Δραγασάκης στο libre: “Σύμμαχος της κερδοσκοπίας η κυβέρνηση”

 Δραγασάκης στο libre: “Σύμμαχος της κερδοσκοπίας η κυβέρνηση”

«Κάθε συζήτηση για μεγάλο συνασπισμό δεν έχει βάση», δηλώνει στη συνέντευξη του στο libre o πρώην αντιπρόεδρος και υπουργός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, Γιάννης Δραγασάκης o οποίος θα είναι υποψήφιος βουλευτής του Δυτικού Τομέα Αθηνών.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλά για την οικονομία, τον στόχο του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, να είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές για να δημιουργηθεί προοδευτική κυβέρνηση και μιλά για τον «παλαιό» και τον «νέο» δικομματισμό.

Όπως λέει χαρακτηριστικά «το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα είχε χαρακτηριστικά ενός συναινετικού δικομματισμού. Δεν υπήρχε απλώς πολιτική συναίνεση μεταξύ των δυο μεγάλων κομμάτων αλλά είχαν διαμορφωθεί και κοινά πελατειακά δίκτυα και κοινά συστήματα διαπλοκής, λειτουργώντας ως ένα κλειστό καρτέλ. Από το 2012 και μετά το πολιτικό σύστημα έχει τα χαρακτηριστικά ενός ανταγωνιστικού διπολισμού».

Συνέντευξη

Κύριε Πρόεδρε, οι εκλογές ανακοινώθηκαν από τον πρωθυπουργό. Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, είναι έτοιμος να διεκδικήσει την νίκη και να σχηματίσει κυβέρνηση “προοδευτικής συμμαχίας” αμέσως μετά τις 21 Μαΐου;

Ναι, αυτός είναι ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ, να είναι το πρώτο κόμμα. 

  • Αν αυτό συμβεί, θα μπούμε σε μια φάση πυκνών διεργασιών και ανακατατάξεων  και στο πολιτικό σύστημα και στην κοινωνία που ως αποτέλεσμα μπορούν να έχουν μια ισχυρή προοδευτική κυβέρνηση.

Ωστόσο θα χρειαστεί σκληρή μάχη μέχρι την τελευταία στιγμή καθώς το σύστημα Μητσοτάκη θα κάνει τα πάντα για να αποτρέψει την ήττα του.

Κύριε Δραγασάκη, αυτό που ζούμε σήμερα είναι μια «ευημερία» που δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με την πραγματικότητα.  Τα «κουπόνια» για τη βενζίνη ή το περίφημο «καλάθι του νοικοκυριού» δείχνουν μάλλον φτωχοποίηση. Γιατί δεν αντιμετωπίζεται η ακρίβεια στα τρόφιμα, όταν οι τιμές των καυσίμων δηλαδή ο βασικός παράγοντας που την προκάλεσε, έχουν πέσει;

Διότι ο πληθωρισμός από εξωγενής έχει γίνει ενδογενής. Η επιμονή της ακρίβειας στα τρόφιμα, στα καύσιμα κ.ά. αντανακλά τον ολιγοπωλιακό έλεγχο πολλών τομέων της οικονομίας και τις ευθύνες της κυβέρνησης η οποία ούτε τον ΦΠΑ στα τρόφιμα μείωσε ούτε στοιχειώδη έλεγχο της  αγοράς  επιχείρησε. Αντίθετα λειτουργεί ως σύμμαχος της κερδοσκοπίας.

Υπάρχει κάποια συνταγή για το αναπτυξιακό μοντέλο που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα;

Συνταγή όχι, αλλά υπάρχουν κριτήρια και ανάγκες βιωσιμότητας που πρέπει να πέτυχουμε για να νοιώθουμε ασφαλείς, ότι δεν θα πάμε και πάλι σε περιπέτειες.

