Ε. Αχτσιόγλου: “Μπορώ να κερδίσω τον κ. Μητσοτάκη που επενδύει σε μια κοινωνία φόβου”
Την επόμενη μέρα στον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και τους προσωπικούς της στόχους -εφόσον γίνει η νέα πρόεδρος- εξέφρασε η Έφη Αχτσιόγλου σε συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα “Καθημερινή”.
Αναλυτικά η συνέντευξη της Έφης Αχτσιόγλου στην “Καθημερινή”.
Τι έχετε αποκομίσει έως τώρα από την επαφή σας με τον κόσμο στις περιοδείες σας; Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση κατάφερε να πετύχει το αρνητικό μεταπολιτευτικό ρεκόρ της συρρίκνωσης στο μισό της δύναμής του;
Οι περιοδείες έχουν μεγάλη συμμετοχή. Ο κόσμος έρχεται μαζικά και ανταλλάσσουμε σκέψεις. Είναι πολύ υγιές αντανακλαστικό ότι έχουν αφήσει πίσω τους την απογοήτευση και περισσότερο τους διακατέχει τώρα η κοινή αγωνία για το πώς θα ανορθωθεί η πολιτική μας δύναμη για να είμαστε κοινωνικά χρήσιμοι και αποτελεσματικοί. Ως προς το τι έφταιξε, έχουν λεχθεί ήδη κάποια πράγματα από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα, δηλαδή σε συνθήκες απλής αναλογικής η απεύθυνσή μας στα υπόλοιπα προοδευτικά κόμματα περισσότερο αντιμετωπιζόταν ως μια ευκαιρία επίθεσης αυτών των κομμάτων εναντίον μας. Ένας μονομέτωπος στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και τούτο οδήγησε στο να εμπεδώνεται στους πολίτες η αντίληψη ότι δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα, μια σταθερή κυβέρνηση. Οπωσδήποτε έφταιξαν ζητήματα κακοφωνίας, πολυφωνίας, ιδίως το τελευταίο χρονικό διάστημα, στον δημόσιο διάλογο, που και πάλι δημιούργησαν ένα αίσθημα ανασφάλειας στους πολίτες. Εκτιμώ, όμως, ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα δεν είναι μόνο ζήτημα της προεκλογικής περιόδου. Δείχνει ίσως μεγαλύτερες μετατοπίσεις.
Επειδή αναφερθήκατε σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, μήπως τελικά όλα όσα ακούστηκαν προεκλογικά περί «φτωχοποίησης της κοινωνίας» ήταν υπερβολικά; Γιατί πήρε 41% η Ν.Δ. συνεπώς και τα επιδόματα κάπως λειτούργησαν θετικά στον κόσμο.
Η άποψή μου για την οικονομική πολιτική της Ν.Δ. επιβεβαιώνεται και τεκμηριώνεται από τα ίδια τα δεδομένα. Το διαθέσιμο εισόδημα των Ελλήνων πολιτών μειώθηκε την προηγούμενη περίοδο, αυτό είναι δεδομένο. Δεν είναι ζήτημα δικής μου πεποίθησης. Είναι επίσης δεδομένο ότι την ίδια χρονική περίοδο ελάχιστες εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, μεγάλες εταιρείες πολλαπλασίασαν τα κέρδη τους, εμφανίζοντας την υψηλότερη κερδοφορία της τελευταίας 20ετίας. Αυτή είναι η αποτύπωση μιας πολιτικής που παράγει οικονομικές ανισότητες. Τώρα, αν η αντίληψη των πολιτών για την καθημερινότητά τους ήταν μακριά από τη γλώσσα ή από τον τρόπο που ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. επικοινωνούσε ζητήματα υπαρκτά, αυτό είναι ένα άλλο θέμα, το οποίο εμείς προφανώς πρέπει να το λάβουμε υπόψιν μας κάνοντας αυτοκριτική.
