Τσίπρας: Δικαιούσαι να πέφτεις, μπορείς να ξανασηκωθείς;
Όταν, τον πρώτο καιρό μετά την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη στην ηγεσία, αρκετά στελέχη του ΠΑΣΟΚ έθεταν δημόσια ως στόχο να προσπεράσουν τον ΣΥΡΙΖΑ, έγραφα για μικρομεγαλισμό και ψευδαισθήσεις. Ομολογώ πως δεν είναι υπολογίσει ότι η συριζαϊκή βαβέλ θα μπορούσε να χάσει τόσο πολύ την γείωση με την πραγματικότητα και να κάνει τόσα πολλά λάθη σε τόσο σύντομο χρόνο και δη σε προεκλογική περίοδο.
Τώρα, όλα είναι πιθανά. Όχι επειδή η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έχει ανακαλύψει την φλέβα της κεντροαριστεράς, ή έχει αποκτήσει το αχόρταγο βλέμα του “challenger”. Μετά όσα συνέβησαν τα τελευταία δύο χρόνια στη χώρα, τρεις μονάδες αύξηση του ποσοστού δεν είναι και πολιτικός σεισμός. Ό,τι έχει κερδίσει το ΠΑΣΟΚ το οφείλει στην κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, στο γεγονός ότι ένα κόμμα που έγραψε πολιτική ιστορία απώλεσε κάθε επαφή με τις τάσεις της κοινωνίας και με τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού. Σε τέτοιο βαθμό, μάλιστα, που να μην καταστεί εφικτό να το διασώσει ο χαρισματικός αρχηγός του, ο οποίος υπονομεύθηκε από το κόμμα του αλλά και υπονόμευσε ο ίδιος τον εαυτό του.
Η αγωνία του Αλέξη Τσίπρα να πείσει πως ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν και θα είναι και στο μέλλον κόμμα εξουσίας είναι έκδηλη και είναι και πραγματική. Ακριβώς επειδή αυτό θα κριθεί, τελικά, στις 25 Ιουνίου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη θριαμβεύσει και θα καταγάγει μία ακόμα μάλλον εύκολη νίκη-τρόπαιο, αντίπαλος του είναι μόνο η αναδιάταξη στην “ουρά” του πολιτικού αστερισμού, τι θα συμβεί, δηλαδή, με την είσοδο των μικρότερων κομμάτων στη Βουλή. Χωρίς, φυσικά, να κινδυνεύει η αυτοδυναμία της Ν.Δ απ΄ αυτό. Ισχυρή και ασφαλής θα είναι, είτε κινηθεί στα ίδια περίπου ποσοστά με την 21η Μαϊου, ακόμα, δε, περισσότερο εάν το εκλογικό της ποσοστό αυξηθεί.
Και φυσικά, με ένα πολυδιασπασμένο σύστημα αντιπολίτευσης, κινδυνεύει μόνο από τον εαυτό του και από το εάν θα ενοχλήσει κάποιους η παντοδυναμία του. Αυτό θα φανεί μετά από αρκετό καιρό. Εφόσον προσέξει και δεν πάθει πολιτικό βέρτιγκο έχει, για πρώτη φορά στην μεταπολίτευση για πολιτικό, ελπίδες και για τρίτη θητεία.