Τα βασικά κριτήρια τα έχει υποδείξει ο ΟΗΕ με τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης και τα είχαμε ενσωματώσει στην αναπτυξιακή στρατηγική για βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη «Ελλάδα 2030», που είχαμε διαμορφώσει ως κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση της ΝΔ αντί να χτίσει πάνω σε αυτήν, την εγκατέλειψε και στράφηκε στο μοντέλο του παρελθόντος. Όμως το υφιστάμενο παραγωγικό μοντέλο σε συνδυασμό με το αποδιαρθρωμένο και πελατειακό κράτος δεν είναι βιώσιμο ούτε από οικονομική ούτε από κοινωνική ούτε από οικολογική  άποψη.

Είναι υπέρμετρα εξαρτημένο από τον τουρισμό, στηρίζεται κυρίως στη φτηνή εργασία και όχι στη γνώση και την καινοτομία, δεν δημιουργεί ποιοτικές θέσεις εργασίας, δημιουργεί, αντιθέτως, ενδογενή ελλείμματα, χρέη και ανισότητες. Με την κυβέρνηση Μητσοτάκη όλες οι προϋπάρχουσες παθογένειες μεγεθύνθηκαν και προστέθηκαν νέες. Η περίοδος 2024-2027 είναι εξαιρετικά κρίσιμη. Αν υπάρξει μια ισχυρή προοδευτική κυβέρνηση και κάνει τα αναγκαία, η χώρα μπορεί να γυρίσει σελίδα. Διαφορετικά, αν χαθεί και η επόμενη τετραετία, προσωπικά δεν αποκλείω το υπέρογκο χρέος και το έλλειμμα του ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών να τεθούν εκτός ελέγχου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία και τις προοπτικές της.

Σήμερα τα επιτόκια χορηγήσεων είναι υψηλά και τα επιτόκια των καταθέσεων χαμηλά. Αυτό δημιουργεί μεγάλη πίεση κυρίως στους δανειολήπτες. Αν ερμηνευτεί ως φαινόμενο θα δούμε ότι οι πελάτες των τραπεζών χρηματοδοτούν, τα κέρδη των τραπεζών. Πώς θα μπορούσε η κυβέρνηση να διαχειριστεί το ζήτημα όταν αυτό είναι παγκόσμιο και δεν αφορά μόνο την Ελλάδα;

Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο και ελληνικό ταυτόχρονα. Είναι παγκόσμιο διότι οι κεντρικές τράπεζες είναι παγιδευμένες. Αντιμέτωπες ταυτόχρονα με έναν πληθωρισμό που δεν είχαν προβλέψει και την απειλή μιας παγκόσμιας ύφεσης από την υπέρμετρη άνοδο των επιτοκίων, πάνε μια μπρος μια πίσω, αναζητώντας μια πολιτική κατεύθυνση που ο κατακερματισμένος κόσμος δεν μπορεί να τους προσφέρει. Στο κλίμα αυτό οι ελληνικές τράπεζες νόμισαν πως βρήκαν την ευκαιρία να αυξήσουν τα κέρδη τους σε βάρος τόσο των καταθετών -αυξάνοντας το επιτοκιακό χάσμα ανάμεσα σε χορηγήσεις και καταθέσεις, όσο και των δανειοληπτών -που άφησαν εκτεθειμένους σε υπέρογκες ανατιμήσεις. Έφτασαν να συζητούν ακόμη και διανομή μερίσματος (!) ενώ αυτό που πρέπει να κάνουν είναι να «χτίσουν» ανθεκτικότητα, να προχωρήσουν αυτοβούλως σε επανακαθορισμό των δόσεων ώστε τα δάνεια να μείνουν εξυπηρετήσιμα όσο διαρκεί η άνοδος των επιτοκίων.

Για τους πλέον ευάλωτους οφειλέτες πρέπει να υπάρξουν προγράμματα με τη συμμετοχή του κράτους που να προβλέπουν διαμοιρασμό του αυξημένου κόστους ανάμεσα στις τράπεζες, το κράτος και τους δανειολήπτες. Οι τράπεζες θα είναι ασυγχώρητες αν με δική τους ευθύνη οδηγηθούμε και πάλι σε νέες γενιές κόκκινων δανείων.

