξαν 36 στόχους των Χούθις σε 13 τοποθεσίες της βόρειας Υεμένης, με την τεχνική υποστήριξη της Αυστραλίας, του Μπαχρέιν, της Δανίας, του Καναδά, της Ολλανδίας και της Νέας Ζηλανδίας, ένα 24ωρο μετά τους βομβαρδισμούς σε τοποθεσίες του Ιράκ και της Συρίας.
Σύμφωνα με την κοινή ανακοίνωση των οκτώ κρατών, καταστράφηκαν αποθήκες πολεμικού υλικού, πύραυλοι, ρουκέτες, ραντάρ και συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας των Χούθις. Σύμφωνα με ανεξάρτητες εκτιμήσεις οι βομβαρδισμοί δεν κάνουν διαφορά, δεν αποτρέπουν τους Χούθις.
Το βέβαιο είναι ότι ένας περιορισμένος πόλεμος, που άρχισε μετά την αιματηρή εισβολή της Χαμάς στο Ισραήλ, στις 7 Οκτωβρίου, εξελίσσεται σε έναν επικίνδυνο περιφερειακό πόλεμο , με ευρύτερες διεθνείς επιπτώσεις και πάνω από 27.000 άμαχους νεκρούς μέχρι σήμερα.
Σημειώστε και αυτό, η Χαμάς δεν έχει απαντήσει ακόμα στην πρόταση για προσωρινή εκεχειρία, εδώ, ενώ χτες χιλιάδες Ισραηλινοί διαδήλωσαν στο Τελ Αβίβ, ζητώντας από την κυβέρνηση να κάνει «ό,τι χρειάζεται» για να απελευθερωθούν οι όμηροι.
Δύο αναλύσεις για έναν επικίνδυνο πόλεμο
Το Ιράν αιφνιδιάστηκε από την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου. Δεν είχε ζητηθεί η γνώμη της Τεχεράνης και η επιχείρηση κινδύνευε να παρασύρει το Ιράν σε μια ευρύτερη σύγκρουση που δεν επιθυμούσε. Έξι δισεκατομμύρια δολάρια που επρόκειτο να αποδεσμευτούν από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αντάλλαγμα για την αποφυλάκιση κρατουμένων πάγωσαν και πάλι. Στα δημόσια σχόλια των Ιρανών ηγετών διακρινόταν μια δόση εκνευρισμού απέναντι στη Χαμάς, γράφει σχετικά ο αναλυτής Τζον Σόγιερς στους Financial Times, υπό τον τίτλο «Biden’s dilemma over Iran’s skilled game of chicken».
Αναλυτικότερα και με βάση την απόδοση του άρθρου από το KREPORT:
Σχεδόν τέσσερις μήνες από τότε, το Ιράν σταδιακά έστρεψε την κατάσταση προς όφελός του. Η επίθεση της Χαμάς πλήγωσε το Ισραήλ και αποκάλυψε τα ευάλωτα σημεία του. Σταμάτησε επίσης τις προσπάθειες να πειστεί η Σαουδική Αραβία να αναπτύξει διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ. Αυτά ήταν οφέλη που μπορούσε να καλλιεργήσει η Τεχεράνη. Σε όλη τη Μέση Ανατολή, μαχητές που εκπαιδεύτηκαν και εξοπλίστηκαν από τους Φρουρούς της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν, αύξησαν την πίεση ενάντια στη διεθνή ναυτιλία στην Ερυθρά Θάλασσα και στις βάσεις που χρησιμοποιούνται από τις αμερικανικές δυνάμεις στο Ιράκ, τη Συρία και τώρα στην Ιορδανία. Η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, κατά κάποιο τρόπο η πιο σημαντική από τις ομάδες που υποστηρίζει το Ιράν, αυξάνει τη δυσφορία του Ισραήλ, καθώς συνεχίζει την άγραφη παράδοση της ανταλλαγής πυραύλων από την άλλη πλευρά των συνόρων.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν έχει υπερβολικά πολλά με τα οποία πρέπει να ασχοληθεί σε μια εκλογική χρονιά. Ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει επειδή ήθελε να αποφύγει μια ακόμα σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, ενώ είναι ακόμα νωπές οι επώδυνες μνήμες από το Ιράκ και το Αφγανιστάν; Το Ιράν επίσης δεν θέλει έναν περιφερειακό πόλεμο. Ωστόσο, η σαφής προτεραιότητα του Μπάιντεν να αποφύγει την κλιμάκωση έχει δώσει στο Ιράν την αυτοπεποίθηση ότι μπορεί να αυξήσει την πίεση, εκτιμώντας ότι οι συνέπειές της θα ήταν διαχειρίσιμες.
