Παναγιώτης Λιαργκόβας: Τα δύσκολα μετεκλογικά οικονομικά διακυβεύματα
Η οικονομική διακυβέρνηση στο μετεκλογικό τοπίο της Ελλάδας δεν θα είναι εύκολη. Σε αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο, που η κυβέρνηση είχε να παλέψει με έναν «αντίπαλο» κάθε φορά, πρώτα με τον κορονοϊό και μετά με την ενέργεια, τώρα τα μέτωπα είναι πολλά και οι προκλήσεις πολύ έντονες. Ξεκινούν από την ακρίβεια, και το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο και καταλήγουν στις χρόνιες παθογένειες της οικονομίας μας, όπως η φοροδιαφυγή, η γραφειοκρατία, οι ανεπαρκείς και αναποτελεσματικοί θεσμοί και το χαμηλό επίπεδο Υγείας, Παιδείας και Δικαιοσύνης.
Του Παναγιώτη Λιαργκόβα, Πρόεδρος του ΚΕΠΕ και του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας, Καθηγητής Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Ας δούμε τα πράγματα με τη σειρά. Ο πληθωρισμός, μετά την απότομη άνοδο λόγω των προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα εξαιτίας του κορονοϊού και του πολέμου στην Ουκρανία, έχει αρχίσει να μειώνεται. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πέφτουν οι τιμές. Απλά ότι ανεβαίνουν με μικρότερη ένταση.
Μάλιστα σε πολλές κατηγορίες αγαθών όπως τα τρόφιμα, οι τιμές εξακολουθούν να ανεβαίνουν σημαντικά, παρά την πτώση των τιμών της ενέργειας.
Η επιμονή της ακρίβειας σε πολλά αγαθά φαίνεται ότι τελικά οφείλεται στο ότι δεν λειτουργούν ανταγωνιστικά οι αγορές.
Η ολιγοπωλιακή συμπεριφορά καταπνίγει τον ανταγωνισμό και περιορίζει τις επιλογές των καταναλωτών, επιτρέποντας στις εταιρείες να χρεώνουν υπέρογκες τιμές. Βασικά αγαθά όπως τα τρόφιμα και η στέγαση αλλά και υπηρεσίες, π.χ τράπεζες και μεταφορές, που είναι θεμελιώδη για την ανθρώπινη ευημερία, γίνονται όλο και πιο απλησίαστα για ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού.
- Καθώς οι τιμές εκτοξεύονται, όσοι βρίσκονται ήδη σε οικονομικά μειονεκτική θέση πλήττονται περισσότερο, ωθώντας τους ακόμη περισσότερο στη φτώχεια. Δηλαδή, ο «πληθωρισμός της απληστίας» διαιωνίζει τον φαύλο κύκλο οικονομικής ανισότητας.
- Καθώς οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, διαθέτουν μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη, που τους επιτρέπει να αντέχουν οικονομικά τις διογκωμένες τιμές. Αυτή η ανισότητα βαθαίνει το χάσμα μεταξύ της πλούσιας ελίτ και της υπόλοιπης κοινωνίας, διαβρώνοντας την κοινωνική συνοχή και επιδεινώνοντας τις οικονομικές ανισότητες.
Πέρα από την ακρίβεια, μια ανησυχητική εξέλιξη σχετίζεται με την διόγκωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. Σε κάποιο βαθμό, αυτό ήταν αναμενόμενο λόγω της αύξησης των τιμών των εισαγομένων. Όταν όμως το έλλειμμα προσεγγίζει το 10% % του ΑΕΠ (όπως έγινε στο τέλος του 2022), τότε επαναφέρεται ένα δομικό πρόβλημα της οικονομίας που διαβρώνει την ανταγωνιστικότητα και τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.
Ένα άλλο μεγάλο ζήτημα είναι η φοροδιαφυγή. Το σημερινό φορολογικό σύστημα είναι άδικο και αναποτελεσματικό. Φορολογεί υπέρμετρα την μισθωτή εργασία, από την οποία αντλεί και τα περισσότερα φορολογικά έσοδα, ενώ αποτυγχάνει παταγωδώς να αντλήσει έσοδα από τους αυτοαπασχολούμενους.
Βασίζεται επίσης σε πολύ υψηλούς συντελεστές έμμεσης φορολογίας ενώ η φοροδιαφυγή έχει γίνει δομικό στοιχείο πλουτισμού (και όχι επιβίωσης) της οικονομικής δραστηριότητας. Σχετικά με την γραφειοκρατία, τα τελευταία χρόνια έγιναν αποφασιστικά βήματα για την επιτάχυνση της ψηφιοποίησης του δημόσιου τομέα. Όμως, χρειάζονται περισσότερα.
Το ζητούμενο δεν είναι να μετατραπεί η έντυπη σε ψηφιακή γραφειοκρατία αλλά να καταργηθεί πλήρως η γραφειοκρατία. Στο ζήτημα της δικαιοσύνης, η μεγάλη αναμονή για εκδίκαση μιας υπόθεσης δυσχεραίνει τις ελληνικές επιχειρήσεις αλλά και την επενδυτική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Λειτουργεί σε βάρος των φτωχών και υπέρ των πλουσίων, αφού χρειάζεται να έχει κάποιος χρόνο, χρήματα και αντοχές για να πληρώνει δικηγόρους.
- Η βελτίωση της Υγείας δεν σημαίνει μόνο ποιοτικότερες υπηρεσίες στους πολίτες αλλά και δημιουργία ενός ανθεκτικού κράτους που μπορεί να εξοικονομήσει δισεκατομμύρια στο ελληνικό ΑΕΠ.
- Η μεταρρύθμιση της Παιδείας με την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των δημοσίων πανεπιστημίων, τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων και την εκμετάλλευση του τριγώνου της γνώσης (εκπαίδευση-έρευνα-καινοτομία) μπορεί να φέρει μια νέα γενιά επιστημόνων στη χώρα αλλά και να δώσει σημαντική αύξηση στο ΑΕΠ.
- Η αναβάθμιση του χαμηλού επιπέδου θεσμικής ανάπτυξης της χώρας καταπολεμώντας οπισθοδρομικές πελατειακές νοοτροπίες και διαμορφώνοντας ισχυρούς και αξιόπιστους θεσμούς, που κατοχυρώνουν την αξιοκρατία, τη διαφάνεια και την κοινωνική δικαιοσύνη, μπορεί επίσης να φέρει περισσότερες επενδύσεις.
Όλα αυτά δεν είναι εύκολα ούτε αυτονόητα. Χρειάζεται πολιτική βούληση και εάν χρειαστεί, ρίξεις με λίγες αλλά ισχυρές ομάδες συμφερόντων που προτιμούν την ακινησία για να συνεχίσουν να κερδοσκοπούν εις βάρος των πολλών.