Ο Γιουβάλ Νόα Χαράρι τολμάει να πει τις δύσκολες αλήθειες για τη Γάζα
Ο Γιουβάλ Νόα Χαράρι (Yuval Noah Harari), ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους διανοητές στον πλανήτη τοποθετείται για τη νέα κρίση στη Μέση Ανατολή, με εκτενές άρθρο του που δημοσιεύεται στον Guardian.
Η γνώμη του αναρτήθηκε και στον προσωπικό του λογαριασμό στο X (πρώην Twitter) όπου συγκέντρωσε ποικίλα σχόλια εν μέσω ενός ψηφιακού κλίματος έντονης αντιπαλότητας σχετικά με τις δύο αντιμαχόμενες μεριές. Δηλαδή το Ισραήλ και τη Χαμάς, με τους αμάχους να είναι στη μέση.
Για τον Χαράρι, με την αιφνιδιαστική επίθεση της Χαμάς το Ισραήλ έζησε τη χειρότερη μέρα στην ιστορία του. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, σκοτώθηκαν περισσότεροι Ισραηλινοί απ’ όσους είχαν σκοτωθεί συνολικά στον πόλεμο του Σινά το 1956, στον πόλεμο των έξι ημερών του 1967, αλλά και στον δεύτερο πόλεμο του Λιβάνου το 2006. Όπως σημειώνει, οι ιστορίες που προκύπτουν από την επίθεση της Χαμάς “είναι φριχτές, κάτι που σημαίνει ότι και οι Παλαιστίνιοι αντιμετωπίζουν τώρα τεράστιο κίνδυνο”. Σημειώνει πως δεν έχει ούτε τη γνώση ούτε την “ηθική εξουσία” για να μιλήσει για το πώς αισθάνονται οι Παλαιστίνιοι αυτή τη στιγμή. Ωστόσο, αναφέρει πως το Ισραήλ βιώνει τεράστιο πόνο και αυτό μπορεί να το καταγράψει από την πλευρά του φράχτη στην οποία ζει εκείνος.
Τα αποτυχημένα πειράματα
Υπογραμμίζει πως εδώ και δεκαετίες η ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση διεξάγεται με δοκιμές και λάθη. Αναφέρει πως το 1990 στο Όσλο το Ισραήλ προσέφερε μια ευκαιρία για ειρήνη. “Γνωρίζω την άποψη από πλευράς Παλαιστίνης και διεθνών παρατηρητών πως αυτές οι προσφορές είναι συχνά ανεπαρκείς, ωστόσο ήταν η πιο γενναιόδωρη προσφορά που έχει δώσει ποτέ το Ισραήλ”. Στέκεται ιδιαίτερα στις τρομοκρατικές επιθέσεις στις αρχές του 2000, “με λεωφορεία και εστιατόρια να βομβαρδίζονται καθημερινά”. “Αυτή η τρομοκρατική εκστρατεία σκότωσε όχι μόνο εκατοντάδες Ισραηλινούς αμάχους, αλλά και την ειρηνευτική διαδικασία και την ισραηλινή αριστερά”, γράφει. “Ήταν όμως η τρομοκρατία η μόνη δυνατή απάντηση;”, διερωτάται.
“Μετά την αποτυχία της ειρηνευτικής διαδικασίας, το επόμενο πείραμα του Ισραήλ στη Γάζα ήταν η απεμπλοκή. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, το Ισραήλ υποχώρησε μονομερώς από ολόκληρη τη Λωρίδα της Γάζας, απέσυρε τους οικισμούς του και επέστρεψε στα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορα πριν από το 1967. Είναι αλήθεια ότι συνέχισε να επιβάλλει μερικό αποκλεισμό στη Λωρίδα της Γάζας και να καταλαμβάνει τη Δυτική Όχθη”. Προσθέτει πως “τα απομεινάρια της ισραηλινής αριστεράς ήλπιζαν ότι οι Παλαιστίνιοι θα έκαναν μια ειλικρινή προσπάθεια να μετατρέψουν τη Γάζα σε μια ευημερούσα και ειρηνική πόλη, μια Σιγκαπούρη της Μέσης Ανατολής, δείχνοντας στον κόσμο τι μπορούν να κάνουν οι Παλαιστίνιοι όταν τους δοθεί η ευκαιρία να κυβερνήσουν τον εαυτό τους”.
Παραδέχεται πως “είναι δύσκολο να χτίσεις μια Σιγκαπούρη υπό μερικό αποκλεισμό. Αλλά θα μπορούσε να είχε γίνει μια ειλικρινής προσπάθεια, κάτι που θα ασκούσε μεγαλύτερη πίεση στην ισραηλινή κυβέρνηση τόσο από ξένες δυνάμεις όσο και από το ισραηλινό κοινό ώστε να άρει τον αποκλεισμό από τη Γάζα και να καταλήξει σε μια έντιμη συμφωνία και για τη Δυτική Όχθη”.
Ο Χαράρι στηλιτεύει σε αυτό το σημείο τη Χαμάς και τους χειρισμούς της. “Κατέλαβε τη Λωρίδα της Γάζας και τη μετέτρεψε σε τρομοκρατική βάση από την οποία εξαπέλυσαν επανειλημμένες επιθέσεις εναντίον Ισραηλινών αμάχων. Ακόμη ένα πείραμα κατέληξε σε αποτυχία”, λέει.