Στους δρόμους οι αγρότες – Πού θα στηθούν μπλόκα
Στους δρόμους βγαίνουν από σήμερα 24/1 οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι της Θεσσαλίας διεκδικώντας επί της ουσίας, όπως οι ίδιοι τονίζουν, το μέλλον και την επιβίωσή τους.
Μετά από αποφάσεις γενικών συνελεύσεων οι αγρότες της περιφερειακής ενότητας Λάρισας συναντιούνται την Τετάρτη στις 12 το μεσημέρι στον κόμβο Πλατυκάμπου. Οι αγρότες της Καρδίτσας βγαίνουν επίσης με τρακτέρ και αγροτικά μηχανήματα στη 1 το μεσημέρι στον κόμβο της Ε-65. Στις 12 στον κόμβο Μεγαλοχωρίου οι αγρότες των Τρικάλων θα συγκεντρωθούν προκειμένου να μεταβούν στο Ζάρκο, όπου θα στηθεί το μπλόκο των Τρικαλινών αγροτών.
Ήδη έχουν βγάλει τα τρακτέρ τους στους δρόμους οι αγρότες των περιοχών που βρίσκονται στο Δ. Πηνειού, που είδαν την παραγωγή τους να καταστρέφεται από τις πλημμύρες του περασμένου Σεπτεμβρίου όπως μετέδωσε η ΕΡΤ.
Τι ζητούν
Σε ανακοινώσεις και στις γενικές τους συνελεύσεις, οι αγρότες και κτηνοτρόφοι επισημαίνουν ότι «δίνουν αγώνα για την επιβίωσή τους, καθώς βλέπουν το εισόδημά τους να συρρικνώνεται εξαιτίας της μείωσης της παραγωγής που προκάλεσαν οι μεγάλες ζημιές από καιρικά φαινόμενα και ασθένειες, της συνεχιζόμενης αύξησης του κόστους παραγωγής, αλλά και των μεγάλων περικοπών της νέας ΚΑΠ στη βασική ενίσχυση και στις συνδεδεμένες σε κάποια προϊόντα».
Χαρακτηριστικά επισημαίνουν: «Ειδικά στη Θεσσαλία, παραμένουν μια σειρά από προβλήματα που προκλήθηκαν από τις καταστροφικές πλημμύρες του περασμένου Σεπτέμβρη. Η εξόφληση των ανεπαρκών αποζημιώσεων έχει ανακοινωθεί ότι θα ολοκληρωθεί το καλοκαίρι, την ίδια ώρα που 180.000 στρέμματα στον νομό Λάρισας παραμένουν κάτω από τα νερά, στους υπόλοιπους νομούς δεν έχουν καταστεί καλλιεργήσιμα χιλιάδες στρέμματα. Οι αγρότες επισημαίνουν ότι την αγωνία τους μεγαλώνει όχι μόνο η καθυστέρηση στην υλοποίηση των απαραίτητων αντιπλημμυρικών έργων αλλά και το γεγονός ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει την αντιπλημμυρική προστασία της περιοχής υιοθετώντας ξανά την επικίνδυνη αντίληψη περί κόστους – οφέλους, που οδήγησε στην πρόσφατη καταστροφή. Πάνω από 370 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο για πετρέλαιο και άλλα καύσιμα σε εφοπλιστές, ξενοδόχους και κλινικάρχες!».