“Συρρίκνωσα την συσκευασία”- Νέα λίστα με προϊόντα που …χάνουν βάρος αλλά η τιμή τους αυξάνεται (πίνακας)- Δηλώνει άγνοια το υπουργείο Ανάπτυξης
Ο αρμόδιος Γενικός Γραμματέας του υπουργείου Ανάπτυξης Σωτήρης Αναγνωστόπουλος ισχυρίστηκε, σε τηλεοπτικές του συνεντεύξεις, πως δεν έχουν προκύψει παραβάσεις από τους ελέγχους στην αγορά, σχετικά με το φαινόμενο της μείωσης του βάρους στις συσκευασίες πολλών προϊόντων, με ταυτόχρονη διατήρηση ή ακόμα και αύξηση της τιμής.
Οι αυτοψίες στην αγορά, όμως, και τα στοιχεία των φορέων καταναλωτών δείχνουν, ωστόσο, μία εντελώς διαφορετική κατάσταση. Γεγονός που αποδεικνύει, ή ότι δεν γίνονται πραγματικοί έλεγχοι, ή ότι το αρμόδιο υπουργείο καλύπτει αυτά τα φαινόμενα παραπλάνησης των καταναλωτών και εν τέλει αισχροκέρδειας.
Η εφημερίδα “τα Νέα”, μάλιστα παρέθεσε και συγκεκριμένο πίνακα με τέτοια παραδείγματα.
Εντύπωση, όπως αναφέρεται, προκαλεί το γεγονός πως, με βάση επίσημα στοιχεία, η ποσότητα έχει μειωθεί σε 238 ετικέτες, ενώ άνθρωποι της αγοράς εκτιμούν πως αυτές αναμένεται το αμέσως επόμενο διάστημα να ξεπεράσουν τις 500. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με την προηγούμενη έρευνα, οι τιμές σε βασικά προϊόντα, όπως ζυμαρικά, σάλτσες, απορρυπαντικά, σοκολατοειδή και βρεφικές πάνες, έχουν αυξηθεί κατά 30%, στα κρέατα και τα πουλερικά κατά 25% και στα καθαριστικά σπιτιού κατά 19%.
«ΤΑ ΝΕΑ», σε συνέχεια του δημοσιεύματος της περασμένης Δευτέρας (16/1) κατήρτησαν μια νέα «λίστα ντροπής» με 16 προϊόντα, καθώς, όπως φαίνεται, η αισχροκέρδεια είναι πληγή που δεν κλείνει και οι βιομηχανίες συνεχίζουν να αναζητούν τρόπους ώστε να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους εις βάρος των καταναλωτών, που πληρώνουν περισσότερα για λιγότερα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της νέας λίστας είναι οι φτερούγες κοτόπουλου που πωλούνταν έναντι 3,53 ευρώ τα 720 γραμμάρια και στη συνέχεια έφτασαν να κοστίζουν 4,07 ευρώ τα 650 γραμμάρια. Βρεφικές πάνες των 28 τεμαχίων είχαν 7,10 ευρώ, ενώ τώρα τις βρίσκει ο καταναλωτής σε συσκευασία των 26 και τιμή 7,30 ευρώ. Αντίστοιχα, σοκολατούχο γάλα από 500 γραμμάρια μειώθηκε στα 450 γραμμάρια και η τιμή του αυξήθηκε από 1,42 ευρώ σε 1,71 ευρώ, ενώ στραγγιστό γιαούρτι από ένα κιλό το βρίσκει κανείς στα ράφια σε συσκευασία 900 γραμμαρίων και τιμή 3,98 ευρώ – 31 λεπτά ακριβότερο από πριν (3,67 ευρώ).
” Έχουμε κάποιες καταγγελίες για αλλαγμένες ποσότητες σε συσκευασίες προϊόντων με αυξημένες τιμές αλλά δεν διαπιστώθηκε κάποια παράβαση στους ελέγχους που κάναμε “, είπε ο κ. Αναγνωστόπουλος το πρωί στο Open.
Η Ενωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδος έχει αποφασίσει να περάσει στην αντεπίθεση, όπως εξηγεί ο πρόεδρός της Απόστολος Ραυτόπουλος. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Ενωση προτίθεται να προχωρήσει σε αγωγές κατά των εταιρειών που παραβιάζουν τους κανόνες και προσπαθούν να παραπλανήσουν τους καταναλωτές. «Βρισκόμαστε σε συνεννόηση με τη νομική μας υπηρεσία και είμαστε στη φάση της διεργασίας, ώστε να κατατεθεί η μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία», εξηγεί ο Απόστολος Ραυτόπουλος.
Επιπλέον, κάνει λόγο για ασυνεννοησία στις τάξεις του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, καθώς – όπως υποστηρίζει – ο αρμόδιος υπουργός Αδωνις Γεωργιάδης στις 5 Οκτωβρίου 2022 δήλωσε ότι αυτό που κάνουν οι βιομηχανίες είναι παράνομο, την ώρα που ο γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Σωτήρης Αναγνωστόπουλος θεωρεί το αντίθετο.
Η Ενωση εκτιμά ότι χρειάζεται να ασκηθεί και σημαντική κοινοβουλευτική πίεση για να δοθούν απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα. «Εχουμε έρθει σε επαφή με τα κόμματα της μείζονος και ελάσσονος αντιπολίτευσης, ώστε να προχωρήσουν σε ερωτήσεις και να ζητήσουν από το υπουργείο λίστα προϊόντων στα οποία οι βιομηχανίες έχουν μειώσει το περιεχόμενο.”
Το επόμενο βήμα που σχεδιάζει η Ενωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδος είναι η δημοσιοποίηση στην ιστοσελίδα της όλων των ονομάτων εταιρειών – κολοσσών που έχουν μειώσει το περιεχόμενο στις συσκευασίες τους και έχουν αυξήσει τις τιμές τους, ώστε να τις γνωρίζουν οι καταναλωτές.
Από την πλευρά του, πάντως, ο πρόεδρος της Ενωσης Μικρών και Μεσαίων Σουπερμάρκετ Ελλάδας Γιάννης Πηλίδης αντικρούει ως αβάσιμα τα όσα ισχυρίζεται η Ενωση Καταναλωτών. «Δεν έχουν ιδέα καθώς δεν γνωρίζουν πώς λειτουργεί η αγορά», υποστηρίζει, συμπληρώνοντας ότι οι καταγγελίες δεν βασίζονται σε στοιχεία.