Πολιτικά ερωτήματα μετά την εντολή Ντογιάκου – Πόσο συνδέεται με προσπάθεια συμψηφισμού; Η πρώτη αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης
Το ερώτημα αν στη Δικαιοσύνη υπάρχει πραγματική βούληση ώστε να καταλογιστούν πράγματι οι ευθύνες για το πολύνεκρο δυστύχημα ή αν εναρμονίζεται με τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς για διάχυσή ώστε να μετριαστεί το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση πλανάται μετά την πρωτοβουλία του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για επανεκκίνηση έρευνας σχετικά με το δυστύχημα στο Άδεντρο του 2017.
Η πρωτοβουλία του Ισίδωρου Ντογιάκου, αντικειμενικά, συνδέεται με την επιστολή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ένα 24ωρο νωρίτερα. Σε αυτήν ο πρωθυπουργός δεν ζητούσε απλά την γρήγορη διεκπεραίωση των ερευνών αλλά εστίαζε και στο περιεχόμενο της έρευνας ζητώντας να υπάρξει αναζήτηση «συστημικών σφαλμάτων στον τομέα των σιδηροδρόμων, περιλαμβανομένης και της τυχόν καθυστέρησης στην ολοκλήρωση της απαιτούμενης τεχνολογικής αναβάθμισης των σχετικών υποδομών».
Στην τελευταία του ανάρτηση ο Κυριάκος Μητσοτακης κατέστησε σαφή την πρόθεσή του να αναζητηθούν ευθύνες σε όσους «κυβέρνησαν την χώρα εδώ και χρόνια».
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως δεν είναι η πρώτη φορά το τελευταίο διάστημα που μια παρέμβαση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου εγείρει ερωτηματικά ως προς την σκοπιμότητά της μια και ο τρόπος που λειτούργησε ο ανώτατος δικαστικός λειτουργός και στην υπόθεση των υποκλοπών προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις σύσσωμης της αντιπολίτευσης.
Παράλληλα έχουν ήδη ξεκινήσει οι εργασίες της 3μελούς επιτροπής, με πρόσωπα που επέλεξε η κυβέρνηση, σχετικά με την διερεύνηση του δυστυχήματος. Πρόκειται για ένα άτυπο όργανο που επίσης έχει λάβει πολιτικές εντολές από τον μεταβατικό υπουργό Μεταφορών και στενό συνεργάτη του πρωθυπουργού Γιώργο Γεραπετρίτη προκειμένου να διερευνήσει «τις αδράνειες που υπήρξαν διαχρονικά». Δηλαδή και αυτή η έρευνα είναι προσανατολισμένη στην λογική της διάχυσης ευθυνών και καθόλου εστιασμένη στις ευθύνες της διακυβέρνησης που υφίσταται τα τελευταία 3 χρόνια πριν το δυστύχημα. Μάλιστα το πόρισμα της επιτροπής αυτής – σύμφωνα με όσα έχει δηλώσει ο ίδιος ο πρωθυπουργός – θα περιλαμβάνεται υποχρεωτικά στην δικογραφία που θα σχηματιστεί. Άρα σε σημαντικό βαθμό θα επηρεάσει και την πορεία της δικαστικής έρευνας. Στα παραπάνω δεν μπορεί παρά να προσμετρηθεί αρνητικά το ότι στην αρχική δήλωσή του για τα αίτια της τραγωδίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης προκατέβαλε τα πορίσματα των ερευνών αναφέροντας πως «το δράμα οφείλεται, δυστυχώς, κυρίως σε τραγικό ανθρώπινο λάθος».
Τα ανησυχητικά σημάδια σχετικά με την διερεύνηση της τραγωδίας ενισχύονται και από το γεγονός ότι ακόμη δεν έχουν αντικατασταθεί οι διοικήσεις των δύο οργανισμών που έχουν τις ευθύνες για την λειτουργία του σιδηροδρομικού δικτύου: Δηλαδή του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ. Θυμίζουμε ότι σύμφωνα με δέσμευση του πρωθυπουργού οι διοικητές έχουν υποβάλλει τις παραιτήσεις τους.
- Η προαναφερθείσα εικόνα υπάρχει την ίδια στιγμή που η αντιπολίτευση υποδεικνύει συγκεκριμένα πεδία που χρήζουν άμεσης έρευνας προκειμένου να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα που έχουν προκύψει.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται το ζήτημα της μετάταξης του «μοιραίου σταθμάρχη» η οποία φέρεται να έγινε με «παράκαμψη» του ηλικιακού ορίου των 48 ετών που προβλέπονταν στην ισχύουσα νομοθεσία για τις μετατάξεις. Εξίσου σημαντικές είναι και οι καταγγελίες των σταθμαρχών για το σταμάτημα λειτουργίας του κέντρου τηλεδιοίκησης από το καλοκαίρι του 2019, όπως και οι λόγοι που σταμάτησε η λειτουργία του δευτεροβάθμιου κέντρου ελέγχου του δικτύου το 2020.
Τέλος είναι εμφανές ότι πολλές απαντήσεις πρέπει να αναζητηθούν στη συμφωνία ανάμεσα στην κυβέρνηση και την ΤΡΑΙΝΟΣΕ το 2020. Ιδίως από την στιγμή που σύμφωνα με δημοσίευμα της «Εφημερίδας των Συντακτών» αυτή άλλαξε το 2022 απαλλάσοντας την εταιρία από την υποχρέωση επενδύσεων της τάξης των 600 εκατομμυρίων με την ταυτόχρονη απάλειψη της υποχρέωσης του δημοσίου να ολοκληρώσει την εγκατάσταση και την λειτουργία συστημάτων ασφάλειας.
- Η παραγγελία του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης προκάλεσε την αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η πρώτη αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στην έρευνα που παρήγγειλε ο Ι. Ντογιάκος ήταν απολύτως ξεκάθαρη: «Ασφαλώς και να γίνει» ανέφερε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης με την επισήμανση φυσικά πως «οι έρευνες της Δικαιοσύνης πρέπει να ρίξουν φως στην αλήθεια που αναζητούν αυτή τη στιγμή τα θύματα, οι οικογένειές τους και η ελληνική κοινωνία».
Στην αξιωματική αντιπολίτευση ελπίζουν πως ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου θα επιδείξει «την ίδια επιμέλεια» και θα διατάξει «αντίστοιχες έρευνες και για τα 11 σιδηροδρομικά ατυχήματα από το 2020 έως το 2023».
Ταυτόχρονα, ρωτούν «γιατί μέχρι στιγμής δεν έχει μεριμνήσει προκειμένου να γίνουν επιτόπιες έρευνες στα γραφεία στην Αθήνα του ΟΣΕ, της ΕΡΓΟΣΕ και της εταιρίας Hellenic Train προκειμένου να κατασχεθεί κάθε έγγραφο, αλληλογραφία, εξώδικο, ηχογραφημένες συνομιλίες και κάθε στοιχείο που είναι κρίσιμο για την αποκάλυψη της αλήθειας». Και καλούν αυτό να γίνει «τώρα» και «όχι 6 χρόνια μετά».