Δαδιά: Μη αναστρέψιμη η οικολογική καταστροφή – 11η μέρα καίει η φωτιά
Η φωτιά στον Έβρο καίει πλέον για 11η μέρα. Οι αναζωπυρώσεις εντοπίζονται στις περιοχές Λευκίμμη, Κοτρωνιά, Λεπτοκαρυά και Τρείς Βρύσες. Μέχρι στιγμής δεν κινδυνεύουν οικισμοί. Ενεργές καύσεις εντοπίζονται ακόμα σε Πάρνηθα και Βοιωτία. Στον Έβρο συνδρομή παρέχουν δυνάμεις από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας και συγκεκριμένα η Κύπρος με δύο αεροσκάφη, η Τσεχία με 16 πυροσβέστες και τρία οχήματα, η Σλοβακία με 39 πυροσβέστες και οχτώ οχήματα και η Σερβία με 28 πυροσβέστες.
Στο μέτωπο της Ροδόπης, αναζωπυρώσεις αντιμετωπίζονται στις περιοχές Κασσιτερά και Κίρκη. Συνδρομή παρέχουν 36 πυροσβέστες με πέντε οχήματα από τη Βουλγαρία.
Στην Πάρνηθα, εξακολουθούν να επιχειρούν ισχυρές δυνάμεις και αντιμετωπίζουν διάσπαρτες ενεργές καύσεις, κυρίως στη νοτιοδυτική πλευρά της, κοντά στο Φρούριο της Φυλής, ενώ στη Βοιωτία αναζωπυρώσεις αντιμετωπίζονται στον ορεινό όγκο των περιοχών Στείρι και Κυριάκι, χωρίς όμως αυτές να είναι με ιδιαίτερη ένταση.
- Η οικολογική καταστροφή στη Δαδιά είναι μη αναστρέψιμη, τονίζει ο καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος, μιλώντας στο thesstoday.gr.
Το καταφύγιο προστατευόμενων αρπακτικών πουλιών, καθώς η χλωρίδα της περιοχής αποτελείτο από έναν σπάνιο συνδυασμό γηραιών δέντρων και ιδιαίτερου ανάγλυφου, που το πιθανότερο είναι να μην καταφέρουν ποτέ να αναγεννηθούν, αναφέρει.
Παρά την ικανότητα του φυσικού περιβάλλοντος να εμφανίζει ξανά ζωή μέσα από τις στάχτες, στην περίπτωση του Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου, οι εκτιμήσεις των ειδικών είναι δυσοίωνες, προμηνύοντας καταστροφικές συνέπειες για τα πουλιά που φώλιαζαν στις κορφές των δέντρων αλλά και για ολόκληρο το δασικό οικοσύστημα αναλύει ο κ. Δημητρακόπουλος στο τοπικό μέσο το μέγεθος της απώλειας του καταφυγίου, χαρακτηρίζοντας το ως «τη μεγαλύτερη οικολογική καταστροφή της φετινής αντιπυρικής περιόδου».
Η εικόνα που παρουσιάζει μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές το άλλοτε μοναδικό στο είδος του δάσος της Δαδιάς και κατοικία του μαυρόγυπα, είναι αποκαρδιωτική και πόσο μάλλον αν σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για προστατευόμενη περιοχή.
«Πέρσι τον Ιούνιο και φέτος τον Αύγουστο, καταφέραμε να το καταστρέψουμε», υπογραμμίζει ο καθηγητής.
«Η φύση αποκαθίσταται μόνη της και χρειάζεται τον χρόνο της. Τα καμένα πευκοδάση και οι θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων στην Ελλάδα χρειάζονται από 10 έως 30 χρόνια μέχρι να αναγεννηθούν. Ωστόσο, η Δαδιά δε θα αναγεννηθεί ποτέ, δεδομένου ότι οι μαύρες πεύκες ήταν πολύ γηραιά δέντρα και στις κορφές τους έκαναν φωλιές πολλά αρπακτικά, χρειάζονται περισσότερα από 150 χρόνια -και αν- τα καταφέρουν». Το καταφύγιο ήταν τεράστιας περιβαλλοντικής αξίας, καθώς «ήταν μοναδικό στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη και στον κόσμο. Είχε το ιδανικό περιβάλλον βλάστησης, τοπογραφίας και ανάγλυφου και βόλευε πολύ τα αρπακτικά για αυτό και ήταν προστατευόμενη περιοχή», εξηγεί ο κ. Δημητρακόπουλος.