Πατέρας Αλέξανδρος Καριώτογλου: Η Εκκλησία δεν έχει θέση στη Βουλή
Πριν από λίγο καιρό ο πατέρας Αλέξανδρος Καριώτογλου, κληρικός στον Άγιο Νικόλαο Ραγκαβά, βρέθηκε στο στόχαστρο εκείνων που θεωρούν ότι στην Εκκλησία οι γυναίκες δεν έχουν συμμετοχή και παρουσία. Δύο κορίτσια που είχαν ντυθεί παπαδάκια, έγιναν αφορμή να ελεγχθεί ο πατέρας Αλέξανδρος, γιατί τους επέτρεψε να έχουν συμμετοχή στη θεία λειτουργία.
Ο ίδιος μιλώντας στο libre εξήγησε ότι «στην πρώτη Εκκλησία έχουμε γυναίκες διακόνισσες να κατέχουν δηλαδή τον πρώτο βαθμό ιερωσύνης», τονίζοντας ότι στη συνέχεια οι γυναίκες υποβαθμίστηκαν.
Όσο για την «αγνότητα» και «τα χριστιανικά ήθη» που κάποιοι μέσω της Βουλής και της πολιτικής θέλουν να φέρουν στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων βάσει της δικής τους ερμηνείας, ο πατήρ Αλέξανδρος δηλώνει ότι «είναι υπόθεση προσωπικής στάσης και εσωτερίκευσης της διδασκαλίας του Χριστού. Από κανένα φορέα, ακόμα και από την ίδια της Εκκλησία δεν μπορεί να επιβληθούν με το έτσι θέλω».
Συνέντευξη
Πάτερ Αλέξανδρε, εντός της Ορθοδοξίας υπάρχει μία μάχη. Κάτι μεταξύ ·«παλαιού» και «νέου». Και αυτά συνδυάζονται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Προφανώς δεν είναι κάτι που ακούτε για πρώτη φορά. Είναι κάτι που ισχύει; Ποια είναι η άποψή σας;
Θα επιθυμούσα να διαφωνήσω με την άποψη ότι «εντός της Ορθοδοξίας υπάρχει μια μάχη». Κι αυτό, επειδή η ορθόδοξη Εκκλησία κατέχει και διαχειρίζεται την Αλήθεια της διδασκαλίας του Χριστού. Ο Ίδιος ο Χριστός προσπάθησε να αντιμετωπίσει τη νοοτροπία του θρησκευτικού και άκρως συντηρητικού κατεστημένου της εποχής του λέγοντας: « Τη θέση του Μωυσή ως δασκάλου την πήραν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι. Όσα λοιπόν σας λένε να τηρείτε, να τα τηρείτε και να τα πράττετε να μην κάνετε όμως κατά τα έργα τους, γιατί λένε και δεν πράττουν» (Ματθ. 23, 2-3). O απόστολος Παύλος από την εποχή του προσπάθησε να αντιμετωπίσει την παρουσία λαθεμένων διδασκαλιών, τις οποίες οι φορείς τους εμφάνιζαν στον κόσμο σαν ιδανικές. Γράφει π.χ. στον Τιμόθεο δίνοντας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Σ’ ένα μεγάλο σπίτι δεν υπάρχουν σκεύη χρυσά και ασημένια μόνο, αλλά και ξύλινα και πήλινα. Άλλα είναι φτιαγμένα για να δέχονται κάτι πολύτιμο και άλλα για να δέχονται ακαθαρσίες. Αν, λοιπόν, καθαρίσει κανείς τον εαυτό του και τον ξεχωρίσει απ’ αυτά, θα είναι σκεύος για πολύτιμη χρήση, αγιασμένο και χρήσιμο στη διάθεση του οικοδεσπότη, ετοιμασμένο για κάθε καλό έργο» (Τιμ. 2,20-21).
Η «μάχη» για την οποία μιλάτε είναι μάχη προσώπων, τα οποία κινούνται έξω από το πνεύμα της Εκκλησίας, ακόμα κι αν είναι στελέχη της Εκκλησίας. Αυτό συμβαίνει, επειδή τα κριτήριά τους είναι πολύ μακριά από τη θεολογία της Ορθοδοξίας.
Ας μη ξεχνάμε, ότι μέσα στο «παλαιό» υπάρχουν και στοιχεία του νέου και μέσα στο «νέο» μπορεί κανείς να ανακαλύψει και στοιχεία του «παλαιού».
