Πώς θα θυμάται η Ιστορία τον Στέφανο Κασσελάκη;- Ο ρόλος Αχτσιόγλου και Τεμπονέρα
Παρότι μόλις 35 ετών, η Ιστορία άρχισε ήδη να γράφει το πρώτο κεφάλαιο για τον νέο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ. Όλα θα κριθούν, βεβαίως, στο επίμετρο, όπως επίσης και στο πόσο σύντομα θα φτάσει σε αυτό το σημείο η καταγραφή της πολιτικής διαδρομής του. Συνοπτικά, ο Στέφανος Κασσελάκης θα αφήσει το ιστορικό στίγμα του, ή ως ο πολιτικός που θα νικήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ή ως εκείνος που θα αφανίσει έναν πολιτικό χώρο που χάρη στον Αλέξη Τσίπρα διέγραψε μια πορεία από ένα μικρό κόμμα που πολλοί συμπαθούσαν αλλά ελάχιστοι ψήφιζαν στον κραταιό δεύτερο πόλο του πολιτικού συστήματος, σε ένα κόμμα εξουσίας που κυβέρνησε για περίπου μία πενταετία.
Η ενοχλητική Ομπρέλα δεν είναι πιά εκεί, ο στρατός των φανατικών υποστηρικτών του στα σόσιαλ μίντια ζητωκραυγάζει, ο Παύλος Πολάκης γελάει κάτω από τα σφακιανά μουστάκια του, ο νεοαρχηγισμός θριάμβευσε. Ωστόσο, η επόμενη μέρα στον ΣΥΡΙΖΑ είναι μόνο η προηγούμενη της μεθεπόμενης. Με ιστορικές αναλογίες, μένει να αποδειχθεί εάν η νίκη του νέου προέδρου μετά το τέλος της συνεδρίασης της Κ.Ε, το Σαββατοκύριακο, είναι ότι ήταν το Αούστερλιτς (1805) πριν το Βατερλό (1815) για τον Ναπολέοντα.
O Στέφανος Κασσελάκης και ο πολύ στενός κύκλος του ζήτησαν έναν άδειο (κομματικό) πίνακα [tabula rasa] από εκείνους που τον αμφισβήτησαν και τον χλεύασαν. Τον έχει; Μάλλον όχι. Η αμφισβήτηση που περιλαμβάνεται στα κείμενα της ομάδας Αχτσιόγλου και της τάσης Τεμπονέρα, ακόμα και στους ψιθύρους των παλαιών προεδρικών (Γεροβασίλη, Φλαμπουράρης, Ξενογιαννακοπούλου, Ζαχαριάδης κ.ά), είναι πιό σημαντική και ουσιαστική από όσα του καταλόγιζαν οι της Ομπρέλας. Διότι έχει σοβαρά πολιτικά και ταυτοτικά χαρακτηριστικά χωρίς να περιέχει εξάρσεις γραφικότητας και προσωπικές προσβολές, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να απαντηθεί με δημοψηφίσματα και καταστατικές ακροβασίες. Επιπλέον έχει την καταγραφή στο 45% της εκλογικής βάσης.
Η Ιστορία θα καταγράψει τον Στέφανο Κασσελάκη ως τον πολιτικό που, όντως, μπορεί να νικήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή ως τον “κομήτη” που διέλυσε τον ΣΥΡΙΖΑ;
Ο “εσωτερικός εχθρός no 1” εξοβελίστηκε, θα αναζητηθεί και ο no 2; Ή θα ξετυλίξει μια ουσιαστική αντιπολιτευτική τακτική που θα κάνει τον κόσμο που τελεί σε αναμονή να πεισθεί ότι υπάρχει όντως αξιωματική αντιπολίτευση και προοπτική πρότασης διακυβέρνησης; Το δεύτερο μοιάζει ακόμα πολύ δύσκολο και η αναμονή εξαντλείται.
Στις επόμενες δημοσκοπήσεις πρέπει να αποτυπωθεί με άνοδο των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ αυτή η εσωκομματική νίκη (;), εάν, όμως, κάτι τέτοιο δεν συμβεί και συνεχιστεί η κατολίσθηση τότε πολλοί θα αρχίσουν να αναρωτιούνται για το εάν δεν φταίει (μόνο) ο Τσακαλώτος αλλά το συνολικό αφήγημα του ίδιου του Κασσελάκη και της ομάδας του.
Απέναντί του -εντός του κόμματος- δεν έχει πια τον Βίτσα, τον Τζουμάκα, τον Φίλη και τον Τσακαλώτο που, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, αποδείχθηκαν σχετικά εύκολοι αντίπαλοι. Η Έφη Αχτσιόγλου είναι μία συγκροτημένη πολιτική προσωπικότητα με ομάδα ισχυρών και δημοφιλών στελεχών (Χαρίτσης, Ηλιόπουλος κ.ά). Ο δε Διονύσης Τεμπονέρας (με νεότερα στελέχη που τάσσονται στο πλευρό του) είναι στέλεχος με χαρίσματα και δημοφιλία. Εκείνον επέλεξε, άλλωστε, ο Αλέξης Τσίπρας ως επικεφαλής της εκλογικής επιτροπής (μεταξύ Μαϊου και Ιουνίου) στην οποία μετείχε και ο ίδιος ο νέος πρόεδρος. Κάτι είχε δει ο Τσίπρας.
Εάν οι Αχτσιόγλου και Τεμπονέρας κατορθώσουν να βρουν ένα modus operandi στα κομματικά (διότι στα πολιτικά οι διαφορές του είναι ελάχιστες), ο ΣΥΡΙΖΑ, από την μία, θα αποκτήσει μια δυνητική εναλλακτική προοπτική, εάν και εφόσον φτάσουν εκεί τα πράγματα, κι από την άλλη μία πολιτική έκφραση που θα αρχίσει να ακούγεται ανταγωνιστικά στο φλύαρο αφήγημα του νέου προέδρου- όσο αυτό, τουλάχιστον, δεν αποκτά ουσία και δεν καταγράφει προοπτική. Εφόσον με μία τέτοια έκφραση συνταχθούν και αμφιταλαντευόμενα στελέχη σημαντικής δημοφιλίας, ο ανταγωνισμός θα γίνει ακόμα εντονότερος και πολύ δύσκολα διαχειρίσιμος με “καταστατικά” μέτρα.
Μια λύση (…) θα ήταν να ανασυνταχθεί η τακτική του νέου “εσωτερικού εχθρού”, είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο να γίνει για δεύτερη φορά χρήση της ίδιας τακτικής.