Ανδρουλάκης: Μόνος, απών, και “επισυνδεδεμένος”…
Ο Νίκος Ανδρουλάκης υπήρξε ο πρωταγωνιστής και το θύμα ταυτόχρονα του μεγαλύτερου σκανδάλου των πολλών τελευταίων ετών. Με πολιτικούς και επικοινωνιακούς όρους θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως η αποκάλυψη στα τέλη του περασμένου Ιουλίου πως έγινε απόπειρα να παγιδευτεί το τηλέφωνό του με το Pretador και, ακόμα περισσότερο, η “βόμβα” πως είχε “νομίμως” επισυνδεθεί από την ΕΥΠ ως δυνάμει κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια ήταν ένα μεγάλο “δώρο”.
Το αναμενόμενο θα ήταν, δηλαδή, να σημειωθεί μία δημοσκοπική εκτόξευση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ που θα αύξανε το ποσοστό του κόμματός έτι περαιτέρω από την άνοδο που είχε σημειωθεί το πρώτο διάστημα μετά την εσωκομματική εκλογή και την ανάληψη της ηγεσίας.
Αντ’ αυτού στις τελευταίες μετρήσεις (με εξαιρέσεις αυτές δύο εταιρειών που διατηρούν άτυπη (;) σχέση συνεργασίας με την Χαριλάου Τρικούπη) καταγράφει στην Πρόθεση Ψήφου ποσοστά κάτω από το 10% και προεξοφλείται πως στην δεύτερη κάλπη όπου θα κριθεί η διακυβέρνηση μπορεί να κυλήσει κοντά στο ποσοστό που είχε επιτύχει η αείμνηστη Φώφη Γεννηματά στις εκλογές του 2019.
Αναμφίβολα, η εμπλοκή της Εύας Καϊλή στο Qatagate στοίχισε πολιτικά και δημοσκοπικά. Την κατάσταση επιδείνωσαν οι χειρισμοί του ίδιου του Νίκου Ανδρουλάκη με την εκτός πολιτικής λογικής δήλωση περί “δούρειου ίππου” της Ν.Δ και η έως και σήμερα αδυναμία της Χαριλάου Τρικούπη να σταθεί ουσιαστικά απέναντι στις υποψίες διαφθοράς της προβεβλημένης ευρωβουλεύτριας. Όμως δεν είναι η Καϊλή το πραγματικό πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ.
Μόλις την περασμένη Τρίτη, όταν η ΑΔΑΕ επιβεβαίωσε την παρακολούθηση από την ΕΥΠ έξι επιπλέον προσώπων -μεταξύ των οποίων ο Κωστής Χατζηδάκης και ο Κωνσταντίνος Φλώρος-, ο κ. Ανδρουλάκης έκανε δήλωση που πολλοί θεώρησαν πως θα μπορούσε να είχε ανασυρθεί από το συρτάρι και να είχε γίνει πριν την αποκάλυψη που έκρυβε η επιστολή του Χρήστου Ράμμου. Η δε επόμενη δήλωσή του για την επίθεση της κυβέρνησης στην ΑΔΑΕ άσκησε κριτική στην κυβέρνηση και της επέστησε την προσοχή να μην γίνει ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ! Kαι το “έργο” έκλεισε με την ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ πως στη Βουλή γίνεται “συζήτηση ενόχων”! Ήτοι, υιοθέτησαν την εκ της αρχαιοελληνικής γραμματείας προερχόμενη ρήση του Γιώργου Γεραπετρίτη “ένοχος ένοχο ού ποιεί”.
Ενώ το σκάνδαλο των υποκλοπών ήταν ραμμένο στα μέτρα του και θα μπορούσε να αποκομίσει μεγάλα πολιτικά οφέλη από την εξέλιξή του περιήλθε σε αμηχανία και θεωρητικά σχήματα υπό την επικάλυψη πως δρα …θεσμικά. Η απουσία του από την μάχη της Βουλής για την πρόταση δυσπιστίας του ΣΥΡΙΖΑ ανέδειξε ακόμα περισσότερο αυτή την αμηχανία. Οι δικές του δηλώσεις δεν έχουν καμία σχέση με τις ηχηρές παρεμβάσεις του Χάρη Καστανίδη, του Γιώργου Καμίνη, του Κώστα Σκανδαλίδη, ακόμα και της Νάντιας Γιαννακοπούλου ή του Μιχάλη Κατρίνη. Το κοινοβουλευτικό ΠΑΣΟΚ είναι μάλλον αλλού από την …”τοποθεσία Ανδρουλάκης”. Το ίδιο συμβαίνει και με το “επιστημονικό” ΠΑΣΟΚ, υπό την έννοια πως οι παρεμβάσεις των Ευάγγελου Βενιζέλου και Νίκου Αλιβιζάτου (ο ένας πολιτικός του μέντορας, ο άλλος σύμβουλος και συμπαραστάτης του στα συνταγματικά) απέχουν πόρρω από τα δικά του ήξεις αφίξεις.
Αυτή η στάση δημιουργεί ερωτηματικά και γεννά απορίες. Μία εξήγηση που δίνεται από το στενό και περίκλειστο επιτελείο της Χαριλάου Τρικούπη (Ανδρέας Σπυρόπουλος, Δημήτρης Μάντζιος και άλλοι σύμβουλοι) είναι πως με αυτή τη στάση επιχειρεί να ανακόψει τις μετακινήσεις ψηφοφόρων προς τη Ν.Δ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Βάζει, δηλαδή, σε κάθε φράση κριτικής προς την κυβέρνηση και μερικές λέξεις κριτικής προς τον ΣΥΡΙΖΑ, σαν να είναι μισές-μισές οι ευθύνες για τις παρακολουθήσεις, την δική του και όλων των άλλων.
Εν μέσω όλων αυτών δεν πέρασε απαρατήρητη η αναφορά του Παύλου Γερουλάνου στο Kontra: “οι μετεκλογικές συνεργασίες θα είναι προϊόν σύγκλισης ή προϊόν εκβιασμού;”. Κάτι θέλησε να πει ο πρώην υπουργός και συνυποψήφιός του στην εσωκομματική εκλογή.
Στις κάλπες της απλής αναλογικής θα έχει την μεγάλη του ευκαιρία και ίσως οι “ίσες αποστάσεις” που τηρεί αποβλέπουν να κρατήσει ανοικτό το παράθυρο μιας συνεργασίας με το πρώτο κόμμα, ακόμα κι αν είναι η Ν.Δ και παρά το ό,τι έχει κατηγορήσει προσωπικά τον προθυπουργό για την παρακολούθησή του. Εάν δεν καταστεί εφικτό, στις δεύτερες κάλπες θα έχει ένα ακόμα μικρότερο κόμμα και ή θα παραμείνει στην αντιπολίτευση, ή θα συρθεί σε μία κυβερνητική συνεργασία που, όποια κι αν είναι, θα προκαλέσει πιθανότατα μία μικρότερη ή μεγαλύτερη διάσπαση.