Υπάρχει και άλλη μία μάχη όμως. Στην Ορθοδοξία υπάρχει ο φόβος ότι υπάρχει κίνδυνος να σβήσει καθώς κυριαρχούν απόψεις που κάνουν λόγο για «εθνομηδενιστές». Αυτό δεν οδηγεί σε αυτό που εντός της Ορθόδοξης Εκκλησίας ο Οικουμενικός Πατριάρχης, έχει ονομάσει «εθνοφυλετισμό»;
Ποτέ η Εκκλησία δεν αντιτάχθηκε στον σεβασμό προς κάθε εθνότητα. Αντίθετα την αγκάλιασε στην προσπάθειά της να μπορέσει να μεταφέρει το μήνυμα του Χριστού και των αγίων Του. Στην πορεία αυτή με το πέρασμα του χρόνου και τις διάφορες συγκυρίες, οι κρατικές εξουσίες εκμεταλλεύτηκαν τη δύναμη που είχε η Εκκλησία να μιλάει στο λαό με τρόπο σεβαστικό και αποδεκτό και σύνδεσαν την ύπαρξη της Εκκλησίας με τις κρατικές βλέψεις. Το θέμα είναι, ότι και η Εκκλησία εκμεταλλεύτηκε συναινώντας με την άποψη, ότι έθνος και Εκκλησία συμπορεύονται. Όταν λείπει ή είναι μειωμένη αυτή η συμπόρευση πολλοί φοβούνται ότι σβήνει και η Εκκλησία. Να αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στα χρόνια της αθεΐας του Χότζα στην Αλβανία πολλοί πίστεψαν ότι η Εκκλησία, αλλά και οι άλλες θρησκείες έσβησαν οριστικά και αμετάκλητα. Ξεχνούσαν ότι η πίστη βρισκόταν κρυμμένη στις ψυχές των ανθρώπων. Κι όταν το έθνος αυτό άλλαξε πορεία, η Εκκλησία όχι απλά επανεμφανίστηκε, αλλά έλαμψε με την παρουσία της και έδωσε να κατανοήσουν ότι «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Σεβόμαστε το έθνος μας, αλλά ο νους μας και η μέριμνά μας βρίσκονται στην αποστολή της Εκκλησίας που είναι πίστη στο σταυρωμένο και αναστημένο Ιησού και ο εθνοφυλετισμός δεν έχει τη δύναμη να καταπιεί την ύπαρξή της.
Εσείς γίνατε κληρικός όταν έκλεισε ο κύκλος της διδασκαλίας στα σχολεία. Γιατί λάβατε αυτή την απόφαση; Τι σήμαινε για εσάς να ενδυθείτε το ράσο;
Μετά από τριανταεπτά χρόνια διακονίας στο χώρο της παιδείας και της εκπαίδευσης επιθυμούσα να ολοκληρώσω την πορεία της ζωής μου διακονώντας το θυσιαστήριο. Ήταν ένα όνειρο από τα παιδικά μου χρόνια που συνοδεύτηκε από τη σκέψη, ότι αυτό έπρεπε να γίνει με τη συναίνεση της συζύγου και των τεσσάρων παιδιών, ώριμων πια για να καταλήξουν σε μια τέτοια προτροπή. Το να ενδυθώ το ράσο σήμαινε και σημαίνει για μένα τέλεση μαζί με τους ενορίτες μου των μυστηρίων της Εκκλησίας με τρόπο ιεραποστολικό. Είναι ένας στόχος για επανακατήχηση όλων μας έτσι όπως το έζησαν οι πιστοί της πρώτης Εκκλησίας. Σ’ αυτό βοηθούν όλοι μας με πρώτο και κύριο βοηθό τη σύντροφο της ζωής μου.
Στη Βουλή πλέον έχουμε την παρουσία ενός κόμματος που μιλά για θέματα που φαίνεται ότι έχουν λυθεί εδώ και δεκαετίες. Αναφέρεται στην «αγνότητα» και επικαλείται τα χριστιανικά ήθη. Μάλιστα πριν από τις εκλογές ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών προέβη σε μια δήλωση φωτογραφίζοντας τον συγκεκριμένο πολιτικό σχηματισμό. Έχει θέση η Εκκλησία στη Βουλή;
Πιστεύω ότι η Εκκλησία δεν έχει θέση στη Βουλή. Η «αγνότητα» και «τα χριστιανικά ήθη» είναι υπόθεση προσωπικής στάσης και εσωτερίκευσης της διδασκαλίας του Χριστού. Από κανένα φορέα, ακόμα και από την ίδια της Εκκλησία δεν μπορεί να επιβληθούν με το έτσι θέλω. Ο Χριστός είπε όποιος θέλει να έρθει πίσω μου ας απαρνηθεί το εαυτό του και ας με ακολουθήσει. Και τους εκπροσώπους του εβραϊκού κατεστημένου που τον ρώτησαν, αν έπρεπε να δίνουν φορολογία στον καίσαρα απάντησε «απόδοτε τα του καίσαρος τω καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ». Αν υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να επιβάλουν ή να προτρέψουν τον κόσμο σε ένα τρόπο ζωής όπως αυτοί το επιθυμούν είναι λάθος, επειδή είναι υπόθεση της πολιτικής, από την οποία πόρω απέχει από το πνεύμα της ελευθερίας, το οποίο εκφράζει η Εκκλησία.