Το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το παρελθόν του. Από το γεγονός, δηλαδή, ότι ένας ράθυμος κομματικός μηχανισμός έδρασε περισσότερο ως άθροισμα προσωπικοτήτων, φιλοδοξιών και εμμονών, χωρίς επαγγελματική ενορχήστρωση, και δεν κατόρθωσε επί μία δεκαετία να δημιουργήσει ρίζες στην κοινωνία, στα πανεπιστήμια, στα επιμελητήρια, στα σωματεία, στην τοπική αυτοδιοίκηση. Ούτε καν να “δανειστεί” εμπειρία και στελέχη από το έμπειρο ΠΑΣΟΚ. Είναι αμέτρητες οι ιστορίες τοπικών στελεχών που βρήκαν κλειστές πόρτες των ανά την επικράτεια οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούμενες αυτοδιοικητικές εκλογές, όπως και εκείνες με στελέχη της αγοράς που ήθελαν επικοινωνία και δεν κατόρθωσαν ποτέ να έρθουν σε επαφή με ανθρώπους κοντά στον Αλέξη Τσίπρα. Μία ιδιότυπη πολιτική καραντίνα είχε στηθεί για αρκετά χρόνια και πολλοί αντιμετωπίζονταν ως μολυσμένοι, όσοι δε μπόρεσαν να φτάσουν στα άδυτα των αδύτων έγινε με πολύ κόπο και χρειάστηκε πολύς χρόνος.
Για να είμαστε δίκαιοι, βήματα έγιναν και πιστώνονται σχεδόν όλα στον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα. Πολύ αργά και πολύ διστακτικά όμως.
Τώρα, ο μεγάλος εχθρός είναι η απογοήτευση. Και του κόσμου (των ψηφοφόρων) που δεν έχει πιά την συγκολλητική ουσία της επιστροφής στην εξουσία σε ορατό χρόνο, αλλά και πολλών στελεχών που προτιμούν την αλληλοεπίρριψη ευθυνών από την ταχύτατη ανασυγκρότηση. Εκείνων που θεωρούν ότι “το παιχνίδι τελείωσε” και ίσως θα αναζητήσουν την σιγουριά της απόστασης στο περίβλημα ενός μικρότερου κόμματος για λίγους και “εκλεκτούς”. Η απογοήτευση είναι κολλητική, διαπερνά τους πάντες, φαίνεται και στον ίδιο τον πρόεδρο του κόμματος. Μόνο εκείνος, όμως, μπορεί να υπερβεί αυτό το συναίσθημα που οδηγεί ακόμα και σε αναχωρητισμό.
Διότι, τελικά, η μοναδική πηγή δύναμης για επανεκκίνηση είναι η πλήρης αναγνώριση των λαθών, η γενναία εξομολόγηση για κάθε “ναι” που κακώς είπε και για κάθε “όχι” που δεν έπρεπε να πει. Η τάση δεν τον ευνοεί (φαίνεται ακόμα και τώρα, από τον τρόπο που η Ν.Δ μπορεί να αλλάζει την προεκλογική ατζέντα- π.χ Ροδόπη) και μία νέα υποχώρηση θα δημιουργήσει συνθήκες διάλυσης. Όμως, χωρίς αυτόν, ακόμα και με μία εναλλαγή με ένα δημοφιλές και μετριοπαθές αλλά δυναμικό πρόσωπο με ευρύτερη επιρροή -όπως, για παράδειγμα, η Έφη Αχτσιόγλου-, η κατιούσα θα συνεχιστεί, ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα απαιτηθεί πολύ περισσότερος χρόνος για την ανάκαμψη.
Τα λογής λογής συστήματα επιρροής θέλουν επιστροφή σε έναν καχεκτικό δικομματισμό παλαιού τύπου με ένα μικρό ΠΑΣΟΚ. Ακόμα και ηττημένος και παραπαίων, ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει μία αφορμή αντιστροφής των πραγμάτων. Ο χρόνος δεν είναι με το μέρος του, αλλά το ζήτημα είναι πώς τον αξιοποιεί κανείς και πώς τον συντομεύει. “Δικαιούσαι να πέφτεις, επιβάλλεται να ξανασηκωθείς”, λέει. Το πιστεύει πραγματικά; Εάν είναι να ξανασηκωθεί, όμως, με τις ίδιες νοοτροπίες, αναγνώσεις και τα ίδια πρόσωπα, τότε ίσως είναι καλύτερο να μην ξοδέψει τώρα ότι πολιτικό κεφάλαιο διαθέτει ακόμα…