Εν τω μεταξύ, η επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα έχει χάσει τη δυναμική της, με τους ηγέτες της Χαμάς να είναι ακόμα ζωντανοί και τους Ισραηλινούς ομήρους να βρίσκονται ακόμη σε αιχμαλωσία. Καθώς το σοκ από τη βαρβαρότητα της Χαμάς αμβλύνεται, οι δυτικοί ηγέτες αναζητούν τρόπους να τερματίσουν την κρίση, πρωτοβουλία που εμποδίζεται μόνο από έναν ανυπότακτο Νετανιάχου, ο οποίος αγωνίζεται για την πολιτική του επιβίωση.
Είναι λοιπόν η κρίση στη Γάζα μια νίκη για το Ιράν;
Σίγουρα υπάρχουν θετικά για την Τεχεράνη. Η στρατηγική του Ιράν για άμυνα εμπροσθοφυλακής – ενίσχυση των πολιτοφυλακών και δημιουργία του λεγόμενου Άξονα της Αντίστασης – έχει αποδειχθεί επιτυχημένη. Κάθε πολιτοφυλακή έχει τη δική της ταυτότητα και κάποιο βαθμό αυτονομίας. Η επίθεση της Χαμάς τον Οκτώβριο δείχνει ότι δεν κατευθύνονται όλες κεντρικά από τους Φρουρούς της Επανάστασης. Πολιτοφυλακές όπως η Kata’ib Hizbollah, μέρος του πλέγματος των ομάδων τις οποίες κατηγορεί η Ουάσιγκτον για την επίθεση με drone που σκότωσε τρεις Αμερικανούς στρατιώτες, έχουν τη δική τους εχθρότητα εναντίον της Αμερικής – ο αρχηγός τους, Αμπού Μαχντί αλ Μουχαντίς, σκοτώθηκε στην επίθεση των ΗΠΑ που το 2020 δολοφόνησε τον Κασέμ Σουλεϊμανί, τον αρχηγό της δύναμης ανορθόδοξου πολέμου και κατασκοπείας του Ιράν.
Όλες αυτές οι πολιτοφυλακές εξαρτώνται από το Ιράν για χρηματοδότηση και όπλα. Οι Χούτι στην Υεμένη, για παράδειγμα, δεν θα ήταν σε θέση να εξαπολύσουν επιθέσεις με πυραύλους και drones στα πλοία της Ερυθράς Θάλασσας ή να καταλάβουν πλοία κατεβάζοντας μαχητές με ελικόπτερα, χωρίς πολύ συγκεκριμένη εκπαίδευση και υλικό από τους Φρουρούς. Κρατώντας τους σε απόσταση αναπνοής, το Ιράν έχει τη δυνατότητα να αρνείται ότι έχει άμεση εμπλοκή. Έτσι το βάρος της κλιμάκωσης πέφτει στην πλάτη της Αμερικής.
Αλλά την ίδια στιγμή, το Ιράν έχει να αντιμετωπίσει τα δικά του προβλήματα ασφάλειας. Οι εκτεταμένες διαδηλώσεις στους δρόμους στα τέλη του 2022 έδειξαν το βαθύτερο επίπεδο αντίστασης ενάντια στο καθεστώς.
Θεωρούμε το Ιράν ως ενιαίο κράτος. Όμως το καθεστώς πρέπει να αντιμετωπίσει μια ποικιλία περιφερειακών κινημάτων. Οι Βαλούχοι απασχόλησαν για λίγο τη διεθνή ειδησεογραφία τον περασμένο μήνα, μετά από τις επιτυχημένες επιθέσεις στα νοτιοανατολικά της χώρας και την ιρανική απάντηση με πυραύλους κατά του Πακιστάν που αντιμετωπίζει παρόμοια αποσχιστική πρόκληση από τους Βαλούχους. Οι Κούρδοι αποτελούν εξ ίσου μεγάλο πρόβλημα για το Ιράν όπως είναι και για το Ιράκ, τη Συρία και την Τουρκία. Οι αραβόφωνοι στο πλούσιο σε πετρέλαια Χουζιστάν είναι επιρρεπείς σε αναταραχές, και ακόμη και οι αρκετά ενσωματωμένοι Αζέροι, στο βορρά, αντιτίθενται στις εντολές της Τεχεράνης, για παράδειγμα σχετικά με τη γλωσσική πολιτική στα τοπικά μέσα ενημέρωσης.