Η δήλωσή σας που έχει αναπαραχθεί αρκετές φορές είναι αναμφισβήτητα πως «η κανονικότητα δεν είναι ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά». Δεν θα πρέπει να είναι ευκαιρία, όμως; Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να ταυτίζεται με τον θυμό και την οργή;
Δεν μιλούσα για μια οποιαδήποτε κανονικότητα, αλλά για τη νεοφιλελεύθερη κανονικότητα. Ωστόσο, να αντιστρέψω το ερώτημα. Ποια είναι η κανονικότητα σήμερα; Να έχουμε ένα καλοκαίρι στο οποίο καίγεται όλη η χώρα και συντελείται η μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή και χάνονται ανθρώπινες ζωές; Η απουσία του κράτους και τα φαινόμενα αυτόκλητων σερίφηδων, με την κυβέρνηση να νομιμοποιεί τον εκφασισμό της κοινωνίας;
Αυτή είναι κανονικότητα; Αυτή θεωρώ ότι δεν είναι μια συνθήκη που πρέπει να την επιτρέψουμε ή μπορεί να ανεχθεί η ελληνική κοινωνία. Είναι κανονικότητα να έχουμε το πρώτο καλοκαίρι που οι περισσότεροι Έλληνες δεν μπόρεσαν να πάνε ούτε μια μέρα διακοπές; Να έχουμε φαινόμενα ακραίας βίας, όπως είδαμε με τους ακροδεξιούς χούλιγκανς που εισήλθαν στη χώρα, διέσχισαν τη μισή Ελλάδα, ανέβηκαν στα μέσα μαζικής μεταφοράς και δολοφόνησαν έναν άνθρωπο; Να βλέπουμε εργαζομένους να βυθίζονται μέσα στο νερό, οριακά να πνίγονται, για να μπορέσουν να βγάλουν ένα μισθό και την ίδια ώρα ο υπουργός Εργασίας να μη διαπιστώνει κανένα πρόβλημα; Αυτή η συνθήκη είναι η συνθήκη που ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί να εμπεδώσει ως κανονικότητα στην ελληνική κοινωνία. Επενδύει σε μια κοινωνία φόβου και μηδενικών προσδοκιών. Έχω τη βαθιά πεποίθηση ότι η ελληνική κοινωνία αξίζει, μπορεί και οφείλει να έχει μια πολύ καλύτερη πραγματικότητα.
Πολύ λόγος γίνεται για το κέντρο και τη σχέση που πρέπει να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ με αυτό. Εσείς λέτε συνέχεια πως δεν θέλετε να βάλετε τέτοιες ταμπέλες. Αν εκλεγείτε πρόεδρος, θα κάνατε μια συνάντηση με τον Νίκο Ανδρουλάκη να δείτε τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα;
Η ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., η αφετηρία του, το αξιακό και το θεωρητικό του φορτίο, είναι αναμφισβήτητα στην Αριστερά. Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι ένα κυβερνητικό κόμμα. Απευθύνεται στο μεγαλύτερο δυνατό ακροατήριο. Επιδιώκουμε να συνομιλήσουμε, να επηρεάσουμε και να πείσουμε όσο δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Προφανώς, αυτό αφορά και τους ανθρώπους που αυτοτοποθετούνται στο κέντρο, αφορά ανθρώπους με τους οποίους μπορούμε να βρούμε έναν κοινό βηματισμό σε κρίσιμα θέματα, αλλά δεν νιώθουν πλήρη ιδεολογική ταύτιση. Ανθρώπους νέους κυρίως και όχι μόνον, οι οποίοι νιώθουν ότι η πολιτική μπορεί να μην τους αφορά. Και σε αυτούς τους ανθρώπους επιδιώκουμε να μιλήσουμε, να τους επηρεάσουμε, να τους πείσουμε. Η πολιτική δεν είναι κάτι που “υπερίπταται” ούτε οι άνθρωποι έχουν δεδομένες ταμπέλες όπου εμείς επιλέγουμε σε ποια θα απευθυνθούμε. Δεν απευθυνόμαστε μόνο σε πεπεισμένους. Επιδιώκουμε τη μέγιστη δυνατή πολιτική και ιδεολογική επιρροή. Προφανώς αυτό προϋποθέτει και να ακούσεις τον κόσμο.
Τον Νίκο Ανδρουλάκη θα τον συναντούσατε;
Ο κοινοβουλευτικός και ο δημόσιος διάλογος είναι διαρκής, όπως και οι τοποθετήσεις των κομμάτων για κάθε ζήτημα που αφορά τη χώρα. Αυτό που επιζητούν οι πολίτες από τα κόμματα είναι θέσεις και προτάσεις, υγιή αντιπαράθεση. Όλα λέγονται δημόσια, ενώπιον των πολιτών. Άρα, δεν πιστεύω ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο από αυτό, ούτε θα επιδιώξω κάποια συνάντηση με τον κ. Ανδρουλάκη. Εξάλλου, υπήρξε μια περίοδος που από εμάς έγιναν σαφή καλέσματα, αλλά το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ επέλεξε τις ίσες αποστάσεις μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και Ν.Δ., κάτι που προφανώς διευκόλυνε τον κ. Μητσοτάκη. Πριν από τις πρώτες εκλογές, μάλιστα, έλεγε πως θα μπορούσε και να συνεργαστεί με τη Ν.Δ.
