Κώστας Α. Λάβδας: ΗΠΑ και Μέση Ανατολή: Πλήρης επαναφορά;
Παρότι οι ΗΠΑ ποτέ δεν έφυγαν από την περιοχή, οι μακρόχρονες τάσεις δείχνουν τη μετατόπιση του κέντρου βάρους από τον Ατλαντικό, την Ευρώπη και την Μεσόγειο προς τον Ειρηνικό, ενώ και η αργή, επιλεκτική διαδικασία απαγκίστρωσης των διεθνών δεσμεύσεων που ξεκίνησε επί Ομπάμα και εντάθηκε με τρόπο συχνά απρόβλεπτο επί Τραμπ, γνωρίζαμε ότι είναι ασύμμετρη και δεν αφορά τον Ειρηνικό. Αντίθετα, η ανάδυση της αντίληψης για τη γεωπολιτική περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού (Indo-Pacific region) υπογραμμίζει τη νέα σημασία του Ειρηνικού και της Νότιας και Νοτιοανατολικής Ασίας για τις ΗΠΑ. Παράλληλα, τον Σεπτέμβριο 2021, το νέο τριμερές σύμφωνο ασφαλείας μεταξύ Αυστραλίας – ΗΠΑ – Ηνωμένου Βασιλείου (AUKUS) διαμόρφωσε συνθήκες εξαιρετικά ενισχυμένης συνεργασίας.
Όμως η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία που ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2022 και η μαζική, τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ με την ήδη διαφαινόμενη γενικότερη ανάφλεξη της περιοχής που ξεκίνησε στις 7 Οκτωβρίου 2023, αποτελούν εξελίξεις που επαναφέρουν τις ΗΠΑ στις αντίστοιχες περιοχές και τα αντίστοιχα πλέγματα ζητημάτων, συμφερόντων και προκλήσεων. Χαρακτηριστική είναι η άμεση και εντονότατη στρατιωτική κινητοποίηση από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, με την ισχυρή ναυτική και αεροπορική δύναμη και την παρουσία του τελευταίας κλάσης, πυρηνοκίνητου αεροπλανοφόρου Gerald Ford. ΟΙ ΗΠΑ δεν αρκέστηκαν στις δηλώσεις και παρεμβαίνουν άμεσα στο πεδίο για να αποτρέψουν την περαιτέρω εμπλοκή του Ιράν.
Το ερώτημα, όμως, είναι τι συνεπάγεται αυτή η φαινομενικά πλήρης επαναφορά και εάν θα έχει συνέπεια και, κυρίως, συνέχεια.
Όπως σωστά υπέθεσαν προχθές οι New York Times σε ανάλυση της Lisa Lerer και της Jennifer Medina, φαίνεται ότι η τρομοκρατική κτηνωδία της Χαμάς αποτελεί ήδη παράγοντα συσπείρωσης στο κοινοβουλευτικό (Βουλή και Γερουσία) σκέλος του Δημοκρατικού Κόμματος. Βεβαίως, οι Δημοκρατικοί γενικώς περιλαμβάνουν μια πανσπερμία απόψεων και τάσεων στις 50 αμερικανικές πολιτείες. Όμως για τα μέλη του Κογκρέσου που εκλέχτηκαν με τους Δημοκρατικούς, η κρίση στο Ισραήλ προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να γεφυρώσουν ένα εσωτερικό ρήγμα ως προς την εξωτερική πολιτική, ένα ρήγμα ανάμεσα στην αριστερή – φιλελεύθερη πτέρυγα που έχει (ειδικά μετά τον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967) αντιμετωπίσει με συμπάθεια τα παλαιστινιακά αιτήματα και τους Δημοκρατικούς που παραμένουν σταθεροί στην υποστήριξη του Ισραήλ ως πυλώνα της δυτικής παρουσίας στην Μέση Ανατολή.
Πρόκειται για ένα ρήγμα που οι Ρεπουμπλικάνοι εκμεταλλεύονται συστηματικά, ενώ βέβαια δεν λείπουν και σε εκείνους οι εσωτερικές διαφωνίες αναφορικά με το Ισραήλ, το παλαιστινιακό και την Μέση Ανατολή γενικότερα. Όμως οι Δημοκρατικοί μπορούν τώρα να επιχειρήσουν να ενώσουν το κόμμα τους πίσω από τον πρόεδρο Μπάϊντεν, ο οποίος από το 2002 με την Ρωσία και το 2023 με την Χαμάς αντιμετωπίζει κάποιες από τις οξύτερες γεωπολιτικές προκλήσεις των τελευταίων δεκαετιών.
Τα τελευταία χρόνια, η παραδοσιακή υποστήριξη του Δημοκρατικού Κόμματος στο Ισραήλ έχει δοκιμαστεί από μια ισχυρή φιλελεύθερη πτέρυγα, η οποία ζήτησε τον περιορισμό της αμερικανικής στρατιωτικής και οικονομικής υποστήριξης. Αλλά καθώς η πλήρης κλίμακα των φρικαλεοτήτων της Χαμάς έχει γίνεται σαφής, αυτές οι φωνές έχουν περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο της κομματικής πολιτικής.