Η Τεχεράνη
Επιπλέον, το Ιράν έγινε στόχος σουνιτών τρομοκρατών τον περασμένο μήνα, όταν περισσότεροι από 80 άνθρωποι σκοτώθηκαν από παρακλάδι του Ισλαμικού Κράτους που δρα με ορμητήριο το Αφγανιστάν. Η έλλειψη ελέγχου του καθεστώτος αποκαλύφθηκε όταν δεν μπόρεσαν να σταματήσουν την επίθεση ακόμη και μετά από προειδοποίηση από τις ΗΠΑ.
Η μεγαλύτερη ανησυχία στην Τεχεράνη είναι πώς θα διαχειριστεί τη μεταβίβαση της ηγεσίας όταν ο 84χρονος Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ δεν θα είναι πλέον σε θέση να συνεχίσει ως Υπέρτατος Ηγέτης. Η μεταβίβαση της εξουσίας είναι πάντα μια επικίνδυνη στιγμή για τα αυταρχικά καθεστώτα και στο Ιράν δεν υπάρχει κάποιος προφανής διάδοχος. Στα παρασκήνια, συζητείται εάν η εξουσία πρέπει να μετατοπιστεί πιο φανερά στις δυνάμεις ασφαλείας. Η δολοφονία του Σουλεϊμανί το 2020 αφαίρεσε έναν χαρισματικό ηγέτη που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως συνδετική δύναμη για το καθεστώς. Οι εκκλήσεις του Χαμενεΐ προς τους Φρουρούς της Επανάστασης να επιδείξουν «στρατηγική υπομονή» προκαλεί την υποψία ότι υπάρχουν αυξανόμενες εντάσεις ανάμεσα σε αυτούς και τον Υπέρτατο Ηγέτη.
Πέρα απ’ όλα αυτά υπάρχει και το πυρηνικό ζήτημα. Η πυρηνική συμφωνία του 2015 είχε τις αδυναμίες της, αλλά η εγκατάλειψή της από τον Τραμπ επέτρεψε στο Ιράν να ξεφύγει από τα αυστηρά όρια των αποθεμάτων πυρηνικού υλικού του και τη στενή παρακολούθηση του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας. Έτσι το Ιράν πλησιάζει ολοένα και περισσότερο το κατώφλι της πυρηνικής δύναμης. Το ζήτημα, δικαίως, παραμένει καθοριστικός παράγοντας στους υπολογισμούς της ομάδας Μπάιντεν.
Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση στο δίλημμα που αντιμετωπίζει ο Λευκός Οίκος για το πώς να αποτρέψει περαιτέρω επιθέσεις από ένοπλες ομάδες. Η ιρανική ηγεσία είναι ικανή στο περίτεχνο παιχνίδι του ποιος θα βλεφαρίσει πρώτος. Μετά την επίθεση στην Ιορδανία αναμένονται αμερικανικά χτυπήματα. Για να πείσουν το Ιράν να χαλιναγωγήσει τους δορυφόρους του, οι ΗΠΑ θα πρέπει να εκμεταλλευτούν τη νευρικότητα του καθεστώτος για τη σταθερότητα στο εσωτερικό. Θα απαιτηθεί τολμηρή διπλωματία σε συνδυασμό με διάθεση για κλιμάκωση.
(*) Ο Τζον Σόγιερς είναι πρώην αρχηγός της ΜΙ6 και πρέσβης της Βρετανίας στον ΟΗΕ
Μέχρι πού θα φτάσουν τα αμερικανικά στρατεύματα στην Μέση Ανατολή
Όταν την προηγούμενη εβδομάδα τρεις Αμερικανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν από drones στην Ιορδανία, η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ αναρωτήθηκε γιατί, χρόνια αφότου τερματίστηκε η επιχείρηση στο Ιράκ, αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις παραμένουν στην περιοχή, σημειώνουν σε ανάλυσή τους οι New York Times.