Υπάρχει μια συζήτηση προφανώς από τους εσωκομματικούς σας αντιπάλους πως η Έφη Αχτσιόγλου κάνει μια χαμηλών τόνων περιοδεία ή δεν μιλάει για αριστερές και κεντρώες πολιτικές γιατί δεν θέλει να συγκρουστεί. Και δεν το κάνει γιατί εμφανίζεται πως κατέχει την πρωτιά.
Δεν δέχομαι ότι είναι μια χαμηλών τόνων περιοδεία. Έχω γυρίσει σχεδόν όλη την Ελλάδα, επικοινωνώ και παρουσιάζω με μαχητικότητα, ένταση και με σαφήνεια την πολιτική μου θέση και την οργανωτική μου πρόταση. Δεν νομίζω ότι η επιδραστικότητα μιας καμπάνιας κρίνεται στον θόρυβο. Κρίνεται στην ουσία της επαφής με τους ανθρώπους. Αν εννοείτε πως η προεκλογική μας περίοδος δεν έχει καρφιά μεταξύ των υποψηφίων, αυτό το θεωρώ πολιτικό πολιτισμό.
Πώς βλέπετε την υποψηφιότητα του Στέφανου Κασσελάκη;
Η διαδικασία είναι απολύτως ανοιχτή κι αυτό το εννοούμε. Αυτό προβλέπει το καταστατικό, αυτό έχουμε συμφωνήσει. Δηλαδή όποιος θέλει μπορεί να έρθει και να διεκδικήσει τη στήριξη από τους ψηφοφόρους, από τα νυν μέλη του κόμματος και από όσους προσέλθουν εκείνη την ημέρα στη διαδικασία. Άρα, με αυτήν την έννοια είναι απολύτως ευπρόσδεκτη.
Μια από τις κριτικές που του ασκούνται είναι πως δεν «έχει γράψει πολλά χιλιόμετρα» μέσα στο κόμμα.
Δεν υπάρχουν τέτοιες προϋποθέσεις συμμετοχής. Κάθε υποψήφιος καταθέτει την πολιτική και οργανωτική του θέση για τη λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Προφανώς καταθέτει διά της υποψηφιότητάς του και τη διαδρομή του και την προσωπικότητά του και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του. Και στο τέλος, ο μόνος και απόλυτος κριτής θα είναι οι ψηφοφόροι. Είναι σημαντικό να είναι μαζική η συμμετοχή, να έρθουν πολίτες που ενδιαφέρονται, πολίτες που κοιτούν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, προοδευτικοί δημοκράτες να βάλουν το λιθαράκι τους στη διαδρομή.
Επειδή πολλοί στην Κουμουνδούρου θεωρούν πως είστε φαβορί για την πρωτιά, πιστεύετε πως η είσοδος του κ. Κασσελάκη στην προεκλογική μάχη αλλάζει τα δεδομένα;
Δεν θεωρώ ότι καθένας από εμάς έχει δεδομένες δεξαμενές ψηφοφόρων, που μπαίνει κάποιος και αφαιρεί από κάποιον άλλον. Έχουμε πέντε απολύτως διακριτές υποψηφιότητες, είναι σαφές αυτό. Ο καθένας από εμάς κατέρχεται με την προσωπικότητα του, τη διαδρομή του, την πολιτική του θέση, την οργανωτική του πρόταση και διεκδικεί να πείσει τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό συμμετεχόντων.
Μπορείτε να κερδίσετε τον κ. Μητσοτάκη;
Ναι, αλλιώς δεν θα κατέβαινα υποψήφια. Κατεβαίνω υποψήφια για να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. να ανακτήσει τη δυναμική του, να ασκήσει μια δομική ισχυρή αντιπολίτευση σήμερα και γρήγορα να επανέλθει σε κυβερνητική τροχιά. Όχι για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., όχι για εμάς, αλλά διότι δι’ αυτού του οχήματος μπορεί να υπάρξει καλύτερη ημέρα για την ελληνική κοινωνία.
Θα απαντήσετε στην κριτική, στα «καρφιά» που δέχεστε από τον Παύλο Πολάκη; Προχθές έκανε μια ανάρτηση σε σχέση με δηλώσεις που είχατε κάνει για τους δημοσιογράφους.
