Κομισιόν: Πιέσεις για έλλειμμα και δαπάνες
Η Κομισιόν την Τετάρτη, 24 Μαΐου θα δημοσιεύσει τις συστάσεις οικονομικής πολιτικής σε κάθε κράτος – μέλος ξεχωριστά, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, δηλαδή της τακτικής διαδικασίας οικονομικής επιτήρησης των κρατών από τις Βρυξέλλες. Παρά τη γενικά καλή εικόνα της οικονομικής πολιτικής, την οποία σκιαγράφησε τον Νοέμβριο η Κομισιόν στην πρώτη έκθεση μεταπρογραμματικής εποπτείας, η πίεση από τις Βρυξέλλες αναμένεται να εστιασθεί στις δαπάνες, καθώς στην Ελλάδα καταγράφηκε μετά το ξέσπασμα της πανδημίας και, στη συνέχεια, με την ενεργειακή κρίση μια από τις μεγαλύτερες αυξήσεις δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρώπη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως ανέφερε την περασμένη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη μηνιαία έκθεσή της, το 2021 η Ελλάδα ήταν δεύτερη στην Ευρώπη μετά τη Γαλλία, με βάση τις δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Έως τώρα, με τη βοήθεια και του πληθωρισμού που «φούσκωσε» τα δημόσια έσοδα, αυτή η έξαρση των δαπανών δεν έχει προκαλέσει δημοσιονομικές ανισορροπίες, ωστόσο στις Βρυξέλλες δεν παύουν να ανησυχούν και να πιέζουν για τη δραστική μείωση όλων των δαπανών που συνδέονται με προγράμματα στήριξης των νοικοκυριών για την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό.
Από την πλευρά της κυβέρνησης έχει γίνει ήδη προσπάθεια προσαρμογής στις συστάσεις των Ευρωπαίων, με χαρακτηριστικότερη περίπτωση την αλλαγή που έχει ήδη γίνει στις επιδοτήσεις για το ρεύμα. Η Κομισιόν ζητούσε μετ’ επιτάσεως να σταματήσουν οι οριζόντιες επιδοτήσεις, ανεξαρτήτως εισοδημάτων και ενεργειακής κατανάλωσης, κάτι που έχει ήδη συμβεί, καθώς η επιδότηση περιορίσθηκε μόνο σε καταναλώσεις μέχρι 500 κιλοβατώρες τον μήνα και για τις υψηλότερες καταναλώσεις συνδέθηκε με τον (μάλλον άπιαστο…) στόχο της μείωσης κατανάλωσης τουλάχιστον κατά 15%.
- Στην εαρινή έκθεση προβλέψεων, η Κομισιόν σημείωνε ότι ο προϋπολογισμός βρίσκεται σε τροχιά περαιτέρω μείωσης του ελλείμματος το 2023, ακόμη και με τον υπολογισμό δύο νέων παροχών που δόθηκαν από την κυβέρνηση, καθώς, από την άλλη πλευρά, έχουν περικοπεί κοντά στο μηδέν οι δαπάνες στήριξης για την ενεργειακή κρίση.
«Μετά το καλύτερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα το 2022, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να συρρικνωθεί περαιτέρω στο 1,3% το 2023», τόνιζε η Κομισιόν.
«Αυτό μπορεί να αποδοθεί κυρίως στη σταδιακή κατάργηση των υπολοίπων μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία (τα οποία εκτιμάται ότι ανήλθαν σε 1,5 % του ΑΕΠ το 2022) και σε σημαντική μείωση του κόστους των μέτρων για τον μετριασμό των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων υψηλών τιμών ενέργειας (από 2,5% του ΑΕΠ το 2022 σε 0,2% το 2023). Ταυτόχρονα, η αύξηση των μισθών του Δημοσίου και των κοινωνικών παροχών αναμένεται να παραμείνει υποτονική. Η πρόβλεψη συνυπολογίζει επίσης δύο προσωρινά μέτρα για την αντιμετώπιση πληθωριστικών πιέσεων με εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος 0,3% του ΑΕΠ: α) κουπόνι ύψους 35 EUR μηνιαίως για την περίοδο Φεβρουαρίου-Ιουλίου 2023 για νοικοκυριά που πληρούν ορισμένα εισοδηματικά κριτήρια και β) εφάπαξ επίδομα σύνταξης για συνταξιούχους, των οποίων η σύνταξη δεν υπόκειται επί του παρόντος σε τιμαριθμική αναπροσαρμογή».
Το ενδιαφέρον για τις συστάσεις της Κομισιόν εστιάζεται κυρίως σε δύο σημεία:
- Ποιες συστάσεις θα γίνουν στο πεδίο της πολιτικής για τη φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές, δεδομένου ότι στην προεκλογική περίοδο η ΝΔ περιέλαβε στο πρόγραμμα της αρκετές ελαφρύνσεις, που μένει να φανεί αν θεωρείται και από τις Βρυξέλλες ότι συνάδουν με την απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή του 2023 και των επόμενων ετών. Πάντως, από την πλευρά της κυβέρνησης έχει υποστηριχθεί ότι το κόστος όλων των μέτρων έχει ενταχθεί στους υπολογισμούς για τη δημοσιονομική πολιτική των επόμενων ετών.
- Τι θα συστήσει η Κομισιόν για τη μακροπρόθεσμη επίτευξη του στόχου για τη βιωσιμότητα του χρέους και, κυρίως, για το ελάχιστο απαιτούμενο πρωτογενές πλεόνασμα που θεωρείται ότι είναι συμβατό με τη βιωσιμότητα του χρέους. Στην ανάλυση βιωσιμότητας, η Επιτροπή έχει υπολογίσει σε 2,3% του ΑΕΠ τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα των επόμενων ετών, ενώ στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έχει υποβάλει η κυβέρνηση προβλέπεται μια σταδιακή προσαρμογή, με το πλεόνασμα να αυξάνεται από 1,1% φέτος σε 2,5% το 2026.
Σημειώνεται ότι παραμένει σε εκκρεμότητα και η δημοσίευση της δεύτερης έκθεσης μεταπρογραμματικής εποπτείας από την Κομισιόν, η οποία αναμένεται να εστιάσει, μεταξύ άλλων, στη νέα μεγάλη συσσώρευση απλήρωτων υποχρεώσεων από το Δημόσιο, με την οποία ανατράπηκε η καλή πορεία των τελευταίων ετών για συμφωνημένη με τους δανειστές μείωση των καθυστερήσεων.