Οφείλουμε όμως και σε αυτή την κρίση, να επιχειρήσουμε να διακρίνουμε το άμεσο από το μακροπρόθεσμο. Το πιθανότερο σενάριο μακροπρόθεσμα είναι ότι η αργή και επιλεκτική μείωση του αμερικανικού ρόλου από περιοχές εκτός του Ινδο-ειρηνικού, μια τάση που ξεκίνησε από την εποχή Ομπάμα, θα συνεχιστεί. Πόσο μάλλον εάν επανέλθει στην προεδρία των ΗΠΑ με τις εκλογές του Νοεμβρίου 2024 ο Τράμπ, με τις έκδηλες επιφυλάξεις του για τις ευρωαταλαντικές σχέσεις, ή ένας πρόεδρος όπως ο Τραμπ. Όπως έχω εξηγήσει αναλυτικά στο παρελθόν, η ΕΕ θα πρέπει μέχρι τότε να έχει βρει έναν βηματισμό και να έχει κατοχυρώσει κάποια, έστω, στοιχεία της στρατηγικής αυτονομίας της.
Το γεωπολιτικό μέλλον της Ευρώπης
Οι κρίσεις του 2022 και του 2023 δείχνουν ότι η περίφημη «γεωπολιτική Επιτροπή» που είχε προαναγγείλει η κυρία φον ντερ Λάϊεν αποδείχθηκε – όπως δυστυχώς αναμενόταν – γεωπολιτικό ανέκδοτο. Θα προσπαθήσει τώρα η ΕΕ να ενισχύσει έστω συμβολικά την αίσθηση μιας ευρωπαϊκής προσέγγισης;
Το ζητούμενο δεν είναι η επανάληψη των περί «ευρωστρατού» και αυτόνομης ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας. Πραγματικός ευρωστρατός και πραγματική αυτονομία είναι – στο άμεσο μέλλον – πολύ δύσκολα έως αδύνατα. Το πλαίσιο του ΝΑΤΟ για την ευρωατλαντική ασφάλεια είναι εν πολλοίς δεδομένο – ως πλαίσιο. Όμως, η συνοχή, ο ρόλος και η σχετική βαρύτητα της ΕΕ θα πρέπει να αναβαθμιστούν.
Υπάρχει και η διάσταση των συνεχών συγκλίσεων και αποκλίσεων μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ. Ως παράδειγμα – και πολύ σημαντικό παράδειγμα – μπορεί να αναφερθεί η παραδοσιακή επιμονή της Ουάσιγκτον στη σημασία του ρόλου των διευρύνσεων της ΕΕ ως περιφερειακού σταθεροποιητή οφείλει να λαμβάνεται υπόψη ως μια – βεβαίως σημαντική – μεταξύ περισσότερων απόψεων. Όταν οι ΗΠΑ αγωνιούσαν να εξασφαλίσουν τη στήριξη της Άγκυρας για την εισβολή στο Ιράκ, άσκησαν συστηματική πίεση στην ΕΕ να δει με νέο μάτι την προοπτική της Τουρκίας ως μελλοντικού εταίρου. Όπως πολύ εύστοχα είχε σχολιάσει παλαιότερα ο Τίμοθι Γκάρτον Ας, «φανταστείτε έναν ευρωπαίο πολιτικό να πηγαίνει στην Ουάσιγκτον για να πει στις ΗΠΑ ότι πρέπει να δεχτούν το Μεξικό ως 51η πολιτεία, προκειμένου το Μεξικό να υποστηρίξει μια ευρωπαϊκή εισβολή στη Γουατεμάλα».
Και η μεν Τουρκία απομακρύνεται ραγδαία. Αλλά η γενικότερη εμμονή στον ρόλο της ΕΕ ως περιφερειακού σταθεροποιητή μέσω διευρύνσεων (και όχι μέσων σχημάτων βοήθειας αλλά και ειδικών καθεστώτων σύνδεσης, όπως θα ήταν προσφορότερο) δυστυχώς παραμένει. Και είναι μια εμμονή που σταδιακά καταστρέφει τις πιθανότητες για εμβάθυνση.
Όπως έχουμε εξηγήσει από χρόνια, ο νέος, μετα-μονοπολικός κόσμος που αναδύεται είναι πλουραλιστικός, με λίγους (αλλά περισσότερους από δυο) πόλους και πολλά κέντρα. Παρά τις τάσεις πολώσεων που εστιάζονται σε επιμέρους θέματα, τάσεις που μπερδεύουν τους επιπόλαιους παρατηρητές, δεν βαδίζουμε προς ένα νέο διπολισμό. Η ΕΕ είτε θα διαδραματίσει έναν ρόλο σε αυτό τον αναδυόμενο κόσμο είτε θα μετασχηματιστεί σε απλό εμπορικό και οικονομικό υπόβαθρο επιμέρους συνασπισμών δυνάμεων που θα διαδραματίσουν, ξεχωριστά, τους δικούς τους ρόλους. Στην Μέση Ανατολή, οι εξελίξεις των εβδομάδων που ακολουθούν θα καθορίσουν τις ισορροπίες για δεκαετίες. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΕ πρέπει να διαχειριστεί τις επόμενες εβδομάδες προσφέροντας καθαρή στήριξη του Ισραήλ απέναντι στην τρομοκρατική Χαμάς (που διοικεί με στυγνό αυταρχισμό την Γάζα από το 2006), υποδεικνύοντας παράλληλα την σημασία των ανθρωπιστικών αξιών στις οποίες βασίζεται η ευρωπαϊκη ενοποίηση. Κυρίως, όμως, θα πρέπει να προετοιμάζεται από τώρα για την περίοδο μετά τις αμερικανικές εκλογές.
*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, Senior Research Fellow στη London School of Economics και κάτοχος της Έδρας Ελληνικών και Ευρωπαϊκών Σπουδών «Κωνσταντίνος Καραμανλής» στο Fletcher School of Law and Diplomacy στη Μασαχουσέτη.