Ακαταδίωκτο τραπεζιτών: Πώς από το… άδειασμα Φλωρίδη φθάσαμε στη διάταξη – Τι λένε κυβερνητικά στελέχη
Το νομοσχέδιο (με πολλές αλλαγές) για «την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας» παρουσίασαν ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης και ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας παρουσία του γενικού γραμματέα του υπουργείου Πάνου Αλεξανδρή. Το επίμαχο νομοσχέδιο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και αναμένονται οι αντιδράσεις τόσο των δικαστικών Ενώσεων όσο και του δικηγορικού κόσμου.
Η πιο επίμαχη αλλαγή που φέρνει ο υπουργός Δικαιοσύνης Γ. Φλωρίδης, μερικούς μήνες μάλσιτα μετά το θεαματικό τράβηγμα του χαλιού από το κυβερνητικό επιτελείο, είναι η κατάργηση του ακαταδίωκτου για τους τραπεζίτες. Όπως είπε χαρακτηριστικά, στο νομοσχέδιο που αφορά στην επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι όλα τα κακουργήματα συμπεριλαμβανομένων και των οικονομικών εγκλημάτων, όπως απιστία και απάτη, διώκονται πλέον αυτεπαγγέλτως, δηλαδή δεν απαιτείται η υποβολή έγκλισης όπως ίσχυε μέχρι σήμερα και το νέο μέτρο θα ισχύει τόσο για τα στελέχη των τραπεζών όσο και για τους υπαλλήλους τους.
Στις αρχές του καλοκαιριού, κατά τη διάρκεια των προγραμματικών δηλώσεων της νέας κυβέρνησης, ο υπουργός Δικαιοσύνης είχε προαναγγείλει τη σχετική πρωτοβουλία, το Μέγαρο Μαξίμου έδειξε αιφνιδιασμένο και λίγες μέρες αργότερα, τον άδειασε.
Ειδικότερα, ο κ. Φλωρίδης είχε δεσμευτεί από το βήμα της Βουλής να καταργήσει την κατ’ έγκληση δίωξη των τραπεζικών στελεχών για το αδίκημα της απιστίας, το οποίο σημειωτέον, είχε ψηφιστεί επί κυβέρνησης ΝΔ. Είχε ξεκαθαρίσει δε πως «αυτά θα τα επαναφέρω», δεσμευόμενος πως θα καταργήσει την ασυλία των τραπεζικών στελεχών.
Λίγα εικοσιτετράωρα αργότερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Π. Μαρινάκης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, υποστήριξε ότι ο κ. Φλωρίδης εξέφρασε δικές του απόψεις που δεν έχουν συζητηθεί στο υπουργικό συμβούλιο, αφήνοντας έτσι εκτεθειμένο τον υπουργό Δικαιοσύνης λίγες μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου, ο υπουργός Δικαιοσύνης απέρριψε από το βήμα της βουλής την τροπολογία που είχε καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ για την άρση του ακαταδίωκτου των τραπεζικών στελεχών, υποστηρίζοντας ότι είναι «αποσπασματικές και στοχεύουν στη δημιουργία εντυπώσεων. Πρόσθεσε, δε, ότι «αυτά τα ζητήματα θα εξεταστούν κατά την ευρεία συζήτηση που γίνεται για τον ΠΚ και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που σε λίγες ημέρες θα δοθεί σε διαβούλευση».
Όταν όμως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ερωτήθηκε σχετικά, τον άδειασε εκ νέου. «Καταρχάς, η απάντηση που είχα δώσει την προηγούμενη φορά ισχύει προφανώς. Το ότι υπάρχουν προσωπικές απόψεις δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να είναι πάγιες και διαχρονικές, ενός ανθρώπου ο οποίος έχει μία διαδρομή στην πολιτική. Και ίσχυε αυτό που είχα πει τότε ότι αυτά όλα δεν είχαν συζητηθεί στο υπουργικό συμβούλιο» ανέφερε εισαγωγικά κατά την απάντησή του ο Π. Μαρινάκης, παραπέμποντας στις δηλώσεις του, της 10ης Ιουλίου.
