Γεραπετρίτης: “Η Ελλάδα στηρίζει την ένταξη των Δ. Βαλκανίων στην ΕΕ”
“Παραμένουμε πιστοί και προσηλωμένοι στις αρχές της Διακήρυξης της Θεσσαλονίκης του 2003, η Ελλάδα θα παραμείνει ένθερμη υποστηρίκτρια της ενσωμάτωσης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια, είναι το αμοιβαία ωφέλιμο, το ιστορικά αναγκαίο”, τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, κατά την ομιλία του με την οποία ολοκληρώθηκαν οι διήμερες εργασίες του THESSALONIKI SUMMIT, που οργάνωσαν ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος και του Φόρουμ των Δελφών.
“Αντιλαμβανόμαστε ότι η πραγμάτωση των ευρωπαϊκών φιλοδοξιών των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων έχει ιδιαίτερη σημασία. Δεν μπορεί να συνεχίσουμε να απογοητεύουμε τους λαούς θέτοντας προσκόμματα. Θα πρέπει και η Ευρωπαϊκή Ένωση να αναδείξουμε πιο ισχυρά μέσα την πολιτική βούληση για την ενσωμάτωση των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή οικογένεια και αντιστοίχως τα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων να προσεταιριστούν στα τεχνικά μέρη το ευρωπαϊκό κεκτημένο και με τον τρόπο αυτό να καταλήξουμε σε μία Ευρώπη η οποία θα είναι όπως ακριβώς την επιδιώκουμε.
Μία Ευρώπη ευημερίας των λαών, καλής συνεργασίας, ηρεμίας και καταλλαγής”, είπε ο υπουργός και συνέχισε με μία πρόταση από τη Διακήρυξη των Αθηνών, της 21ης Αυγούστου του 2023, λέγοντας:” Οφείλουμε να θέσουμε ένα τολμηρό και φιλόδοξο τελικό στόχο, ο οποίος θα είναι οδηγός, έμπνευση και πλαίσιο δράσης μας. Προς την κατεύθυνση αυτή θα συνεχίσουμε να λειτουργούμε με σθένος και με την προσδοκία ότι σε ορατό χρόνο η ευρωπαϊκή οικογένεια θα μεγαλώσει και θα αναζωογονηθεί. Και πάντοτε, στο πλαίσιο αυτό, η Θεσσαλονίκη θα είναι η πόλη που θα μας ενώνει”.
“Η Ελλάδα είναι διαχρονικά η χώρα η οποία έχει αγκαλιάσει το εγχείρημα της ενσωμάτωσης των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον.
Εμείς θα βρισκόμαστε πάντοτε εδώ για να υποστηρίζουμε τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων να βρουν το φυσικό τους δρόμο, τον δρόμο που άνοιξε το 2003 εδώ από τη φιλόξενη πόλη της Θεσσαλονίκης με την “Ατζέντα της Θεσσαλονίκης” και σήμερα, 20 χρόνια μετά, συνεχίζει με την ίδια πειθώ. Ίσως με μικρότερη ταχύτητα από εκείνη που θα επιθυμούσαμε όλοι, αλλά σίγουρα με μία μεγάλη ζέση”, τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών.
Κοινό μέτωπο για την αντιμετώπιση του αναθεωρητισμού
Ο κ. Γεραπετρίτης αναφέρθηκε στο ζήτημα του αναθεωρητισμού, λέγοντας πως την περίοδο την οποία διανύουμε “τείνει να καταστεί κανονικότητα” και ότι η πρόκληση αυτή θα πρέπει να αντιμετωπισθεί από όλους μας και κυρίως από τις χώρες σε έχουν τις κοινές καταβολές.
Να είναι σαφής ο κατάλογος των προαπαιτούμενων για την ένταξη στην ΕΕ.
“Παραμένουμε στην πολιτική θέση ότι η ευρωπαϊκή οικογένεια θα πρέπει να ενσωματώσει τα Δυτικά Βαλκάνια, αλλά από την άλλη πλευρά ότι θα πρέπει να έχουμε και την ικανοποίηση των όρων που απαιτούνται για μία Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία θα είναι ισχυρή και ανθεκτική, χωρίς αποκλεισμούς, αλλά και μία Ευρωπαϊκή Ένωση η οποία θα αναζωογονηθεί”, επισήμανε.
Ταυτόχρονα υπογράμμισε ότι θα πρέπει από κοινού να υπάρξει μία προτεραιοποίηση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, έτσι ώστε να είναι σαφής και ο κατάλογος των προαπαιτούμενων, καθώς υφίστανται αρχές και κριτήρια.
Για την κράτηση Μπελέρη: Δεν μπορούν να υπάρχουν εκπτώσεις από τη δημοκρατία
Ο κ. Γεραπετρίτης έκανε ειδική αναφορά στην Αλβανία και στη συνεχιζόμενη κράτηση του εκλεγμένου δημάρχου Χειμάρρας Φρέντι Μπελέρη και παρατήρησε πως ” δεν μπορούν να υπάρχουν εκπτώσεις από τη δημοκρατία”.
“Ο δήμαρχος Φρέντι Μπελέρη βρίσκεται σε καθεστώς προσωρινής κράτησης από τον Μάιο, δύο μέρες πριν από τις αυτοδιοικητικές στην Αλβανία και αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη φυλακή”, είπε ο υπουργός Εξωτερικών και πρόσθεσε:”Με κάθε σεβασμό στην εσωτερική έννομη τάξη της Αλβανίας, η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε το αυτονόητο, το οποίο δεν έχει να κάνει ούτε με τη δικαστική ανεξαρτησία και δεν έχει να κάνει ούτε με τις εσωτερικές διαδικασίες, τις δικαστικές, της γειτονικής χώρας.
Ζήτησε να υπάρξει η ορκωμοσία του εκλεγμένου δημάρχου κατά τρόπον ώστε η πολιτική βούληση που εκφράστηκε στις εκλογές του Μαΐου να αποτυπωθεί και στην πολιτική πράξη.
Δεν πρόκειται ούτε για δικαστική ενέργεια και δεν πρόκειται ούτε για την οποιαδήποτε έξωθεν παρέμβαση.
Πρόκειται για μία διοικητική πράξη η οποία θα πρέπει να συντελεστεί και ο οφειλόμενος σεβασμός στα πολιτικά δικαιώματα και στο κράτος δικαίου”.