Πού βρίσκονται οι δυνάμεις των ΗΠΑ
Περίπου 40.000 Αμερικανοί στρατιώτες σταθμεύουν σε όλη τη Μέση Ανατολή, κυρίως σε χώρες με στενούς δεσμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο αριθμός βέβαια, είναι κατά πολύ μικρότερος από την περίοδο του πολέμου στο Ιράκ και της σύγκρουσης με το Ισλαμικό Κράτος.
Το 2007, μόνο στο Ιράκ, υπήρχαν περισσότεροι από 160.000 Αμερικανοί στρατιώτες. Τώρα έχουν περιοριστεί στις 2.500.
Άλλοι 900 στρατιώτες σταθμεύουν στη Συρία, όπου υποστηρίζουν τις κουρδικές δυνάμεις. Περίπου 350 στελέχη του Στρατού και της Πολεμικής Αεροπορίας σταθμεύουν στη βάση, που δέχθηκε τη δολοφονική επίθεση.
Στην αεροπορική βάση στο Azraq της Ιορδανίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν περίπου 2.000 στρατιώτες. Πάνω από 13.500 εδρεύουν στο Κουβέιτ και χιλιάδες άλλοι σε χώρες όπως το Μπαχρέιν, το οποίο φιλοξενεί τον 5ο Στόλο των ΗΠΑ, και το Κατάρ, στην αεροπορική βάση που χρησιμοποιείται από την Κεντρική Διοίκηση των ΗΠΑ.
Γιατί υπάρχουν τόσα πολλά στρατεύματα εκεί;
Πριν από τον πόλεμο στη Γάζα, η μείωση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή αποτελούσε στρατηγική επιλογή. Η κυβέρνηση Μπάιντεν αποφάσισε να επικεντρωθεί αφενός στην υποστήριξη της Ουκρανίας ενάντια στη Ρωσία και αφετέρου στην πιθανή απειλή από την Κίνα.
Ωστόσο, αμερικανικά στρατεύματα παρέμειναν εν μέρει στην περιοχή, ώστε να προβάλουν την ισχύ των ΗΠΑ και κυρίως να αποτρέψουν το ενδεχόμενο άμεσου πολέμου του Ιράν με το Ισραήλ.
Από τον πόλεμο στο Ιράκ, στο Ισλαμικό Κράτος
Μέχρι το 2015, ο ISIS ήλεγχε αρκετές πόλεις στο Ιράκ και τη Συρία, συμπεριλαμβανομένης της Μοσούλης και της Ράκα, καθώς και ένα μεγάλο κομμάτι εδάφους κατά μήκος των συνόρων των δύο χωρών. Ένας στρατιωτικός συνασπισμός υπό την ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμεων στη Συρία και το Ιράκ, τον νίκησε. Παρόλο που το 2021 ο αμερικανικός στρατός κήρυξε την ολοκλήρωση της αποστολής του, ο κίνδυνος νέας περιφερειακής αστάθειας από την δράση εξτρεμιστικών ομάδων, παρέμεινε ορατός.
Κινδυνεύουν οι δυνάμεις των ΗΠΑ στην περιοχή;
Μετά την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου από τη Χαμάς, ομάδες μαχητών που υποστηρίζονται από το Ιράν, έχουν εξαπολύσει περισσότερα από 160 χτυπήματα κατά των δυνάμεων των ΗΠΑ στη Συρία, το Ιράκ και την Ιορδανία.
Η επίθεση την προηγούμενη εβδομάδα ήταν η πρώτη που προκάλεσε απώλειες, ενώ άλλοι 19 Αμερικανοί στρατιώτες είχαν τραυματιστεί σοβαρά σε επιδρομές κατά των αεροπορικών βάσεων Al Asad και Al Tanf στο Ιράκ, τον περασμένο Οκτώβριο.
Είναι ξεκάθαρο ότι ανώτατοι Αμερικανοί και Ιρανοί αξιωματούχοι προσπάθησαν να αποφύγουν γενικευμένη σύρραξη, παρόλο που αντάλλαξαν κατηγορίες για την πυροδότηση περιφερειακής σύγκρουσης. «Ενώ δεν επιδιώκουμε πόλεμο, ούτε φοβόμαστε ούτε τρέχουμε να ξεφύγουμε από τον πόλεμο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο στρατηγός Χοσεΐν Σαλαμί, αρχηγός του Σώματος των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν.
(*) Συνοπτική απόδοση του θέματος «What are U.S. troops doing in the Middle East?» των NYTimes.
Πηγή: KREPORT