Και την επομένη, όμως, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επέμεινε στην ίδια γραμμή, σημειώνοντας ότι «και ο χρονισμός των παρεμβάσεων είναι προφανώς αντικείμενο συζήτησης. Είναι δεδομένη και η εμπιστοσύνη του πρωθυπουργού στον υπουργό του και όταν έχουμε κάτι περισσότερο, κάτι νεότερο, αυτό θα συζητηθεί και όταν υπάρχει κάτι ανακοινώσιμο θα ανακοινωθεί, σε οποιοδήποτε επίπεδο» ανέφερε.
Δύο μήνες μετά ο κ. Φλωρίδης έδωσε το νομοσχέδιο για τις αλλαγές στο χώρο της Δικαιοσύνης, στις οποίες περιλαμβάνεται και η άρση του ακαταδίωκτου των στελεχών των τραπεζών, σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι αποκαθίσταται η δογματική βάση του ποινικού συστήματος ώστε όλα τα κακουργήματα, όπως και αυτά που έχουν οικονομικό αντικείμενο (απάτη, υπεξαίρεση, τοκογλυφία, απιστία), να διώκονται αυτεπάγγελτα.
- Κυβερνητικά στελέχη επέμεναν χθες ότι η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν επί της διαδικασίας. Για το γεγονός, δηλαδή, ότι ο υπουργός προανήγγειλε μία σημαντική πρωτοβουλία, χωρίς προηγουμένως να έχει συζητηθεί στο υπουργικό συμβούλιο.
Αναλυτικότερα, το νομοσχέδιο, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης προβλέπει:
-Από κανόνας, γίνεται εξαίρεση η αναστολή της ποινής για πλημμελήματα. Θα μπορεί να χορηγηθεί σε ποινές φυλάκισης έως ένα έτος, όταν οι αμετάκλητες προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν το ένα έτος.
-Έκτιση ποινών με εναλλακτικούς τρόπους κοινωφελούς εργασίας ή μετατροπή της ποινής σε χρήμα (η οποία επανέρχεται) για ποινές φυλάκισης έως 2 έτη.
-Πραγματική έκτιση μέρους της ποινής έως 6 μήνες για ποινές φυλάκισης από 2 έως 3 έτη.
-Πραγματική έκτιση σε σωφρονιστικό κατάστημα για ποινές άνω των 3 ετών.
-Αύξηση του ανωτάτου ορίου κάθειρξης για κακουργήματα από τα 15 στα 20 έτη.
-Αύξηση του ανωτάτου ορίου κάθειρξης επί συρροής κακουργημάτων στα 25 έτη (από 20) και επί συρροής πλημμελημάτων στα 10 έτη (από 8).
-Αυστηροποίηση των προϋποθέσεων υφ’ όρον απόλυσης. Πλέον θα εναπόκειται στην ουσιαστική κρίση του δικαστικού συμβουλίου ανάλογα με την επικινδυνότητα του εγκλήματος και τα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του δράστη, ανεξαρτήτως τυπικών προϋποθέσεων συμπλήρωσης χρόνου κράτησης.
-Άμεση εκδίκαση, χωρίς τήρηση της χρονοβόρας ενδιάμεσης διαδικασίας των συμβουλίων, των κοινώς επικίνδυνων κακουργημάτων (εμπρησμός δάσους, διατάραξη ασφάλειας συγκοινωνιών) και κακουργημάτων ειδικών ποινικών νόμων.
-Αυστηροποίηση της ποινής και απαγόρευση κάθε μορφής αναστολής ή μετατροπής της ποινής για το αδίκημα του εμπρησμού δάσους.
-Πρόβλεψη επιβολής παρεπόμενης ποινής δήμευσης περιουσίας του καταδικασθέντος εμπρηστή, ανάλογης με το μέγεθος και την αξία της βλάβης.
-Ποινικοποίηση με αυστηρές κυρώσεις των προπαρασκευαστικών πράξεων εμπρησμού δηλ. της κατοχής εμπρηστικών υλών ή αντικειμένων με σκοπό την προετοιμασία διάπραξης εμπρησμού δάσους (ποινή μη αναστελλόμενη μη μετατρεπόμενη).
-Πρόβλεψη αξιοποίνου, με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος, για το αδίκημα της μη συμμόρφωσης των υπόχρεων με διατάξεις λήψης μέτρων πυροπροστασίας όταν η παράλειψη αυτή συμβάλλει ουσιωδώς στην εξάπλωση της πυρκαγιάς.
