Στο στόχαστρο ελέγχου συνδικαλιστής της ΕΛ.ΑΣ για υπόθεση με διαχείριση εκατ. ευρώ
Σύμφωνα με τα δεδομένα της άρσης – κατόπιν εισαγγελικής εντολής – του απορρήτου των τραπεζικών λογαριασμών ενός εκ των συνδικαλιστών διαχειριστών των ταμείων εισφορών που αποκαλύπτουν «ΤΑ ΝΕΑ», διαπιστώθηκε ότι προχωρούσε επί σειρά ετών στο άνοιγμα πλήθους ιδιωτικών λογαριασμών που περιείχαν συνολικά ποσά άνω των 1.000.000-1.500.000 ευρώ, χωρίς η διακίνηση των ποσών να δικαιολογείται από τη μισθοδοσία του αλλά και χωρίς να δηλώνεται στο πόθεν έσχες του, όπως αναφέρεται στα δικαστικά έγγραφα.
Ο συγκεκριμένος ένστολος, μάλιστα, εμφανιζόταν επισήμως να είχε λάβει δάνειο σχετικά μικρού ύψους, ενώ διατηρούσε και τραπεζική θυρίδα.
Κύριο ζητούμενο, συνεπώς, αποτελεί αν τελικώς οι συγκεκριμένες συναλλαγές των διαχειριστών των ταμείων του συνδικαλιστικού οργάνου των αστυνομικών δικαιολογούνται με οποιονδήποτε τρόπο ή όχι. Αλλά, βεβαίως, και αν σχετίζονται με τα χρήματα των εισφορών περίπου 50.000 αστυνομικών από όλη τη χώρα (όπου θα πρέπει να υπάρχουν σχετικές συλλογικές αποφάσεις και να τηρούνται σχετικά παραστατικά) ή πρόκειται για ιδιωτικού τύπου συναλλαγές με άγνωστης προέλευσης χρήματα.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα έγγραφα που φέρνουν στη δημοσιότητα «ΤΑ ΝΕΑ», υπήρξαν σε δύο φάσεις, την περίοδο 2015-2022, έλεγχοι από τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων στις συναλλαγές και στις δηλώσεις πόθεν έσχες μελών του πανελλήνιου συνδικαλιστικού οργάνου της ΕΛ.ΑΣ. που τα τελευταία επτά-οκτώ χρόνια ασχολούνται με τη διαχείριση χρημάτων. Το ενδιαφέρον, μάλιστα, επικεντρώνεται σε συγκεκριμένο αστυνομικό που φέρεται να έχει κύριο λόγο στις σχετικές συναλλαγές.
- Οπως αναφέρεται σε ένα από αυτά τα έγγραφα των «αδιάφθορων» για την πρώτη φάση των ελέγχων το 2020, «σε εκτέλεση της από 6 Οκτωβρίου 2020 επισημειωματικής εντολής του κ. εισαγγελέα Εφετών Αθηνών ενεργούντος υπό την ιδιότητα του οργάνου ελέγχου του Ν. 3213/2003 (σ.σ.: ο νόμος για τις δηλώσεις πόθεν έσχες) και σχετικών εγγράφων της υπηρεσίας μας, έλαβε χώρα άρση του τραπεζικού απορρήτου του ελεγχομένου για το χρονικό διάστημα από το 2015 έως το 2018.
Προέκυψε, λοιπόν, ότι ο ελεγχόμενος διέθετε καταθετικούς προθεσμιακούς λογαριασμούς σε πιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής τους οποίους, όμως, δεν δήλωνε στις κατ’ έτος δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης». Στη συνέχεια καταγράφονται τα περίεργα ανοίγματα και κλεισίματα – μετά από λίγες ημέρες – 23 τραπεζικών λογαριασμών στους οποίους έχουν κατατεθεί συνολικά περίπου 1.200.000 ευρώ, χωρίς αυτά να δηλώνονται πουθενά.
Οπως, δε, συμπληρώνεται στο σχετικό έγγραφο, «όλοι οι ανωτέρω προθεσμιακοί λογαριασμοί συνδέονται με ατομικό λογαριασμό στην ίδια τράπεζα που δημιουργήθηκαν και οι προαναφερόμενοι προθεσμιακοί λογαριασμοί, στον οποίο κατά τα ελεγχόμενα έτη πιστώνονται χρηματικά ποσά με αιτιολογία το όνομα του συγκεκριμένου συνδικαλιστικού οργάνου της ΕΛ.ΑΣ., καθώς και ποσά με αιτιολογία «κατάθεση μετρητών».
Δηλαδή, χρηματικά ποσά για τα οποία δεν κάνει καμιά αναφορά στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης». Ακόμη, όπως σημειώνεται για το ίδιο πρόσωπο, την περίοδο 2015-2018 δεχόταν στον ατομικό λογαριασμό του συνεχή ροή χρημάτων (περίπου 300 καταθέσεις), κυρίως από το εν λόγω συνδικαλιστικό όργανο της ΕΛ.ΑΣ., τη διαχείριση των ταμείων του οποίου είχε ο ίδιος. Χωρίς και πάλι να δηλώνει τα ποσά που κατετίθεντο στους λογαριασμούς του.
- Σημειώνεται ότι έλεγχοι στα ίδια πρόσωπα που σχετίζονταν με το ταμείο των συνδικαλιστών της ΕΛ.ΑΣ. υπήρξαν και μεταγενέστερα, από τους οποίους επίσης προέκυψαν περίεργες μετακινήσεις ποσών μέσω τραπεζικών λογαριασμών της τάξης των 400.000 ευρώ. Ζητούμενο και εδώ αποτελεί αν αυτές οι επισήμως αφανείς συναλλαγές σχετίζονται με τη διάπραξη ή όχι του αδικήματος της «εκμετάλλευσης εμπιστευμένων πραγμάτων».
Σύμφωνα, άλλωστε, με τον Ποινικό Κώδικα, προβλέπεται ότι τιμωρείται «υπάλληλος που χωρίς πρόθεση υπεξαίρεσης ή απιστίας τοκίζει ή μεταχειρίζεται κατ’ άλλον τρόπο για δικό του όφελος ή παραχωρεί σε άλλον για να χρησιμοποιηθούν χρήματα ή πράγματα που του είναι εμπιστευμένα λόγω της υπηρεσίας του».
Τέλος, ερωτήματα προκύπτουν και για τον λόγο αυτής της ανακύκλησης χρημάτων και για το αν «άφησαν» κέρδος σε συγκεκριμένα πρόσωπα ή σχετίζονται με προσπάθεια εξαΰλωσης ιχνών χρήματος. Ωστόσο, δεν έχει διακριβωθεί αν οι αναφερόμενοι διαχειριστές των χρημάτων των συνδικαλιστών δικαιολόγησαν σε δεύτερη φάση τις προαναφερόμενες συναλλαγές.