Φορολογικό νομοσχέδιο: Σε πανελλαδική αποχή οι δικηγόροι
Σε πανελλαδική πολλαπλών μορφών αποχή, αλλά και συγκέντρωση διαμαρτυρίας κατέρχονται οι δικηγόροι για το φορολογικό νομοσχέδιο, αποφάσισε η Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.
Ειδικότερα, αποφασίστηκε η αποχή των δικηγόρων από δίκες συμφερόντων του Δημοσίου (Δημόσιο, ΝΠΔΔ, ευρύτερος δημόσιος τομέας) μέχρι την ψήφιση του νομοσχεδίου, γενική αποχή από όλες τις δίκες στις 16 και 17/11/2023 και 21 και 22/11/2023, αποχή από όλες τις δίκες κατά τη διαδικασία ψήφισης των μέτρων στο Κοινοβούλιο, αποχή από έκδοση διαταγών πληρωμής από δάνεια με αιτούσες Τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων καθώς επίσης και από εντολές προς εκτέλεση, ενόψει της κατάθεσης νομοσχεδίου για τα funds και μέχρι την ψήφιση του νομοσχεδίου, αποχή των μελών τους από τις επιτροπές όπου μετέχουν ως μέλη δικηγόροι (ΣΥΠΟΘΑ, Δασικοί Χάρτες, ενστάσεων κτηματολογικών διαφορών, Μητρώο Νομικών Εισηγητών Κτηματολογίου, κ.λπ.), πορεία διαμαρτυρίας και στη συγκέντρωση έξω από το υπουργείο Οικονομικών στις 22/11/2023 και δημιουργία ενιαίου μετώπου με όλους τους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς με σκοπό την απόσυρση των εξαγγελθέντων φορολογικών μέτρων.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια σε ανακοίνωσή της αναφέρει:
«Η Ολομέλεια των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, η οποία συνεδρίασε εκτάκτως χθές(11.11.2023) στην Αθήνα, με αφορμή τις κυβερνητικές εξαγγελίες για τα νέα φορολογικά μέτρα, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
Με τα νέα φορολογικά μέτρα η Κυβέρνηση δεν καταπολεμά τη φοροδιαφυγή. Προστατεύει τους λίγους, τα μεγάλα εισοδήματα, σε βάρος των πολλών.
Με την εισαγωγή φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος, με τη φορολόγηση δηλαδή εισοδήματος που δεν έχει αποκτηθεί, οδηγείται σε αφανισμό μεγάλο τμήμα ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων. Αντί η Κυβέρνηση να μας στηρίξει, μας δίνει τη χαριστική βολή. Υιοθετεί οριζόντια και άδικα μέτρα και επιλέγει την ισοπεδωτική πρακτική «καλύτερα λίγα από πολλούς παρά πολλοί από λίγους».
Η Κυβέρνηση δείχνει ότι αγνοεί την πραγματικότητα που βιώνει η πλειοψηφία των ελευθέρων επαγγελματιών, των επιστημόνων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μετά από την υπερδεκαετή οικονομική και κοινωνική κρίση, λόγω μνημονίων, πανδημίας, ενεργειακής κρίσης και πληθωρισμού.
Η Κυβέρνηση αγνοεί τα στοιχεία, που η ίδια διαθέτει και τα οποία αποδεικνύουν ότι ένα σημαντικό τμήμα των ελευθέρων επαγγελματιών αδυνατεί να ανταποκριθεί σε βασικές υποχρεώσεις και έχει σημαντικές οφειλές προς το Δημόσιο, τις Τράπεζες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία.Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ το 33% των δικηγόρων βρίσκονται σε ρύθμιση οφειλών ενώ ένας ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός έχει απωλέσει λόγω αδυναμίας, τις ρυθμίσεις, στις οποίες είχε υπαχθεί και βρίσκεται ενώπιον καταδιωκτικών μέτρων. Σημειωτέον δε, ότι 12.977 δικηγόροι συστεγάζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα με την κατοικία τους,λόγω της αδυναμίας τους να καλύψουν τα επαγγελματικά τους έξοδα.
Η Κυβέρνηση, προκειμένου να στηρίξει την επιλογή της,χαρακτηρίζει όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, αδιάκριτα, συλλήβδην, ως φοροφυγάδες και μεταφέρει τη λογική του «Νόμου Κατρούγκαλου» στη φορολόγηση, χωρίς να ξεχνάμε βέβαια και την πρόσφατη υπέρογκη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, που η ίδια η Κυβέρνηση επέβαλε.
Ταυτόχρονα, επιχειρεί να ταυτίσει τους ελεύθερους επαγγελματίες με τους μισθωτούς, ενώ γνωρίζει ότι πρόκειται για διαφορετικές κατηγορίες, όπως έχει κρίνει και το ΣτΕ (αποφάσεις 1880 και 1888/2019), και οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν έχουμε αφορολόγητο εισόδημα ούτε τις εκπτώσεις και τις απαλλαγές των μισθωτών. Και παράλληλα, για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος χρησιμοποιείται, όχι ο καθαρός φορολογητέος μισθός του μισθωτού αλλά ο μικτός μισθός, συνυπολογιζομένων και των ασφαλιστικών εισφορών.
Περαιτέρω, το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα προσαυξάνεται αφενός με βάση το χρόνο άσκησης του επαγγέλματος και αφετέρου σωρευτικά με βάση το ετήσιο κόστος μισθοδοσίας και με βάση συντελεστή όταν ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος από τον μέσο όρο του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ. Το τελευταίο έχει ως αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζονται πραγματοποιηθέντα επαγγελματικά έξοδα, μέτρο βαθύτατα αντιαναπτυξιακό και ενισχυτικό της φοροδιαφυγής.»