Σπαρτιάτες/ Ο κύκλος των “καμένων” τροπολογιών και ο Κασιδιάρης από το παράθυρο…
Προς διάσπαση οδεύει η 12μελής Κοινοβουλευτική Ομάδα, η οποία συνεδριάζει σήμερα, μετά από δύο αναβολές. Πέτρα του σκανδάλου η υποψηφιότητα Κασιδιάρη στον δήμο Αθηναίων, την οποία υποστηρίζουν εννέα βουλευτές. Το παρασκήνιο θέλει τον έγκλειστο Χρυσαυγίτη να προωθεί δική του αρχηγική ομάδα, με τον νυν πρόεδρο Β. Στίγκα να αναζητά τέσσερις ακόμη βουλευτές για να παραμείνει ως Κοινοβουλευτική Ομάδα.
Μετά την πρωτόδικη απόφαση καταδίκης των χρυσαυγιτών με την κατηγορία -μεταξύ άλλων- της διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, το εγκώμιο προς τους δικαστές που την έλαβαν και την ιστορική συγκέντρωση ενθουσιασμού έξω από το δικαστήριο, η προηγούμενη κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα συμφώνησαν στην ανάγκη να ληφθούν μέτρα για τον αποκλεισμό τους από την Βουλή. Μέχρι τις εκλογές του Μαϊου η κυβέρνηση είχε φέρει τρεις τροπολογίες που υποτίθεται πως θωράκισαν το δημοκρατικό κοινοβουλευτικό τόξο από την παρουσία στα έδρανα της Βουλής του Ηλία Κασιδιάρη.
Το θέμα αποτέλεσε και πεδίο διαμάχης μεταξύ Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ από την μία και ΣΥΡΙΖΑ από την άλλη σχετικά με το τι θα περιλαμβανόταν στις δύο τελευταίες τροπολογίες, καθηγητές συνταγματικού δικαίου επισήμαναν τους κινδύνους, ωστόσο με πρωτοβουλία και νομικό σκεπτικό δια χειρός του τότε υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη η κυβέρνηση ψήφισε το σχετικό νομικό πλαίσιο.
Παρόλα αυτά, όλα τα παραπάνω κατέπεσαν επί της ουσίας. Μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται πως ο κεντρικός στόχος του αποκλεισμού του Ηλία Κασιδιάρη από την Βουλή επιτεύχθηκε, ωστόσο είναι σαφές πως ο καταδικασθείς χρυσαυγίτης βρήκε διόδους (που δεν πρόβλεψαν οι τροπολογίες παρά τις επισημάνσεις κάποιων συνταγματολόγων) και μετέτρεψε τους άγνωστους μέχρι λίγο πριν ανοίξουν οι κάλπες “Σπαρτιάτες” σε όχημα που έφερε πλειάδα στελεχών της Χρυσής Αυγής στα κοινοβουλευτικά έδρανα υπό την ηγεσία του -όπως αποδεικνύεται- “αχυρανθρώπου” Βασίλη Στίγκα.
Όσα παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες στο συγκεκριμένο κόμμα συνιστούν το δεύτερο μέρος του σχεδίου Κασιδιάρη να καταστεί ο ουσιαστικός αρχηγός του κόμματος, ακόμα κι αν χρειαστεί να τοποθετήσει κάποιον βουλευτή ως νέο αρχηγό. Είναι σαφές πως οι “Σπαρτιάτες” διοικούνται από τον Κασιδιάρη κι αυτό αποδεικνύει την αποτυχία των τροπολογιών και των πρωτοβουλιών για τον αποκλεισμό του.
Ο Ηλίας Κασιδιάρης θα διεκδικήσει και τον δήμο της Αθήνας, όχι φυσικά γιατί μπορεί να τον κερδίσει αλλά με δύο προφανείς στόχους:
-Πρώτον να καταγράψει σημαντικό ποσοστό, πάνω από τον εθνικό μέσο όρο των “Σπαρτιατών” στις τελευταίες εκλογές
-Δεύτερον, να εκλεγεί δημοτικός σύμβουλος και να αναγκάσει την κυβέρνηση να ενεργοποιήσει το σχετικό νομικό/κανονιστικό πλαίσιο περί παύσης του (λόγω της πρωτόδικης απόφασης), κι έτσι να εμφανίσει εαυτόν πολιτικά διωκόμενο και έτσι να ενισχύσει τους (δικούς του πιά) “Σπαρτιάτες” ενόψει την μεγάλης μάχης των ευρωεκλογών.