Το Υπερταμείο και η επιρροή του ρόλου του στην διαχείριση της ελληνικής οικονομίας μπορεί να αλλάξει μετά τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η χώρα το 2015;

Το Υπερταμείο δεν δεσμεύεται να προχωρήσει σε ιδιωτικοποιήσεις, χάρη σε όσα κέρδισε στη διαπραγμάτευση του 2015 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Έχει ως στόχο την ανάπτυξη των επιχειρήσεων που εντάσσονται σε αυτό καθώς λειτουργεί ως εγγύηση για το αναληφθέν χρέος.

  • Άρα μπορεί να παίξει σημαντικό αναπτυξιακό ρόλο και με την υφιστάμενη δομή, αρκεί να υπάρχει η αναγκαία βούληση και ώθηση της κυβέρνησης, δεδομένου ότι ο εκάστοτε υπουργός οικονομικών έχει τον τελευταίο λόγο.

Αυτό δεν αποκλείει λειτουργικά ή αλλά προβλήματα να αντιμετωπιστούν ή να γίνουν αντικείμενο επανεξέτασης.

Στην πολιτική ατζέντα κυριάρχησε τις τελευταίες ημέρες το θέμα του προσώπου του μελλοντικού πρωθυπουργού. Και φαίνεται ότι ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ συμφωνούν ότι πρωθυπουργός πρέπει να είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος. Υπάρχουν άλλα πεδία στα οποία θα μπορούσατε να συμφωνήσετε για σχηματιστεί μια κυβέρνηση «μεγάλου» συνασπισμού;

Στο παρελθόν, το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα είχε χαρακτηριστικά ενός συναινετικού δικομματισμού. Δεν υπήρχε απλώς πολιτική συναίνεση μεταξύ των δυο μεγάλων κομμάτων αλλά είχαν διαμορφωθεί και κοινά πελατειακά δίκτυα και κοινά συστήματα διαπλοκής, λειτουργώντας ως ένα κλειστό καρτέλ.

Από το 2012 και μετά το πολιτικό σύστημα έχει τα χαρακτηριστικά ενός ανταγωνιστικού διπολισμού: ανταγωνιστικές αξίες, ανταγωνιστικές αναπτυξιακές στρατηγικές ανταγωνιστικά κοινωνικά συμφέροντα.

Επομένως κάθε συζήτηση για μεγάλο συνασπισμό δεν έχει βάση. Εκείνο που πρέπει να μας απασχολήσει είναι πως, μακράς εμβέλειας στρατηγικές επιλογές θα αποκτούν αυξημένη κοινωνική αποδοχή και πολιτική δεσμευτικότητα.

  • Για φέρω ένα παράδειγμα από τη συγκυρία, αν θέλουμε ως χώρα να επενδύσουμε στον σιδηρόδρομο ή στους δρόμους και τα αεροπλάνα, αυτή είναι μια επιλογή που συνεπάγεται τη δέσμευση τεράστιων πόρων σε μακροχρόνια βάση, έχει ευρύτερες συνέπειες στη στρατηγική των επιχειρήσεων, των περιφερειών, το εμπόριο, ακόμη και στη διεθνή διασυνδεσιμότητα της χώρας.

Άρα, η όποια επιλογή πρέπει να έχει συνέχεια και σταθερότητα. Πρέπει να είναι προϊόν ευρύτατου επιστημονικού, κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου και ενδεχομένως θα πρέπει να εγκρίνεται από τη Βουλή με αυξημένη πλειοψηφία ώστε να έχει και αυξημένη θεσμική δεσμευτικότητα.

Στις εκλογές του 2009 δεν ήσασταν υποψήφιος εφαρμόζοντας τότε όσα προέβλεπε το Καταστατικό του ΣΥΝ που ανέφερε ότι όσοι είχαν δύο συνεχόμενες θητείες στη Βουλή δεν θα είναι υποψήφιοι. Υπάρχει ανάλογη πρόβλεψη στο καταστατικό του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ;

Ναι υπάρχει. Απλώς το όριο έχει ορισθεί στις τρεις πλήρεις θητείες. Προφανώς ο περιορισμός αυτός δεν ισχύει για τους ή τις προέδρους του κόμματος.

Σχετικά Άρθρα