Κατανοώ την ανάγκη κάθε συντρόφου να εκφραστεί ή να πάρει θέση σε αυτή τη διαδικασία εκλογής προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που δεν κατανοώ είναι η επιμονή κάποιων συντρόφων να στοχοποιούν προσωπικά, γιατί έχει λάβει τέτοια χαρακτηριστικά, ή να προσπαθούν να υποστηρίξουν ότι πίσω από μια υποψηφιότητα υπάρχουν κάποιου είδους σκοτεινά κέντρα. Αυτός ο κατήφορος πρέπει να σταματήσει. Οφείλουμε να προτάξουμε τον συλλογικό μας στόχο, που είναι η ιδεολογική και πολιτική ήττα της Ν.Δ. και η επικράτηση της δικής μας πρότασης και η εκ νέου έμπνευση της ελληνικής κοινωνίας για ένα καλύτερο μέλλον. Σε ό,τι με αφορά δεν αισθάνομαι, κ. Αντζολέτο, ότι πρέπει να δώσω διαπιστευτήρια καθαρότητας. Ούτε σε συκοφαντίες ούτε σε βρώμικο πόλεμο. Έχω μια πολιτική διαδρομή, έχω ένα πολιτικό έργο και ως υπουργός και ως τομεάρχισσα οικονομικών της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Προσπαθώ απλώς να φανταστώ την επόμενη ημέρα αν εκλεγείτε πρόεδρος, πώς θα μπορούσε να είναι η συνύπαρξή σας με τον κ. Πολάκη, όταν έχει μιλήσει για «καλλιστεία» ή και τώρα που βλέπουμε ότι έχει βγει μπροστά για την υποψηφιότητα του κ. Κασσελάκη.
Θα το έχετε ενδεχομένως ακούσει όταν μιλώ για ζητήματα λειτουργίας του κόμματος την επόμενη ημέρα, με εμένα πρόεδρο, επιμένω πάρα πολύ στην τήρηση των κανόνων για όλους, από τον πρόεδρο μέχρι τα μέλη, δηλαδή σε μια λειτουργία που δεν θα έχει να κάνει με πρόσωπα ή σχέσεις ή φιλίες. Ξεκινάω αντίστροφα, δηλαδή, με τη θετική σκέψη ότι η δική μου εκλογή θα σημαίνει και μια συλλογική δέσμευση ότι οι κανόνες θα τηρούνται από όλους. Προφανώς θα υπάρχει εσωκομματική δημοκρατία, συζήτηση, αλλά άπαξ και λαμβάνεται μια απόφαση, αυτή θα μας δεσμεύει όλους και θα τηρείται από όλους.
Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη αλλαγή που σκέφτεστε ήδη για τον τρόπο που λειτουργεί ο ΣΥΡΙΖΑ; Δημιουργία κάποιου νέου οργάνου, κάποιας δομής;
Ένα βασικό πρόβλημα που υπάρχει και κατατίθεται καθημερινά στις περιοδείες από τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι η αίσθησή τους ότι δεν ακούγονταν. Η άποψή τους δεν έφτανε ψηλά. Θα πρέπει να υπάρξει μια δομή πέραν αυτών που ήδη γνωρίζουμε, η οποία θα λειτουργεί ως φορέας μεταφοράς αποφάσεων των οργανώσεων μελών, άρα και της γνώμης των μελών στην Πολιτική Γραμματεία και στον πρόεδρο. Θα αποτελεί στη συνέχεια και οργανικό κομμάτι των πολιτικών θέσεων και του λόγου του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
Μιλήσαμε για το κομματικό σας όραμα, το πολιτικό σας όραμα;
Στον πυρήνα του έχει την πεποίθηση ότι η ελληνική κοινωνία μπορεί και πρέπει να ζήσει καλύτερα. Και γι’ αυτό βασικές προτεραιότητες είναι η μείωση των ανισοτήτων με σαφείς πολιτικές αναδιανομής, η οικοδόμηση μιας δυναμικής οικονομίας μέσα από ανάπτυξη του συνόλου των παραγωγικών τομέων, άρα η διεύρυνση της εγχώριας παραγωγικής βάσης, και η ασφάλεια όπως αυτή νοηματοδοτείται μέσα από δημόσιες υποδομές και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας σε υγεία, παιδεία, κοινωνική προστασία και σαφώς ρυθμισμένη αγορά εργασίας. Απαραίτητη προϋπόθεση, ένα κράτος που οδηγεί, παρεμβαίνει, ρυθμίζει στην κατεύθυνση των παραπάνω.