-Αύξηση του ελάχιστου ορίου ποινής για την αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας στα δύο έτη.
-Κατάργηση Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων και ενίσχυση της αρμοδιότητας Μονομελούς Πλημμελειοδικείου και Μονομελούς Εφετείου με σκοπό την αποδέσμευση δικαστών και την παράλληλη αξιοποίηση τους σε άλλες δίκες. Οι εφέσεις κατά αποφάσεων Τριμελούς Εφετείου θα εκδικάζονται επίσης από Τριμελές Εφετείο, που όμως θα συγκροτείται από αρχαιότερους στην ιεραρχία δικαστές.
-Ποινική διαπραγμάτευση με πρωτοβουλία του Εισαγγελέα, όταν το κρίνει σκόπιμο από τα στοιχεία της δικογραφίας.
-Υψηλά χρηματικά πρόστιμα για τους δικομανείς και όσους με δόλιες και προφανώς αβάσιμες μηνύσεις απασχολούν ασκόπως τον μηχανισμό απονομής της δικαιοσύνης.
-Περιορισμός των αναβολών από κάθε αιτία στη μία και πρόβλεψη παραβόλου υπέρ δημοσίου (ύψους από 80 έως 200 ευρώ ανάλογα με την αρμοδιότητα του δικαστηρίου), για την ενίσχυση των υποδομών της δικαιοσύνης, όταν το αίτημα αναβολής αφορά παράλληλη επαγγελματική υποχρέωση συνηγόρου σε άλλη δίκη.
– Πρόβλεψη εξέτασης με τεχνολογικά μέσα. Οποιαδήποτε κατάθεση, όπως μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, διερμηνέα ή διαδίκου, ανωμοτί εξηγήσεις ή απολογία κατηγορουμένου, μπορεί να διεξαχθεί με τη χρήση τεχνολογικών μέσων, χωρίς τη φυσική παρουσία του προσώπου, όταν υπάρχει σοβαρό κώλυμα εμφάνισης ή κίνδυνος από την αναβολή ή για την ασφαλή διεξαγωγή της διαδικασίας.
-Αυστηροποίηση ποινών που αφορούν διάπραξη ενδοοικογενειακής βίας εις βάρος αλλά και ενώπιον ανηλίκου.
-Παροχή κινήτρων αλλά και υποχρέωση των επαγγελματιών (λ.χ κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, ιατροί, εκπαιδευτικοί) ν’ αναφέρουν αμελλητί κάθε περίπτωση ενδοοικογενειακής βίας ενώ λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τα θύματα μέσω ατομικής αξιολόγησης τους και διαχείρισης του κινδύνου επανάληψης της βίας και δευτερογενούς θυματοποίησης.
- Το δεύτερο κεφάλαιο του νομοσχεδίου αναφέρεται στην προστασία του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων, κυρίως γυναικών, που πλήττονται με αυξανόμενη ένταση από συμπεριφορές ενδοοικογενειακής βίας, προβλέπει το επίμαχο νομοσχέδιο, με:
-Τη δημιουργία κατάλληλου υποστηρικτικού περιβάλλοντος για τα θύματα με την ενίσχυση των δημοσίων και ιδιωτικών δομών που τους παρέχουν οικονομική και ψυχολογική στήριξη.
-Τη συμπερίληψη στο προστατευτικό πλαίσιο της ενδοοικογενειακής βίας, κάθε μορφής βίας ή απειλής σε βάρος προσώπου που δέχεται τις υπηρεσίες φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας στον οποίο ο δράστης εργάζεται.
-Τη θέσπιση ειδικής υποχρέωσης καταγγελίας για τους επαγγελματίες που αντιλαμβάνονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Οι επαγγελματίες που θα αναφέρουν τέτοια περιστατικά (δάσκαλοι, καθηγητές, γιατροί, νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι κ.λπ.), θα προστατεύονται απόλυτα από τις σε βάρος τους κακόβουλες μηνύσεις, αναφορές και πειθαρχικές διώξεις.
-Τον εμπλουτισμό των υφιστάμενων δικονομικών μέσων καταναγκασμού που χρησιμοποιούν οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές για την προστασία του θύματος και την πρόληψη υποτροπής του δράστη.