DW: Κάνει η Άγκυρα ριζική στροφή έναντι της Συρίας;
Για τον Ερντογάν, του οποίου οι αποφάσεις καθοδηγούνται πλέον κυρίως από δημοσκοπήσεις, η συναλλαγή με τον Άσαντ αποτελεί κλειδί για την επιτυχία στην κάλπη.
Οι ειδικοί που ασχολούνται με την πολιτική της Τουρκίας συμφωνούν σε ένα βασικό σημείο: για τον πρόεδρο Ερντογάν, οι εσωπολιτικές παράμετροι καθορίζουν την ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την πολιτική έναντι της γειτονικής Συρίας, η οποία για μία ακόμα φορά δεσπόζει στην προεκλογική εκστρατεία περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο θέμα της εξωτερικής πολιτικής. Από την προοπτική της Τουρκίας, στη Συρία διακυβεύονται θεμελιώδη εθνικά συμφέροντα.
Πρώτον, υπάρχει το ζήτημα των Κούρδων της Συρίας, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει μια επιτυχημένη αυτόνομη διοίκηση στα βόρεια των κοινών συνόρων, η οποία κατά την άποψη της Τουρκίας αποτελεί συνέχεια του PKK. Έπειτα, υπάρχουν τα σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια Σύρων προσφύγων στην Ανατολία, τους οποίους η πλειοψηφία των Τούρκων θα προτιμούσε να στείλει πίσω το ταχύτερο – και οι οποίοι έχουν γίνει εκρηκτικό προεκλογικό θέμα.
Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι επίκειται μία ριζική στροφή στην πολιτική της Τουρκίας για τη Συρία. Την Πέμπτη, ο πρόεδρος Ερντογάν μίλησε για άλλη μια φορά -και πιο ξεκάθαρα από πριν- για το ενδεχόμενο συνάντησης κορυφής με τον Σύρο δικτάτορα Άσαντ. Μια τέτοια συνάντηση θα αποτελούσε το αποκορύφωμα μιας παρασκηνιακής διαδικασίας που η Μόσχα ενορχηστρώνει εδώ και μήνες με στόχο την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των αντιμαχόμενων κρατών. Η Τουρκία ήταν και παραμένει ο σημαντικότερος υποστηρικτής της συριακής αντιπολίτευσης. Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, είναι ο σημαντικότερος υποστηρικτής του καθεστώτος Άσαντ. Αυτό και μόνο το γεγονός εξηγεί την επιμονή του Πούτιν σε μια συροτουρκική διευθέτηση.
Θα είναι και πάλι οι Κούρδοι οι μεγάλοι ηττημένοι;
Στα τέλη του 2022, οι υπουργοί Άμυνας Ρωσίας, Συρίας και Τουρκίας συναντήθηκαν στη Μόσχα. Ο συμφωνηθείς οδικός χάρτης προβλέπει συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των τριών χωρών εντός ενός μηνός. Αν όλα πάνε σύμφωνα με το πλάνο, μια συνάντηση των πολιτικών ηγετών θα επισφραγίσει τη διαδικασία. Μια σύνοδος κορυφής μεταξύ Άσαντ και Ερντογάν θα ήταν ένας πολιτικός θρίαμβος για τον Πούτιν – και μια ήττα για τους Αμερικανούς. Κεντρικό ρόλο στη διεθνή διπλωματία για τη Συρία διαδραματίζουν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τα οποία εδώ και καιρό υποστηρίζουν την εξομάλυνση των σχέσεων με τον Άσαντ, πιστεύοντας ότι αυτό θα περιορίσει την αυξανόμενη επιρροή του Ιράν στη Δαμασκό.
Η πολιτική βάση της διαφαινόμενης τουρκο-συριακής συμφωνίας είναι μια πολιτική συναλλαγή sui generis: σε αντάλλαγμα για την αναγνώριση του Άσαντ ως ηγέτη της Συρίας από την Άγκυρα και την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα, η Δαμασκός αναλαμβάνει να διαλύσει τις κουρδικές δομές στη βόρεια Συρία και να εγγυηθεί ότι δεν θα διαδραματίσουν κανένα ρόλο στις μελλοντικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.
Μένει να δούμε πώς θα αντιδράσουν οι ΗΠΑ, οι σημαντικότεροι σύμμαχοι των Κούρδων της Συρίας, στις τρέχουσες εξελίξεις. Μέχρι στιγμής, το μόνο που ακούγεται είναι ότι η Ουάσιγκτον απορρίπτει την εξομάλυνση των σχέσεων με τον Άσαντ. Προφανώς, αυτή η υπόδειξη δεν έκανε εντύπωση στην Άγκυρα. Έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε ότι αν υλοποιηθούν τα σχέδια του Πούτιν, του Ερντογάν και του Άσαντ, οι Κούρδοι θα είναι και πάλι οι μεγάλοι ηττημένοι στα παιχνίδια ισχύος των μεγάλων δυνάμεων και των συμμάχων τους.
Όλοι οι πλευρές τονίζουν ότι θέλουν ειρηνική λύση στη Συρία
Για τον Ερντογάν, του οποίου οι πολιτικές αποφάσεις καθοδηγούνται όλο και περισσότερο από δημοσκοπικά αποτελέσματα, η συναλλαγή με τον Σύρο δικτάτορα θα αποτελεί ενδεχομένως το κλειδί για την επιτυχία στην κάλπη. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μετά την οικονομική κρίση, οι Σύροι πρόσφυγες είναι το βασικό ζήτημα για τους Τούρκους ψηφοφόρους.
Η αντιπολίτευση έχει δηλώσει ότι είναι αποφασισμένη να στείλει τους Σύρους πίσω το συντομότερο. Μια πολιτική συμφωνία που θα προβλέπει έναν τέτοιο επαναπατρισμό, και επιπλέον μια συνθήκη που θα προσδιορίζει το τέλος των κουρδικών πολιτοφυλακών στη συνοριακή περιοχή, θα αποτελούσε δώρο Θεού στον Ερντογάν. Τα ελεγχόμενα από αυτόν μέσα ενημέρωσης θα πανηγύριζαν τον πρόεδρο, ο οποίος φοβάται μήπως χάσει την εξουσία, ως έναν μεγάλο και επιτυχημένο στρατηγό που έλυσε το κουρδικό και ταυτόχρονα το μεταναστευτικό πρόβλημα – και μάλιστα χωρίς να πραγματοποιήσει μία επικίνδυνη στρατιωτική επιχείρηση στη βόρεια Συρία.
Προκαλεί εντύπωση ότι όλες οι πλευρές τονίζουν ότι ενδιαφέρονται για μια ειρηνική λύση για την Συρία. Η προσωπική ιστορία των τριών βασικών παικτών συνιστά προσοχή: ο Άσαντ, ο Ερντογάν και ο Πούτιν έχουν διακριθεί ως πολεμοκάπηλοι. Θα ισοδυναμούσε με θαύμα αν η πρωτοβουλία της Μόσχας για τη Συρία έφερνε την ταλαιπωρημένη χώρα πιο κοντά σε μια ειρήνη αποδεκτή από όλες τις πλευρές.