Έτσι, ο Ηλίας Κασιδιάρης θα καταστεί κεντρικό πρόσωπο της ακροδεξιάς στην χώρα και ίσως αναλάβει και επισήμως εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος (με αρχηγό απολύτως ελεγχόμενο από τον ίδιο) όταν αποφυλακισθεί στις αρχές του χρόνου. Μέχρι το 2025 ή 2026 που, σύμφωνα με τις ενδείξεις, θα έχει τελεσιδικήσει η απόφαση για την Χρυσή Αυγή,ο Κασιδιάρης θα μπορεί να οργανώνει τον χώρο των ακροδεξιών και των ναζί. Όσα είδαμε πρόσφατα στον Έβρο με τα τάγματα εφόδου των “σερίφηδων”, ή με την κοσμοσυρροή στα αστυνομικά τμήματα για τις ταυτότητες είναι μερικά μόνο δείγματα του κλίματος.
Τι συμβαίνει στους “Σπαρτιάτες”
Η πληγή που άνοιξε με τις δηλώσεις υπεράσπισης του καταδικασμένου Ηλία Κασιδιάρη και όλα όσα ακολούθησαν με το αντάρτικο των βουλευτών στο πρόσωπο του προέδρου, Βασίλη Στίγκα, ανέδειξαν και το πραγματικό αντικείμενο της όλης διαμάχης, που αφορά στον έλεγχο του κομματικού ταμείου μέσω της προοπτικής διεξαγωγής ανοιχτού συνεδρίου.
Όπως επισημαίνει το iefimerida.gr, πρόκειται για ένα ζήτημα που η πλευρά των βουλευτών που στηρίζουν Κασιδιάρη θέτει μετ’ επιτάσεως σε κάθε ευκαιρία, αλλά που ο Στίγκας αρνείται, καθώς ένα ενδεχόμενο συνέδριο όπου θα μπορούσε να γραφτεί οποιοσδήποτε και να συμμετάσχει στις διαδικασίες θα μπορούσε άμεσα να αλλάξει τις ισορροπίες, να αποπέμψει τον πρόεδρο και κυρίως να ελέγξει τη ροή της χρηματοδότησης, που σε ορίζοντα τετραετίας αφορά σε αρκετά εκατομμύρια ευρώ.
Το θέμα του συνεδρίου ήταν άλλωστε και στην ατζέντα της σημερινής συνεδρίασης της ΚΟ, που αναβλήθηκε λόγω προσωπικού κωλύματος Στίγκα και μεταφέρθηκε για το απόγευμα της Πέμπτης. Σύμφωνα δε με πληροφορίες, η πλευρά του προέδρου δεν είναι διατεθειμένη να δώσει χρονοδιάγραμμα εσωκομματικών εξελίξεων και αρνείται το συνέδριο, καθώς θεωρεί πως η πορεία του κόμματος είναι επιτυχημένη και δεν υπάρχει κανένας λόγος για αλλαγές.
Μάλιστα, πετά το γάντι στους αντιδρώντες και τους καλεί να αποχωρήσουν από την Κοινοβουλευτική Ομάδα εφόσον διαφωνούν με τους χειρισμούς Στίγκα, παρότι μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να διαλύσει το κόμμα στη Βουλή.
Φαίνεται, δηλαδή, πως προτιμά να χάσει τους βουλευτές του και τα προνόμια που απορρέουν από την ιδιότητα του προέδρου της ΚΟ, από το να χάσει το κόμμα και προφανώς την κρατική χρηματοδότηση. Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες πάντως, ο πρόεδρος κάνει κρούσεις και μετράει δυνάμεις προκειμένου να κρατήσει 4 βουλευτές και να μη διαλυθεί (5 είναι ο ελάχιστος αριθμός βουλευτών που απαιτούνται για τη διατήρηση της ΚΟ).
Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν φαίνεται εύκολο, καθώς από τους 11 οι 9 είχαν υπογράψει την επιστολή αποδοκιμασίας του προέδρου και είχαν στηρίξει ανοιχτά την πλευρά Κασιδιάρη. Παράλληλα, οι πληροφορίες θέλουν την πλευρά των βουλευτών που λειτουργούν πλέον ως ομάδα στο εσωτερικό του κόμματος να έχει ξεκινήσει την προσπάθεια εγγραφής νέων μελών για να ελέγξουν την πλειοψηφία.
Με βάση το καταστατικό του κόμματος (άρθρο 26), η σύγκληση της έκτακτης γενικής συνέλευσης (συνέδριο) μπορεί να γίνει είτε με πρόταση του προέδρου είτε μετά από σχετική εισήγηση του 10% των μελών. Και από την πλευρά των βουλευτών, όμως, η προοπτική της φυγής και της δημιουργίας μιας νέας κοινοβουλευτικής ομάδας, με νέο όνομα και σύμβολα, θα έδινε έναν βαθμό ελευθερίας, ωστόσο θα τους απέκοπτε μια και καλή από τη ροή της χρηματοδότησης που πηγαίνει στο κόμμα.