Πριν από λίγα χρόνια αναγνώσατε το Ευαγγέλιο στη Δημοτική γλώσσα, βαφτίσατε το παιδί ενός ομόφυλου ζευγαριού. Αυτά «προκάλεσαν» τα χρηστά ήθη κάποιων. Τελικά τι κινδυνεύει περισσότερο; Η ηθική ή η πίστη μας;
Εδώ υπάρχει μια παρεξήγηση. Ποτέ δεν διάβασα το Ευαγγέλιο σε μετάφραση, γιατί η γλώσσα του Ευαγγελίου είναι απόλυτα κατανοητή, φθάνει να απαγγέλλεται σωστά. Διαβάζουμε το αποστολικό ανάγνωσμα και στο πρωτότυπο και στη μετάφρασή του , γιατί κατά κοινή ομολογία τα κείμενα αυτά είναι δυσνόητα . Μάλιστα πρόσφατα εκδόθηκε ένα βιβλίο που γράψαμε με τη σύζυγο πάνω στα αποστολικά αναγνώσματα όλων των Κυριακών του έτους για να λειάνουμε τα δύσκολα σημεία και να δώσουμε αφορμή για αναστοχασμό.
Τώρα ως προς τη βάφτιση του παιδιού την κηδεμονία του οποίου έχει ένας από τους δύο ανθρώπους που έχουν κάνει σύμφωνο συμβίωσης, το βάφτισα γιατί τα δυο αυτά παιδιά με πολλή ευλάβεια προσήλθαν και μου το ζήτησαν. Ο ένας από τους δυο είναι μάλιστα πνευματικό μου παιδί.
Αυτή η κίνηση δεν σήμαινε ότι δέχομαι τον γάμο των ομοφυλοφίλων καθώς κυκλοφόρησε από αυτούς του «κάποιους». Στην Εκκλησία δεν κάνουμε λόγο για «χρηστά ήθη». Αυτή είναι έκφραση εκείνων των ανθρώπων οι οποίοι νομίζουν, ότι στηρίζουν με τον δικό τους τρόπο τη θρησκεία, ξεχνώντας ότι η Εκκλησία δεν είναι θρησκεία αλλά τρόπος ζωής. Και στην περίπτωση αυτή η πίστη είναι διαρκής πορεία βίωσης της Αλήθειας που είναι ο Χριστός.
Ποια είναι η θέση της γυναίκας στην Εκκλησία; Μπορεί ένα κορίτσι να «ντύνεται παπαδάκι»;
Η θέση της γυναίκας είναι ισότιμη με αυτή του άνδρα. Ο ίδιος ο Χριστός σεβάστηκε τη γυναίκα της έδωσε ισότιμο ρόλο μέσα στην κοινωνία. Την έβγαλε από την κουζίνα. Στην περίπτωση π.χ. της Μάρθας και της Μαρίας δικαίωσε την Μαρία, η οποία παρακολουθούσε τη διδασκαλία του λέγοντας στη αδελφή της «Μάρθα Μάρθα μεριμνάς και τυρβάζει περί πολλά, Μαρία δε την αγαθήν μερίδα εξελέξατο ήτις ούκ αφαιρεθήσεται απ’ αυτής». Και στο Σταυρό και στην Ανάστασή Του οι γυναίκες βρέθηκαν να είναι μάρτυρες των γεγονότων. Και ο Απόστολος Παύλος κήρυξε ενάντια στην υπάρχουσα διαφορετικότητα ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες. Στην πρώτη Εκκλησία έχουμε γυναίκες διακόνισσες να κατέχουν δηλαδή τον πρώτο βαθμό ιερωσύνης. Ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος επαίνεσε με ομιλία του την Ολυμπιάδα, η οποία ήταν διακόνισσα. Στο χώρο των ασκητών δεν υπήρχαν μόνο γέροντες (αββάδες), αλλά και γερόντισσες (αμάδες) με θαυμάσιες ιστορίες πνευματικότητος. Στα νεότερα χρόνια εμφανίστηκε η Εκκλησία να ανδροκρατείται. Και σήμερα ο ρόλος της γυναίκας είναι αρκετά υποβαθμισμένος. Ένα κορίτσι θα μπορούσε ντύνεται παπαδάκι υπηρετώντας έξω από το ιερό την τέλεση της Θ. Ευχαριστίας. Λέω έξω από το ιερό γιατί από ό,τι φαίνεται απέχουμε πολύ να δεχτούμε τα παιδιά αυτά όπως τα αγόρια να υπηρετούν στο ιερό.